Λόγος περί ακτημοσύνης και εκουσίου πτωχείας – Αρχιμ. Ιωαννικίου Κοτσώνη.

Κεφάλαιον ΣΤ .

Κάτω από τα φθαρμένα, κουρελιασμένα ζωστικά των ασκητών, κάτω από μίαν ρακένδυτον, πάμπτωχον επιφάνειαν, κρύπτεται ο πλούτος της αρετής και αποκαλύπτεται η περιφρόνησις της ύλης, η νίκη του πνεύματος κατά της υλιστικής νοοτροπίας του κόσμου. Μέσα εις την εκουσίαν κακουχίαν και βίαν και σκληραγωγίαν των ασκητών κρύπτεται ο θησαυρός της ταπεινώσεως και αποκαλύπτεται η φιλοσοφία της εν Χριστώ ευαγγελικής ζωής. Τοιαύτην ενδυμασίαν την επιζητούν οι αληθινοί ασκηταί και αρνούνται να φορούν καινούρια ρούχα, αρνούνται να παίρνουν χρήματα, αρνούνται τας ηδονάς. Τελικώς αρνούνται τον ίδιον τον εαυτόν των, ακολουθούντες το αιώνιον δίδαγμα του Αιωνίου: «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν…» (Λουκ. 9, 23). Οι ασκηταί δεν δίδουν σημασίαν εις το εξωτερικόν σχήμα, εις την φλούδαν, εις τον καλλωπισμόν των ενδυμάτων, των υποδημάτων, του προσώπου, των μαλλιών, της σαρκός. Όλη των η προσοχή και η επιμέλεια ευρίσκεται εις την ουσίαν του ανθρώπου, εις το βάθος, εις το εσωτερικόν κόσμον, εις τον στολισμόν του νοός, της καρδίας με το άκτιστον κάλλος, με την ουράνιον λάμψιν, με την θεϊκήν ομορφιάν.
***
Τοιούτον πνευματικόν κάλλος διέθετεν ο «πτωχός τω πνεύματι αλλά και τω σώματι» ασκητής Πέτρος ο Οσιοπετρίτης. Μας ωμίλησαν περί αυτού ο σεβαστός Γέρων Γεράσιμος ο υμνογράφος, οι Δανιηλαίοι, οι Θωμάδες, ο αείμνηστος Γέρων Παΐσιος, ο Γέρων Ιωακείμ και άλλοι. Ο απλούς και άπλαστος εις την ψυχήν, ο υψίκορμος εις το πνεύμα και κοντόσωμος εις το ανάστημα Πέτρος –και δια τούτο καλούμενος ο «Πετράκης»-, ανέβαινεν εις τον Άθωνα και συνέλεγεν τσάϊ του βουνού, έπλεκεν κομβοσχοινάκια και τα επώλει δια το καθημερινόν του. Κάποτε, του έδωσαν περισσότερα χρήματα, αλλά κατ’ ουδένα τρόπον δεν εδέχετο.
Τόσην ευγένειαν και αρχοντιάν πνευματικήν, τόσην αγάπην και απλότητα διέθετεν ώστε ήλθε κάποτε, οδοιπορών επί πολλάς ώρας, εις το Καλύβι ενός μοναχού, που του είχε προτείνει να γίνει υποτακτικός του:
-Ήλθα να σου πω να μην κάνεις τον κόπο να έλθεις στην σπηλιά του Αγίου Πέτρου όπου μένω, διότι εγώ θα πεθάνω.
Όταν εκείνος ο μοναχός τον ηρώτησε τι θέλει να τον κεράσει, ζήτησε ολίγον βρασμένο νερό. Έβγαλε μέσα από τον κόρφον του ένα σακκουλάκι που είχε τσάϊ, έβαλε ένα κλαράκι εις το νερό, έριξε και ολίγην ζάχαρην -όσον κρατεί η μύτη του κουταλιού-, που είχε από ένα άλλο σακκούλι και το έπιεν. Με ένα κιλό ζάχαρη περνούσε όλον το έτος και του έμενε και δια τον επόμενον.
