Δίψα για το ζων ύδωρ της Πεντηκοστής – Αρχιμ. Ζαχαρίου Ζαχάρου.

Το Άγιον Πνεύμα επισκέπτεται τον άνθρωπο ως πύρινη γλώσσα. Με το πέρασμα του χρόνου η παρουσία Του στον άνθρωπο αυξάνεται φωτοβολώντας ολοένα και πιο λαμπρά, ωσότου καταυγάσει σε θαυμάσια και τέλεια ημέρα (Παροιμ. 4, 18). Το Άγιο Πνεύμα είναι το ζων ύδωρ που αναβλύζει «αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. 4, 14). Όσοι διψούν γι’ αυτό θα πιουν με ευφροσύνη. Αν όμως δεν μας συνέχει πνευματική δίψα, δεν έχουμε μερίδιο σε Αυτό. Ακριβώς για τον λόγο αυτό ο χρόνος που έχουμε στη διάθεσή μας, πριν φθάσει η δική μας Πεντηκοστή, αποτελεί εξαιρετική ευκαιρία, ώστε να διεγείρουμε μέσα μας την ευλογημένη αυτή δίψα για τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος.

Πριν από το πάθος και τη Σταύρωσή Του ο Κύριος ανήγγειλε ότι θα πήγαινε στον Πατέρα, αλλά δεν θα άφηνε τους μαθητές Του ορφανούς, δηλαδή απαράκλητους. Υποσχέθηκε ότι θα προσευχόταν στον Πατέρα να τους αποστείλει το Πνεύμα που θα σκήνωνε μέσα τους για πάντα (Ιωάν. 14, 16-18). Ωστόσο ακόμη και αυτοί οι μεγάλοι και άγιοι Απόστολοι έμειναν ορφανοί επί δέκα περίπου ημέρες, από την ημέρα της Αναλήψεως του Διδασκάλου τους ως την Πεντηκοστή. Στη διάρκεια των τριών ετών που ήταν μαζί τους ο Κύριος, καθώς και μετά την Ανάσταση, είχαν δεχθεί την ευγενή, τρυφερή και γεμάτη χάρη περιποίησή Του. Είχαν κοσμηθεί με πολλά χαρίσματα: ανάσταση νεκρών, εκδίωξη δαιμονίων, θεραπεία ασθενούντων και εξουθενημένων (Ματθ. 10, 8). Εντούτοις και αυτοί έμειναν ορφανοί για λίγο καιρό, ώστε να αποκτήσουν προσωπική εμπειρία των λόγων του Κυρίου: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιωάν. 15, 5). Ο πρώτος Παράκλητος ήταν ο Ίδιος ο Χριστός• τους είχε παρηγορήσει πάντοτε με τον λόγο Του. Αλλά η εμπειρία της εγκαταλείψεως, της πτωχεύσεως
και της μοναξιάς ήταν αναγκαία, ώστε να φουντώσει στις καρδιές τους η δίψα για το ζων ύδωρ της Πεντηκοστής.

Στην Παλαιά Διαθήκη, την ημέρα της Πεντηκοστής, οι Εβραίοι εόρταζαν τη μνήμη της παραδόσεως του Νόμου στον προφήτη Μωυσή, εγχαραγμένου σε λίθο από τα χέρια του Θεού. Αλλά ο νόμος εκείνος δεν θα τους οδηγούσε ποτέ στην ελευθερία του Πνεύματος (Β’ Κορ. 3, 3-7), αφού κανείς δεν μπορούσε να τελειωθεί με αυτόν (Εβρ. 7, 19). Σκοπός του ήταν να προετοιμάσει τους ανθρώπους για το πλήρωμα του χρόνου, οπότε ο νόμος του πνεύματος θα εγχαρασσόταν στις πλάκες της καρδιάς τους. Έτσι, όταν ήλθε η ημέρα της Πεντηκοστής, δέκα ημέρες μετά την Ανάληψη του Κυρίου, συντελέσθηκε ένα αληθινά κοσμοϊστορικό γεγονός. Καθώς οι μαθητές ήσαν συγκεντρωμένοι όλοι μαζί αναμένοντας τον Κύριο με πνευματική δίψα, προσευχόμενοι και τελώντας την κλάση του Άρτου, όπως Εκείνος τους είχε παραγγείλει, τους επισκίασε το Πνεύμα το Άγιο, ο άλλος Παράκλητος. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι το Άγιο Πνεύμα κατήλθε κατά την κλάση του Άρτου, την ώρα που οι Απόστολοι τελούσαν την Ευχαριστία, σημείο από τα πολλά που φανερώνουν ότι τη στιγμή εκείνη
γεννιόταν στον κόσμο η αποστολική Εκκλησία.

Στην Παλαιά, όπως και στην Καινή Διαθήκη, η έλευση του Αγίου Πνεύματος συνοδεύεται από ορατή και αισθητή εκδήλωση. Την ημέρα εκείνη, όπως περιγράφει το βιβλίο των Πράξεων, το Άγιο Πνεύμα ήλθε ως «πνοή βιαία». Μετά από τον ισχυρό και ορμητικό αυτό άνεμο, «διαμεριζόμεναι γλώσσαι ωσεί πυρός» κάθισαν σε κάθε έναν από τους μαθητές, προδηλώνοντας την παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα τους (Πραξ. 2, 2). Τα σημεία αυτά είχαν προτυπωθεί στην Παλαιά Διαθήκη. Ο προφήτης Ηλίας, πληγωμένος από βαθειά λύπη για την αποστασία του Ισραήλ, είχε αποσυρθεί σε σπήλαιο και θρηνούσε πικρά ενώπιον του Θεού. Αλλά ο Κύριος του υπέδειξε να ανεβεί στην κορυφή του όρους, όπου του αποκάλυψε την παρουσία Του. Πρώτα φύσηξε ισχυρός άνεμος που συνέτριβε τα βράχια, έπειτα ακολούθησε συσσεισμός και στη συνέχεια πυρ• αλλά ο Θεός δεν έκανε ακόμη την εμφάνισή Του. Τότε ήλθε σαν λεπτή αύρα, η γαλήνια, απαλή φωνή του Θεού (Γ Βασ. 19, 11-12).

