Το Δεύτερον Αναστάσιμον εωθινόν – Η Ευαγγελική Περικοπή του όρθρου, εξαποστειλάριον και Δοξαστικόν ιδιόμελον της Κυριακής.

Το δεύτερον Αναστάσιμον εωθινόν Ευαγγελικόν Ανάγνωσμα του όρθρου της Κυριακής.
Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον: ΙΣΤ.1 – 8.

Διαγενομένου του σαββάτου, Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η του Ιακώβου και Σαλώμη, ηγόρασαν αρώματα, ίνα ελθούσαι αλείψωσιν τον Ιησούν. Και λίαν πρωϊ της μιάς σαββάτων, έρχονται επι το μνημείον, ανατείλαντος του ηλίου. Και έλεγον προς εαυτάς: «τίς αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου?» Και αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι αποκεκύλισται ο λίθος’ ήν γάρ μέγας σφόδρα. Και εισελθούσαι εις το μνημείον, είδον νεανίσκον καθήμενον εν τοις δεξιοίς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, και εξεθαμβήθησαν. Ο δέ λέγει αυταίς: «μή εκθαμβείσθε, Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν, τον εσταυρωμένον. Ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε, ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν. Αλλ’ υπάγετε είπατε τοις μαθηταίς αυτού και τω Πέτρω, ότι προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν. Εκεί Αυτόν όψεσθε, καθώς είπεν υμίν.» Και εξελθούσαι έφυγον απο του μνημείου. Είχε δέ αυτάς τρόμος και έκστασις, και ουδενί ουδέν είπον’ εφοβούντο γάρ.

Απόδοση.

Όταν πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου, και η Σαλώμη, αγόρασαν αρώματα, για να πάνε ν’ αλείψουν το σώμα του Ιησού. Και πολύ πρωί την επόμενη μέρα μετά το Σάββατο, μόλις ανέτειλε ο ήλιος, ήρθαν στο μνήμα. Έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος θα μας κυλήσει την πέτρα από την είσοδο του μνήματος;» Γιατί ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Μόλις όμως κοίταξαν προς τα κει, παρατήρησαν ότι η πέτρα είχε κυλήσει από τον τόπο της.
Μόλις μπήκαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό με λευκή στολή να κάθεται στα δεξιά, και τρόμαξαν. Αυτός όμως τους είπε: «Μην τρο¬μάζετε. Ψάχνετε για τον Ιησού από την Ναζαρέτ, το σταυρωμένο. Αναστήθηκε. Δεν είναι εδώ. Να και το μέρος όπου τον είχαν βάλει. Πηγαίνετε τώρα και πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο: “πη¬γαίνει πριν από σας στην Γαλιλαία και σας περιμένει• εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε”. Αυτές βγήκαν κι έφυγαν από το μνήμα γεμάτες τρόμο και δέος και σε κανέναν δεν είπαν τίποτε, γιατί ήταν φοβισμέ¬νες.

Επιμέλεια κειμένων, Ιωάννης Τρίτος.

Το δεύτερον αναστάσιμον εωθινόν εξαποστειλάριον, Ποίημα Κωνσταντίνου του βασιλέως. Ήχος Β. «Τοις μαθηταίς συνέλθωμεν.»

Τον λίθον θεωρήσασαι, αποκεκυλισμένον, αι Μυροφόροι έχαιρον’ είδον γαρ Νεανίσκον, καθήμενον εν τω τάφω, και αυτός ταύταις έφη: Ιδού Χριστός εγήγερται, είπατε σύν τω Πέτρω, τοις Μαθηταίς, Εν τω όρει φθάσατε Γαλιλαίας, εκεί υμίν οφθήσεται, ώς προείπε τοις φίλοις.

Ένοιωσαν μεγάλη χαρά οι μυροφόρες, όταν είδαν τον λίθο που έκλεινε την είσοδο του τάφου του Κυρίου να έχει κυλισθεί μακρυά, διότι Άγγελος με νεανική μορφή, κάθοταν στον τάφο και τους έλεγε: Να, ο Χριστός έχει αναστηθεί, έχει σηκωθεί από τον θάνατο. Να το πείτε στους μαθητές Του και στον Πέτρο πως σας παρραγγέλει να φθάσετε γρήγορα στο «όρος» Γαλιλαία. Εκεί θα σας φανερωθεί, όπως έχει προαναγγείλει στους αγαπητούς Του φίλους.

Θεοτοκίον όμοιον.

Άγγελος μέν εκόμισε, τη Παρθένω το, Χαίρε, πρό σής Χριστέ συλλήψεως. Άγγελος δέ τον λίθον, εκύλισέ σου του τάφου. Αντί λύπης ο μέν γάρ, χαράς αφράστου σύμβολα, ο δέ αντί θανάτου, σέ χορηγόν, της ζωής κηρύττων και μεγαλύνων, και λέγων την Ανάστασιν, Γυναιξί και τοις Μύσταις.

Αγγελος, Χριστέ έφερε το Χαίρε στην παρθένο πριν από τη σύλληψή Σου και τώρα άγγελος εκύλισε τον λίθο από το μνήμα Σου. Ο ένας ατί για λύπη έφερε χαράς ανείπωτης τα σύμβολα και ο άλλος Σε κήρυξε ως χορηγό της ζωής, αντί του θανάτου. Δόξαζε μάλιστα το μεγάλο Σου όνομα και γνωστοποιούσε την ανάστασή Σου στις μυροφόρες και στους μαθητές Σου.

Το δεύτερον Αναστάσιμον εωθινόν δοξαστικόν ιδιόμελον. Ποίημα Λέοντος βασιλέως του σοφού. Ήχος Β’

Μετά μύρων προσελθούσαις, ταις περί την Μαριάμ Γυναιξί, και διαπορουμέναις, πώς έσται αυταίς τυχείν του εφετού, ωράθη ο λίθος μετηρμένος, και θείος Νεανίας, καταστέλλων τον θόρυβον αυτών της ψυχής’ Ηγέρθη γαρ φήσιν, Ιησούς ο Κύριος, διό κηρύξατε τοις κήρυξιν αυτού Μαθηταίς, εις την Γαλιλαίαν δραμείν, και όψεσθε αυτόν, αναστάντα εκ νεκρών, ώς ζωοδότην και Κύριον.

Οι μυροφόρες γυναίκες που περιστοίχιζαν την Μαριάμ, με μύρα ήλθαν στον τάφο του Χριστού, και απορούσαν, για το πώς θα επετύγχαναν αυτό που ποθούσαν, να μυρώσουν δηλαδή τον Κύριο, γιατί φοβόνταν το μέγεθος του λίθου. Αλλά να, είδαν τον λίθο να έχει μετακινηθεί και ένας θείος νέος καθησύχαζε τον θόρυβο και την αναταραχή των ψυχών τους. Κι αυτό συνέβη διότι ο Άγγελος τους έλεγε πως αναστήθηκε ο Χριστός και Κύριος. Γι’ αυτό αναγγείλετε στους μαθητές Του, που θα κηρύξουν την ανάστασή Του, να τρέξουν στην Γαλιλαία, όπου και θα Τον δουν αναστημένο εκ των νεκρών, ως Δωρεοδότην της ζωής και Κύριον.

Απόδοση Μοναχής Θεοδοσίας.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.