Κυριακή Θ΄ Λουκά: Ο αιφνίδιος θάνατος – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.

Λουκ.12, 16-21

«Ταύτη τη νυκτί την ψυχήν
σου απαιτούσιν από σου….»
(Λουκ.12, 20)

Ο άνθρωπος, αγαπητοί μου, είνε ένα θαυμάσιο αριστούργημα. Και όσο κανείς διά της επιστήμης το ερευνά, τόσο περισσότερο θαυμάζει το Δημιουργό, που εκ του μηδενός το δημιούργησε. Για πολλά πράγματα είνε θαυμαστός ο άνθρωπος. Γίνεται όμως ακόμη πιό θαυμαστός, όταν κανείς σκεφθή, ότι, σύμφωνα με την αγία Γραφή, πλάσθηκε να είνε άνθρωπος.

Ήμασταν, λοιπόν, για την αθανασία! Αλλά δυστυχώς, όπως είνε γνωστό, ο πρώτος άνθρωπος δεν υπήκουσε στο Θεό. Αμάρτησε και παρέβη την εντολή του να μη φάη από τον απηγορευμένο καρπό. Έτσι έγινε θνητός. Μετά τόν Αδάμ όλοι οι άνθρωποι υπόκεινται σε θάνατο. Άλλος μικρός και άλλος μεγάλος, όλοι φεύγουμε απ’ αυτό τον κόσμο. Ο θάνατος δεν κάνει καμμιά εξαίρεσι. Ένας μόνο νίκησε το θάνατο και αναστήθηκε μόνος του εκ των νεκρών, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.

Αλλ’ ενώ είνε βέβαιο, ότι όλοι πεθαίνουμε, η ώρα όμως του θανάτου είνε άγνωστη. Άλλος πεθαίνει με φυσικό θάνατο, άλλος με βίαιο θάνατο, από ατύχημα ή από δολοφονική ενέργεια. Άλλος φεύγει σε γεροντική, άλλος σε ώριμη, άλλος σε νεανική, και άλλος σε παιδική ή και σε νηπιακή ακόμη ηλικία. Λυπηρό γεγονός ο θάνατος. Και πιό λυπηρό, όταν συμβαίνη σε παιδιά και σε νέους. Οι αρχαίοι βέβαια, έχοντας υπ’ όψι τους τις ταλαιπωρίες αυτής της ζωής, έλεγαν· «Ον οι θεοί οι φιλούσιν, αποθνήσκει νέος», δηλαδή «Όποιον οι θεοί τον αγαπούν, πεθαίνει νέος». Εμείς οι χριστιανοί, έχοντας υπ’ όψι πιό πολύ τις αμαρτίες που φορτώνεται ο άνθρωπος όσο προχωρεί η ηλικία, λέμε, ότι όσοι πεθαίνουν νέοι είνε μακάριοι, γιατί φεύγουν φορτωμένοι με λιγώτερο βάρος. Πάντως, όσο και να ζήση κανείς, δεν ξεπερνά ωρισμένα όρια. Λίγοι, ελάχιστοι, φθάνουν σε βαθειά γεροντική ηλικία και ξεπερνούν τα εκατό χρόνια. Η Γραφή αναφέρει μερικά παραδείγματα από την αρχαία εποχή, όπως του Αδάμ, του Μαθουσάλα κ.ά., που έζησαν πολλά χρόνια, παραπάνω από εννιακόσια (Γεν. 5,5, 27). Για τη μετέπειτα όμως εποχή ισχύει το ρητό του προφήτου Δαυΐδ· «Αι ημέραι των ετών ημών εν αυτοίς εβδομήκοντα έτη, εάν δε εν δυναστείαις, ογδοήκοντα έτη, και το πλείον αυτών κόπος και πόνος» δηλαδή.· Τα χρόνια της ζωής μας περίπου εβδομήκοντα, ή στην καλυτέρα περίπτωσι ογδόντα, και το μεγαλύτερο μέρος τους κόπος και πόνος (Ψαλμ. 89,10).
Άγνωστο λοιπόν το πότε θα κοπή το νήμα της ζωής. Αυτό είνε γνωστό μόνο στο Θεό.