Ώστε την παρουσία του Ίδιου του Θεού προαναγγέλλει το σημείο που προηγείται αυτής• ορμητικός άνεμος, ισχυρός σεισμός και φωτιά. Με άλλα λόγια, η οδός του Κυρίου πρέπει να προετοιμασθεί και να διασαφηνισθεί, για να μπορέσουμε εμείς που είμαστε σάρκες να αντιληφθούμε και να αναγνωρίσουμε την ταπεινή και φωτεινή παρουσία του Αγίου Πνεύματος και με την έλευσή Του, να μεταποιηθούμε σε πνευματικές υπάρξεις.

Στο Ευαγγέλιο η οδός του Κυρίου προπαρασκευάζεται συχνά με «σκληρούς λόγους». Για παράδειγμα, ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής αποκαλούσε τα τέκνα των Εβραίων «γεννήματα εχιδνών» (Λουκ. 3, 7). Η φράση αυτή ερμηνευόταν από τον Γέροντα Σωφρόνιο ως εξής: Με τον βαρύ αυτό χαρακτηρισμό ο Τίμιος Πρόδρομος παρηγορούσε (Λουκ. 3, 18) τον λαό μέσα από τη συντριβή που του προξενούσε. Η συντριβή ταπεινώνει την καρδιά του ανθρώπου, και η ταπείνωση την διευρύνει, ώστε να μπορεί να δεχθεί το Πνεύμα το Άγιο, τη χάρη του Παρακλήτου, που είναι και η μόνη αληθινή παρηγοριά.

Όλοι οι σκληροί λόγοι, τότε, μπορούν να εννοηθούν μέσω των λόγων του αποστόλου Παύλου: «Τις εστιν ο ευφραίνων με, ει μη ο λυπούμενος εξ εμού;» (Β’ Κορ. 2,2) Με τον ίδιο τρόπο, όπως ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο Απόστολος φέρνει τα πνευματικά του τέκνα σε συντριβή, προκαλώντας μέσα τους τη συναίσθηση ότι η ζωή τους δεν είναι, όπως θα όφειλε. Τους οδηγεί στην ταπείνωση, και, με τη βοήθειά της, στη χάρη. Γιατί ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν» (Ιακ. 4, 6• Α’ Πετρ. 5, 5). Στη συνέχεια, όπως λέγεται στην πρώτη ευχή της χειροτονίας πρεσβυτέρου, ακολουθεί «η θεία χάρις, η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα».

Στη ζωή του χριστιανού ένας σκληρός λόγος ισοδυναμεί με τη «βιαία πνοή». Εκδιηγείται τα θαυμάσια του Θεού και προξενεί στην καρδιά του ανθρώπου βαθειά μεταμέλεια. Η συντριβή αυτή είναι ο πρόδρομος της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος. Διαλύει τον όγκο της ρυπαρότητας που σκεπάζει την καρδιά. Συντρίβει τους λίθους της σκληρότητας του έσω ανθρώπου και τον βοηθά να ανακαλύψει τη «βαθειά καρδιά» του. Ώστε ο άνθρωπος, όταν υποβάλλεται σε τέτοιες δοκιμασίες, υφίσταται τον αρχέγονο «συσσεισμό», που είναι όμως απαραίτητος, για να τον διδάξει ότι μόνο ένα πράγμα του χρειάζεται: η ανακάλυψη της καρδιάς του.

Ο Γέροντας Σωφρόνιος είχε ορισμένους δικούς του σκληρούς λόγους. Για παράδειγμα έλεγε: «Αν κάποιος δεν έχει φθάσει το μέτρο της υποστατικής προσευχής –δηλαδή να φέρει μέσα του όλο τον Αδάμ και να προσάγει όλο το ανθρώπινο γένος ενώπιον του Θεού στην προσευχή του υπέρ όλου του κόσμου– τότε ας μην τολμά να αποκαλεί τον εαυτό του χριστιανό χωρίς φόβο και ντροπή».

Τέτοιοι λόγοι έχουν τη δύναμη να μας σώσουν. Στόχος τους είναι να μας συγκλονίσουν. Η χριστιανική παράδοση του «συσσεισμού» μας βοηθεί να ανακαλύψουμε τη βαθειά καρδιά, χωρίς την οποία είναι αδύνατον να δεχθούμε αληθινά το χάρισμα της Πεντηκοστής, την έκχυση του Πνεύματος πάνω σε κάθε σάρκα (Ιωήλ 2, 28). Έχουμε ανάγκη από την απαλή εκείνη και τόσο πολυτελή ενώπιον του Θεού καρδιά, στην οποία αναπαύεται το Πνεύμα Του. Σε αυτήν ακριβώς αναφέρεται το τρίτο παλαιοδιαθηκικό ανάγνωσμα της εορτής της Πεντηκοστής (Ιεζεκ. 36, 26). Αλλά και η επίκληση του Ονόματος του Χριστού μέσα στην ευαίσθητη αυτή καρδιά αποβαίνει ικανή να κατεργάζεται τη σωτηρία μας και να προσκομίζει καινή ζωή, σύμφωνα με το θείο λόγιο, «πας ος αν επικαλέσηται το Όνομα Κυρίου, σωθήσεται» (Ιωήλ 3, 5). Στην ουσία προσπαθούμε να επωάσουμε τη «νέα ζωή» που φέρουμε στο στέρνο μας, να θραύσουμε το κέλυφος που περικλείει την καρδιά μας, ώστε να εκπηγάσει η νέα αυτή ζωή.

