Η ελεημοσύνη – Ιωάννου Πολέμη.

Σε κάθε γωνιά καθίζει μοναχός
κι ολημερίς γυρεύει ελεημοσύνη.
Είν’ άρρωστος και γέρος και φτωχός.
Πολλοί περνούν, κανένας δεν του δίνει.

Κι αποκοιμήθη ο γέρος φανερά
κι ο ύπνος φέρνει όνειρο, από κείνα
που βλέπουν οι φτωχοί καμιά φορά,
μ’ όλη τη φτώχεια, μ’ όλη των την πείνα.

Του φάνηκε – τί όνειρο γλυκό! –
πως πρόβαλε μια νέα καμαρωμένη,
βασίλισσα με στέμμα ευγενικό,
με σύννεφο χρυσό τριγυρισμένη…

Κρατούσ’ από το χέρι ένα παιδί,
παιδί ξανθό, παιδί καλοντυμένο˙
ήρθε μπροστά του, στέκει να τον δη…
και το παιδί τον είδε λυπημένο.

Κι εκεί που θαμπωμένος τη θωρεί,
που σαν αυτή δεν είδε καμμιάν άλλη,
σιμά του το παιδάκι προχωρεί,
του δίνει κάτι τι και φεύγει πάλι.

Και τότε γέρνει η ναι την κεφαλή
και παίρνει το παιδί στην αγκαλιά της
και το φιλεί και πάλι το φιλεί
και το χρυσώνουν τα χρυσά φιλιά της.

-Ποιά είσαι συ; Τη ρώτησε ο φτωχός.
-Εγώ είμαι η κυρά – Ελεημοσύνη˙
είπε, και φεύγει˙ μένει μοναχός
κι εξύπνησε και τ’ όνειρό του σβήνει.
Εξύπνησε και γύρισε να ιδή
κι εγύρισε και είδε στο πλευρό του
το ίδιο εκείνο το ξανθό παιδί,
που έβλεπε χρυσό μέσ’ στ’ όνειρό του.

-Σύρε, φτωχέ, κι αγόρασε ψωμί
να φας και συ και τα παιδιά σου.
-Παιδί μου, ο Θεός κάθε τιμή,
κάθε καλό να δίνη στην καρδιά σου!
(Χειμώνανθοι) Ιωάννης Πολέμης.

Από το βιβλίο: Αναγνωστικόν της πέμπτης τάξεως του δημοτικού σχολείου. Ν. Κοντοπούλου – Δ. Κοντογιάννη, Γ. Καλαματιανού Θ. Γιαννοπούλου. Αθήναι 1952
Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.