Ο κυρ – Αλέκος – Πρωτοπρ. Αδαμαντίου Αυγουστίδη.

Ο κυρ-Αλέκος ήταν ένας αγράμματος πρόσφυγας από την Μικρά Ασία, που επιβίωσε και έθρεψε την οικογένειά του δουλεύοντας ως οικοδόμος. Επέμενε στις νηστείες «σαν καλόγερος», ήθελε το καντήλι αναμμένο μπροστά στα εικονίσματα και περιγελούσε απροκάλυπτα την εισαγωγή αυτοσχέδιων προσευχών στις λατρευτικές εκδηλώσεις, καθώς και τους θρησκευτικούς συναισθηματισμούς.

Μετά την αναχώρησή του από τα επίγεια, οι δικοί του, τακτοποιώντας τα ελάχιστα υπάρχοντά του, βρήκαν κάποιους μικρούς φακέλους με διάφορα ονόματα γραμμένα απέξω, όπως «κυρ-Γιάννης», «κυρά-Μαρία» κλπ. που περιείχαν ευτελούς αξίας μικροαντικείμενα (μια χτένα η ένα νυχοκόπτη) η κάποια ασήμαντα μικροποσά.

Το μυστήριο λύθηκε λίγες μέρες αργότερα, όταν διάφοροι άγνωστοι ηλικιωμένοι άνθρωποι εμφανίστηκαν από το πουθενά, για να συλλυπηθούν την οικογένειά του. Έτσι αποκαλύφθηκε ότι για χρόνια πολλά συνήθιζε να πηγαίνει σε κάποιο γηροκομείο, όπου ψυχαγωγούσε τους απόμαχους της ζωής με το μπουζούκι του. Ταυτόχρονα τους έκανε παρέα και κουβέντιαζε τα προβλήματά τους. Και όταν μάθαινε τις μικροανάγκες τους, όπως για λίγο χαρτζηλίκι η μια χτένα, τα αγόραζε ξοδεύοντας από το υστέρημά του, τα έβαζε στα γνωστά φακελάκια και τα μοίραζε στις κυριακάτικες επισκέψεις του, λέγοντας ότα τα στέλνει ο παπάς της ενορίας του, και «κρίμα που ο παπάς έμενε μακριά και δεν μπορούσε να τα φέρει ο ίδιος».

Λίγο καιρό πριν αρρωστήσει και σταματήσει να εργάζεται, έχτισε μια τουαλέτα στην αυλή της γειτόνισσας. Όταν έφθασε η ώρα της πληρωμής, διαφώνησαν στην αξία του έργου και στο τέλος τσακώθηκαν. Μέρες μετά, επιστρέφοντας από την δουλειά, βρώμικος και κατάκοπος, πληροφορήθηκε από την σύζυγό του ότι η γειτόνισσα είχε πέσει σε κώμα λόγω διαβήτη, και είχε μεταφερθή επειγόντως στο νοσοκομείο.

Ο αγαθός οικοδόμος πανικοβλήθηκε. Έφυγε σαν κυνηγημένος, φωνάζοντας ότι πρέπει να την προλάβει ζωντανή, για να συγχωρεθούν, και προσθέτοντας: «Όχι και να πάμε στην κόλαση για ένα παλιοκαμπινέ!» Ήταν μάλιστα τόσο αναστατωμένος, που στην διαβητική γερόντισσα πήγε δώρο… ένα κουτί γλυκά, που αγόρασε από τον πρώτο φούρνο που βρήκε μπροστά του.

Τελικά τι ήταν ο κυρ-Αλέκος; Ήταν απλώς ταπεινός και ορθόδοξος στα φρονήματά του. Τυπικό παράδειγμα του «αξιώματος» ότι «τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη και τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός, ίνα καταισχύνη τα ισχυρά».

Από το βιβλίο ΠΑΡΑΜΥΘΗΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Πρωτοπρεσβ. Αδαμαντίου Αυγουστίδη

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Εικονογραφίες.com: 11 Ιανουαρίου 2016.

Κατηγορίες: Γενικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.