Θεολογία και Αφαίρεση στην Ποίηση – Βασιλείου Μουστάκη.

Η Ποίηση είναι μία από τις συγκεκριμένες περιοχές της Τέχνης, της δημιουργικής ικανότητος που έχει το ανθρώπινο πνεύμα στον χώρο του Ωραίου. Ωστόσο ο όρος, στην τρέχουσα γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώση όλη αυτή την ικανότητα και απόδοση, ακόμη και όταν πρόκειται για άλλους χώρους όπου το ανθρώπινο πνεύμα δημιουργεί το Ωραίο. Έτσι λέμε: αυτό το αρχιτεκτόνημα η αυτή η ιστορία η αυτό το σκάφος είναι ποίημα.

Ο όρος Ποίηση έχει την ίδια προέλευση με τη λέξη που η Αγία Γραφή παίρνει για να χαρακτηρίση τη θεία Δημιουργία. Ο Θεός «εποίησε τον ουρανόν και την γην» (Γεν. α’ 1). Ο Θεός είπε: « Ποιήσωμεν άνθρωπον » (Γεν. α’ 26). «Αυτού εσμεν ποίημα, κτισθέντες εν Χριστώ Ιησού » (Εφεσ. β’ 10 ), βεβαιώνει ο Απόστολος των Εθνών. Με την ταυτότητα των όρων, συμφωνεί και μία βαθειά πραγματικότης, ως προς τα υποκείμενα της ποιητικής ενέργειας. Όπως ο Θεός είναι ποιητής ενός κόσμου « καλού λίαν » ( Γεν. α’ 31), έτσι και ο άνθρωπος – ποιητής είναι δημιουργός ενός κόσμου, από φθόγγους, αισθήματα και νοήματα, «καλού λίαν », ενός κόσμου υψηλής ωραιότητος.

Η ποιητική λειτουργία έχει μέσα της τη φλόγα του θεϊκού στοιχείου. Και όπως ο Θεός έχτισε τον κόσμο όχι σαν μονάς απλώς, αλλά και σαν κοινωνία προσώπων ( Αγία Τριας ), έτσι και η ανθρώπινη Ποίηση είναι δημιούργημα βαθειά προσωπικό, αλλά και κοινωνικό. Ο ποιητής δεν μονολογεί. Κάνει διάλογο με τον εαυτό του, με τον εσωτερικό του άνθρωπο, αλλά επίσης και με τους άλλους ανθρώπους.

Κάθε ομορφιά, στη χτίση, είναι μια ανακοίνωση για διαλεχτές ψυχές, κατά το του Παύλου : «Τα αόρατα αυτού ( του Θεού ) από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασι νοούμενα καθοράται » (Ρωμ. α’ 20. Πρβλ. και το ψαλμικό: « Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα », ιη’ 1). Έτσι και στην ανθρώπινη Ποίηση.

Και στις δυό περιπτώσεις, η ανακοίνωση αυτή είναι διττού προορισμού: από το ένα μέρος, προσφορά αυτού που υπάρχει στην χτίση, αυτού που αισθάνθηκε ο ποιητής∙ από το άλλο μέρος πάτημα για την ψυχή, που δέχεται την ανακοίνωση, ώστε να αισθανθή και να βιώση κάτι δικό της, προσωπικά δικό της, μπροστά στην προσφορά εκείνη. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η δικαίωση – αισθητική, ηθική, θρησκευτική – της Ποιήσεως που έχει αφαίρεση. Όσο πιο ελλειπτική και πιο αφηρημένη είναι η Ποίηση, τόσο και πιο ανακοινώσιμη.

Εκτός από τον Χριστό, τον Υιό και Λόγο του Θεού, κανένας άνθρωπος δεν έχει να μεταδώση στον πλησίον του μιαν αλήθεια και μιαν αίσθηση πραγματικά δική του ( Ματθ. κγ’ 8,10 ). Ο καθένας είναι αυτουργός του εσωτερικού του πλούτου, πλούτου πνευματικών γνώσεων και αισθητικών αξιών. Αν ο ίδιος δεν έχει αυτή τη γονιμοποιό ικανότητα, η ομορφιά και η αλήθεια, με όση δύναμη και αν μιλήσουν γύρω του, δεν βρίσκουν ηχώ μέσα του. Η Ποίηση, λοιπόν, όπως και η θεία Αποκάλυψη, στηρίζεται κυρίως στην αφαίρεση, στην ελλειπτικότητα, για να δώση στον κάθε δέχτη της την ευκαιρία και τη λαβή να φωτισθή και να κατανυγή, να δημιουργήση μέσα του.