Εις μίαν επίσκεψιν που έκανε εις το σπίτι του Γέροντος Ιωακείμ εις τας Καρυάς, σουρούπωνε και ο Γέρων του είπε:
-Θα μείνεις εδώ απόψε. Πάμε να διανυκτερεύσεις σήμερα εδώ.
-Θα πάω στου Ξηροποτάμου. Θα περπατώ μέχρι που να βλέπω, μετά θα ζαρώσω σε μία καστανιά μέχρι το πρωΐ, που θα φέξει.
Έτσι έκανε, αλλά το βράδυ εκείνο έβρεξε καταρρακτωδώς. Έβράχη, κρυολόγησε πολύ και επέστρεψεν εις την Καλύβην του αποχαιρετών τους γείτονας. Μετ’ ολίγον εκοιμήθη εν ειρήνη.
***

Υπήρξεν ένας παλαιός Πνευματικός εις τας Καρυάς, ονόματι παπα-Γερμανός, ο οποίος κατώκει εις Κάβιαν (Κάβια ονομάζεται ένα δωμάτιον και ένα μαγειρείον προορισμένον δια τους εργάτας και τους ξένους, όπου οι μοναχοί, δια να πολεμήσουν τον ύπνον εις την προσευχήν, εκρέμαντο από σχοινιά-κάβους, εξ ου και κάβια και καβιώται μοναχοί). Εδέχετο εκεί ξένους και εργάτας από τον κόσμο, τους ενουθέτει, τους εξωμολογούσε, τους εφιλοξένει, τους μαγείρευε, τους ενίσχυεν εις την πίστιν και εις την εν Χριστώ ζωήν. Τόσην ακτημοσύνην διέθετεν ώστε έδιδεν εις τους επισκέπτας του υλικήν βοήθειαν και δεν ήθελε, με την δύσιν του ηλίου να ευρίσκεται εις το δωμάτιόν του ούτε και ένας παράς.
***
Ένας γέρων μοναχός, ονόματι Μακάριος, ήτο εντελώς ακτήμων. Είχε μία κόσσα και έκοβε χόρτα και τα επώλει δια τα ζώα. Δεν εδέχετο ευλογίας. Ήτο ολιγαρκής. Το σπιτάκι του και η περιοχή του έλαμπαν από νοικοκυρωσύνην.
Έλεγεν: «Εδώ στο Άγιον Όρος χρειάζεται να έχεις δύο μάτια. Αλλά έξω χρειάζεται να έχεις τέσσερα μάτια».
***
Εις τα Κατουνάκια έζησε και ο Γέρων Νήφων ο φιλέορτος, ο οποίος είχε την καλήν συνήθειαν, όταν εώρταζεν ένα σπίτι, να πηγαίνει και να εύχεται και να χαιρετά.
***
Εις ένα ξεροκάλυβον σχεδόν, εζούσαν δύο ασκηταί, ο Ορέστης και ο αδελφός του Κωνσταντίνος, ο οποίος εκοιμήθη εις τα Κρύα Νερά. Ο Κωνσταντίνοςήτο ενσάρκωσις της ακτημοσύνης και της πτωχείας. Ανυπόδητος, χειμώνα-καλοκαίρι.
***
Εις το ησυχαστικόν Κελλίον Γιαννακόπουλα έζησαν οι περίφημοι ασκηταί Σωφρόνιος και Γαβριήλ. Εις την σπηλιάν Γέννησις του Χριστού, ένας ασκητής Ρουμάνος διήγεν ισάγγελον πολιτείαν. Εργόχειρον δεν έκαμνε. Όλη του η ζωή ήταν προσευχή με κομβοσχοίνι. Εζούσε με τας ελεημοσύνας των πατέρων.
