Διάλογος αρχιερέως και κληρικού, ΣΤ. – Οσίου πατρός ημών Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.

Κληρικός: Αρκετά και πολυτρόπως, Δέσποτα, μας εφανέρωσες την γνώσιν της Αγίας Τριάδος και μας εδίδαξες να καταπείσωμεν σχεδόν εκείνους οι οποίοι αθετούν τον μονογενή Υιόν και Λόγον του Θεού. Και μάλιστα, επειδή ανέφερες πολλά γραφικά και άλλα νοήματα, και με παραδείγματα ενθυμήθης όσα ενεργούνται με τρόπον θείον εις την Εκκλησίαν του Θεού, τα οποία είναι αναγκαία να λέγωνται και προς όλους τους αθέους. Πλην επειδή είναι και πλήθος πολύ αιρέσεων, και ονομάζονται μεν όλοι Χριστιανοί, μερίζονται όμως εις δόξας και αιρέσεις πολυτρόπους, τι να κάμωμεν και δι’ αυτάς, οπόταν τινές οιασδήποτε αιρέσεως δοκιμάζουν ενίοτε να φιλονικούν με ημάς τους ορθοδόξους ή να ζητούν και λόγον περί της ορθής ημών πίστεως;
Αρχιερεύς: Δεν είναι ανάγκη, καθώς προείπομεν, να δίδωμεν εις όλους λόγον, αλλά με εκείνους οι οποίοι ζητούν να μάθουν, πρέπει να διαλεγώμεθα με ειρήνην, εκείνους δε οι οποίοι θέλουν μόνον να φιλονικούν, να τους αποφεύγωμεν. Επειδή η Εκκλησία μας δεν δέχεται άνθρωπον φιλόνικον, καθώς λέγει ο Παύλος: «Ει δε τις δοκεί φιλόνικος είναι εν υμίν, ημείς τοιαύτην συνήθειαν ουκ έχομεν, ουδέ αι Εκκλησίαι του Θεού». Δια τούτο και αναθεματίζει όλους τους αιρετικούς ως φιλόνικους και απειθείς.
Κληρικός: Εάν όμως τις από αυτούς ερωτά και ζητή λόγον τάχα για να ωφεληθή, τί πρέπει τότε να κάμωμεν;
Αρχιερεύς: Τον τοιούτον πρέπει να τον προσδεχώμεθα και να τον θεραπεύομεν με αγάπην, πλην αν έχης χάριν του λέγειν, επικαλέσθητι πρώτον τον Χριστόν βοηθόν, έπειτα λέγε από εκείνα τα οποία συνέγραψαν οι Άγιοι Πατέρες περί της αιρέσεως εκείνης, επειδή δεν είναι καμία αίρεσις εναντίον της οποίας να μην έγραψαν οι Πατέρες, επειδή εστάθη πολύς εις αυτούς ο αγών κατά των αιρέσεων, και τη συνεργεία του Θείου Πνεύματος τας ενίκησαν όλας, και απέδειξαν τας δόξας αυτών ψευδείς. Ειδέ και δεν ημπορείς να αποκριθής δι εκείνο περί του οποίου σε ερωτούν, μήτε έχεις χάριν ή άδειαν να λέγης (επειδή είναι Νόμος της Εκκλησίας και τούτο, να έχη δηλαδή χειροτονίαν και άδειαν ο διαλεγόμενος), μη αισχυνθείς να προσφέρεις τον απορούντα εις κανένα άνδρα θεοσεβή και ειδήμονα, και δυνάμενον να λέγη ορθώς. Επειδή θέλει προξενηθεί πολλή ωφέλεια και εις τους δύο. Και δια της βοηθείας του Θεού ή τον πλανώμενον εκείνον θέλεις διορθώσει με την προθυμίαν σου και την κατά τον Θεόν αγάπην, ή εις τον εαυτόν σου θέλεις προξενήσει μισθόν, και θέλεις εύρη χάριν από τον Θεόν δια τον κόπον σου.