Αν μελετήσουμε προσεκτικά τα αναγνώσματα της Παλαιάς Διαθήκης στην εορτή της Πεντηκοστής, θα διαπιστώσουμε τρία κυρίως θέματα: την έκχυση του Αγίου Πνεύματος πάνω σε κάθε σάρκα, την αγιαστική επίκληση του Ονόματος, με το Οποίο σωζόμαστε, και το χάρισμα της καινής καρδιάς• της ευαίσθητης σάρκινης καρδιάς, αντί της λίθινης, που είναι ανίκανη να συλλάβει οτιδήποτε το πνευματικό.

Στο πρώτο ανάγνωσμα, το οποίο ενέπνεε ιδιαίτερα τον Γέροντα, διαβάζουμε ότι ο προφήτης Μωυσής κατάρτισε κατάλογο εβδομήντα ανθρώπων, τους οποίους ο Θεός επρόκειτο να χρίσει με το Πνεύμα της προφητείας. Και ο προφήτης Ιεζεκιήλ λέει, «εκ των τεσσάρων πνευμάτων ελθέ και εμφύσησον εις τους νεκρούς τούτους, και ζησάτωσαν» (Ιεζεκ. 37, 9). Το ίδιο ακριβώς έκανε και ο Κύριος, όταν αναστήθηκε εκ νεκρών. Ενεφύσησε στους αγίους μαθητές Του και είπε: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον» (Ιωάν. 20, 22). Αυτό ήταν στην πραγματικότητα το προοίμιο της Πεντηκοστής, η προετοιμασία για το πλήρωμα της ελεύσεως του Αγίου Πνεύματος πάνω στη γη, τη μεγάλη και επιφανή εκείνη ημέρα των γενεθλίων της Εκκλησίας του Χριστού. Ο προφήτης Ιωήλ επίσης περιγράφει την ημέρα της Πεντηκοστής ως την έκχυση του Αγίου Πνεύματος σε όλη την ανθρωπότητα: «Και έσται μετά ταύτα και εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα» (Ιωήλ 3, 1) και «πας, ος αν επικαλέσηται το Όνομα Κυρίου, σωθήσεται» (Ιωήλ 3, 5).

Δεν είναι βέβαιο ωστόσο ότι θα σωθούν όλοι όσοι απλώς επικαλούνται το Όνομα του Κυρίου. Σύμφωνα με άλλο σκληρό λόγο Του, «ου πας ο λέγων μοι, Κύριε, Κύριε, εισελεύσεται εις την Βασιλείαν των ουρανών, αλλ’ ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. 7, 21), δηλαδή αυτός που τηρεί τις εντολές. Και όταν το Άγιο Πνεύμα εισχωρήσει στην καρδιά ως κραταιός και ορμητικός άνεμος, συντρίβοντας τη σκληρότητά της, εκεί στη βαθειά καρδιά, θα απεικονίσει τη μορφή του Κυρίου Ιησού Χριστού. Θα μετουσιώσει και θα καθάρει την καρδιά μας, ώστε να μπορούμε να επικαλούμαστε το Όνομά Του από τα έγκατά της. Ο απόστολος Παύλος βεβαιώνει ότι όταν η επίκληση προέρχεται από καθαρή καρδιά είναι σωτηριώδης (Β’ Τιμ. 2, 22), γι’ αυτό και το Άγιο Πνεύμα προετοιμάζει την καρδιά του ανθρώπου με τα μέσα της συντριβής και της ταπεινώσεως. Ο μεγάλος πόθος του Κυρίου είναι να επικαλούμαστε το άγιο Όνομά Του με τρόπο ευάρεστο σε Εκείνον και συγχρόνως σωτήριο για μας.

Ας εξετάσουμε προσεκτικά την πρώτη εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος στη γη. Στην αρχή της δημιουργίας το Πνεύμα του Θεού φερόταν πάνω από τα ύδατα (Γεν. 1, 2), όπως η κλώσσα που απλώνοντας τα φτερά σκεπάζει τα αυγά της, για να επωάσει και να φέρει στον κόσμο καινούργια ζωή. Το Πνεύμα του Θεού επωάζει όλη τη δημιουργία, και έτσι ήλθε στην ύπαρξη ολόκληρος ο κόσμος. Ανάλογη διεργασία συντελείται και στην καρδιά μας, όταν επικαλούμαστε άοκνα το Όνομα του Κυρίου. Με την εργασία αυτή οπλίζουμε τους εαυτούς μας με το χάρισμα της Πεντηκοστής, και το Πνεύμα του Κυρίου έρχεται να επισκιάσει την καρδιά, ώστε να εκπηγάσει καινή ζωή.

Πράγματι, αυτή είναι η νέα γέννηση που μας προσφέρεται, χωρίς την οποία, όπως λέει ο Κύριος, δεν μπορούμε να εισέλθουμε στη Βασιλεία Του (Ιωάν. 3, 5). Έτσι, όταν ευχόμαστε αδιάλειπτα: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», δεν κάνουμε τίποτε άλλο, παρά να προσδοκούμε στο υπερώο της καρδιάς, όπως και οι Απόστολοι απεκδέχονταν την έλευση του Παρακλήτου που τους είχε υποσχεθεί ο Κύριος. Προσκαρτερώντας στο υπερώο της καρδιάς μας, το Πνεύμα του Θεού επισκιάζει κατ’ επανάληψη το στέρνο μας. Η σκουριά της συσσωρευμένης αμαρτίας αποκαθαίρεται, ωσότου η χάρη επωάσει την καρδιά και εκπηγάσει εκεί καινούργια ζωή.

