Κυριακή ΙΖ’ Ματθαίου: η πίστις μιας Χαναναίας – Ιερόμ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.

(Ματθ. ιε, 21-28. Μάρκ. ζ, 24-30).

Ο Ιησούς άφησε τον τόπο εκείνο κι αναχώρησε για την περιοχή της Τύρου και της Σιδώνας.1 Τότε μια γυναίκα Χαναναία βγήκε έξω από τα όρια της περιοχής εκείνης και του φώναζε δυνατά: «Ελέησέ με, Κύριε, Υιέ του Δαβίδ. Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο». Αυτός δεν της απαντούσε λέξη.2 Τον πλησίασαν τότε οι μαθητές του και τον παρακαλούσαν: «Διώξε την, γιατί μας ακολουθεί και φωνάζει». Ο Ιησούς είπε: «Έχω αποσταλεί μόνο για τους πλανεμένους Ισραηλίτες».

Εκείνη όμως ήρθε και τον προσκύνησε λέγοντας: «Κύριε, βοήθησέ με». Αυτός της αποκρίθηκε: «Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το πετάξει στα σκυλιά». «Ναι, Κύριε», είπε εκείνη, «αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». Τότε ο Ιησούς της απάντησε: «Μεγάλη είναι η πίστη σου, γυναίκα! Ας γίνει όπως το θέλεις». Κι από κείνη την ώρα γιατρεύτηκε η θυγατέρα της. η γυναίκα επέστρεψε στο σπίτι της και βρήκε το παιδί ξαπλωμένο στο κρεβάτι και θεραπευμένο.

ΣΧΟΛΙΑ.

(1)Ο Ιησούς άφησε τον τόπο εκείνο κι αναχώρησε για την περιοχή της Τύρου και της Σιδώνας.
Δια τι ο Θεάνθρωπος, όστις παρήγγειλεν εις τους μαθητάς αυτού˙ «Εις οδόν εθνών μη απέλθητε˙ και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθητε˙ πορεύεσθε μάλλον προς τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ» (Ματθ. Γ, 5-6), δεν εφύλαξε την ιδίαν εντολήν, άλλ’ εγκατέλιπε μεν τα απολωλότα πρόβατα οίκου Ισραήλ, ήλθε δε «εις οδόν εθνών», ήτοι εις τα μέρη Τύρου και Σιδώνος;

Ούτε την εντολήν, την οποίαν έδωκεν εις τους μαθητάς αυτού παρέβη, ούτε τον λαόν του Ισραήλ εγκατέλιπε˙ διότι η εντολή δεν λέγει Μη πορευθήτε παντελώς προς τους εθνικούς, αλλά προτιμά μόνον τους Ισραηλίτας. «Πορεύεσθε δε μάλλον προς τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ». Έδωκε δε εις αυτούς την προτίμησιν επειδή οι Ισραηλίται, λαβόντες τον νόμον και την διαθήκην, και ακούσαντες τας περί αυτού προφητείας, είχον αρκετόν φως και διδασκαλίαν προς υποδοχήν αυτού. Αληθώς δε οι Ισραηλίται έλαβον την προτίμησιν˙ διότι όχι μόνον ο Ιησούς Χριστός πρώτον αυτούς εδίδαξεν, αλλά και οι θείοι Απόστολοι, την εντολήν ταύτην παρ’ αυτού λαβόντες, πρώτον εις αυτούς εκήρυξαν την εις Χριστόν πίστιν, έπειτα, επειδή εκείνοι δεν εδέχθησαν το κήρυγμα, εστράφησαν εις τα έθνη˙ «Υμίν ην αναγκαίον, είπεν ο Παύλος και ο Βαρνάβας, πρώτον λαλήσαι τον λόγον˙ επειδή δε απωθείσθε αυτόν, και ουκ αξίους κρίνετε εαυτούς της αιωνίου ζωής, ιδού στρεφόμεθα εις τα έθνη» (Πράξ. ιγ’, 46).