Κληρικός: Ποία τάχα να είναι, Δέσποτα, η χειροτέρα αίρεσις;
Αρχιερεύς: Ό,τι πράγμα, αδελφέ, ρίπτει τον άνθρωπον εις τον βυθόν της απωλείας, της πονηράς τάξεως είναι, και κακόν, και ό,τι ζημιώνει και βλάπτει την σωτηρίαν, εις την τάξιν της απωλείας αναφέρεται. Πλην, καθώς είναι διαφοραί εις τα καλά, και προκοπαί αναβάσεων εις τας αρετάς, και αντιμισθία κατά τας πράξεις, δια το οποίον και ο Κύριος λέγει: «Εν τη οικία του Πατρός μου πολλαί μοναί εισίν», ούτω στοχάζομαι να είναι και εις τα ενάντια, ήτοι εις τας κακίας. Αν και εις εκείνα κυριεύει πάσα αταξία, επειδή κανέν πονηρόν δεν είναι εις τάξιν, ως και ο πατήρ του ψεύδους είναι άτακτος, με όλον τούτο χειροτέρα αίρεσις είναι εκείνη η οποία έχει περισσοτέρας βλασφημίας εις τον Θεόν. Ακολούθως δε μέσαι και έσχατοι είναι εκείναι αι οποίαι φαίνονται ότι έχουσιν ελάττωσιν τινά του κακού της βλασφημίας. Αυτό στοχάζομαι να είναι και εις τους ασεβείς. Πρώτος των αθέων είναι εκείνος ο οποίος δεν γνωρίζει καθόλου Θεόν, και εκείνος ο οποίος κυριεύεται από την πλάνην της πολυθεϊας, επειδή δεν είναι καμία διαφορά ασεβείας εις αυτούς, καθότι η ίδια ασέβεια είναι να μη γνωρίζη τις τελείως Θεόν, και να λέγη ότι γνωρίζει, και έπειτα να σέβηται και να προσκυνά αθέως ως θεούς τα κτίσματα του Θεού, ή αυτά τα φαινόμενα ή τα πονηρά και ακάθαρτα δαιμόνια.
Δεύτεροι από τους πρώτους αθέους είναι όσοι ομολογούσι Θεόν, Κύριον ουρανού και γης, χωρίς όμως ζώντα Λόγον και Πνεύμα. Άθεοι λοιπόν είναι και αυτοί, ως μη κηρύττοντες τον αληθινόν και μόνον Θεόν. Επειδή Θεός αληθινός είναι μόνον ο Πατήρ μετά του μονογενούς αυτού Υιού και του ζωοποιού Πνεύματος. Διότι, αν και αυτοί καθολικώς είναι άθεοι, ως τόσον δεν προσκυνούσι το πυρ ή τον ήλιον, μήτε λέγουν τους δαίμονες Θεούς, και δια τούτο είναι ολιγωτέρα η κακία των.
Κληρικός: ύστερον από αυτούς, ποίοι είναι χειρότεροι εις την ασέβειαν;

