Λόγος περί νηστείας και ελεημοσύνης – Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.

Καλή η νηστεία, καλή επίσης και η μελέτη των γραφών με τον όρο όμως να θέτεις σ΄ εφαρμογή εκείνα που διαβάζεις. Διότι, όταν μελετάς τη γραφή και δεν κάνεις εκείνα που διαβάζεις, παίρνεις κρίμα, κι εφόδιό σου γίνεται το διάβασμα για την κόλαση. Ου γαρ οι ακροαταί του νόμου, λέγει ο Παύλος, δίκαιοι παρά τω Θεώ, αλλ’ οι ποιηταί του νόμου δικαιωθήσονται. Και ο ίδιος ο Κύριος λέγει: Ει μη είλθον και ελάλησα αυτοίς, αμαρτίαν ουκ είχον, νυν δε πρόφασιν ουκ έχουσι περί της αμαρτίας αυτών. Μακάριος εκείνος που μιλάει σε αυτιά ακουόντων, όταν μάλιστα αυτοί καταθέτουν τον τόκο. Και τόκος είναι η υπακοή και η εκπλήρωσις των εντολών του Θεού, καθώς λέγει ο Κύριος: Καγώ ήλθον απήτησα αν το εμόν συν τόκω.
Τι λοιπόν συγκόμισες, αδελφέ μου, από τη νηστεία; Διότι και ο γεωργός γι’ αυτό σπέρνει, για να θερίσει, κι οι πραγματευτάδες γι’ αυτό γυρίζουν από τόπο σε τόπο, για να συνάζουν χρήματα, κι ο πλοίαρχος γι’ αυτό σχίζει τα πέλαγα, για να γεμίσει το αμπάρι. Μη μου πεις ότι τόσες μέρες νήστεψα, το και το δεν έφαγα, κρασί δεν ήπια, στα λουτρά δεν πήγα. Αλλά δείξε μου αν, ενώ ήσουν οξύθυμος, έγινες πράος, κι αν έγινες φιλάνθρωπος ενώ ήσουν πετρόκαρδος. Αν μεθάς με την οργή, τι βασανίζεις το στομάχι σου; Αν φωλιάζει μέσα σου ο φθόνος και η πλεονεξία, τι ωφέλεια έχεις που πίνεις μονάχα νερό; Δεν σε ρωτώ λοιπόν τι λογής τραπέζι στρώνεις, αλλ’ αν άλλαξες ψυχή. Αν η δέσποινα –η ψυχή, λέγω- πορνεύει, τι μαστιγώνεις την υπηρέτρια, που είναι η κοιλιά; Αν η ψυχή γλιστρά στο κακό, τι παιδεύεις το σώμα;
Αυτά τα λέγω, όχι από διάθεση να σας ψέξω, αλλά για τους ραθύμους. Όσο ψηλά κι αν σας βλέπω να πετάτε, θέλω να πετάτε ακόμα πιο πάνω. Τέτοια είναι η ακοίμητη φροντίδα της αγάπης. Και καθώς οι φιλάργυροι, όσο χρυσάφι κι αν μαζέψουν, διψάνε κι άλλο ακόμη, έτσι κι εγώ ολοένα έχω περισσότερη δίψα για την προκοπή σας.
Αν λοιπόν θέλεις να γίνεις ευάρεστος στο Θεό, νήστεψε σαν τους Νινευϊτες, αδελφέ. Εκείνοι δεν είχαν λάβει νόμο. Γι’ αυτούς λέγει ο απόστολος: όταν γαρ έθνη μη νόμον έχοντα φύσει τα του νόμου ποιώσιν, ούτοι νόμον μη έχοντες, εαυτοίς εισί νόμος. Μη λοιπόν κάνεις τη νηστεία σου στείρα, δεν σ’ ανεβάζει μόνη της στον ουρανό η νηστεία, αν δεν είναι συντροφευμένη από την αδελφή της, την ελεημοσύνη. Είναι οι δύο τους ζευγάρι αξεχώριστο, αδελφικό, και όχι μόνο ζευγάρι αλλά και όχημα. Από πού βλέπουμε αυτήν την τελευταία αλήθεια; Ο άγγελος είπε στον Κορνήλιο: Αι προσευχαί σου και αι ελεημοσύναι σου ανέβησαν εις μνημόσυνον ενώπιον του Θεού. Φτερά της προσευχής είναι οι ελεήμονες πράξεις. Χωρίς αυτά τα φτερά, η προσευχή δεν πετά, δεν ανεβαίνει στον ουρανό.
