Ριπισμός των Τιμίων Δώρων, ριπισμός δια Σταυρού; – Ιωάννου Ν. Φουντούλη.

Όταν ο ιερεύς ριπίζη τα τίμια δώρα δια του αέρος, χρησιμοποιεί στο τέλος και τον τίμιον σταυρόν ως τινές φρονούν ή μόνον τον αέρα;

Ο «ριπισμός» ( όχι «ραπισμός» όπως καμμία φορά κακώς λέγεται ή και γράφεται) των τιμίων δώρων από την αποκάλυψί των κατά την απαγγελία του ιερού συμβόλου μέχρι την αρχή της ευχής της αγίας αναφοράς γίνεται στα μέρη μας από τον ιερέα με διπλωμένον τον αέρα. Και η «επίσεισις» του αέρος κατά την απαγγελία του συμβόλου επάνω από τα δώρα έχει την αρχή της σ’ αυτόν τον ριπισμό, έστω και αν αργότερα δόθηκαν σ’ αυτή διάφορες συμβολικές ερμηνείες. Στον ριπισμό οφείλεται και η συνήθεια, που επικρατεί στα μέρη μας, κατά το «Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού…» να ευλογή ο ιερεύς τον λαό κρατώντας στο χέρι του και τον αέρα.

Σήμερα αγνοούμε τον σκοπό του ριπισμού. Έχει όμως την αρχή του σε καθαρώς πρακτικούς λόγους, όπως και η κάλυψις των δώρων, στο να απομακρύνωνται δηλαδή από τα ιερά σκεύη τα διάφορα έντομα, που κατά τους θερινούς ιδίως μήνας αφθονούσαν στις χώρες της Ανατολής, δεν λείπουν δε και μέχρι σήμερα από τους ναούς μας. Αι Αποστολικαί Διαταγαί, που γράφηκαν στο τέλος του Δ’ αιώνος, παραγγέλουν στους διακόνους ριπίζοντας «ηρέμα» να αποδιώκουν «τα μικρά των ιπταμένων ζώων, όπως αν μη εγχρίμπτωνται εις τα κύπελλα» (Βιβλίον Η’, 12). Και σε πολύ μεταγενέστερα χρόνια, λίγο πριν από την άλωσι, η «Διάταξις της θείας λειτουργίας» του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Φιλοθέου πάλι σκοπό του «μετά πάσης ευλαβείας» γινομένου «επάνω των αγίων» ριπισμού καθορίζει το « μη καθίσαι μυίαν ή τι των τοιούτων ζωυφίων» επάνω εις τα τίμια δώρα.

Για τον ριπισμό εχρησιμοποιούντο είτε ειδικά λειτουργικά ριπίδια, καμωμένα «εξ υμένων λεπτών ή πτερών ταώνος ή οθόνης» όπως γράφουν αι Αποστολικαί Διαταγαί, είτε «φακιόλια», δηλαδή υφάσματα, όπως γράφει ο Ιωάννης Μόσχος στον «Λειμώνα» του ή και αυτά ακόμη τα καλύμματα των τιμίων δώρων, όπως πάλι διευκρινίζει ο Φιλόθεος στην «Διάταξί» του γράφοντας: «και ει μεν έστι ριπίδιον λαβών αυτό μετά χειρός ( ο διάκονος) ριπίζει επάνω των αγίων μετά πάσης ευλαβείας… ει δε ουκ έστι ριπίδιον ποιεί τούτο μετά του καλύμματος». Εξ άλλου και τα καλύμματα είναι πολύ πιθανό ότι προήλθαν από τα ριπίδια. Υπήρχαν όμως και ριπίδια κατεσκευασμένα από μέταλλο σε μορφή μικρού εξαπτερύγου, όπως βλέπομε στις τοιχογραφίες και όπως περισώθηκαν στις σλαβικές Εκκλησίες. Είναι ακριβώς τα εξαπτέρυγα των ναών μας, που έχασαν μεν τον αρχικό τους προορισμό, παρέμειναν όμως στην αρχική τυος θέσι πίσω από την αγία τράπεζα και συνοδεύουν, όπως και πριν, την λιτανεία των αγίων κατά την μεγάλη είσοδο.

Στον ριπισμό αρχικά δεν είχε καμμία ανάμιξι ο ιερεύς. Τον έκαμναν οι διάκονοι, που στεκόταν πίσω από την αγία τράπεζα ή στα πλάγιά της και έργο είχαν να ριπίζουν τα άγια καθ’ όλη την διάρκεια της λειτουργίας, από την αποκάλυψί των μέχρι την στιγμή της θείας κοινωνίας, και τον διέκοπταν για λίγο, για λόγους ασφαλώς ευλαβείας, κατά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων. Αυτό γινόταν μέχρι και την εποχή του Φιλοθέου και γίνεται μέχρι σήμερα στις σλαβικές Εκκλησίες. Η ανάγκη όμως να λειτουργή μόνος ο ιερεύς, που έγινε κανόνας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, περιώρισε τον ριπισμό στο ελάχιστο, δηλαδή από την αποκάλυψι των δώρων μέχρι την αρχή της ευχής της αναφοράς, όπως στην αρχή αναφέραμε, και αναγκαστικά γινόταν από τον ιερέα με το πιο πρόχειρο μέσο που διέθετε, δηλαδή με το κάλλυμα, τον αέρα.

Αυτή με λίγα λόγια είναι η ιστορία και ο σκοπός του ριπισμού των τιμίων δώρων. Ο ριπισμός με τον σταυρό, όπου κακώς γίνεται, ούτε στήριγμα στην παράδοσι έχει, ούτε και με τον αρχικό σκοπό της πράξεως αυτής μπορεί να συμβιβασθή. Προήλθε ίσως από παρανόησι των κινήσεων του ριπισμού, που θεωρήθηκαν σταυροειδείς ευλογίες των δώρων. Συνέπεια αυτής της παρανοήσεως ήταν να εισαχθή και ο σταυρός για να είναι η ευλογία πιο τελεία, από ότι θα ήταν αν θα γινόταν με τον αέρα.

Από το βιβλίο του αειμνήστου Καθηγητού της Θεολογικής σχολής του Α.Π.Θ., Ιωάννου Μ. Φουντούλη: Απαντήσεις εις Λειτουργικάς απορίας. Τόμος Α’. ΣΤ’ έκδοσις.

Εκδόσεις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι, 1991.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.