ΚΑΤΑ ΠΑΣΩΝ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α

Κατά Σίμωνος του Μάγου και Μένεντος και των ομοίων, και κατά των δυσσεβών Βογομύλων, ήτοι Κουδουγέρων (Α).

Αρχιερεύς: Μετά τούτους τους προειρημένους, τάσσονται αι εξ αρχής αιρέσεις, όσαι εδέχθησαν τον Χριστόν, όχι όμως ορθώς, μήτε καθώς το κήρυγμα των Αποστόλων περέδωκεν, αλλά εδέχθησαν διαφόρους δόξας και περί της επιφανείας του, και περί της σαρκώσεώς του, και περί της Αγίας Τριάδος ορθόν λόγον ηθέτησαν, και άλλοι ετόλμησαν ασεβώς να ονομάσουν τον εαυτών των και παρακλήτους, και δύναμιν Θεού, καθώς ο Σίμων ο μάγος, κατατρέχων τον μέγαν Σίμωνα Πέτρον, τον κορυφαίον των Αποστόλων, και ο αλιτήριος και ασεβέστατος Μάνης, οι οποίοι είναι ασεβέστεροι και χειρότεροι και από αυτούς τους αθέους. Προσέτι δε και τις Κόρινθος, Καρποκράτης οι μιαροί, οι οποίοι εναντίοι των Αποστόλων του Χριστού εδείχθησαν, και άλλοι πολλοί εχθροί της αληθείας, οι οποίοι και αθέως και ασεβώς δύο αρχάς εδογμάτιζαν, από τους οποίους ευρίσκονται και την σήμερον οι Βογομύλοι, ανθρωπάρια δυσσεβέστατα, οι οποίοι και Κουδούγεροι ονομάζονται.
Δια τούτο αναγκαιότερον είναι να ηξεύρωμεν και ημείς δι’ αυτούς, επειδή κατά τα φαινόμενα δεικνύονται ότι είναι πλησίον μας, καθότι με πολλήν υπόκρισιν προσποιούνται την προσευχήν και υποκρίνονται ότι δέχονται και στέργουν το Ευαγγέλιον και τας επιστολάς και τας πράξεις των Αποστόλων. Πραγματικώς όμως αθετούσι και αυτάς και όλας τας άλλας Γραφάς, και δεν ενεργούσι κανέν από τα ευαγγελικά και αποστολικά, αλλά μάλιστα τα εναντία. Και κινούμενοι από τον μισόκαλον, αντιφέρονται και εναντιούνται εις όλα τα λόγια και έργα του Κυρίου, και εις τας παραδόσεις. Είναι όλως διόλου και με τον νουν και με τα έργα, της μερίδος του Αντιχρίστου, επειδή ενεργούν ενθουσιασμούς τινάς και προσευχάς εις το κρυπτόν, και επωδάς μιαράς, και άλλα πολλά άθεα έργα, ανόσια και παμβέβηλα, τα οποία μήτε να περιγράψωμεν δεν συγχωρείται.
Και ομού με την πίστιν αθετούν και όλα του Χριστού τα μυστήρια, και βλασφημούσιν εις αυτά , εις το θειότατον δηλαδή βάπτισμα και την Ιεράν Κοινωνίαν και εις τον τύπον του Σταυρού, εις τας ιεράς εικόνας, εις τους σεβασμίους ναούς, εις τας θείας γραφάς του νόμου και των προφητών, εις όλους τους δικαίους και μάρτυρας, ιεράρχας και οσίους, και απλώς εις όλα τα άγια. Και παρομοίως με τον αποστάτην Σατάν και τους δαίμονας, βλασφημούν οι μιαροί εις τον εν Τριάδι μόνον Θεόν, εις την σάρκωσιν του λόγου, και εις όλα απλώς τα θεία, αν και ο Σωτήρ μας και οι θείοι Απόστολοι μας παρέδωκαν και με λόγους και εμπράκτως και το θείον βάπτισμα και την φρικτήν του σώματος αυτού και αίματος κοινωνίαν, και ιερουργίαν και τα λοιπά μυστήρια.
Προσέτι, όχι μόνον το Πάτερ ημών μας παρέδωκεν, αλλά και άλλας προσευχάς, δια μέσου των οποίων και αυτός προς τον Πατέρα του προσηύχετο, και μας εδίδαξε να δεχόμεθα τα του Νόμου και των Προφητών, καθότι όλα αυτά δι’ αυτόν τα προείπαν. Και το να σεβώμεθα τους θείους ναούς μας το απέδειξε δια του ναού εκείνου του παλαιού της Ιερουσαλήμ, επειδή απεδίωξε με φραγγέλιον από αυτόν εκείνους τους θεοκαπήλους, ονομάζων αυτόν οίκον προσευχής και οίκον του Πατρός του, διδάσκων ημάς με τούτο την οφειλομένην προς τους θείους ναούς ευλάβειαν. Επωνόμασεν δε αυτός ο ίδιος και τον τύπον του Σταυρού σημείον ιδικόν του, και προείπεν ότι θέλει φανή πριν της δευτέρας παρουσίας του, λέγων ότι «τότε φανήσεται το σημείον του Υιού του Ανθρώπου εν τω ουρανώ». Δήλα δη ο Σταυρός, τον οποίον και εις τον μέγαν Κωνσταντίνον έδειξεν εις τον ουρανόν την μεσημβρίαν και δι’ αυτού τον είλκυσε προς την πίστιν του.