Ο μέγας προφήτης Ησαΐας επισημαίνει ότι ο πόνος προηγείται της ελεύσεως του Πνεύματος της σωτηρίας• ότι το Πνεύμα συλλαμβάνεται πρώτα μέσα στο φόβο και στην οδύνη της καρδιάς (Ησ. 13, 8). Η αλήθεια είναι ότι μας χρειάζεται συντριβή, μας χρειάζεται φόβος, έχουμε ανάγκη από πόνο. Όλα αυτά μας προετοιμάζουν για τη νέα ζωή, ωσότου μία έκρηξη, μία βαθειά τομή διανοίξει την καρδιά. Τότε πραγματοποιείται νέα γέννηση, και ο άνθρωπος, που μεταρσιώνεται πνευματικά, παραδίδεται στα χέρια του ζώντος Θεού. Όπως ισχυριζόταν ο Γέροντας Σωφρόνιος, αν εγκαρτερήσουμε στον πόνο και τη συντριβή, η καρδιά μας θα μεταμορφωθεί κάποια ημέρα σε φωτεινό κέντρο πνευματικής ευαισθησίας.

Ο απόστολος Παύλος επιβεβαιώνει επίσης ότι η συντριβή της καρδιάς που αληθινά μετανοεί θα ανοίξει στα βάθη της την οδό προς τους αλάλητους στεναγμούς του Πνεύματος, καθώς θα βοά, «αββά, ο Πατήρ» (Γαλ. 4, 6• Ρωμ. 8, 21-26). Επιπλέον θα επισφραγισθεί η υιοθεσία μας ως ελεύθερων τέκνων του Θεού, κάτω από τη χάρη του νόμου του Πνεύματος. Άρα, είναι αναγκαίο να υποφέρουμε με καρτερία τον πόνο, την «περιτομή της καρδίας» (Ρωμ. 2, 29). Άλλωστε αυτό σημαίνει να βαστάσουμε τα στίγματα του Κυρίου Ιησού, όπως το θέτει αλλού ο απόστολος Παύλος (Γαλ. 6, 17). Ας τα υπομείνουμε όλα αδιαμαρτύρητα, ώσπου να γεννηθεί μέσα μας το Πνεύμα της σωτηρίας, και η οδύνη μας να μετουσιωθεί στην ολοφώτεινη χάρη της υιοθεσίας των τέκνων του Θεού.

Η περιτομή της καρδιάς είναι μεγάλη ευλογία. Ξεκινά με τη βαθειά αλλοίωση που ενεργείται στον άνθρωπο κατά το Βάπτισμα, όταν ενδυόμαστε τον Χριστό και τα στίγματά Του γίνονται δικά μας. Πρέπει όμως να συνεχισθεί η αύξησή μας, ωσότου να μην υπάρχει τίποτε μέσα μας που να αντιστέκεται στην παρουσία Του. Τότε θα φέρουμε τη σφραγίδα του λαού Του, θα ανήκουμε στον νέο Ισραήλ, στην καινή κτίση που είναι το Σώμα του Χριστού. Βαστάζοντας μέσα μας τον ζωηφόρο θάνατό Του, μετέχουμε στον πλούτο της αιώνιας ζωής που απορρέει από την Ανάστασή Του. Όπως έχει περιτμηθεί η καρδιά μας, έτσι έχουμε περιτμηθεί και ως προς τη σκέψη, τον λόγο και όλα τα μέλη μας. Δεν διαλογιζόμαστε πια ούτε εκφραζόμαστε αρνητικά για κανέναν, αλλά όλα όσα πράττουμε η λέμε φέρουν μία μερίδα αγάπης, μέχρι να φθάσουμε στο πλήρωμα της μεγάλης αγάπης του Χριστού, που θα αποβεί η αιώνια κληρονομιά μας.

Όπως ακριβώς η συνεχής επίκληση του αγίου Ονόματος του Ιησού «επωάζει» την καινούργια ζωή της καρδιάς και ασφαλίζει την περιτομή της, το ίδιο επιτυγχάνεται και με την καθημερινή ανάγνωση των Γραφών. Κάποιος στίχος αναζωπυρώνεται ξαφνικά μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, για να την προπαρασκευάσει για την επίσκεψη του Πνεύματος του Θεού. Και αν είμαστε επιμελείς στη μελέτη μας, ο Κύριος μπορεί να μας δίνει συγκεκριμένο λόγο που θα μετατρέπει τον σπινθήρα σε φλόγα, κάθε φορά που θα προσερχόμαστε στην προσευχή. Τόσο πιστός είναι ο Κύριος στη διαθήκη Του μαζί μας! Εμείς είμαστε οι άπιστοι. «Ει απιστούμεν, Εκείνος πιστός μένει• αρνήσασθαι Εαυτόν ου δύναται» (Β’ Τιμ. 2, 13). Έχει ζωτική σημασία για μας να εμμένουμε προσηλωμένοι στον λόγο Του.