Το σημερινό Ευαγγέλιο μιλάει για έναν άνθρωπο που πλούτισε καις σχεδίαζε να γκρεμίση τις παλιές αποθήκες του, για να χτίση νέες κ’ εκεί να συγκεντρώση τα πλούσια αγαθά του. Σχεδίαζε να ζήση ζωή απολαύσεων και ηδονών. Ποτέ δεν φανταζόταν, ότι ο θάνατος είνε κοντά. Αλλ’ ενώ ήταν βυθισμένος μέσα σ’ αυτές τις σκέψεις, ξαφνικά η φωνή του Θεού τον ειδοποιεί· «Άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σού· ά δε ητοίμασας τίτνι έσται;» δηλαδή· Απερίσκεπτε, τη νύχτα ετούτη κιόλας σου παίρνουν την ψυχή· κι αυτά που έχεις ετοιμάσει σε ποιόν θα μείνουν; (Λουκ. 12, 20). Αυτά τα λόγια μας δίνουν αφορμή να μιλήσουμε εδώ για τον αιφνίδιο θάνατο.

***
Ένας λαϊκός μύθος αναφέρει το εξής χαρακτηριστικό διήγημα. Κάποτε ο Χάρος, όπως ονομάζει ο λαός το θάνατο, πήρε την εντολή να παραλάβη την ψυχή ενός ανθρώπου. Ήταν νύχτα και ο Χάρος περιπλανήθηκε, έχασε το δρόμο. Αντί λοιπόν να πάη εκεί πού είχε εντολή, χτύπησε την πόρτα ενός άλλου ανθρώπου. Ήταν πολύτεκνος, και την ημέρα εκείνη η γυναίκα του είχε γεννήσει το πέμπτο τους παιδί. Ο Χάρος είπε στο νοικοκύρη·

-Ήρθα να πάρω την ψυχή κάποιου, αλλά βλέπω πως έκανα λάθος. Χτύπησα τη δική σου πόρτα σε μιά ώρα που εσύ έχεις χαρά γιατί απέκτησες νέο παιδί. Με συγχωρείς. Αλλά, μιά και ήρθαν έτσι τα πράγματα, ας συνδεθούμε κι ας γίνουμε κουμπάροι.

Ο φτωχός άνθρωπος δέχτηκε την πρότασι και συνδέθηκε με πνευματική συγγένεια με το Χάρο. Με την οικειότητα όμως που απέκτησε τόλμησε να παρακαλέση το Χάρο να του κάνη μιά χάρι.

-Τι χάρι ζητάς; Του λέει ο Χάρος.

-Θα σε παρακαλέσω, όταν πλησιάζη το τέλος μου, να με προειδοποιήσεις πρίν έρθης να μέ πάρης.

-Αυτό, του λέει ο Χάρος, είνε εύκολο για μένα. Θα σε ειδοποιήσω.

Κάποια άλλη νύχτα, όχι πολύ μακρινή, ο Χάρος χτύπησε την πόρτα του κουμπάρου του.

-Ήρθα, του λέει. Έχω εντολή να πάρω την ψυχή σου.

Ταράχτηκε ο ταλαίπωρος άνθρωπος και διαμαρτυρήθηκε·

-Μα είχαμε κλείσει συμφωνία, να με προειδοποιήσης. Πώς τώρα έρχεσαι έτσι ξαφνικά!

Και ο Χάρος απαντά·

-Δεν έχεις δίκιο να διαμαρτύρεσαι. Εγώ σε προειδοποίησα πολλές φορές ως τώρα.

-Πώς και πότε;

Κι ο Χάρος του υπενθυμίζει:

-Δεν ένιωθες, που και που, διαφόρους πόνους σε πολλά σημεία του σώματός σου; Πότε στα πόδια, πότε στο στήθος, πότε στη καρδιά, πότε…; Όλοι αυτοί οι πόνοι ήταν προειδοποιήσεις, ότι πλησιάζει το τέλος. Αλλά εσύ αδιαφόρησες, νομίζοντας πως θα ζήσης εδώ για πάντα. Και να εγώ τώρα, χωρίς άλλη ειδοποίηση, παίρνω την ψυχή σου!