Εν τούτω τω Σταυρώ και ο Παύλος καυχάται, και όλοι οι άγιοι τιμώντες αυτόν, και ασπαζόμενοι όχι μόνον νοητώς αλλά και αισθητώς, και ο Πέτρος αυτός τούτο εζήτησε να πάθη (να σταυρωθή δηλαδή), το οποίον και προείπεν ο Σωτήρ, και ο Ανδρέας ο αδελφός του και πολλοί άλλοι Απόστολοι και μάρτυρες, και σφραγίδα αυτού, και σημείον τον ωνόμαζον. Τα δε φρικτά και σωτήρια και θεοπαράδοτα μυστήρια και αυτός ο Παύλος μας τα παρέδωκε παραλαμβάνων αυτά από αυτόν τον Κύριον. Και ο Κύριος, όχι μόνον, ως είπομεν, την προσευχήν του Πάτερ ημών μας παρέδωκε να προσευχώμεθα, αλλά και άλλας τας οποίας αυτοί οι άφρονες ατιμάζουν. Όπως το «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», δι ου εσώθη ο τελώνης. Και το «ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου», δι ου εσώθη ο Άσωτος. Επειδή δι’ αυτήν την φωνήν και δια την συντριβήν της καρδίας του και ταπείνωσιν, τον εδέχθη πάλιν ο Πατήρ του. Και το «μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου», δια μέσου του οποίου απήλαυσεν ο ληστής τον Παράδεισον. Και το «αιτείσθε δε εν τω ονόματι του Χριστού», το οποίον εις όλον το Ευαγγέλιον μας το εδίδαξε. Και προς τούτοις όταν προσευχώμεθα να ζητώμεν από τον Θεόν με πίστιν, και με αυτόν τον τρόπον λαμβάνομεν τα ζητούμενα από αυτόν. Και αυτός δε ο Χριστός πολλά προσευχήθη και πριν της διαθήκης, και εν τη διαθήκη, και μας έγινεν εγγυητής και μας υπεσχέθη και ό,τι εν τη προσευχή ζητούμεν μετά πίστεως, το απολαμβάνομεν.
Και αυτοί οι Απόστολοι έκαμον τούτο πολλάκις, και όχι μόνον το Πάτερ ημών προσηύχοντο αλλά και μυρίας άλλας ευχάς, καθώς εις την του Ματθίου εκλογήν δεικνύεται. Και όταν επέστρεψαν οι Απόστολοι, δαρέντες από τους ιουδαίους, φαίνεται ότι όχι μόνον το Πάτερ ημών προσηυχήθησαν, αλλά και άλλην προσευχήν, την οποίαν γράφουσιν αι πράξεις, και ενεπλήσθησαν από Πνεύμα Άγιον, και εσαλεύθη και ο τόπος εις τον οποίον αυτοί ίσταντο. Και προς τούτοις και άλλας προσευχάς έκαμνον, και θαύματα δια του ονόματος του Χριστού ενήργουν, τα οποία και αυτά προσευχαί ήσαν βέβαια.
Όχι μόνον ο Κύριος μας παρέδωκε προσευχάς και ύμνους, διότι λέγει εις το Ευαγγέλιον: «Υμνήσαντες εξήλθον εις το όρος των Ελαιών». Αλλά και οι Άγγελοι και οι ποιμένες παρέδειξαν τούτο εν τη γεννήσει του Σωτήρος μας Χριστού. Οι μεν Άγγελοι δοξολογούντες το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ», οι δε ποιμένες υμνούντες και δοξάζοντες τον Θεόν δι’ όλα όσα είδαν και άκουσαν. Και οι Απόστολοι τούτο έκαμνον μετά την Ανάληψιν του Κυρίου, καθώς είναι γραμμένον εις το Ευαγγέλιον, ότι «ήσαν δια παντός εν τω ιερώ, αινούντες και ευλογούντες τον Θεόν».

Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, Τα Άπαντα.
Εκδόσεις Βασ. Ρηγοπούλου, Καρόλου Ντηλ 4, Θεσσαλονίκη.
Θεσσαλονίκη 2001, ακριβής ανατύπωσις εκ της εν έτει 1882 γενομένης τετάρτης εκδόσεως.

***

Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.