Όπως σπεύδουμε στο τραπέζι τρεις φορές την ημέρα, για να πάρουμε τη μερίδα της τροφής μας, έτσι έχουμε χρέος να ανταποκρινόμαστε στην ακατάπαυστη πρόσκληση του Κυρίου για τη δική Του τράπεζα που είναι πλούσια με την τροφή των λόγων Του. Αν επιθυμούμε να απολαύσουμε τα αγαθά της πνευματικής αυτής Τράπεζας και να κατανοήσουμε τον λόγο του Κυρίου, ώστε να ενοικήσει μέσα μας με ζωηφόρο δύναμη, είναι αναγκαίο να Του ζητούμε το χάρισμα που δώρισε στον Λουκά και τον Κλεόπα στον δρόμο προς Εμμαούς. Η δωρεά αυτή μας προσφέρεται όταν μελετούμε τις Γραφές, γιατί αυτές μας διδάσκουν να εντρυφούμε καθημερινά στον λόγο Του. Έτσι, με τον καιρό, σύμφωνα με τον Γέροντα Σωφρόνιο, ο λόγος του Θεού γίνεται η δική μας γλώσσα. Κάθε τόσο ένας από τους στίχους που έχουν ελκύσει τον νου και την καρδιά μας θα ζωοποιεί το πνεύμα μας. Θα ενεργεί ως είσοδος προς τον ανεξάντλητο πλούτο της ζωής που ο Κύριος τόσο επιποθεί για μας (Ιωάν. 10, 10), και θα μάθουμε να προσευχόμαστε ακριβώς με εκείνους τους λόγους της Γραφής που μας
ενέπνευσε το Πνεύμα το Άγιο.

Σκιαγραφήσαμε διαδοχικά: τις προπαρασκευαστικές δοκιμασίες που υπομένουμε με καρτερία, την Πεντηκοστή του Ονόματος του Χριστού και την Πεντηκοστή του λόγου του Θεού. Οι δύο τελευταίες συνίστανται στην αδιάλειπτη μελέτη του Ονόματός Του και του λόγου Του μέσα στην καρδιά μας. Αλλά εξίσου βιώνουμε την Πεντηκοστή όταν κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, που μας διαφυλάσσουν μέσα στους όρους της διαθήκης, την οποία έχουμε συνάψει: Να μη ζούμε πια για τους εαυτούς μας αλλά μόνο για τον Λυτρωτή μας, όπως λέμε σε κάποια από τις ευχαριστήριες ευχές μετά τη Θεία Μετάληψη.

Ο Ίδιος ο Κύριος υποσχέθηκε: «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ. Καθώς απέστειλέ με ο ζων Πατήρ καγώ ζω δια τον Πατέρα, και ο τρώγων με κακείνος ζήσεται δι’ εμέ» (Ιωάν. 6, 56-57). Σταδιακά συναισθανόμαστε ότι με τη μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού μετέχουμε στην καινοποιό ζωή του Ίδιου του Θεού. «Το πνεύμα εστι το ζωοποιούν, η σαρξ ουκ ωφελεί ουδέν», λέει ο Κύριος (Ιωάν. 6, 63), και με το ζωηφόρο αυτό Πνεύμα Του γεμίζει όλα όσα Του προσφέρουμε, για να μας τα επιστρέψει ανακαινισμένα. Στη Λειτουργία ανταλλάσσεται η δική μας πρόσκαιρη ζωή με τη δική Του την αιώνια. Η ανταλλαγή αυτή είναι επίσης η Πεντηκοστή μας, στην οποία λαμβάνουμε Πνεύμα επουράνιο.

Οι φανερώσεις του Αγίου Πνεύματος μας διδάσκουν ακόμη τη στάση που οφείλει να τηρεί η καρδιά για την περιφρούρηση του δώρου της χάριτος. Όταν ο Κύριος απονέμει στον άνθρωπο το πολυτελές και εύθραυστο χάρισμα του ταπεινού Αγίου Πνεύματός Του, η ορθή ανταπόκριση του ευεργετημένου ανθρώπου είναι να το σφραγίσει και να το αποθησαυρίζει μέσα στην καρδιά του. Αν προβεί σε επίδειξη του δωρήματός του υποκινούμενος από υπερηφάνεια, όχι μόνο θα το χάσει, αλλά θα προκαλέσει και τον αδελφό του. Η προβολή των χαρισμάτων μας συνιστά αθέτηση της δεύτερης εντολής του Θεού, γιατί με την ενέργειά μας αυτή σφετεριζόμαστε τον χώρο που ανήκει στον αδελφό μας. Οφείλουμε πάντοτε να παραχωρούμε όλο τον χώρο στον πλησίον μας και να κρατούμε μόνο ελάχιστο μέρος για τον εαυτό μας.

Ο Γέροντας Σωφρόνιος έχει βαθειά επίγνωση ότι η πνευματική αυτή αρχή διενεργείται τέλεια στους κόλπους της Αγίας Τριάδος. Όταν ο Χριστός ήλθε στον κόσμο, δεν είπε τίποτε για τον Εαυτό Του, μαρτυρώντας μόνο όσα του είχαν δοθεί από τον Πατέρα (Ιωάν. 12, 49). Παρομοίως, ο άλλος Παράκλητος, το Πνεύμα της αληθείας, δεν προφέρει τίποτε δικό Του, αλλά προσκομίζει διηνεκή μαρτυρία για τον Χριστό, αφού δική Του αγαλλίαση είναι η υπόμνηση των λόγων του Σωτήρα (Ιωάν. 14, 26). Εδώ αναγνωρίζουμε την ολοκληρωτική αλληλοπεριχώρηση των Προσώπων της Αγίας Τριάδος, την «κένωσή» τους σε αιώνιο επίπεδο, όπως ο Γέροντας Σωφρόνιος το εξέφραζε.

Κάθε Υπόσταση –Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα– δέχεται τη μαρτυρία της αλήθειάς Της από τις δύο άλλες Υποστάσεις. Καμία δεν προτείνει τον Εαυτό Της, αλλά προσφέρει όλο τον χώρο στις άλλες δύο. Στο βιβλίο του Ο ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ, ο Γέροντας καταγράφει σε υποσημείωση το σπουδαίο αυτό ήθος που διασώζεται ακόμη σήμερα στο Άγιον Όρος. Οι μοναχοί αγωνίζονται να κρύψουν στο βάθος της υπάρξεώς τους οποιοδήποτε δώρημα της χάριτος και να μη φανερώσουν την εσωτερική τους κατάσταση. Αυτό δεν είναι μόνο θέμα προφυλάξεως των ιδίων από την κενοδοξία η την αυταρέσκεια, αλλά αποτελεί επίσης ιερό χρέος σεβασμού προς τον πνευματικό χώρο των άλλων. Η σημείωση είναι συνοπτική, αλλά εκφράζει την ουσία της παραδόσεως και καταδεικνύει τη διάθεση της καρδιάς, στην οποία αναπαύεται περισσότερο το Άγιο Πνεύμα.

