Έλειπε το κυριότερο! – Μακαριστής Μοναχής Πορφυρίας.

Απόγευμα, περνώντας από τον Άγιο Φανούριο Δραπετσώνας, επιβιβάζω μια κυρία. Κρατούσε ένα ταψί.
-Φτιάξατε φανουρόπιτα; τη ρωτώ.
-Ναι, να σας δώσω λίγη;
-Να μου δώσετε, αφού μου πείτε και τον λόγο που
την φτιάξατε, για να ευχηθώ και εγώ.
-Την είχα τάξει για την κόρη μου, για να περάσει στο Πανεπιστήμιο.
-Πέρασε;
-Βέβαια και πέρασε, ο Άγιος Φανούριος έκανε το θαύμα του.
-Να μια αφορμή, για να σας δυναμώσει την πίστη σας στον Θεό.
-Έχετε δίκιο, έχουμε φύγει μακριά από τον Θεό και αυτοί οι παπάδες μας, μ’ αυτά που κάνουν, μας έδιωξαν μακριά από την Εκκλησία.
-Ακούστε, κυρία μου, δεν μπορούμε εμείς να γνωρίζουμε, πού είναι η αλήθεια και πού το ψέμα σ’ αυτά που λέγονται. Γι’ αυτό ακριβώς, ας μη δίνουμε σημασία σ’ αυτά που ακούμε και ας πηγαίνουμε στην Εκκλησία μας, εκεί που θα συναντήσουμε τον Θεό μας. Στην Εκκλησία, κυρία μου, δεν πάμε για τον παπά, αλλά για μάς, για τη σωτηρία της δικής μας ψυχής.
-Έχετε δίκιο, αυτή η τηλεόραση μάς έχει τρελάνει, όλο γεγονότα άσχημα ακούμε, κάτι καλό δεν μας λένε.
-Κυρία μου, αν περιμένουμε από την τηλεόραση να καθορίσουμε την πορεία της ζωής μας, αλίμονο μας. Η τηλεόραση, καλή μου, δεν σου γαληνεύει τον νου, δεν σου ηρεμεί τη σκέψη, αντιθέτως την ταράζει. Βέβαια υπάρχουν και ωραίες εκπομπές που μπορείτε να δείτε.

Ωστόσο έχουμε φτάσει Κωνσταντινουπόλεως και Δημοκρατίας. Εκεί κάθε μέρα στέκεται ένα παλληκάρι, χρήστης ναρκωτικών ουσιών. Κάθε απόγευμα παίρνει τη δόση του και είναι να τον λυπάται η ψυχή σου.
-Κοιτάξτε αυτό το παλληκάρι, συνεχίζω, αυτήν την ώρα έχει πάρει τη δόση του- κοιτάξτε σε τι άθλια κατάσταση τον φέρνει αυτή η καταραμένη ουσία!
Κι εκείνη τότε μου απαντά:
-Η ανιψιά του γαμπρού μου πέθανε είκοσι δύο ετών από ηρωίνη. Μια πανέμορφη κοπέλα και εξωτερικά και εσωτερικά. Την έκλαψαν και οι πέτρες! Τόσο καλό παιδί ήταν!
-Τι την ανάγκασε να πέσει στα ναρκωτικά;
-Ο θάνατος της μητέρας της. Η μητέρα της πέθανε από καρκίνο- έζησε όλη την αρρώστια της, τους πόνους της, τα χειρουργεία της. Την αγαπούσε πάρα πολύ, ήταν πολύ καλή μάννα και σύζυγος. Όμως η κοπέλα δεν άντεξε το χαμό της και έπεσε στα ναρκωτικά. Ο πατέρας και ο αδελφός της προσπάθησαν να τη βοηθήσουν, μα δεν τα κατάφεραν. Και στα είκοσι δύο της τη βρήκαν νεκρή σε μια οικοδομή.
-Όπως μου τα λέτε, η οικογένεια ήταν αγαπημένη.
-Ναι! Πολύ αγαπημένη.
-Όμως κάτι έλειπε από αυτή την αγαπημένη οικογένεια.
-Όχι! Τίποτε δεν έλειπε, όλα τα είχαν και χρήμα και περιουσία… Όλα ήταν καλά!
-Κυρία μου, έλειπε το κυριότερο- ο Θεός! Αν είχαν Θεό μεσ’ στην ψυχή τους, η κοπέλα δεν θα έπεφτε στα ναρκωτικά και δεν θα μιλούσαμε τώρα για τον θάνατο της. Με το χρήμα, κυρία μου, δεν γεμίζει η ψυχή, δεν γαληνεύει ο νους, δεν ηρεμεί η σκέψη. Με το χρήμα τ’ αγοράζεις όλα και τις ουσίες. Όμως δεν αγοράζεις τον Θεό. Και η ουσία της ζωής δεν βρίσκεται μεσ’ στις ουσίες των ναρκωτικών, αλλά μέσα στην αγκαλιά του Θεού.
-Ίσως να έχετε δίκιο.
-Όχι ίσως, έχω δίκιο! Χωρίς Θεό, καλή μου, είμαστε νεκροί πνευματικά, ακόμα κι όταν βιολογικά ζούμε. Την απόδειξη των λόγων μου την έχετε στα χέρια σας. Με κοίταξε και κούνησε το κεφάλι της:
-Έχετε δίκιο!

Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της Μακαριστής μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.

Κατηγορίες: Γενικά, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.