***
Εις την σπηλιάν του Αγίου Πέτρου του Αθωνίτου έζησεν ένας ερημίτης με ανέκφραστον ακτημοσύνην. Όλον τον χρόνον σχεδόν ανυπόδητος. Εκεί και η θέα του ανθρώπου είναι ενοχλητική. Αμέριμνος ζωή! Ούτε τσεκούρι, ούτε κλαδοκόπιον. Υπήρξεν υποτακτικός του παπα-Δανιήλ του ησυχαστού, του θεωρητικού. Εάν τους πήγαινε κάποιος κανένα ρεβίθι, λίγο παξιμάδι, λίγα κουκιά η λίγο ψάρι, θα είχον κάτι για την συντήρησίν των.
***
Από την Κερασιά, επίσης διήλθον ενάρετοι πατέρες όπως:
Ο Γέρων Κοσμάς ο σκορδάς, ο οποίος είχε ησυχαστικόν Κελλίον μέσα εις το δάσος. Ο παπα-Νεόφυτος και ο Γέρων Ναθαναήλ, οι Ρουμάνοι. Και ο Γέροντας Ιωάννης, ο Γέροντας του Γέροντος Δανιήλ. Η ζωή των κατηναλίσκετο εις αδιάλειπτον προσευχήν και εις τα πνευματικά καθήκοντά των. Τα λείψανά των κατακίτρινα. Ένας αγών όλο ευχή και όλο βία.
***
Ο Όσιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω -γεννηθείς τέλη του 15ου αιώνος εις Πλάτινα Τρικάλων-, πριν ακόμη ανοικοδομήσει την εν Ολύμπω Μονήν της Αγίας Τριάδος, ησκήτευσεν εις τον Άθω, αγαπήσας σφοδρώς την ησυχαστικήν ζωήν. Κατώκησε εις μιικρόν οικίσκον της Σκήτης της Μονής Καρακάλλου, ζων ως ένσαρκος άγγελος επί της γης, νηστεύων, αγρυπνών, προσευχόμενος. Η τροφή του ήτο ολίγα κάστανα του δάσους και ταύτα μόνον την ενάτην ώραν της ημέρας. Τόσην ακτημοσύνην απέκτησεν ο μακάριος, ώστε δεν έβαλεν ποτέ κλειδί εις την θύραν του. Τίποτε άλλο δεν είχε παρά μόνο τα ράσα που εφόρει και αυτά πενιχρά και άχρηστα. Η εδώ διαγωγή του διήρκεσε τρία έτη μόνω τω Θεώ προσευχόμενος και μηδέν των γηΐνων κτησάμενος, έως ότου εκλήθη υπό της Θείας Προνοίας να μεταβή εντεύθεν.
***
«Ίδε την ταπείνωσιν και τον κόπον μου και άφες πάσας τας αμαρτίας μου», έλεγεν και ο παπα-Ιάκωβος ο Πνευματικός, από την Γέννησιν του Χριστού εις την Βίγλαν. Σκληραγωγία και άσκησις. Πέντε ώρας κουβαλούσε με πεζοπορίαν αμμούδα από την παραλίαν, δια να κτίσει το εκκλησάκι του!
***
Πως συνετηρείτο, τι έτρωγεν, που εύρισκεν ολίγον λάδι δια τας κανδήλας της Καλύβης του ο ασκητής Διονύσιος, ο δια Χριστόν σαλός, ουδείς εγνώριζεν, παρά μόνον ο Θεός. Πολύ περισσότερο διότι ποτέ δεν εδέχετο ελεημοσύνην. Μόνον ολίγον προ του τέλους της ζωής του εδέχετο. Ήλθεν εις το Άγιον Όρος το 1842 και
εκοιμήθη το 1880. Τόσην ακτημοσύνην, αμεριμνίαν και πτωχείαν επεθύμησεν ο αξιοζήλευτος αυτός ασκητής, ώστε εκινδύνευσε να εξορισθή από την Λαύραν, διότι δεν φρόντιζε διόλου για το Κελλίον του, τιμώμενον επ’ ονόματι των Αγίων Αποστόλων, εις την Κερασίαν. Άμπελος, καρποφόρα δένδρα, κήπος, όλα είχαν χορταριάσει. Εις άλλον χώρον και αγρόν είχεν απορροφηθή η επιμέλεια και η καλλιέργεια του ανθρώπου τούτου. Εις τον χώρον της νηπτικής εργασίας και κατεργασίας.
