Κυριακή ΚΑ’ Επιστολών ή μετά την Ύψωσιν του τιμίου Σταυρού: Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ. και σχετικά σχόλια.

%ce%9a%cf%85%cf%81%ce%b9%ce%b1%ce%ba%ce%ae-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%ac-%cf%84%ce%b7%ce%bd-%ce%8e%cf%88%cf%89%cf%83%ce%b9%ce%bd-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%a4%ce%b9%ce%bc%ce%af%ce%bf%cf%85-%ce%a3%cf%84%ce%b1

Προς Γαλάτας Επιστολή Παύλου: Β’ 16 – 20.

16 Αδελφοί, ειδότες ότι ου δικαιούται άνθρωπος εξ έργων νόμου εάν μή δια πίστεως Ιησού Χριστού, και ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν, ίνα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χριστού και ουκ εξ έργων νόμου, διότι ου δικαιωθήσεται εξ έργων νόμου πάσα σάρξ.
17 Ει δέ ζητούντες δικαιωθήναι εν Χριστώ, ευρέθημεν και αυτοί αμαρτωλοί, άρα Χριστός αμαρτίας διάκονος; Μή γένοιτο.
18 Ει γάρ ά κατέλυσα, ταύτα πάλιν οικοδομώ, παραβάτην εμαυτόν συνίστημι.
19 Εγώ γάρ δια νόμου νόμω απέθανον, ίνα Θεώ ζήσω.
20 Χριστώ συνεσταύρωμαι, ζώ δέ ουκέτι εγώ, ζή δέ εν εμοί Χριστός: Ο δέ νύν ζώ εν σαρκί, εν πίστει ζώ τη του υιού του Θεού του αγαπήσαντός με και παραδόντος εαυτόν υπέρ εμού.

Απόδοση.

16 Αδελφοί, επειδή μάθαμε από την προσωπική μας πείρα ότι δεν γίνεται δίκαιος ο άνθρωπος και δεν σώζεται με την τήρηση των τυπικών διατάξεων του Μωσαϊκού νόμου αλλά μόνο με την πίστη στον Ιησού Χριστό, γι’ αυτό λοιπόν κι εμείς πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό, για να γίνουμε δίκαιοι και να σωθούμε από την πίστη στο Χριστό και όχι από τα έργα του Μωσαϊκού νόμου. Διότι, όπως αναφέρεται και στους ψαλμούς, με τα έργα του νόμου δεν θα δικαιωθεί και δεν θα σωθεί κανένας άνθρωπος.
17 Αλλά εάν υποθέσουμε ότι η τήρηση του νόμου είναι επιβεβλημένη, και συνεπώς εμείς που αφήσαμε το νόμο αμαρτήσαμε και βρεθήκαμε να είμαστε αμαρτωλοί μόνο και μόνο επειδή ζητούμε να δικαιωθούμε και να σωθούμε με την πίστη και την κοινωνία μας με το Χριστό, τότε γεννιέται το άτοπο ερώτημα: Άρα ο Χριστός είναι υπηρέτης αμαρτίας, αφού αυτός μας ώθησε να αφήσουμε το νόμο; Μη συμβεί να πούμε μια τέτοια βλασφημία.
18 Και καταλήγουμε οπωσδήποτε στη βλασφημία αυτή, εάν δεχθούμε ως αληθινή την υπόθεση που κάναμε. Διότι, εάν εκείνα που κατάργησα και αθέτησα ως ανώφελα, δηλαδή τις τυπικές διατάξεις του νόμου, αυτά πάλι τα τηρώ ως αναγκαία και απαραίτητα για τη σωτηρία, με την επάνοδό μου αυτή στην τήρηση του νόμου αποδεικνύω τον εαυτό μου παραβάτη˙ διότι βεβαιώνω έμπρακτα ότι έκανα λάθος πρωτύτερα που αθέτησα το νόμο, και αμάρτησα όταν προτίμησα τη σωτηρία που δίνει ο Χριστός.
19 Αλλά όχι. Δεν αμάρτησα, ούτε είμαι παραβάτης. Διότι εγώ με κριτήριο το νόμο που κατάργησα και ο οποίος τιμωρεί με θάνατο κάθε παραβάτη του, πέθανα ως προς το νόμο, για να ζήσω για τη δόξα του Θεού.
20 Με το βάπτισμα έχω σταυρωθεί κι έχω πεθάνει μαζί με τον Χριστό. Κι αφού είμαι νεκρός, δεν έχει πλέον καμία ισχύ για μένα ο νόμος. Έγινα κοινωνός του σταυρικού θανάτου του Χριστού και είμαι νεκρός. Λοιπόν δεν ζω πλέον εγώ, ο παλαιός δηλαδή άνθρωπος, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και τη φυσική ζωή που ζω μέσα στο σώμα μου τώρα που επέστρεψα στο Χριστό, τη ζω με την έμπνευση και την κυριαρχία της πίστεως στον Υιό του Θεού, ο οποίος με αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό του για τη σωτηρία μου.