***

Αιφνίδιος θάνατος! Δυστυχώς ελάχιστοι σκέπτονται το θάνατο και μάλιστα τον ξαφνικό θάνατο. Αν είχαμε διαρκώς στη μνήμα μας το ενδεχόμενο του αιφνιδίου θανάτου, η ζωή μας θα άλλαζε ριζικώς. Όσοι από τους μεγαλύτερους θυμούνται τις φρικτές ημέρες που πέρασε η πατρίδα μας στο παρελθόν, μπορούν να καταλάβουν τι εννοούμε. Τότε βράδιαζε, και δεν ξέραμε αν θα ξημερώσουμε· ξημέρωνε, και δεν ξέραμε αν θα βραδιάσουμε. Το φάσμα του θανάτου ήταν διαρκώς στα μάτια όλων. Και όταν ο θάνατος είνε τόσο κοντά, η ζωή γίνεται πολύ διαφορετική….

Λένε για το Φίλιππο, τον πατέρα του Μ. Αλεξάνδρου, ότι είχε διατάξει ένα στρατιώτη να παρουσιάζεται κάθε πρωΐ εμπρός του, μόλις ξυπνούσε ο βασιλιάς, και να του λέη· «Φίλιππε, θυμήσου πως είσαι θνητός». Και ένας άλλος βασιλιάς, ο Ξέρξης, ο βασιλιάς της Περσίας, όταν εξεστράτευσε εναντίον της μικράς μας πατρίδος, παρέταξε στην πεδιάδα της Θεσσαλίας τον αμέτρητο στρατό του. Παρήλαυναν ενώπιόν του ατέλειωτες σειρές οπλοφόρων, αξιωματούχων, αρμάτων…. Όλοι χαίρονταν και καμάρωναν. Όλοι, εκτός από το βασιλιά, που σε κάποια στιγμή τον είδαν να δακρύζη. Τότε κάποιος από τους επιτελείς του τον ρώτησε·

-Βασιλιά μου, είσαι ο ενδοξότερος βασιλιάς του κόσμου, γιατί λυπάσαι;

-Την ώρα που παρήλαυναν τα στρατεύματα απαντά ο Ξέρξης, μου ήρθε μία σκέψι. Σκέφτηκα, ότι ύστερα από εκατό χρόνια δε θα ζη κανείς απ’ όλους μας· ούτε αυτοί που παρελαύνουν, αλλ’ ούτε εγώ που τους επιθεωρώ!

Πράγματι «ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης» (Εκκλ. 1,2).

Αιφνίδιος θάνατος! Ευτυχισμένοι εκείνοι που έχουν πάντοτε εμπρός τους το θάνατο, εκείνοι που διαρκώς σκέπτονται ότι σήμερα –αύριο έρχεται, εκείνοι που προετοιμάζονται όπως προετοιμάζεται ένας ταξιδιώτης που πρόκειται ν’ αναχωρήση για χώρα μακρινή. Και πώς μπορεί ο άνθρωπος να προετοιμαστή για το μεγάλο ταξίδι του θανάτου; Η προετοιμασία είνε, να έχη μετανοήσει και να έχη εξομολογηθή για όσα αμαρτήματα έκανε και να έχη κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια. Τότε, σε οποιαδήποτε στιγμή και να έρθη ο θάνατος, ο άνθρωπος είνε ασφαλής.
Η αγία Γραφή λέει· «Μνήσθητι τα έσχατα και παύσαι εχθραίνων, καταφθοράν και θάνατον, και έμμενε εντολαίς», δηλαδή· Να θυμάσαι τα τελευταία σου, και σταμάτησε τις εχθρότητες·( να θυμάσαι) τη φθορά και το θάνατό σου, και μένε πιστός στις εντολές (Σ.Σειρ. 28, 6). Στα πατερικά βιβλία διαβάζουμε· «Όρος φιλοσοφίας μνήμη θανάτου», δηλαδή· Προϋπόθεσις για να προοδεύσης στην εν Χριστώ ζωή είνε το να θυμάσαι το θάνατο. Συγκλονιστικά δε είνε τα τροπάρια που ψάλλονται κατά τη νεκρώσιμο ακολουθία· «Ως άνθος μαραίνεται και ως όναρ παρέρχεται και διαλύεται πας άνθρωπος….». «….Μία ροπή, και ταύτα πάντα θάνατος διαδέχεται». «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα, όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον· ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα, επελθών γαρ ο θάνατος, ταύτα πάντα εξηφάνισται…..». Η Εκκλησία σε κάποια από τις δεήσεις της προς τον Κύριο εύχεται για την απομάκρυνσι διαφόρων συμφορών, και μεταξύ αυτών των απειλητικών κινδύνων συμπεριλαμβάνει και τον αιφνίδιο θάνατο· «Έτι δεόμεθα υπέρ του διαφυλαχθήναι… από οργής, λοιμού, λιμού, σεισμού, καταποντισμού, πυρός, μαχαίρας, επιδρομής αλλοφύλων, εμφυλίου πολέμου και αιφνιδίου θανάτου…». Είνε επικίνδυνος, πνευματικώς ο αιφνίδιος θάνατος. Διότι έτσι ο άνθρωπος φεύγει απροετοίμαστος. Γι’ αυτό και ένας ωραίος ύμνος προς την Παναγία, που λένε στα μνημόσυνα όταν τελειώνει η βραδινή προσευχή του αποδείπνου, λέει· «Παναγία Δέσποινα….πρόφθασον και λύτρωσαι ημάς από πάσης περιστάσεως και από θάνατον τον εξαφνικόν και πανώλεθρον….».