***
Κατήγετο από την Χειμάραν της Βορείου Ηπείρου και ωνομάζετο Ιάκωβος. Με τον πόλεμον του 1912 προσέφερεν εθνικάς υπηρεσίας εις την πατρίδα, έκτισεν με πολλούς κόπους ναόν και τον αφιέρωσεν εις τους Αγίους Τρεις Ιεράρχας. Υπήρξεν πάμπτωχος. Το καλύβι του ήτο ένα κελλί. Δια στρώμα εχρησιμοποίει μίαν μπάλλαν με άχυρα. Είχε και δευτέραν δια κάποιον σπάνιον επισκέπτην. Εσκεπάζετο με μίαν κάπαν. Το πρωΐ ετύλιγεν το αχυρένιο στρώμά του εις μίαν γωνίαν. Έτρωγε συνήθως χόρτα και ολίγον παξιμάδι.
***
Με την θέλησίν του πτωχός και ακτήμων και ανυπόδητος ησκήτευεν εις το σπήλαιον του Οσίου Πέτρου του Αθωνίτου, τρώγων κάστανα, χόρτα και παξιμάδι ο Γέρων Χρυσόστομος ο ερημίτης.
***
Γνώρισα όμως και άλλον, όντως Χρυσόστομον, δια την γλυκυτάτην λαλιάν και την χριστομίμητον πραότητά του από ένα ξηροκάλυβο της Σκήτης των Καυσοκαλυβίων. Τον γνώρισα μαζί με τον Γέροντά μου. Ήτο σύγχρονός του και εις αυτό το ξεροκάλυβον εμάνθανε ξυλογλυπτικήν.
***
Τι να είπη κανείς και δια τον ασκητήν Γέροντα Γεώργιον από το Λαυριώτικον Κάθισμα του Αγίου Κωνσταντίνου! Με ζωστικόν κουρέλι, ανυπόδητος, ορθός και ως
έμψυχος ακοίμητος κανδήλα εις την προσευχήν, με ένα μεγάλο σκαμνί δια κάθισμα, και δια τον ύπνον! Αυτός ήτο ο Γέρων Γεώργιος.
***

Δύο ερημοπούλια, ήσυχα και αδελφωμένα, ήσαν οι δύο ασκηταί Αντώνιος και Συμεών, εξ Αθηνών ορμώμενοι. Ο ένας ησχολείτο με τα κτίσματα και ο άλλος με τα κηπουρικά, μεταφέρων το νερόν δια το πότισμα από πολύ μακριά. Εζούσαν πολύ πτωχικά. Δεν ήκουες ποτέ από το στόμα των κακόν λόγον δια κανέναν. Το Καλύβι των ευρίσκετο εις τα όρια της Μονής Παντοκράτορος. Μικρόν και απέριττον, ωσάν φωλιά πετεινών πτερωτών.
Πρώτα εκοιμήθη ο Συμεών και έπειτα από ολίγα έτη ο Αντώνιος, περίπου εις ηλικίαν 100 ετών. Ο Αντώνιος ηγωνίζετο να υπομείνει την μοναξιά. Τον επήραν να τον γηροκομήσουν εις την Μονήν Κουτλουμουσίου, δι’ ολίγον διάστημα όμως. Διότι επέστρεψεν εις το αγαπητόν του καλυβάκι, σύρων τα βήματά του και συγκύπτων προς την γην, αλλά χαίρων και αγαλλόμενος. Τελικώς ανεπαύθη από τους κόπους της ασκήσεως και της εκουσίας πτωχείας του. Μη ευρεθείς κανείς να του κάνει ανακομιδήν, ενεφανίσθη εις πολλούς, παρακαλών και προτρέπων προς τούτο.