Ας εξετάσουμε τη μοναστική οδό. Είναι ίσως η συντομότερη οδός προς τη βαθειά καρδιά, από την άποψη ότι ο «συσσεισμός», που προετοιμάζει τον άνθρωπο για την υποδοχή της θείας χάριτος, βιώνεται με εντονότερο τρόπο στον μοναχισμό, παρά σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο ζωής. Ο Γέροντας Σωφρόνιος απηχεί όλη την παράδοση λέγοντας ότι πρώτον και κύριον ο συσσεισμός αυτός συντελείται μέσα από την υπακοή. Ανθρωπίνως ίσως να φαίνεται παράλογη η εξάρτησή μας από τη θέληση και την καθοδήγηση κάποιου άλλου. Αλλά αν ο μοναχός υπακούει με την καρδιά του στον πνευματικό του πατέρα, από αγάπη και απόλυτη εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του και όχι από κάποιου είδους μηχανική πειθαρχία, τότε ζει σύμφωνα με την ουσία της μοναχικής οδού, σύμφωνα με τον Γέροντα.

Υπακοή είναι η τελείωση της οδού της ταπεινώσεως κατά την εικόνα της ζωής της Αγίας Τριάδος: θυσιάζουμε την ανεξαρτησία μας παραδίδοντας την ψυχή μας στα χέρια κάποιου, που επωμίζεται την ευθύνη για τη σωτηρία μας. Τέτοια ταπείνωση δεν θα βραδύνει να φέρει τη βαθειά καρδιά στην επιφάνεια. Αν όμως ο μοναχός δεν καταθέτει την υπακοή του και ζει αυτόνομα –και αυτό είναι παγίδα, στην οποία εύκολα μπορεί να πέσει, ιδίως όταν δεν προκαλεί κανένα σκάνδαλο και περνά απαρατήρητος– η βαθειά καρδιά του δεν θα αναδυθεί ποτέ. Όταν όμως εξαρτούμε τη ζωή μας όχι από τη δική μας θέληση αλλά από το θέλημα του Θεού, που εκφράζει εκείνος στον οποίο έχουμε εμπιστευθεί την ύπαρξή μας και που «αγρυπνά για την ψυχή μας» (Εβρ. 13, 17), τότε γινόμαστε ως πρόβατα που οδηγούνται στη σφαγή.

Παραδίδουμε τη ζωή μας, το θέλημά μας, μιμούμενοι το παράδειγμα Εκείνου που ως αμνός άμωμος, άφωνος, χωρίς να ανοίξει το στόμα Του, οδηγήθηκε στη σφαγή (Ησ. 53, 7). Αν, από την άλλη πλευρά, εμμένουμε προσκολλημένοι στην ανεξαρτησία μας, κάποια ύπουλη ματαιοδοξία, κάποια κρυφή υπερηφάνεια υποκρύπτεται μέσα μας φράσσοντας την οδό προς την αληθινή γνώση της καρδιάς μας. Κανένας δεν θα μπορέσει ποτέ να εντοπίσει τη βαθειά καρδιά του, όσο εμφωλεύει μέσα του η αυταρέσκεια. Με τον όρο ανακάλυψη της βαθειάς καρδιάς εννοούμε τη στιγμή που ολόκληρη η ύπαρξη του ανθρώπου γίνεται καρδιά. Πρόκειται για ένα μεγάλο μυστήριο που ανήκει στο χώρο του Πνεύματος. Ένας άνθρωπος μπορεί ενδεχομένως να κλαίει καθημερινά για πολλά χρόνια, χωρίς να γνωρίζει τη βαθειά καρδιά του. Η εύρεσή της είναι δώρο του Αγίου Πνεύματος. Και όταν χορηγείται το χάρισμα αυτό, όλα μετουσιώνονται• ο άνθρωπος αναγεννάται και διαβαίνει από τον θάνατο στη ζωή (Ιωάν. 5, 24).

Υπάρχει ένα σημαντικό κεφάλαιο στο Ευαγγέλιο συναφές με αυτό το τράνταγμα, τον συσσεισμό που προμηνύει την έλευση του Αγίου Πνεύματος. Ο Κύριος λέει: «Αλλά εγώ την αλήθειαν λέγω υμίν• συμφέρει υμίν ίνα εγώ απέλθω. Εάν γαρ εγώ μη απέλθω, ο Παράκλητος ουκ ελεύσεται προς υμάς. Εάν δε πορευθώ, πέμψω Αυτόν προς υμάς• και ελθών Εκείνος ελέγξει τον κόσμον περί αμαρτίας και περί δικαιοσύνης και περί κρίσεως. Περί αμαρτίας μεν, ότι ου πιστεύουσιν εις εμέ• περί δικαιοσύνης δε, ότι προς τον Πατέρα μου υπάγω και ουκέτι θεωρείτε με• περί δε κρίσεως, ότι ο άρχων του κόσμου τούτου κέκριται» (Ιωάν. 16, 7-11). Δηλαδή, όταν έλθει το Πνεύμα το Άγιο θα ελέγξει τον κόσμο για την αμαρτωλότητά του, τη δικαιοσύνη του και την κρίση για τον εαυτό του.

