11 Ιανουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Θεοδοσίου του Κυνοβιάρχου: Συναξάριον και υμνολογική εκλογή.

Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου΄.

Τω αυτώ μηνί ΙΑ΄, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου.

Κοινού Θεοδόσιος ηγεμών βίου,
Κοινή μονασταίς εκβιώσας ζημία.
Ενδεκάτη ολοόν βίοτον λίπε Κοινοβιάρχης.

Ούτος ο Άγιος, ήτον κατά τους χρόνους Λέοντος του Μεγάλου εν έτει υν΄ [450], έφθασε δε και έως εις τους χρόνους Αναστασίου του Δικόρου, του εν έτει υ²α΄ [491] βασιλεύσαντος. Εκατάγετο δε από ένα χωρίον της Καππαδοκίας ονομαζόμενον Μωγαρισού. Υιός γονέων ευσεβών και πιστών, πατρός μεν, Προαιρεσίου καλουμένου, μητρός δε, Ευλογίας. Ούτος λοιπόν αφ’ ου έγινε Μοναχός, επήγεν εις τα Ιεροσόλυμα, και από εκεί επήγεν εις την Αντιόχειαν, και αντάμωσε τον Άγιον Συμεών τον Στυλίτην, από τον οποίον έμαθε και την αύξησιν, οπού έμελλε να λάβη εις την αρετήν, και ότι έχει να γένη πολλών λογικών προβάτων ποιμήν. Επειτα ησύχασε κοντά εις ένα άνδρα ησυχαστήν, Λογγίνον ονομαζόμενον, και εμεταχειρίσθη την εγκράτειαν με τόσην ακρότητα, ώστε οπού όλην την εβδομάδα έτρωγε μίαν μόνην φοράν ο αοίδιμος, και εις το διάστημα τριάκοντα ολοκλήρων χρόνων δεν έφαγε τελείως ψωμί.

Ασκήσας λοιπόν κάθε είδος αρετής, εις τόσον ύψος αναβάσεως έφθασεν ο τρισόλβιος, εις τρόπον ότι ηξιώθη να εκτελή παράδοξα θαύματα. Αυτός γαρ μόνος έβλεπεν ομού με ένα άλλον αδελφόν, τον μαθητήν του Βασίλειον, ο οποίος αφ’ ου εγκαινίασε πρώτος, ήτοι απέθανε, και ενταφιάσθη εις τον τάφον, οπού ο Άγιος έκτισε διά λόγου του προς ενθύμησιν του θανάτου, εστέκετο μετά τον θάνατόν του εις την Εκκλησίαν μαζί με τους αδελφούς και συνέψαλλεν. Ήτον δε εις όλους αόρατος. Αυτός άναψε και τα εσβυμένα κάρβουνα χωρίς φωτίαν εις τον τόπον εκείνον, όπου έμελλε να θεμελιώση το Μοναστήριον. Αυτός ηλευθέρωσεν από την ρύσιν του αίματος μίαν γυναίκα, οπού προσήλθεν εις αυτόν μετά πίστεως. Αυτός από ένα σπειρί σιτάρι, οπού ευλόγησεν, έκαμε να ξεχειλίσουν τα του σίτου αμπάρια.

Αυτός αοράτως επιφανείς, εύγαλεν από τον βυθόν του πηγαδίου το παιδίον, οπού εκεί μέσα έπεσεν. Αυτός και τον θάνατον έπαυσε των παιδίων μιάς γυναικός, τα οποία προ του ακόμη να γεννηθούν εις την ζωήν, υπό του θανάτου ηρπάζοντο. Όθεν και την τούτων μητέρα, ήτις δεν ήτον καλλιτέρα από μίαν παντελώς στείραν, διά την των τέκνων στέρησιν, ταύτην λέγω, ο Άγιος πολύτεκνον διά προσευχής του εποίησεν. Αλλά και ένα νέφαλον από ακρίδας εδίωξεν ο Όσιος με μοναχήν επιτίμησιν. Αυτός και τον κόμητα της Ανατολής Κήρυκον, εφύλαξεν εις τον πόλεμον άτρωτον. Εφόρει γαρ εκείνος ωσάν φυλακτικόν σιδηροπουκάμισον, το τρίχινον του Αγίου ιμάτιον. Αλλά και την γην αδικουμένην από ξηρασίαν και μη βλαστάνουσαν, ηλευθέρωσεν από την ανυδρίαν, καταβιβάσας βροχήν διά της προσευχής του.