***
Ένας κοινοβιάτης μοναχός, έκαμε 6 δεκαετίας με το ίδιον ράσον της κουράς του.
***
Αθλητής της ακτημοσύνης και της λιτότητος, της στερήσεως και της αφαιρέσεως ανεδείχθη ο Γέρων μοναχός Καλλίνικος ο Κύπριος, ασκήσας με τον αδελφόν του Γρηγόριον, εις την Σκήτην της Αγίας Άννης. Τους ασκητικούς αγώνάς του συνέχισεν εις την Μονήν Σταυροβουνίου Κύπρου. Μετά τον θάνατόν του, ιδού η… κληρονομιά
του. Ένα σάπιο στρώμα γεμάτο κοριούς, μία σαρακοφαγωμένη κάσα με κουρέλια που μόνον δια την φωτιάν προορίζοντο, ένα ζευγάρι χιλιομπαλωμένα υποδήματα και δύο-τρεις παράδες εις την κασέλα, λησμονημένοι. Με δάκρυα ο άλλος κατά σάρκα αδελφός του, ο Ηγούμενος Βαρνάβας είπεν εις τους παρισταμένους: «Κοιτάξατε, πατέρες, τον πλούτον του Καλλινίκου, όπου απέκτησεν επί τόσα έτη ως μοναχός και προϊστάμενος της Μονής. Όντως μοναχός εστιν ο μηδέν έχων εν τω παρόντι βίω, ειμή τον Χριστόν μόνον».
***
Ο επίσκοπος Ιερόθεος Μιλητουπόλεως, ο οποίος ήλθεν εις την Σκήτην της Αγίας Άννης, εις την Καλύβην του Αγίου Ελευθερίου, υπήρξεν εντελώς ακτήμων. Πλην των άλλων αρετών, της εγκρατείας, υπομονής, πραότητος, διεκρίνετο δια την συμπάθειάν του εις τους πτωχούς ασκητάς, εις τους οποίους μοίραζε τον μισθόν του. Εκοιμήθη γέρων 88 ετών.
***
Μέσα εις το ερημητήριον του Γέροντος Νεοφύτου δεν θα εύρισκες τίποτε εκτός από ένα τσουβάλι γεμάτον παξιμάδια. Πήγαινε μόνο το Σαββατοκύριακον εις τους Δανιηλαίους και έτρωγεν εις την Τράπεζά των. Κατόπιν εξηφανίζετο καθ’ όλην την εβδομάδα. Λέγεται ότι όταν εκοιμήθη εις την Λαύραν, το πρόσωπόν του έλαμψε…
***
Ο μοναχός Γέρων Α… εις το Κελλίον Άγιος Χαράλαμπος Καρυών, είχε τόσην ακτημοσύνην ώστε άλλο ράσον δεν εφόρει ει μη εκείνο του Γέροντός του.
***
Ο Ρουμάνος Γέρων Νεκτάριος έζησε πάνω από την Σκήτην της Αγίας Άννης, κοντά εις τον Άγιον Παντελεήμονα, εις την Καλύβην Άγιος Αρτέμιος. Ποτέ δεν εξήλθεν από το Άγιον Όρος από τότε που εκάρη μοναχός. Πτωχός και ακτήμων εις το έπακρον. Έκοβε ξύλα και βέργας δια τα φασόλια και τα επώλει εις τας διαφόρους Καλύβας των πατέρων. Εις τα τελευταία έτη της ζωής του κατεγίνετο μόνον με την προσευχήν, ζων εν απολύτω ησυχία.
