Γέρων Αυξέντιος Γρηγοριάτης: Ο τυφλός βιαστής της ασκήσεως – Μοναχού Δαμασκηνού Γρηγοριάτου.

35 χρόνια από την κοίμηση του μοναχού Αυξεντίου Γρηγοριάτου, 14 Μαρτίου 2016

Επί τη σεπτή επετείω των τριάκοντα και πέντε ετών της οσιακής κοιμήσεως του Μοναχού Αυξεντίου Γρηγοριάτου (Κυριακή της Ορθοδοξίας, 1-14 Μαρτίου 1981), εμβληματικής μορφής του αγιορείτικου μοναχισμού του 20ού αιώνος, δημοσιεύουμε αποσπάσματα από τη σχετική μελέτη του συμμοναστού του, Δαμασκηνού μοναχού Γρηγοριάτου. 

Γέροντας Αυξέντιος Γρηγοριάτης (1892 – 1/3/1981 [π.η.]) 

Ο οσιώτατος Μοναχός Αυξέντιος Γρηγοριάτης, ήταν το καμάρι και το στολίδι της  Ιεράς  Μονής μας.  Ήταν ο ασκητής του κοινοβίου, ο αετός της θείας αγάπης, ο θεωρός του ακτίστου Φωτός, ο περιφρονητής των γηίνων και εραστής των ουρανίων. Ήταν το καύχημα της μετανοίας. ο πλούτος της θείας σοφίας, ο δυνάστης των δαιμόνων, της προσευχής το λαμπρότατον τέμενος, ο επίγειος  Αγγελος και ουράνιος άνθρωπος. Με αυτά τα ταπεινά λόγια ετόλμησα στο ελάχιστο βέβαια, να εκθειάσω την οσιακή προσωπικότητα του μακαριστού αδελφού της Μονής μας π. Αυξεντίου. Γνωρίζω την αδυναμία της γλώσσης μου, να εξυμνώ τέτοιες μορφές, γι’ αυτό και εκ των προτέρων ζητώ  συγγνώμη.

Πολλά εγράφησαν αφ’ ότου ο  Όσιος αυτός Μοναχός ήλλαξε τα επίγεια με τα ουράνια, τα φθαρτά με τα άφθαρτα. Εθεώρησα όμως αναγκαίον, ανάμεσα στις άλλες βιογραφίες των Αγιορειτών Γεροντάδων μας, να προσθέσω και τον μακαριστό π. Αυξέντιο, περιλαμβάνοντας συνοπτικά, τα ιστορικά στοιχεία για την ζωή του, τους αγώνες και το μακάριο τέλος του. Επίσης θα προσθέσω και όσα γεγονότα συνέβησαν μετά την κοίμησίν του, προς δόξαν Θεού και έπαινον του μακαριστού Γέροντος.

Ο Γέρων Αυξέντιος, γεννήθηκε στην Μάνδρα Αττικής Ελευσίνος) το 1892. Το κοσμικό του όνομα, ήταν Αθανάσιος Κωνσταντίνου. Προήρχετο από ευσεβή οικογένεια. Από την εφηβική του ηλικία αγάπησε τον μονήρη βίο. Οι βιογραφίες Οσίων Πατέρων, που άπληστα εδιάβαζε, του είχαν ανάψει τον ζήλο για τον ασκητικό μοναχισμό. Όταν εμεγάλωσε, υπηρέτησε ως στρατιώτης την Πατρίδα επί αρκετά χρόνια κατά την περίοδον των Βαλκανικών πολέμων. Αφού με την Χάριν του Θεού επέστρεψε σώος, έφυγε αμέσως για το Μοναστήρι του οσίου Σεραφείμ του Δομβοΐτου, που ευρίσκεται κοντά στην περιοχή της γενετείρας του. Εκάρη εκεί ρασοφόρος Μοναχός και μετ’ ολίγον ανεχώρησε για περισσότερη ησυχία και προσευχή, για τον ευλογημένο Άθωνα.