Προείπε δε ο Όσιος και τον κρημνισμόν, οπού έμελλε να πάθη η πόλις Αντιόχεια από τον σεισμόν. Πολλούς δε ανθρώπους ελύτρωσεν από την της θαλάσσης φορτούναν, φανείς εις αυτούς κινδυνεύοντας. Εστάθη δε και διδάσκαλος εις την αρετήν πολλών μαθητών, και πολλοτάτους επαρακίνησεν εις τον όμοιον ζήλον και μίμησιν της εδικής του αρετής, διά μέσου των λόγων και έργων του, και ακολούθως οικείωσεν αυτούς με τον Κύριον. Έτζι λοιπόν πολιτευσάμενος, και δοξασθείς εν τη γή, ανεπαύθη εν ειρήνη, εις χείρας Θεού το πνεύμά του παραθέμενος. Τελείται δε η αυτού Σύναξις εις τον αποστολικόν Ναόν του Κορυφαίου Πέτρου.

Τον κατά πλάτος Βίον του Αγίου τούτου όρα εις τον Νέον Παράδεισον. Τόν δε ελληνικόν τούτου Βίον συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Ήδιστον μεν έαρ». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη των Ιβήρων Μονή και εν άλλαις.)

*

* Τή αυτή ημέρα ο Όσιος Θεοδόσιος, ο Ηγούμενος της εν τω Άθω Ιεράς Μονής του Φιλοθέου, και Επίσκοπος Τραπεζούντος χρηματίσας, εν ειρήνη τελειούται.

+ Θεοδοσίω επλάκη διπλούν στέφος,
Ως ιεράρχη και οσίω Κυρίου.

Όρα εις την Ακολουθίαν των Αγιορειτών Πατέρων.

*

Η Σύναξις των Μυρίων Αγγέλων, ήτις τελείται ένδον του Μαρτυρίου της Αγίας Αναστασίας εν τοις Δομνίνου.

* Τούς εξυμνούντας τον τρισάγιον ύμνον,
Υ΄μνοις γεραίρειν εικός εστιν Αγγέλους.

Μυρίοι Άγγελοι, εγώ έγραψα, ήτοι αναρίθμητοι, ως προς ημάς και ουχί μύριοι, ήτοι δέκα χιλιάδες. Αναλογώτερον γαρ εστι το πρώτον από το δεύτερον. Καθότι ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος λέγει· «Πολλαί εισιν αι μακάριαι στρατιαί των υπερκοσμίων νοών, την ασθενή και συνεσταλμένην υπερβεβηκυίαι των καθ’ ημάς υλαίων αριθμών συμμετρίαν» (κεφ. δ΄ περί Ουρανίου Ιεραρχίας). Διατί δε ετελείτο η Σύναξις αύτη των μυρίων Αγγέλων, ουδέν εύρομεν.

*

Μνήμη του Αγίου Στεφάνου του εν Πλακιδιαναίς, και του Αγίου Θεοδώρου, και Αγαπίου του Αρχιμανδρίτου.

+ Οι τρεις Τριάδος νυν παρίστανται θρόνω,
Την γην λιπόντες και κατοικούντες πόλον1.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Μάϊρος, αικιζόμενος τελειούται.

Μάϊρος εκραύγαζεν ων εν αικίαις.
Μή δειλιάς Μάϊρε, πλήττου και στέφου.

*

Ο Όσιος Βιτάλιος εν ειρήνη τελειούται.

Και πνεύμα δόντα Βιτάλιε Κυρίω,
Τα πνεύματα φρίττει σε της πονηρίας.

Ούτος ο Όσιος φαίνεται να ήναι ο Βιτάλιος εκείνος, οπού αναφέρεται εις τον Βίον Ιωάννου του Ελεήμονος. Όστις ήτον εις το Μοναστήριον του Αββά Σερίδου, και επήγεν εις Αλεξάνδρειαν, διά να δοκιμάση τον θείον Ιωάννην εάν ευκόλως σκανδαλίζεται. Όθεν γράψας εις χαρτίον όλας τας πόρνας, εδούλευε το εργόχειρόν του. Από αυτό δε ευγάνωντας δέκα οβολούς την ημέραν, τον μεν ένα οβολόν, ήτοι παράν, έδιδε και αγόραζε λουμπινάρια, και τα εμεταχειρίζετο εις τροφήν εδικήν του. τους δε επιλοίπους έδιδεν εις μίαν πόρνην κάθε βράδυ, λέγων αυτή. Διά τον Κύριον μη αμαρτήσης ταύτην την νύκτα, και λάβε τούτους. Αυτός δε επροσηύχετο διά την σωτηρίαν αυτής όλην την νύκτα, και το πρωΐ εμίσευεν, ορκίζωντας αυτήν να μη ομολογήση εις κανένα την πράξίν του. Ανάγνωθι εκεί και τα επίλοιπα περί αυτού.