Κάποιες φορές, τα λόγια του Αποστόλου Παύλου που βρίσκονται στις επιστολές του είναι ακατανόητα ή φαντάζουν ακατόρθωτα και μη πραγματοποιήσημα. Έτσι και στην επιστολή που θα ακούσουμε την Κυριακή μετά την Ύψωσιν του τιμίου Σταυρού, ο Απόστολος Παύλος παρουσιάζει τον εαυτό του ως ένα ζωντανό νεκρό λέγοντας εκείνο το περίφημο «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί ο Χριστός» (Γαλ. β 20). Ας δούμε σήμερα την ουσία αυτής της φράσεως και τι σημαίνει για τον καθένα από εμάς.

Όταν ο Απόστολος Παύλος έγραφε πως έπαυσε πια να ζει ο ίδιος και πως μέσα του ζούσε ο ίδιος ο Χριστός, ήθελε να υπογραμμίσει την απόλυτη ταύτιση του εαυτού του με το πνεύμα του Χριστού. Την υποχώρηση δηλαδή κάθε προσωπικού βιώματος που μπορούσε να έρχεται σε σύγκρουση με το θέλημα του Χριστού και την ολοκληρωτική επικράτηση μέσα του εκείνου που ο Χριστός επέβαλε. Σκοπίμως μάλιστα χρησιμοποίησε την εικόνα της νεκρώσεως για να τονίσει την εσωτερική του απάθεια και την συνειδητή προσχώρηση στην αναγεννητική πνοή του Θεού. Έτσι καθιστούσε πολύ σαφές ότι η αλλοτρίωση του ίδιου του εγώ του και η περιχώρηση στην θέση του του προσώπου του Χριστού, σημείωνε την ανώτατη βαθμίδα της χριστιανικής τελειότητος.

Αυτή η αλλοτρίωση φαίνεται στα μάτια των ανθρώπων σαν εκούσια αυτοδέσμευση των δυνάμεών μας και σαν θεληματική αποβολή κάθε προσωπικής αξίας. Όμως αυτή βρίσκεται στο επίκεντρο εκείνου που λέμε ολοκλήρωση και τελείωση, όσο κι αν μας είναι δύσκολο να το κατανοήσουμε. Γιατί ποτέ ο άνθρωπος δεν μπορεί να ανυψωθεί στις αιθέριες προσβάσεις των πνευματικών του αναβαθμών, κρατώντας σφικτά τα βάρη της ατομικής του οντότητος. Πρέπει να κατορθώσει αυτή την άνωση, που ποτέ δεν πετυχαίνει, σαν χοντρά παλαμάρια ανθρωποκεντρικών δεδομένων να τον κρατούν σφικτά προσηλωμένο στην πεζότητα της καθημερινότητος.

Μιλώντας για αλλοτρίωση, μιλάμε για νέκρωση κάθε εσωτερικής κινήσεώς μας που θα αντιστρατευόταν στην ανοδική μας πορεία. Γιατί δεν είμαστε μακριά, ούτε έξω από τα πράγματα αν υποστηρίξουμε πως ο μεγαλύτερος πολέμιος του ανθρώπου σ’ αυτή του την πορεία είναι ο ίδιος του ο εαυτός του. Ένας εαυτός γεμάτος πάθη και ελαττώματα, που κλίνει αυτόματα θα έλεγε κανείς προς την πλευρά της ψυχικής ραστώνης, αποφεύγωντας συστηματικά κάθε προσπάθεια που θα μπορούσε να μας εξασφαλίσει την ηθική και πνευματική μας τελειότητα. Αλλά η αποξένωσή μας από τον εαυτό μας και η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απελευθέρωσή μας από τα δεσμά του, δεν έχει κανένα αποτέλεσμα αν δεν συνδυάζεται με ταυτόχρονη παράδοσή μας στην ευθύνη του Χριστού.