***
Διηγείτο ο Γέρων Χρύσανθος ο Αγιαννανίτης, ότι όταν εκοιμήθη ο ενάρετος μοναχός Γέρων Χαρίτων εις την Αγίαν Άνναν, ευρέθη εις το κελλίον του μόνον ένα σταμνί δια νερόν και τίποτε άλλο!
***
Από την ημέραν της μοναχικής του κουράς μέχρι τον θάνατόν του, ο μοναχός πατή Αββακούμ ο ανυποδύτος, δεν φόρεσε ποτέ υποδήματα, εκτός από την ημέρα της εορτή της Μονής Μεγίστης Λαύρας.
***
Ποτέ δεν φόρεσε καινούργιον ρούχον ο αείμνηστος π. Αυξέντιος ο Γρηγοριάτης. Μπαλωμένες φανέλες, ένα και μοναδικό ζευγάρι υποδήματα είχε, τα οποία εφορούσε μόνον εντός της Μονής. Τον άλλον καιρόν περπατούσε ανυπόδυτος εις τους δρόμους και τα μονοπάτια, εις τους βράχους, εις τα χώματα του Αγίου Όρους. Ένα σανιδένιον κρεββατάκι, ένα μικρόν τραπέζι, μερικαί πτωχαί εικόνες πάνω από το προσκέφαλόν του, ολίγα αναγκαία σκεύη εις το ράφι: αυτά συνέθεταν τον εσωτερικόν διάκοσμον του κελλίου του.
***
Ο Μιχαήλ Λαυριώτης ο ανάπηρος, δεν είχε τίποτε εις το Κελλίον του. Εντελώς ακτήμων. Εκτός από ένα ράσον. Αλλά όταν εκοιμήθη, ηξιώθη νεκρωσίμου ακολουθίας με Δεσπότην. Το πρόσωπόν του έλαμπε. Ήτο κέρινον όπως το κεχριμπάρι.
***
Είπε γέρων ακτήμων:
-Ήταν ένα γεροντάκι που είχε απλοποιήσει την ζωήν του. Δεν είχε νοικοκυριό. Έτσι ελευθερώνεται ο άνθρωπος, γιατί όλα αυτά που λέμε σήμερα ευκολίες, και ένα σφουγγαράκι ακόμα, είναι δυσκολίες. Ευκολία είναι το να απλοποιήσει κανείς την ζωήν του, να περιορισθή στα απαραίτητα κ.λ.π., τότε ελευθερώνεται ο άνθρωπος.
***
Πτωχική, απέριττος, ωσάν φωλεά, δίχως νερόν πηγαίον, δίχως εκκλησίδιον -όπως έχουν συνήθως όλαι αι Καλύβαι- ήτο η Καλύβη του αειμνήστου Μεθοδίου, του ιερομονάχου ησυχαστού της Κερασιάς.
Έζη μίαν απολύτως αμέριμνον ζωήν, μαζί με τον ευλογημένον υπήκοον, νεοσσόν υποτακτικόν του, χωρίς να έχουν κανένα άγχος και αγωνίαν, καμμία φροντίδα δι’ επίγειον άνεσιν και ευκολίαν. Μακάριοι αμφότεροι, ουρρανοδρόμοι ακτήμονες, πτωχοί και ζητιάνοι δια την αγάπην του Χριστού. Έστελνεν ο Γέροντας τον υποτακτικόν του στην Λαύραν και εζήτει ελεημοσύνην. Ηρκούντο εις ο,τι του έδιδαν. Ο παπα-Μεθόδιος ήτο απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δια την σωτηρίαν της ατιμήτου ψυχής εγκατέλειψεν πάσαν κοσμικήν δόξαν και θέσιν. Το σύνηθες φαγητόν της ηγιασμένης ταύτης Καλύβης ήτο το εξής: Έβραζαν ύδωρ, έβαζαν ολίγον αλεύρι και αλάτι και έκαναν χυλόν. Όταν είχαν σταφύλια, τα έβαζαν μέσα εις ένα πιθάρι και επρόσθεταν ύδωρ. Κάποτε επήγε ένας επισκέπτης αδελφός να τους ιδή. Τον κέρασαν από το ασκητικόν έδεσμα.