Τούτο αυτό δε εποίησε πρώτος ο Κύριος˙ εδίδαξε τους γραμματείς και Φαρισαίους, ίνα μη δια τας παραδόσεις αυτών καταφρονώσι την εντολήν του Θεού˙ αυτοί δε δεν εδέχθησαν τον λόγον αυτού, άλλ’ εσκανδαλίσθησαν˙ δια τούτο επορεύθη «εις τα μέρη, ή εις τα μεθόρια, ως λέγει ο Ευαγγελιστής Μάρκος, Τύρου και Σιδώνος» (Μάρκ. Ζ’, 24). Εισελθών δε εις οικίαν τινά, εκρύπτετο εκεί, ίσως επειδή δεν είχε σκοπόν να κηρύξη αλλά μόνον να ελεήση την πιστεύσασαν εις αυτόν Χαναναίαν˙ όμως αν εκρύπτετο, ήκουσεν ο λαός, ότι ήλθεν εκεί.

(2)Ο δε ουκ απεκρίθη αυτή λόγον. Και προσελθόντες οι μαθηταί αυτού, ηρώτων αυτόν, λέγοντες˙ Απόλυσον αυτήν, ότι κράζει όπισθεν ημών (Ματθ. ιε’, 23).
Και της χήρας τον υιόν, επί την πύλην της πόλεως Ναϊν εκ νεκρών ανέστησε (Λουκ. ζ’, 11-12), και της αιμορροούσης την πηγήν του αίματος εσταμάτησε (Μάρκ. ε’, 29), και εις τον εκ γενετής τυφλόν το φως εχαρίσατο (Ιωάν. θ’, 6-7) και του επί της Προβατικής κολυμβήθρας παραλύτου τα μέλη συνέσφιγξε (Αυτόθι, ε’, 6), και τας ποικίλας νόσους πολλών ασθενών χωρίς καμμίαν παράκλησιν εθεράπευσεν ο φιλανθρωπότατος Ιησούς˙ δια τι ούτε ουδέ λόγον απεκρίθη εις την θλιμμένην μητέρα, την Χαναναίαν, η οποία μετά τοσαύτης πίστεως και ευλαβείας παρεκάλει, μεγαλοφώνως κραυγάζουσα «Ελέησόν με, Κύριε, υιέ Δαβίδ»;

Περί της σιωπής ταύτης και οι μαθηταί αυτού ηπόρησαν˙ όθεν, προσελθόντες προς αυτόν, παρακάλουν, λέγοντες˙ «Απόλυσον αυτήν, ότι κράζει όπισθεν ημών˙ εάν δεν θέλης να ελεήσης αυτήν, η οποία επικαλείται το έλεός σου, τουλάχιστον απόλυσον αυτήν, ίνα μη μάτην ακολουθή οπίσω ημών, και ανωφελώς κραυγάζει. Ταύτα δε έλεγον, ελπίζοντες, ότι δια των λόγων τούτων θα πείσωσι τον φιλάνθρωπον να ελεήση το πλάσμα αυτού.

Εάν ο Θεάνθρωπος απεκρίνετο εις την Χαναναίαν και εισήκουε την δέησιν αυτής, πρεπόντως οι μαθηταί αυτού και ο εκεί λαός θα εσκανδαλίζετο, επειδή εγνώριζον μεν ότι η γυνή ήτο αλλόφυλος και ειδωλολάτρις, δεν εγνώριζον όμως την πίστιν αυτής και την αρετήν˙ οικονομικώς λοιπόν δεν απεκρίθη εις αυτήν ο Ιησούς ουδένα λόγον, ίνα, αναγκασθείσα υπό της σιωπής αυτού, παρρησιάση και την αρετήν αυτής. Ώστε η σιωπή ήτο τρόπος δια του οποίου, φανερωθείσα η πίστις και η ευλάβεια της γυναικός, έπαυσε το σκάνδαλον˙ τούτο δε είναι φανερόν εκ των λόγων, που ακολουθούν.
(Αρχιερεύς, Νικηφόρος Θεοτόκης.)

Από το βιβλίο: «Ιησούς Χριστός: Βίος, Διδασκαλία, Θαύματα», Β’ τόμος, του Ιερομονάχου Κοσμά του Δοχειαρίτου.

Ιερόν Δοχειαρίτικον Κελλίον, Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Αγιον Ορος 2011.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή ΙΖ’ Ματθαίου: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., θεραπεία της θυγατρός της Χαναναίας – λόγος Βασιλείου Σελευκείας.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.