Για τον ποιητή, πλάσμα πάντα άπλερο και σκιασμένο από τα πάθη και τις αδυναμίες της ύλης, η επίτευξη της τελειότητος στη μορφή είναι ένας αγών, ένα αέναο άγχος. Γράφοντας την Ποίηση που κλείνει μέσα του, σκοντάφτει στη σκληρότητα του λόγου, στην ακαμψία της ύλης. Η τελειότης, η αναμφισβήτητα πνευματική απόδοσή του είναι πολλές φορές άπιαστη. Η αφαίρεση, που τα εγγυάται αυτά, δεν είναι πάντα του χεριού του και ούτε μπορεί να ταυτισθή με την ιδανική σιωπή. Έτσι παραμένει μέσα στον άνθρωπο, τον ποιητή η τον αναγνώστη του, — χωρίς να έχη γίνει στίχος — το ωραιότερο, το αναντίρρητα τέλειο.

Τα άφθαστα ποιητικά έργα είναι εκείνα που είτε τα οραματίσθηκαν οι μεγάλοι δημιουργοί χωρίς να κατορθώσουν να τα πραγματοποιήσουν, είτε τα ένοιωσαν οι « παθητικές » μεγαλοφυΐες, καθώς χαίρονταν τα ατελή πραγματοποιημένα έργα (*). Αυτή η εσωτερική δημιουργία, που δεν υπάρχει στις σελίδες της Γραμματολογίας, είναι μία θεανδρική πραγματικότης ακατάγραφη και ανιστόρητη, η αληθινή δόξα του ανθρώπινου πνεύματος.

Για τον ποιητή της αύριον, η λειτουργία του πιθανότατα να έχη μια διαφορά θέσης σε σχέση με τον ποιητή της χθες. Η ανθρωπότης σήμερα βγαίνει από την παιδικότητα, όπου ο μύθος, το σύμβολο και η ονειρική αίσθηση όχι μονάχα στη μεταφυσική βίωση, αλλά και στην ερμηνεία του φυσικού περιβάλλοντος, έχουν τη σφραγίδα τους στην Τέχνη και στον Στοχασμό. Ο ποιητής από εδώ και πέρα μπορεί να στέκεται έξω από τον μύθο, το σύμβολο και την ονειρική αίσθηση, χρησιμοποιώντας τα σαν μέσα και όχι σαν υλικό της ίδιας του της ζωής.

Η αφαίρεση όμως, ακόμα και σε ένα κόσμο τόσο ορθολογιστικό, όπως θα είναι ο αυριανός, η μάλλον πιο πολύ σ’ αυτόν ακριβώς τον κόσμο, πρέπει να είναι κάτι το απαραίτητο, στη μορφή και στην ουσία της Ποιήσεως. Γιατί η αφαίρεση είναι στοιχείο sine qua nom του μυστικού βάθους και της σκοπιμότητος, όπως είπαμε παρά πάνω, μεταδοτικής με την έννοια της αφορμής και της λαβής και όχι κυριολεκτικά μεταδοτικής. Το μυστικό βάθος είναι μία αιώνια απαίτηση του ανθρώπινου πνεύματος, μία ανάγκη οντολογική. Ο ορθολογισμός, όχι ο αφελής και τόσο περιοριστικός στα αναγωγικά του σχήματα, που γνωρίστηκε από τη Διαφώτιση, την Εμπειριοκρατία και τον Υλισμό, αλλά ο ορθολογισμός της ωριμότητος που αρχίζει τώρα να δίνη τους πρώτους της καρπούς, ανοίγει ακριβώς προς τη μεταφυσική πραγματικότητα τους ορίζοντές του και δίνει στην Ποίηση ένα πνεύμα λυτρωμένο από το όνειρο, μία ενατένιση έξωθεν.

Αυτή η καινούργια θέση του ποιητικού υποκειμένου θα πρέπει να μεταβάλη τη μορφή, αλλά χωρίς άλλο, δεν θα θίξη την ουσία. Θα τη διασώση και θα την προβάλη από καινούργιους εκφραστικούς δρόμους, ίσως πολύ διαφορετικούς, αλλά πάντα προικισμένους με την αφαίρεση. Η αφαίρεση είναι συνυφασμένη με το γνήσιο μυστικό βάθος και με την ωριμότητα της διάνοιας. Το βάθος εκείνο, όπως υπήρξε, πρέπει και τώρα να υπάρχη. Αλλά το καινούργιο, η ωριμότης της διάνοιας, θα εξωβελίση την αφαίρεση; Όχι, θα πρέπει να την κάνη πιο απαραίτητη.

(*) Η φιλαυτία είναι τάχα πάντα ικανή να δώση στον δημιουργό την ποιότητα φιλαρέσκειας που του αξίζει; Υποπτεύεται κανείς ότι αυτό δεν συμβαίνει πάντα. Υπάρχουν δημιουργοί, ανώτεροι από τον εαυτό τους που οι ίδιοι καμαρώνουν στο έργο τους. Κι αυτή η αξία τους είναι εξ αντικειμένου πραγματική, γιατί ένα έργο τέχνης υπάρχει ως προς το μέτρο, που καρποφορεί αισθητικά στους άλλους….

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Αγία Ζώνη.gr: 24 Νοεμβρίου 2017

Κατηγορίες: Άρθρα, Γενικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.