Ως πότε η φιλαργυρία κι η επιθυμία αποκτημάτων; Όλα αυτά, αδελφέ μου, είναι εφήμερα, όπως κι ο επίγειος βίος. Θα μου πεις ίσως: Πες τα στον εαυτό σου. Και στον εαυτό μου τα λέγω, αδελφοί μου, και σε σας. Κοινή είναι η εντολή. Κι εγώ ακούοντάς την γίνομαι καλύτερος και σε σας χρωστώ χάρη. Και δούλος να είναι εκείνος που θα με συμβουλεύσει, δέχομαι τη συμβουλή, κι ελεύθερος να είναι, πρόθυμα την ακούω. Δεν με κάνει να δέχομαι τα λόγια τους η διαφορά των προσώπων, αλλά η ωφέλεια της συμβουλής. Διότι, αν εκείνος ο μέγας Μωυσής, που είχε μιλήσει με τον Θεό, δεν αρνήθηκε τις συμβουλές του πενθερού του, που ήταν βάρβαρος, αλλά κι εκείνος τις δέχθηκε κι ο Θεός τις βεβαίωσε, πόσο μάλλον εμείς;
Δεν σου λέγω να γίνεις ακτήμων, αλλά να ξοδέψεις το περίσσευμά σου στους φτωχούς, ώστε αυτό το περίσσευμα να γίνει αιτία της σωτηρίας σου. Δεν βλέπετε πόσοι πένητες στις άκρες των δρόμων μένουν άρρωστοι και γυμνοί; Είναι διαφόρων ηλικιών και ο ένας στηρίζει τον άλλον και το θέαμα που παρουσιάζουν είναι αβάσταχτο.
Δώσε, λοιπόν, στον συνδούλο σου, για να έχεις τον Δεσπότη Χριστό οφειλέτη σου, τον Χριστό που τόσο του αρέσει να χρωστά, τον Χριστό που ξέρει να αποδίνει το κεφάλαιο μαζί με τον τόκο. Αν σε μας ο τόκος είναι έγκλημα, στον Θεό είναι έπαινος.
Δεν δίνεις στον φτωχό; Πρόσεχε ποιος σου ζητεί πίσω απ’ αυτόν και σεβάσου Εκείνον που πραγματικά θα λάβει την προσφορά σου. Είναι ο ίδιος ο Θεός. Ο φτωχός απλώνει το χέρι, αλλά ο Θεός παίρνει.
Νοιώσε σε τι σημείο συγκατέβηκε ο Δεσπότης σου, για να σε αναγκάσει να μην είσαι σκληρός και απάνθρωπος. Πεινώντα, λέγει, είδετέ με και ουκ εθρέψατε, διψώντα και ουκ εποτίσατε, ξένον και ουκ συνηγάγετε, γυμνόν και ου περιεβάλλετε και τα λοιπά.