Στην Ιερά Μονή του Οσίου Γρηγορίου ήλθε το 1920 σε ηλικία 28 ετών. Μετά ένα χρόνο, εκάρη Μεγαλόσχημος Μοναχός με το όνομα Αυξέντιος. Από τότε μέχρι την ημέραν της κοιμήσεώς του, που συνέβη το εσπέρας της αγρυπνίας της Κυριακής της Ορθοδοξίας του 1981, ο Γέροντας έκαιγε και έλυωνε ως μία λαμπάδα στο Μοναστήρι μας, φωτίζοντας όλους με τα ένθεα κατορθώματά του και τις πλούσιες εμπειρίες του. Μερικά από αυτά θα σημειώσουμε εν συνεχεία, ως φόρον τιμής και αγάπης προς την αγίαν του μορφή.

Ο Γέρο Ησύχιος, ένα χαριτωμένο γεροντάκι της Μονής μας, που τώρα σε ηλικία 99 ετών γηροκομείται στο γηροκομείο της Μονής μας, μου είπε τα εξής:

Ο Αυξέντιος, αδελφάκι μου, ήταν άγιος από την μάννα του. Ήλθε έτοιμος Καλόγερος από το Μοναστήρι της πατρίδος του. Εκεί έμαθε όλα τα καλογερικά και ήλθε εδώ έτοιμος. Μαζί διακονήσαμε στο Μετόχι Βούλτσιστα της Κατερίνης. Εκείνος υπηρέτησε εκεί ως μάγειρος τρία χρόνια. Ενώ όλοι έτρωγαν κρέατα, αυτός ούτε τα δοκίμαζε, και παραδόξως πάντα ήταν νόστιμα. Κρατούσε την σιωπή και την ευχή. Ήταν πολύ εργατικός. Μακάρι ν’ αξίωνε και εμένα ο Θεός να έχω το τέλος του.

Ο γράφων έζησε μαζί με τον π. Αυξέντιο έξι χρόνια. Αλλά και άλλοι Πατέρες, οι πρώτοι από τους νέους, έχουν πολλά να διηγούνται για την οσιακή του πολιτεία. Δεν αγάπησε τίποτα από τα εφήμερα και ηδέα του κόσμου. Όλη του την προσοχή την είχε ανυψώσει προς τα επερχόμενα επηγγελμένα αγαθά. Τα τελευταία 20 και πλέον χρόνια, είχε χάσει το φως των σωματικών οφθαλμών του, λόγω καταρράκτου. Του πρότειναν οι Πατέρες να βγη για να εγχειρισθή, αλλά δεν δέχθηκε και προτίμησε να παραμείνη τυφλός, μέχρι του θανάτου του!

Υπηρέτησε σε πολλά διακονήματα της Μονής, όπως στην εκκλησία, στον μύλο, στο μαγειρείο, στα Μετόχια, στους κήπους με υποδειγματική εργατικότητα και εγρήγορσι στην ευχή. Στο μύλο αυτός κατεσκεύασε τα πεζούλια, έκτισε τις μάνδρες, έβγαλε τα χαλίκια από τα κηπάρια και τα καλλιέργησε για πρώτη φορά. Κάποια φορά εκινδύνευσε από τις σφαίρες ενός κυνηγού. Ήταν νύκτα και έβγαζε τα χαλίκια από τον κήπο έξω. Κάποιος κυνηγός νόμισε ότι εκεί μέσα στους θάμνους ήταν αγριόχοιρος. Θα πυροβολούσε, αλλά η Θεία Χάρις τον έσωσε.

Ποτέ δεν επεδίωξε στην Μονή να πάρη αξιώματα. Ήτο ευχαριστημένος με το κατ’έτος διακόνημά του και την αμίμητον πτωχεία του. Στο κελλί του είχε μόνο το ξυλοκρέβατό του, μία διχαλωτή καρέκλα, όπου τις νύχτες έκανε τις αγρυπνίες του, λίγες εικόνες και τα ελάχιστα χιλιομπαλωμένα ρούχα του. Κρατούσε ακόμη το ζωστικό του, το οποίο έρραβε ο ίδιος με σακορράφα και κλωστή σπάγγο. Είχε τόσο πολύ φθαρεί, ώστε σήμερα δεν διακρίνεται από τα πολλά μπαλώματα το αρχικό του ύφασμα. Κάποιος Μοναχός, ο μακαρίτης π. Ανδρέας, ενώ ήξερε ότι ο Γέρο Αυξέντιος δεν φορεί, ούτε ζητεί καινούργια ρούχα, πήγε ένα απόγευμα έξω από το κελλί του. Πήρε το κουρελιασμένο παντελόνι του παππού και κρέμασε ένα άλλο καινούργιο. Ο παππούς την άλλη ημέρα ζητούσε το δικό του. Δεν το βρήκε, μα ούτε και διαμαρτυρήθηκε. Μετά από έξι ημέρες, αφού ο π. Ανδρέας διεπίστωσε ότι δεν μπορεί να κάνη τίποτε, επήγε, επήρε το δικό του και κρέμασε πάλι το παλιό παντελόνι του Γέροντος.