*

Περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Μηναίοις η μνήμη του Αγίου Αποστόλου Μάρκου πλησίον του Ταύρου, ήτοι Μάρκου του Ευαγγελιστού. Αύτη γαρ τελείται κατά την εικοστήν πέμπτην Απριλλίου. Ομοίως και η μνήμη της Οσίας Ευπραξίας. Αύτη γαρ εορτάζεται κατά την εικοστήν πέμπτην Ιουλίου. Όπου και το Συναξάριον αυτής γράφεται.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

* * *

(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου” Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Υμνολογική εκλογή.

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ

Απολυτίκιον. Ήχος πλ. δ’.

Ταις των δακρύων σου ροαίς, της ερήμου το άγονον εγεώργησας’ και τοις εκ βάθους στεναγμοίς, εις εκατόν τους πόνους εκαρποφόρησας’ και γέγονας φωστήρ τη οικουμένη, λάμπων τοις θαύμασιν. Οσιε Πατήρ ημών Θεοδόσιε, πρέσβευε Χριστώ τω θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Με τις ροές των δακρίων σου, καλλιέργησες το άγονο έδαφος της ερήμου και ανέδειξες καρποφόρο, και με τους στεναγμούς από τα βάθη σου προσέφερες καρπούς εκατό φορές περισσότερους στον Κύριο. Έτσι έγινες αστέρι φωτεινό, που λάμπει με τα θαύματά του στην οικουμένη, όσιε πάτερ Θεοδόσιε. Γι’ αυτό πρέσβευε στον Χριςτό και Θεό μας να σώσει τις ψυχές μας.

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

Μετά τον Πολυέλεον. Κάθισμα του Οσίου. Ήχος γ’. θείας Πίστεως.

θείας αίρων σου χείρας προς ύψος, στύλος Όσιε φωσφόρος ώφθης, των προσευχών
εν ταις ακτίσι λαμπόμενος’ προς ουρανόν γαρ πτερώσας διάνοιαν, και των αρρήτων γενόμενος μέτοχος, όλος ήστραψας, Χριστόν τον θεον αιτούμενος, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Σηκώνοντας τα θεία σου χέρια στο ύψος του ουρανού, φάνηκες σαν στύλοςπου σκορπά και φέρνει το φως, λάμποντας με τις ακτίνες της προσευχής. Γιατί αφού έδωσες φτερά στον νου σου και τον κατηύθυνες προς τον ουρανό, γινόμενος μέτοχος των απερίγραπτων μυστηρίων, έγινες όλος μια αστραπή, παρακαλώντας τον Χριστό και Θεό να μας χαρίσει το μέγα Του έλεος.

Το ιδιόμελον. Ήχος πλ. β’.

Όσιε Πάτερ, εις πάσαν την γήν εξήλθεν ο φθόγγος των κατορθω¬μάτων σου! Δι’ ων εν τοις ουρανοίς, εύρες μισθόν των καμάτων σου. Των δαιμόνων ώλεσας τας φάλαγγας, των Αγγέλων έφθασας τα τάγματα, ων τον βίον αμέμπτως εζήλωσας. Παρρησίαν έχων προς Χριστόν τον θεόν, ειρήνην αίτησαι ταϊς ψυχαίς ημών.

Οσιε πάτερ, σε όλη τη γη σκορπίσθηκε ο λόγος και το κήρυγμα για τα κατορθώματά σου, για τα οποία και στον ουρανό βρήκες τον μισθό των κόπων σου. Κατέστρεψες τις φάλαγγες των δαιμόνων, έφθασες στην αγιότητα τα τάγματα των αγγέλων, των οποίων άμεμπτα ζήλεψες τη ζωή. Αφού λοιπόν έχεις τώρα θάρρος στον Θεό να Του ζητάς ό,τι θέλεις, ζήτησε και την ειρήνη για τις ψυχές μας.

¬Κάθισμα. Ήχος πλ. Δ. Την Σοφίαν και Λόγον.

Εγκρατεία και πόνοις και προσευχαίς, την ψυχήν σου κοσμήσας θεοπρεπώς, γέγονας συμμέτοχος, των Οσίων αοίδιμε’ και των θαυ¬μάτων όντως, χαρίσματα έλαβες, του ιάσθαι τας νόσους, των πίστει τιμώντων σε’ όθεν και δαιμόνων, απελαύνων τα πλήθη, παρέχεις ιάματα, τοις ανθρώποις τη χάριτι, θεοφόρε Θεοδόσιε. Πρέσβευε Χριστώ τω θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω, την Αγίαν μνήμην σου.

Με την εγκράτεια, τους κόπους της ασκήσεως και τις προσευχές, στόλισες την ψυχή σου, όπως θέλει ο Θεός. Έτσι βρέθηκες μαζί με τους οσίους, πανένδοξε, και έλαβες την χάρη των θαυμάτων να θεραπεύεις όσους σε τιμούν, αποδιώκοντας των δαιμόνων τα πλήθη και να θεραπεύεις με τη θεία χάρη, θεοφόρε Θεοδόσιε. Πρέσβευε τώρα στον Χριστό και Θεό μας να χαρίζει άφεση των αμαρτιών, σε όσους με πόθο εορτάζουν την αγία σου μνήμη.

Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ. Τη υπερμάχο.

Πεφυτευμένος εν αυλαίς ταϊς του Κυρίου σου, τας φανοτάτας αρΕτάς τερπνώς εξήνθησας, και επλήθυνας τα τέκνα σου εν ερήμω, των δακρύων σου τοις όμβροις αρδευόμενα, αγελάρχα των θεού θείων επαύλεων» όθεν κράζομεν’ Χαίροις Πάτερ Θεοδόσιε.

ΌΝΤΑς «φυτεμένος» στις αυλές του Κυρίου σου Ιησού Χριστού, άνθησες πλούσια τις φωτεινές αρετές, που ευχαριστούν όσους τις αντιλαμβάνονται, και πολλά τέκνα παρουσίασες αν και βρισκόσουν στην έρημο, ποτίζοντάς τα με τη βροχή των δακρύων σου, αρχηγέ όλων όσων ζουν στις θείες επαύλεις. Γι’ αυτό και σου ψάλουμε: Χαίρε πάτερ Θεοδόσιε.

ο Οίκος. Άγγελος πρωτοστάτης.

Άνθρωπος μεν τη φύσει, εχρημάτισας Πάτερ, αλλ’ ώφθης συμπολί¬της Αγγέλων’ ως γαρ άσαρκος επι γης βιοτεύσας σοφέ, της σαρκός άπασαν την πρόνοιαν απέρριψας» διό και παρ’ ημών ακούεις’
Χαίροις, Πατρός ευλαβούς ο γόνος»
χαίροις, Μητρός ευσεβούς ο κλάδος.
Χαίροις, της ερήμου πολιστής παγκόσμιος»
χαίροις, οικουμένης φωστήρ ο πολύφωτος.
Χαίροις, ότι εκ νεότητος ηκολούθησας Χριστώ»
χαίροις, ότι κατεμάρανας της σαρκός τας ηδονάς.
Χαίροις, των μοναζόντων πρόξενος σωτηρίας»
χαίροις, των ραθυμούντων τρόπος παρηγορίας.
Χαίροις, πολλούς εκ πλάνης ρυσάμενος’
χαίροις, κρουνούς θαυ¬μάτων δωρούμενος.
Χαίροις, πτωχών την φροντίδα ποιήσας,
χαίροις, ημών ο προστάτης και ρύστης.
Χαίροις, Πάτερ Θεοδόσιε.

Ησουν και έζησες ως άνθρωπος κατά τη φύση σου, όσιε πάτερ, αλλά αναδείχθηκες και συμπολίτης των αγγέλων, γιατί αφού έζησες σαν άσαρκος πάνω στη γη, σοφέ, πέταξες μακρυά την φροντίδα όλη της σαρκός. Γι’ αυτό και από εμάς ακούς τούτους τους εγκωμιαστικούς λόγους:
Χαίρε, απόγονε ευλαβούς πατέρα,
Χαίρε, κλάδε ευσεβούς μητέρας.
Χαιρε, συ που έκαμες πόλη την έρημο,
Χαίρε, συ πολύφωτο άστρο της οικουμένης.
Χαίρε, συ που από νέος ακολούθησες τον Χριστό,
Χαίρε, συ που μάρανες τις σαρκικές ηδονές.
Χαίρε, πρόξενε σωτηρίας των μοναχών”
Χαίρε, παρηγοριά των ραθύμων.
Χαίρε, συ που έσωσες πολλούς απ’ την πλάνη,
Χαίρε, συ που χύνεις ορμητικές πηγές θαυμάτων.
Χαίρε, συ που φροντίζεις τους φτωχούς,
Χαίρε, συ ο προστάτης και ρύστης μας απ’ τις συμφορές.
Χαίρε πάτερ Θεοδόσιε.

Εξαποστειλάριον. Ήχος β. Γυναίκες ακουτίσθητε.

Τον νουν καθάρας Όσιε, της των παθών συγχύσεως, τρανώς εδέξω τας θείας, εμφάσεις της υπερφώτου, και τριλαμπούς θεότητος, παμμάκαρ Θεοδόσιε, των Ασκητών αγλάισμα» και νυν πρεσβεύων μη παύση, υπέρ ημών θεοφόρε.

Αφού καθάρισες, όσιε, τον νου σου από την σύγχυση των παθών, δέχθηκες ολόλαμπρη την λάμψη της υπέρφωτης και τριλαμπούς θεότητος, της Αγίας Τριάδος, παμμακάριστε Θεοδόσιε, το φωτεινό κόσμημα των ασκητών. Και τώρα μην παύσεις να δέεσαι για μας, θεοφόρε.

Απόδοση, Μοναχής Θεοδοσίας.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.