-Τι παντζαρόζουμο είναι αυτό, άγιε Πνευματικέ; ερώτησε περιέργως.
-Πέμπτο λάκερο, απήντησε ο π. Μεθόδιος. Δηλαδή, πέντε φοράς είχε προσθέσει νερό.
Εις τα τελευταία έτη της ζωής του μετώκησεν εις το σπήλαιον του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου. Ησχολείτο με την υμνογραφίαν, αλλά συγχρόνως ήτο και άριστος μελοποιός και μουσικός. Εις το βιβλίον του ο Γεράσιμος Σμυρνάκης τον χαρακτηρίζει: «Ζει εν μεγίστη αυστηρότητι βίου και διηνεκεί μελέτη». Το 1903 διετέλεσε γραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος. Εκοιμήθη το 1920.
***
Το εργόχειρον του πτωχού ασκητού Ανατολίου, ο οποίος εκοιμήθη το 1938, ήτο να συλλέγει τσάϊ του βουνού από την κορυφήν του Άθωνος και αμάραντα αγριολούλουδα. Με αυτά έβγαζε το ψωμί του.
-Δεν κινδυνεύεις πάνω στις χαράδρες και τα κατσάβραχα;
-Όχι, ευλογημένοι, δένομαι με σχοινιά. Είμαι μαθημένος από κοσμικός. Ήμουν ναυτικός.
Κατοικούσε πλησίον του Κυριακού της Σκήτης των Καυσοκαλυβίων, επ’ ονόματι του Τιμίου Σταυρού. Υπήρξεν από τους πλέον πτωχούς, ακτήμονας και ευλαβεστάτους μοναχούς. Εζήτει από τον μυλωνάν της Σκήτης το πρώτον άλεσμα, επειδή όταν χαράζουν τας μυλόπετρας δια να αλέσουν σιτάρι, το πρώτον δεν το παίρνει κανείς, διότι έχει μέσα εις το αλεύρι άμμον. Εις τας καταλυσίμους ημέρας της εβδομάδος έτρωγεν ολίγον έλαιον, το οποίον έβαζεν με το πιατελάκι του καφέ. Έβρεχεν εκεί το κρεμμύδι εις το λάδι και όχι το ψωμί. Οποίον ασκητικόν φιλότιμον και οποία βία και οποίος αγών! Μαγειρευμένον φαγητόν έτρωγε μόνον όταν εφιλοξενούσε κάποιον. Ηγάπα πολύ την εικόνα του Εσταυρωμένου. Αύτη εδέχετο τας αδιαλείπτους, δακρυρρόους προσευχάς του. Και συχνά η ίδια η εικών δάκρυζε. Παραλλήλως είχε μεγάλη ευλάβεια προς την Παναγίαν. Όταν το βράδυ, που ανεπαύετο, γύριζε από το άλλο πλευρό, μέχρι να αποκοιμηθή εκ νέου έλεγεν το «Άξιόν Εστιν» με όλη την δύναμη της φωνής του. Γνώριζε ολίγα μουσικά και είχε μία βαρείαν, βροντώδη φωνήν. Το έψαλλεν εις ήχον δεύτερον, όπως το πρωτοείπεν ο Αρχάγγελος. Πολλάκις ήτο δυνατόν να είπη μέχρι δέκα φορές εις μίαν νύκτα. Ο υποτακτικός του εις την αρχήν ηνωχλείτο, κατόπιν όμως συνήθισε. Όταν πήγαινε εις Καρυάς δια να δώσει τσάϊ, έπρεπε οπωσδήποτε να προσκυνήσει εις το Κελλί «Άξιόν Εστι». Προσεκύνει και εν συνεχεία έψαλλεν ευλαβώς το «Άξιόν Εστι» εν βαθυτάτη κατανύξει. Όταν έψαλλε, το καντήλι της Παναγίας εκινείτο! Οι πατέρες του είπαν ότι εξ αιτίας της βροντώδους φωνής του έκανε τας κινήσεις. Εκείνος τότε επήγεν εις τον νάρθηκα και έψαλλεν εκ νέου. Και πάλι το καντήλι εκινείτο. Έψαλλαν και οι άλλοι πατέρες, αλλά το καντήλι παρέμενεν ακίνητον.
