Ο διάβολος στην τηλεόραση και, αγόγγυστης υπομονής ευωδία.

Ο διάβολος στην τηλεόραση

Μαρτυρία Χρυσοπούλου Ιωάννου, Αρχιτέκτονος από την Αλεξανδρούπολη:

«Είμαι παντρεμένος με την Σιοντοπούλου Ευανθία και έχομε τρία παιδιά. Πριν από μερικά χρόνια όταν ο γυιός μου Χρήστος ήταν τριάμισι χρόνων, συνήθιζε βλέποντας την μητέρα του να θυμιάζη το σπίτι, να την ακόλουθη και να θυμιάζη (υποτίθεται) και ο ίδιος με την ξύλινη κουδουνίστρα του, η όποια έμοιαζε με θυμιατό, όλο το σπίτι, επαναλαμβάνοντας το «Κύριε ελέησον».»

Κάποια μέρα, ενώ θυμίαζε κατά την συνήθεια του με το παιχνίδι του, παρέλειψε να θυμίαση την γωνιά του σαλονιού όπου βρισκόταν η τηλεόραση. Αυτό το πρόσεξε η γυναίκα μου και τον ρώτησε γιατί δεν θυμιάζει το σαλόνι. Ο Χρήστος απάντησε εντελώς φυσικά ότι αυτός ο ξένος που κάθεται πάνω στην τηλεόραση δεν του επιτρέπει να θυμίαση εκεί.

«Μα ποιος ξένος, Χρήστο», τον ξαναρωτά η γυναίκα μου.

«Να, αυτός καλέ μαμά, που κάθεται πάνω στην τηλεόραση, δεν τον βλέπεις;»

Ο Χρήστος έβλεπε με τα καθαρά μάτια της ψυχής του τον διάβολο καθήμενο πάνω στην τηλεόραση και τον όποιο μάλιστα ενωχλούσε το υποτιθέμενο θυμίαμα του Χρήστου.

»Μετά από συζήτηση του παραπάνω γεγονότος με τον Πνευματικό μας πατέρα βγάλαμε την τηλεόραση από το σπίτι μας».

Αγόγγυστης υπομονής ευωδία

Μαρτυρία κυρίας Άννας Καραίσκου-Στύκα από την Βέροια: «Είμαι 30 χρόνια παντρεμένη και έζησα 26 χρόνια με την πεθερά μου στο ίδιο σπίτι. Πέρασα πολύ δύσκολα, γιατί τα τελευταία πέντε έτη ήταν κατάκοιτη. Εργαζόμουν, και όταν γύριζα στο σπίτι εύρισκα την πεθερά μου λερωμένη και το σπίτι άνω-κάτω και μύριζε.»

Τον πρώτο καιρό που μύριζε το σπίτι δεν ήθελα να έρχεται κανείς. Από την στιγμή που με την βοήθεια του Πνευματικού μου δεν το έβλεπα σαν αγγαρεία αλλά σαν ευλογία, έπαψε να μου μυρίζη το σπίτι. Έβαζα με τον λογισμό μου ότι υπηρετώ τον ίδιο τον Χριστό. Μια φορά που είχα λογισμούς και γόγγυσα, τότε αισθάνθηκα πάλι την δυσωδία.»

Ένα βράδυ ήμουν μόνη μου στο σπίτι και η γιαγιά στο δωμάτιο της. Πήγα να δω τι κάνει και βλέπω να έχη λερώσει τα πάντα, σεντόνια, κουρτίνες, χαλιά. Ενώ κανονικά έπρεπε να βρωμάνε, ένιωσα μια ευωδία που δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ, και μια γαλήνη μέσα μου για αρκετή ώρα, μέχρι που καθάρισα την γιαγιά. Από την ημέρα που ένιωσα την ευωδία μέχρι που εκοιμήθη η γιαγιά, κάθε φορά που έπρεπε να την καθαρίσω και να της κάνω μπάνιο, ένιωθα μέσα μου μια γαλήνη, μια ηρεμία και δεν μου μύριζε τίποτε».

Από το βιβλίο «Ασκητές μέσα στον κόσμο», τόμος Α’, και την ενότητα: «Θαυμαστά και διδακτικά περιστατικά».
Κεντρική διάθεση βιβλίου: Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής, 2008.

Κατηγορίες: Γενικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.