Αγαπούσε πολύ τις Ακολουθίες. Πριν αρχίσουν έπιανε τον τοίχο και σιγά-σιγά ψελλίζοντας την ευχή η τούς Χαιρετισμούς κάποιου  Αγίου, κατευθυνόταν προς την εκκλησία. Όταν κάποια φορά έπεσε και κτύπησε, δεν ζήτησε βοήθεια, αλλά ούτε και σταμάτησε να ψιθυρίζη την ευχή.

Στα νειάτα του, φλογισμένος από τον πόθο της νοεράς προσευχής, ανεχώρησε για το Κάθισμα της Παναγίας, που απέχει από την Μονή 15 λεπτά. Σε ένα μήνα επέστρεψε. Τον ρώτησα γιατί γύρισες Γέροντα; Μου απήντησε: «Είχε πάει χωρίς την ευλογία της Μονής και με ενωχλούσε ο λογισμός. Επί πλέον έμαθαν οι Χριστιανοί, ότι κάποιος ασκητεύει εκεί, και ήρχοντο να μου ζητήσουν συμβουλές. Εγώ βέβαια εκρυβούμουν στο δάσος, αλλά δεν μπορούσε να γίνεται αυτό κάθε ημέρα.  Έτσι προτίμησα να κατέβω πάλι στην Μονή για να αγωνισθώ χωρίς να με ξέρη κανείς».

Η βία του στη σιωπή και στην ευχή, ήταν χαρακτηριστική και από το εξής γεγονός: Κάποτε όταν τον διακονούσα, διηγείται ο αδελφός π. Βασίλειος, ηθέλησε ένας άλλος αδελφός να τον συνοδεύη μετά τον  Εσπερινό για το κελλί του. Στο δρόμο εσκέφθηκε να του ομιλή διάφορα πράγματα δια να διασκεδάση την τύφλωσί του.

Όταν τον μετέφερε στην πόρτα του κελλιού του, του είπε με αυστηρό ύφος: «Θέλω να με οδηγής χωρίς να μου μιλάς, γιατί θέλω να λέω την ευχή». Συχνά όμως επήγαινε ο Παππούς μόνος του στην εκκλησία, ακουμβώντας στον τοίχο και ψηλαφώντας τους χώρους που εύρισκε μπροστά του. Μάλιστα δε με το δεξί του χέρι ακουμβούσε στον τοίχο και με το αριστερό του έκλεινε το αυτί του για να μη ακούη συνομιλίες των κοσμικών προσκυνητών. Έτσι ζούσε μυστικά με την αδιάκοπη προσευχή στην καρδιά την Χάρι του Θεού, εμποδίζοντας κάθε τι το εξωτερικό στην νοερά επικοινωνία του με τον Θεό.

Στην εκκλησία και τις Ακολουθίες, μας έλεγε ότι αισθάνεται ελευθερία, γι’ αυτό και ερχόταν πρώτος απ όλους. Αφού προσκυνούσε όλες τις εικόνες, φορητές και τοιχογραφίες, στεκόταν στο μόνιμο στασίδι του, το πρώτο δεξιά στον κυρίως Ναό. Πριν αρχίσει η Εννάτη Ώρα ρωτούσε, αν άκουγε ότι κάποιος περνούσε από δίπλα του: «Ποιος Άγιος γιορτάζει αύριο;». Απ εκείνη την στιγμή θα άρχιζε να κάνη κομποσχοίνι για τον Άγιο της αυριανής ημέρας. Εγνώριζε δε με κάθε λεπτομέρεια την τάξι των ακολουθιών. ‘Εάν κάποιος παρέλειπε κάτι από άγνοια η απροσεξία, τον διώρθωνε λέγοντάς του, π.χ. Δόξα Πατρί, λέγε. Εάν ο διαβαστής δεν άκουγε η αδιαφορούσε, του έλεγε με αυστηρό ύφος: «εβραίος είσαι και παραλείπεις τα μισά;»