***
Εις την Σκήτην Ξενοφώντος, έζησεν ένας αξιομνημόνευτος υποτακτικός, ο Γέρων Θεοφύλακτος. Εφύλαττεν εντός του τον Θεόν και τον εφύλαττεν ο Θεός τον μακάριον. Πλουσιόπαιδο, εγκατέλειψε τα μάταια και τερπνά του κόσμου τούτου. Υποτακτικός του απλουστάτου Γέροντος Κοσμά. Η μητέρα του παρήγγειλε να του στείλει με το ατμόπλοιον από Δάφνη 100 λίρες την εποχήν εκείνη, αλλά δεν θέλησε. Ήτο πάντοτε ορθός σχεδόν όλη την νύχτα και προσευχόμενος. Μία μορφή αγγελοειδής, αγγελοπρεπής, αγγελόχρους.
***
Εις την ιδίαν Σκήτην έζησεν ο Γέρων Ευθύμιος, εις ένα γιδοκάλυβο των Αγίων Αρχαγγέλων. Εκρεμούσεν εις το κέντρον του ασκητηρίου του το σακκούλι με τα παξιμάδια, την συνήθη τροφήν του βίου του.
***

Είπεν ένας ασκητής:
-Νηστεία, αγρυπνία προσευχή. Αυτά αν τα εφαρμόζει κανείς εις την ζωήν του, πετυχαίνει πολλά. Εις την ζωήν σου να είσαι απλός. Βλέπεις την καλύβην μου που είναι απέριττη. Να υπάρχουν εις το σπίτι μόνο τα αναγκαία. Τα πολλά πράγματα δεν βοηθούν εις την πνευματικήν ζωήν.
***
Το 1986 εκοιμήθη τον ύπνον του δικαίου ο αείμνηστος παππούς της Νέας Σκήτης, ο Γέρων Θεοφύλακτος, ο απλούς, ο ταπεινός, ο άκακος, ο πλήρης υπομονής εις τας δοκιμασίας, τας προερχομένας εκ των δαιμόνων και εκ των ανθρώπων. Προ το τέλος της ζωής του ετυφλώθη, ουδέποτε όμως ηγανάκτει δια την στέρησιν του φωτός των οφθαλμών του. Χαρακτηριστική ήτο η αποστολική ακτημοσύνη και αμεριμνία δια τα υλικά μέσα της διατροφής και της συντηρήσεώς του. Ούτε εργόχειρον είχεν, ούτε δια χρήματα ενδιαφέρετο. Αδιαλείπτως προσηύχετο, εν παντί ηυχαρίστει τον Θεόν. Εχρημάτισεν υποτακτικός του μακαριστού Ιωακείμ του Σπετσιέρη και εν συνεχεία μαθητής του Γέροντος Ιωσήφ του σπηλαιώτου. Πριν τυφλωθή είχεν ως διακόνημα την διανομήν της αλληλογραφίας της Σκήτης και του κανδηναλάπτου τεσσάρων κανδηλών των προσκυνηταρίων, τα οποία επεσκέπτετο δύο φοράς την ημέραν, υπό οιασδήποτε καιρικάς συνθήκας.
***

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Περί Αγίου Όρους.blogspot.gr: 03 Απριλίου 2016

Από το βιβλίο: Αθωνικόν Γεροντικόν, του Αρχιμανδρίτου Ιωαννικίου Κοτσώνη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.