***

Αγαπητοί μου· έχουμε πολλά παραδείγματα αιφνιδίου θανάτου, και θρηνούμε γι’ αυτά καθημερινώς. Δεν είνε πολύς καιρός που ένα λεωφορείο, στο κέντρο των Αθηνών, έπεσε πάνω στο πεζοδρόμιο και θανάτωσε νεαρούς φοιτητάς. Και τι να πούμε για τα τροχαία των εθνικών οδών κατά τις διήμερες εξόδους κάθε Σαββατοκύριακο ή τις πολυήμερες των αργιών; Χιλιάδες είνε τα αυτοκινητιστικά δυστυχήματα. Ξεκινάς με το αυτοκίνητο και δεν ξέρεις αν θα φθάσης στον προορισμό σου. Αιφνίδιος θάνατος παραμονεύει…..

Γι’ αυτό όλοι, μικροί και μεγάλοι, ας προσπαθήσουμε να προετοιμάζουμε τον εαυτό μας με την διαρκή μνήμη του θανάτου. Ας αξιοποιούμε τον καιρό τουλάχιστον σαν τον αρχαίο εκείνο βασιλιά της Ρώμης, που κάθε βράδυ, προτού να κοιμηθή, ανασκοπούσε την ημέρα που πέρασε, θυμόταν το θάνατο και, όταν δεν είχε κάνει κάποιο καλό, έλεγε· «Αλλοίμονο, έχασα την ημέρα μου!». Διαφορετικά, θ’ ακούσουμε κ’ εμείς κάποια στιγμή τη φωνή του Κυρίου να μας λέη· «Άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου· ά δε ητοίμασας τίνι έσται;» (Λουκ. 12, 20).

Από το βιβλίο: Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Πρ. Φλωρίνης: Κυριακή. Σύντομα κηρύγματα επί των Ευαγγελικών περικοπών.
Έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο Σταυρός»

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή Θ. Λουκά: Η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία του Μ. Βασιλείου περί πλεονεξίας, και εις το καθελώ μου τας αποθύκας.
Κυριακή Θ. Λουκά: Η παραβολή του άφρονος πλουσίου – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.
Κυριακή Θ. Λουκά: π. Θεόδωρος Ζήσης – ομιλία στην Κυριακή Θ’ Λουκά, Του άφρονος πλουσίου (video, mp3).
Κυριακή Θ’ Λουκά: Η παραβολή του άφρονος Πλουσίου – Anthony Bloom.
Κυριακή Θ’ Λουκά: Η αφροσύνη του πλεονέκτου – † Επίσκ’ Αυγουστίνου Καντιώτου.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.