Ο Κύριος προειδοποίησε: «Εάν μη πιστεύσητε ότι εγώ ειμι, αποθανείσθε εν ταις αμαρτίαις υμών» (Ιωάν. 8, 24). Η αμαρτωλότητα του κόσμου παρακωλύει την πεποίθηση στη θεότητα του Χριστού, πίστη που δωρίζεται στον άνθρωπο με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Το Πνεύμα κατήλθε με τη μορφή πυρίνων γλωσσών, και η πύρινη γλώσσα έχει δύο ιδιότητες: φωτίζει και θερμαίνει. Φωτίζει τον νου με την αληθινή γνώση του μυστηρίου του Θεού και με την πίστη προς το Πρόσωπό Του• και θερμαίνει την καρδιά με την αληθινή αγάπη και τη δύναμη του Θεού. Κατακαίει τα αγκάθια της αμαρτίας και αναζωογονεί την καρδιά. Η απιστία, με την έννοια αυτή, ισοδυναμεί με τον θάνατο της αμαρτίας.

Αν ο Παράκλητος δεν βρει χώρο μέσα μας, για να ενεργήσει, δεν θα λάβουμε τον ορθό φωτισμό της πίστεως, γιατί Εκείνος δεν πρόκειται ποτέ δια της βίας να καταφλέξει τα αμαρτήματα που ορθώνονται εναντίον της αλήθειάς Του. Όταν δεν είμαστε ενωμένοι με το Άγιο Πνεύμα δια της πίστεως, Του αρνούμαστε το «δικαίωμα» να διαλύσει το νέφος του σκότους και της αυταπάτης, στο οποίο είμαστε βυθισμένοι. Ώστε, όταν ο Παράκλητος έλθει, θα ελέγξει τον κόσμο περί αμαρτίας, δηλαδή θα βεβαιώσει ότι η αμαρτία της απιστίας δεν συγχωρείται.

Όσο για τον πιστό, αυτός αξιώνεται τέτοιων δωρεών της χάριτος από το Άγιο Πνεύμα, ώστε να επιτελεί τα ίδια τα έργα του Χριστού. Όπως λέει ο Κύριος, όποιος απορρίπτει τα έργα του Αγίου Πνεύματος βλασφημεί εναντίον Του, και γι’ αυτό δεν θα συγχωρηθεί από τον Θεό (Ματθ. 12, 31). Πως μπορούν να ανήκουν στον Θεό όσοι αποδίδουν τα έργα του Χριστού στον Βεελζεβούλ; Ακόμη και αν κάποιοι από αυτούς υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες των θεϊκών έργων Του, χάθηκαν όχι μόνο μέσα στην απιστία αλλά σε απερίφραστη βλασφημία (Ματθ. 12,24-27).

Όσον αφορά στη δικαιοσύνη, η κατάσταση είναι παρόμοια. Η τέλεια, θεόπνευστη δικαιοσύνη η αρετή καταλύει την αμαρτία και μας καθιστά ικανούς να λάβουμε το Άγιο Πνεύμα. Τέτοια ήταν η δικαιοσύνη του Κυρίου καθ’ όλο το πάθος Του πάνω στον Σταυρό: «Πάτερ, άφες αυτοίς• ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. 23, 34). Η αληθινή δικαιοσύνη του Θεού είναι η τέλεια αγάπη• αγάπη ακόμη και για τους εχθρούς. Πράγματι, η στάση του Χριστού απέναντι στον καθένα μας είναι αυτή της τέλειας αγάπης, αφού όλοι είμαστε εχθροί Του. Ακόμη και όταν συγκεντρωνόμαστε ως λαός Του, δεν είμαστε τίποτε άλλο παρά μία σύναξη εχθρών Του, από την άποψη ότι δεν Τον αγαπάμε, όπως έχουμε χρέος, ούτε αντικατοπτρίζουμε τη δόξα Του, όπως Εκείνος θα ήθελε από μας. Και όμως, σε αυτή τη σύναξη προσφέρει τον Εαυτό Του προς βρώσιν και πόσιν, χορηγώντας μας το Πνεύμα το Άγιο.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος διατείνεται ότι, αν ο Κύριος δεν είχε προφέρει τα λόγια αυτά από τον Σταυρό: «Πάτερ, άφες αυτοίς• ου γαρ οίδασι τι ποιούσιν», κανένας μας δεν θα μπορούσε να λάβει την άφεση των αμαρτιών του. Οι λόγοι Του έχουν αιώνια ισχύ, γιατί επισφραγίσθηκαν από τον θάνατο και την Ανάστασή Του. Ενεργούν λυσιτελώς ως το τέλος του κόσμου αυτού και στο επέκεινα ακόμη. Μπορούμε να οικοδομήσουμε πάνω τους ολόκληρη τη ζωή μας δεόμενοι: «Αντιπαράθεσε την άβυσσο των οικτιρμών Σου απέναντι στο πλήθος των πλημμελημάτων μου», όπως διαβάζουμε στην πρώτη ευχή της Πεντηκοστής. Πράγματι, οι αμαρτίες μας είναι μηδενικές συγκρινόμενες με το πέλαγος του ελέους και της συμπάθειάς Του.

Συνεπώς, θα ελέγξει τον κόσμο από την άποψη της δικαιοσύνης Του, της αγάπης Του για τους εχθρούς, της αγάπης εκείνης που εξαλείφει την αμαρτία. Κάποιος από τους Πατέρες της ερήμου ρωτήθηκε κάποτε από έναν ειδωλολάτρη φιλόσοφο: «Πιστεύεις στον Εσταυρωμένο;» Και εκείνος αποκρίθηκε: «Ναι, πιστεύω σε Εκείνον που κατάργησε την αμαρτία πάνω στον Σταυρό». Αλλά και ο άγιος Σιλουανός βεβαιώνει ότι, αν δεν αποκτήσουμε την αγάπη προς τους εχθρούς, η σωτηρία μας είναι αβέβαιη. Όντως, η δικαιοσύνη που διακηρύχθηκε πάνω στον Σταυρό αίρει την αμαρτία του κόσμου και υπερνικά τον άρχοντα του αιώνος τούτου. Το Άγιο Πνεύμα θα ελέγξει όλη την ανθρωπότητα.