Δεν δίνεις, λοιπόν, στον Χριστό που πεινά; Συ και ο φτωχός το σώμα του Χριστού μαζί το μεταλαβαίνετε από την Αγία Τράπεζα, μαζί κοινωνείτε από το Άγιο Ποτήριο. Στα μεγάλα και τα φρικτά μαζί σου κοινωνεί, κι από τα μικρά δεν του δίνεις; Ή μήπως πρόκειται να του δώσεις δικά σου; Κι από τους γονείς σου κι από τους προγόνους σου αν τα έχεις κληρονομήσει, του Θεού είναι. Τι τα θάβεις στη γη; Δώσε στον πένητα κι έχεις φύλακά τους ασφαλή τον ίδιο τον Κύριο. Δεν βλέπεις τους γεωργούς τι κάνουν; Πολλές φορές δεν έχει ν’ αγοράσει σπόρο, δίνει ενέχυρο τα ίδια του τα ρούχα και παίρνει εκείνο που του χρειάζεται και το εμπιστεύεται στη γη. Συχνά του συνέβηκε η κακοκαιρία να μην τον αφήσει να θερίσει τίποτε, κι όμως έχει εμπιστοσύνη πάντα κι ελπίδα στη γη. Ό,τι λοιπόν η γη κάνει, δεν μπορεί να το κάνει κι ο Θεός;
Μιμήσου εκείνη τη χήρα της Παλαιάς Διαθήκης, που είχε μια φουχτιά αλεύρι στη στάμνα και λίγο λάδι στη λήκυθο και που απ’ αυτά ξενοδόχησε τον προφήτη, ή εκείνη την άλλη χήρα του Ευαγγελίου, που είχε δυο οβολούς και τους έριξε για τους φτωχούς κι όλους τους ελεήμονες τους ξεπέρασε, διότι έριξε όλο τον πλούτο της.
Μου λες είμαι πτωχός κι εγώ, δεν έχω λεπτά. Δύο οβολούς δεν έχεις; Μα κι αυτούς να μην έχεις, ο Κύριος ζητεί πλούτο καλής διαθέσεως. Γι’ αυτό κι έλεγε: Όστις εάν δω ποτήριον ψυχρού ύδατος, ου μη απολέσει τον μισθόν αυτού. Πρόσεξε τι λέγει, ποτήρι κρύου νερού , όχι ζεστού, για να μη στερηθείς τον μισθό επειδή δεν θα έχεις ξύλα να το ζεστάνεις. Κι η πολιτεία όσους φόρους κι αν σου επιβάλλει, έχεις δεν έχεις, τσακίζεσαι να τους πληρώσεις. Δεν τη νοιάζει για τις δυνατότητές σου, απαιτεί αυτό που καθόρισε. Ενώ ο Θεός δεν κάνει το ίδιο, πάντα σου ζητεί εκείνο που μπορείς.
Γιατί υπάρχουν φτωχοί; Τάχα δεν μπορούσε ο Χριστός να βρέξει χρυσάφι; Αλλά δεν το κάνει, για να γίνει η πενία του αδελφού σου αιτία να σωθείς. Μέγα άνθρωπος και τίμιον ανήρ ελεήμων. Βλέπεις τι σπουδαίο πράγμα είναι η ελεημοσύνη. Ο Θεός συγκρίνει με τον εαυτό του τους ελεήμονες. Λέγει: γίνεσθε οικτίρμονες, ως και ο πατήρ υμών ο ουράνιος οικτίρμων εστίν.
Αν έλθει ο θάνατος, τα λεπτά μένουν εδώ. Γιατί λοιπόν δεν τα εμβάζεις από πριν εκεί πάνω, για να συνηγορήσουν για σένα εκείνη τη μέρα οι πένητες, όπου δεν θα έχεις άλλο ρήτορα να σε υπερασπίσει; Θα δείξουν οι φτωχοί τα ρούχα και τα στρόφια και θα σ’ αρπάξουν μέσα από τις φλόγες της γεέννης. Δεν λιώνει τόσο εύκολα ο ήλιος το χιόνι, όσο η ελεημοσύνη αφανίζει πλήθος αμαρτιών σαν πέσει πάνω τους. […]
Αφού καταλάβουμε, λοιπόν, το κέρδος της ελεημοσύνης, αδελφοί, ας την εφαρμόζουμε, και για να μπούμε στο ντμφώνα, και για να απολαύσουμε τα αιώνια αγαθά, χάριτι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μεθ’ ου τω Πατρί η δόξα συν τω αγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Από το περιοδικό ΚΙΒΩΤΟΣ, Μάρτιος 1953. Απόδοση στα νέα ελληνικά Τιμόθεος Πασχίδης.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Λογοτεχνικά, Το ηχητικό περιοδικό μας - Ορθόδοξη Πορεία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.