Το ολοκληρωτικό αυτό δόσιμο στα χέρια του Χριστού, που είναι ο μεγάλος αναμορφωτής του ανθρώπου, αποτελεί την πεμπτουσία όλης της προσπάθειας που καταβάλλουμε. Η προσπάθεια να ξεφύγουμε από τον εαυτό μας και να αφοσιωθούμε στον Χριστό είναι πολύ δύσκολη. Γιατί έχουμε μάθει χρόνια τώρα να ζούμε με τον εαυτό μας και για τον εαυτό μας. Όλες μας οι μέρες τις περισσότερες φορές κυλούν μέσα σ’ ένα λιβανωτό που καίμε αδιάκοπα στον εγωϊσμό και στον ατομισμό μας. Μας είναι γι’ αυτό πολύ δύσκολο να αισθανθούμε όχι απλώς ξένοι προς το εγώ μας αλλά να δεχθούμε να υποκατασταθεί αυτό με το εγώ του Χριστού. Όμως μόνο όταν από εγωϊστές, γίνουμε χριστοφόροι, μόνο τότε θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε τις πλατειές διαστάσεις που χαρίζει στον άνθρωπο η παρουσία του Χριστού μέσα του. Είναι γι’ αυτό απαραίτητο να αναλάβουμε αυτόν τον αγώνα, που στην βάση του βρίσκεται η απάρνηση του εαυτού μας και στην κορυφή του η ολοκληρωτική μας προσφορά προς τον Θεό.

Πολλοί νομίζουν, όπως είπαμε, πως αυτό το δόσιμο αυτή η εκούσια αλλαγή μέσα μας θα μας στερήσει από κάθε προσωπική αξία και θα μας καταστήσει άβουλα όργανα σε ξένα χέρια. Η αντίληψη αυτή είναι λανθασμένη, γιατί δεν μετριώνται με τα συμβατικά μέτρα της καθημερινότητος οι πνευματικές διαστάσεις. Όταν σταματήσουμε να δουλεύουμε στον εαυτό μας, τότε παίρνουμε την κατεύθυνση που μας φέρνει πιο κοντά στο προορισμό μας. Κι όταν αφήνουμε να χειραγωγηθούμε από τον Χριστό τότε αποκτάμε την πραγματική μας αξία και βλέπουμε πόσο πιο ασφαλείς είμαστε στον δρόμο μας και πόσο πιο τίμιοι με τον εαυτό μας.

Η εγκατάσταση μέσα μας του Χριστού και η κατεύθυνση της ζωής μας από την δική του μορφή, ανοίγει για τον καθένα μας ευρείες προοπτικές πνευματικής προκοπής και προόδου, πράγμα που ζητάει από μας η προσπάθεια αυτής της εσωτερικής αλλοτριώσεως. Όταν θα γίνουμε «διδακτοί Θεού» και όταν όλες οι εκφάνσεις και οι εκφράσεις της ζωής μας θα φέρουν την σφραγίδα της ουσιαστικής παρουσίας Του μέσα μας, τότε θα αποκτήσουμε και εμείς την δυνατότητα να συμπεριφερόμαστε τέλεια και να εμφανίζουμε με την ζωή μας την ορατή εικόνα του ανθρώπου που δεν ζει για τον εαυτό του, αλλά για τον Θεό.

Μπορούμε άραγε να αναλάβουμε αυτήν την προσπάθεια, ώστε με την σκέψη μας με τα χείλη μας και με τις αισθήσεις μας να σκέπτεται, να μιλά και να αισθάνεται ο Χριστός; Αυτό είναι αποκλειστικό προσωπικό θέμα του καθενός μας.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Κηρύγματα.blogspot.gr: 20 Σεπτεμβρίου 2014

Παράβαλε και:
Κυριακή μετά την Ύψωσιν του Τιμίου Σταυρού: Η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., Αγίου Νεκταρίου Επ. Πενταπόλεως περί της αληθούς ελευθερίας.
Κυριακή ΚΑ. επιστολών ή μετά την Ύψωσιν: Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., ο φρικτός Τάφος, Λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.
Κυριακή μετά την Ύψωσιν του Τιμίου Σταυρού: Ο σταυρός του αληθινού μαθητού – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.

Κατηγορίες: Άρθρα, Γενικά, Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.