Το Σύμβολον της Πίστεως πρέπει να λέγεται και από τον Ιερέα κατά τη Θεία Λειτουργία; – Ιωάννου Φουντούλη.Ν.

Όταν απαγγέλλεται το σύμβολον της πίστεως υπό του χορού, πρέπει και ο λειτουργός να το λέγη μυστικώς;

Καθ’ όλα τα χειρόγραφα της θείας λειτουργίας, το σύμβολο της πίστεως ελέγετο από τον λαό, ενώ ο ιερεύς έσειε τον αέρα επάνω από τα δώρα. Μαζί με τον λαό φαίνεται ότι και ο ιερεύς απήγγελλε το σύμβολο κατά συγχρονισμό. Έτσι τουλάχιστον μαρτυρούν ωρισμένα μεταγενέστερα χειρόγραφα, σημειώνοντας ρητώς ότι ο ιερεύς λέγει «και αυτός το άγιον σύμβολον έως τέλους», αυτό δε διέσωσε και η σημερινή πράξις.
Στο σημείο όμως αυτό η τάξις της θείας λειτουργίας, όπως παρουσιάζεται σήμερα, έχει υποστή μία σοβαρή φθορά, που οφείλεται στην μυστικώς ανάγνωσι του προλόγου της ευχής της αναφοράς, δηλαδή του «Άξιον και δίκαιον σε υμνείν…» της λειτουργίας του ιερού Χρυσοστόμου και του «Ο ών Δέσποτα Κύριε Θεέ…» της λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου. Επειδή επεκράτησε να λέγεται η ευχή μυστικώς και ο χρόνος κατά τον οποίο ψάλλεται το «Άξιον και δίκαιον» δεν επαρκεί για να καλύψη την ανάγνωσί της, ενώ ο χρόνος απαγγέλλει με βραδύτερο χρόνο το σύμβολο, ο ιερεύς το λέγει επιτροχάδην, για να του δοθή καιρός να διαβάση το μεγαλύτερο μέρος της σχετικής ευχής (συνήθως μέχρι του «των εις ημάς γεγενημένων» της λειτουργίας του Χρυσοστόμου και του «ότι τα σύμπαντα δούλα σα» της λειτουργίας του Βασιλείου» κατά το χρονικό διάστημα που υπολείπεται. Αλλά κατ’ αυτόν τον τρόπο και η επιτροχάδην απαγγελία του συμβόλου από τον ιερέα δεν είναι η αρμόζουσα και διασπάται η ενότης ιερέως και λαού και το πρώτο μέρος της ευχής της αναφοράς λέγεται σε μη προσήκουσα θέσι και η συνέχεια της όλης ευχής καταστρέφεται. Ότι όλα αυτά δημιουργούν μία αληθινή σύγχυσι και μία απαράδεκτο διαταραχή στην αρμονική τέλεσι του μυστηρίου είναι αφ’ εαυτού φανερό. Κανονικά πρέπει όλοι μαζί, κλήρος και λαός, «εν ενί στόματι» να ομολογούν την πίστι των απαγγέλλοντες από κοινού το άγιο σύμβολο και μετά το «Άξιον και δίκαιον» να αρχίζη η απαγγελία της ευχής της αγίας αναφοράς, στην κανονική της δηλαδή θέσι. Αυτό ακριβώς εγίνετο και στην αρχαία Εκκλησία και αρκετοί ιερείς τείνουν και σήμερα να επιστρέψουν στην ορθή αυτή πράξι.

Από το βιβλίο του αειμνήστου Καθηγητού της Θεολογικής σχολής του Α.Π.Θ., Ιωάννου Μ. Φουντούλη: Απαντήσεις εις Λειτουργικάς απορίας. Τόμος Α’. ΣΤ’ έκδοσις.

Εκδόσεις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι, 1991.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.