Στο κελλί του είχε δύο μικρά μεταλλικά κουτιά απο γάλα βλάχας. Το ένα το χρησιμοποιούσε για να πίνη το νερό, και το άλλο για το κρασί. Επειδή αυτά είχαν σκουριάσει, σκέφθηκα να τα πετάξω και να βάλω καινούργια ανοξείδωτα. Του το είπα, αλλά ήταν ανένδοτος. Δεν ήθελε πολυτέλειες. Αρκείτο στα απολύτως αναγκαία. Δεν ήθελε να κουράζη κανέναν, γι’ αυτό δεν ζήτησε ούτε να του ασπρίσουν το κελλί, ούτε να του διορθώσουν την πόρτα η το παράθυρο, ούτε ζήτησε άλλα ρούχα. Έμεινε με τα παλιά, που είχαν γίνει κουρέλια.

Οταν τον ερωτούσα: «Τι θέλεις να φας; Μου έλεγε: «Ό,τι έχη η τράπεζα». Τίποτε το ιδιαίτερο. Καμμία ιδιοτροπία. Από το πρωϊνό φαγητό, κρατούσε το μισό και το έτρωγε το απόγευμα. Τότε συνήθως έπινε και ένα τσάϊ με λίγο κρασί. Μέσα έβαζε και αρκετή ζάχαρι και μία φέτα ψωμί. Κάποτε του είχα πάρει καραμέλλες. Του άρεσαν πολύ. Άλλοτε είχε ζητήσει να του αγοράση ο π. Δαμιανός ένα κιλό. Όταν τις επήγε στο κελλί του, ο Γερο Αυξέντιος του είπε να τις κρατήση στο κελλί του και να του φέρνη μόνο από δύο κάθε ημέρα. Δεν ήθελε να έχη περιττά πράγματα στο κελλί του, γιατί τον πείραζε ο λογισμός του.

-Γιατί π. Αυξέντιε, θα σε πειράξη ο λογισμός σου;

-Να, θα θέλω να κάνω προσευχή και ο νους μου θα πηγαίνη στις καραμέλλες!!!

Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τον χαλβά. Όταν είδα ότι του άρεσε, του έφερα ένα μπαστούνι των τριών κιλών. Την άλλη ημέρα μου είπε:

-Πάρε τον χαλβά και δεν θέλω να μου φέρης άλλη φορά.

Τέτοια βία ασκούσε στον εαυτό του, όταν έβλεπε ότι κάποια ανθρώπινη αδυναμία θα μπορούσε να του δημιουργήση πνευματική ανωμαλία. Ήταν για εμάς αληθινό υπόδειγμα βιαστού μοναχού.

Όταν ήταν στα τελευταία του κι εμείς περιμέναμε ότι δεν θα ζήση ακόμη πολλές ημέρες, τον επισκέφθηκε τότε ο σεβαστός μας Γέροντας. Ήταν η τελευταία εβδομάδα, πριν αρχίση η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Θέλοντας λοιπόν να τον πειράξη ο Γέροντας, τον ερωτά: «Θα κρατήσης κι εσύ το τριήμερο της νηστείας, π. Αυξέντιε; Και ο Γερο Αυξέντιος πνέοντας τα λοίσθια στο κρεββάτι του, του απαντά με όση δύναμι του είχε απομείνει: «Ναι θα το κρατήσω, πρώτα ο Θεός». Όλοι φυσικά γελάσαμε και ο Γέροντας, μειδιώντας και γυρίζοντας προς εμάς, μας είπε: «Είναι ζήτημα, εάν θα ζήση ακόμη τρεις ημέρες, κι όμως το τριήμερο της νηστείας, προ της Μεγ. Τεσσαρακοστής θέλει να το κρατήση». Αυτό φανέρωνε την αγωνιστικότητά του και την μέχρι τελευταίας του αναπνοής βία στον εαυτό του, για την αγάπη του Θεού και την ένωσί του με τον εράσμιο Νυμφίο της ψυχής του, τον Χριστό….

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Πεμπτουσία.gr: Μάρτιος 2016

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Άρθρα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.