Τα τέκνα του παρόντος αιώνος, που εφαρμόζουν την ανθρώπινη δικαιοσύνη, θα βρεθούν αναπολόγητα. Αλλά όσοι έλαβαν το Πνεύμα το Άγιο θα διατρανώσουν τη νίκη του Χριστού στην ίδια τη ζωή τους, αναδεικνύοντάς Τον Νικητή και Κατακτητή του κόσμου αυτού. «Μικρόν και ου θεωρείτε με», είπε ο Κύριος (Ιωάν. 16, 16). Αυτό σημαίνει ότι όχι πια Εκείνος, αλλά το Άγιο Πνεύμα, ο Παράκλητος θα επικυρώσει την αιώνια νίκη μας με τη νέα πραγματικότητα της θεϊκής Του δικαιοσύνης.

Τέλος, ο Λυτρωτής θα ελέγξει τον κόσμο σύμφωνα με πως κρίνει ο ίδιος (ο κόσμος) τον εαυτό του. Ο Γέροντας Σωφρόνιος αναφέρει στα γραπτά του ότι όλοι όσοι άγονται από το Άγιο Πνεύμα δεν παύουν ποτέ να μέμφονται τον εαυτό τους και να πορεύονται προς τα κάτω με τη χάρη του Πνεύματος. Παραθέτοντας τον λόγο του πρώην ηγουμένου του, αρχιμανδρίτου Μισαήλ, «ο Θεός δεν κρίνει δύο φορές», ο Γέροντας Σωφρόνιος διαβεβαιώνει ότι η κρίση μας εναντίον του εαυτού μας, η αυτομεμψία μας, προλαμβάνει και εξαλείφει τη μέλλουσα κρίση για μας. Μετά τον Χριστό, άριστος διδάσκαλος της αρχής αυτής είναι ο καλός ληστής, που ανέλαβε εκούσια κατάκριση για τον εαυτό του, αποδεχόμενος ως δίκαιο τον βασανισμό και τον θάνατό του και αποδίδοντας δικαιοσύνη στον συσταυρωμένο μαζί του δίκαιο Χριστό.

Γι’ αυτό και αμέσως απαλλάχθηκε από τη μέλλουσα κρίση, αφού εισήλθε στον Παράδεισο την ίδια εκείνη ημέρα. Ο Θεός δεν επρόκειτο να τον κρίνει για δεύτερη φορά. Αληθινή κρίση είναι η αποδοχή της αλήθειας για τον εαυτό μας. Όταν ταπεινώνουμε κατά το πνεύμα τον εαυτό μας ενώπιόν του Θεού και ομολογούμε τις αμαρτίες μας, η μέλλουσα κρίση αποδεικνύεται περιττή. Και τότε ο Θεός μας προσφέρει ένα εξαιρετικό δώρο. Στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο διαβάζουμε: «Επιβαλούσιν εφ’ υμάς τας χείρας αυτών και διώξουσι, παραδιδόντες εις συναγωγάς και φυλακάς, αγομένους επί βασιλείς και ηγεμόνας ένεκεν του ονόματός μου• αποβήσεται δε υμίν εις μαρτύριον• θέσθε ουν εις τας καρδίας υμών μη προμελετάν απολογηθήναι• εγώ γαρ δώσω υμίν στόμα και σοφίαν, η ου δυνήσονται αντειπείν ουδέ αντιστήναι πάντες οι αντικείμενοι υμίν» (Λουκ. 21, 12-15).

Το νόημα είναι προφανές, αν ερμηνεύσουμε τον στίχο σε σχέση με τη δίωξη από τις δυνάμεις του κόσμου αυτού. Αλλά το ίδιο ισχύει, όταν εκούσια κρίνουμε τον εαυτό μας στρέφοντας όλη τη μομφή εναντίον μας. Τότε μας δίδεται σοφία εν Πνεύματι Αγίω, που γεννά μέσα μας προσευχή μετάνοιας, η οποία θα μας δικαιώσει προλαμβάνοντας τη μέλλουσα κρίση του Κυρίου.

Όπως και οι άλλες μορφές του «συσσεισμού» του Κυρίου στην καρδιά μας, οι έλεγχοι αυτοί του Αγίου Πνεύματος μας προετοιμάζουν για την υποδοχή των χαρισμάτων Του. Όταν ομολογούμε την αμαρτία μας, όταν μιμούμαστε τον Κύριο στην αγάπη Του για τους εχθρούς Του, και όταν εθελούσια διατυπώνουμε κρίση εναντίον της εκπεσμένης φύσεώς μας, ο συσσεισμός που προξενείται «ένδον» φέρνει στην επιφάνεια τη βαθειά καρδιά μας, ευπρεπίζοντάς μας κατάλληλα, για να υποδεχθούμε το χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, τη δωρεά της αιώνιας Βασιλείας, με την οποία πλατύνεται η καρδιά τόσο, ώστε να περιπτύσσεται και τον ουρανό και τη γη.

Αρχιμ. Ζαχαρία Ζάχαρου: Πιστοί στη διαθήκη της Αγάπης. εκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 2012

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Καρέα

Παράβαλε και:
Εορτή της Πεντηκοστής: Υμνολογική εκλογή και τα Λειτουργικά Αναγνώσματα της Εορτής.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.