Με τον Σταυρό πας ψηλά – Μακαριστής Μοναχής Πορφυρίας.

Εννέα η ώρα το πρωί, βρίσκομαι στην πιάτσα Περά¬ματος. Κλήση από το κέντρο μας: Πέραμα για Αθήνα. Πήρα το μικρόφωνο και απάντησα στην κλήση. Σε πέντε λεπτά ήμουν στο ακριβές σημείο. Επιβιβάζω δύο κυρίες και έναν κύριο. Ο κύριος κάθισε δίπλα μου, οι κυρίες πίσω. Η διαδρομή ήταν για το νοσοκομείο Λητώ. Ως συνήθως, άνοιξα κουβέντα:
-Γιατί πάτε στο νοσοκομείο; Έχετε κάποιο νεογέννητο;
-Όχι, μου απαντάει η μία κυρία από το πίσω κάθι¬σμα. Η αδελφή μου πάει να κάνει μια σοβαρή και επώδυνη εξέταση και φοβάται.
Κοίταξα από τον καθρέφτη την κοπέλα την άρρω¬στη, που έκλαιγε. Και επειδή ο πόνος των άλλων γίνεται καθημερινά και δικός μου πόνος, έριξα το βλέμμα μου στο ταμπλό του αυτοκινήτου, που έχω τον γλυκύ μου Ιησού, την Παναγία, τον Γέροντα Πορφύριο και πολλούς Αγίους και τους παρακάλεσα να την κάνουν καλά. Όπως γνωρίζουμε όλοι, ο πόνος είναι δώρο του Θεού και οι δοκιμα¬σίες, όταν τις δεχόμαστε με υπομονή και πίστη, μας πάνε στον Παράδεισο. Όσο πιο μεγάλες είναι οι δοκιμασίες, τό¬σο πιο πολύ αγιάζεται η ψυχή μας. Και όσοι καταφέρουμε να φτάσουμε μπροστά στον Κύριο μας, Εκείνος χαρούμε¬νος μας στεφανώνει με ολόχρυσο φωτοστέφανο.
Λένε πολλοί άνθρωποι, με τον σταυρό δεν πας μπροστά. Και απαντούν οι δυνατοί στην πίστη τους χριστιανοί: Με τον Σταυρό πας ψηλά!
Μιλούσα-μιλούσα, μέχρι που φτάσαμε στο Λητώ. Πριν κατέβουν, πήρα στα χέρια μου τρεις φωτογραφίες του Γέροντος Πορφυρίου, τους έδωσα από μία και είπα στην κοπέλα, που ήταν άρρωστη:
-Αυτός ο Άγιος Γέροντας θα σε κάνει καλά, δεν θα πονέσεις στην εξέταση καθόλου και δε θα μείνεις στο νο¬σοκομείο, όπως μου είπατε. Σε μισή ώρα θα έχεις τελειώ¬σει και θα φύγεις, θα πάς σπίτι σου και θα είσαι καλά!
Πήραν τις φωτογραφίες, με πλήρωσαν, μου είπαν ένα ψυχρό ευχαριστούμε και κατέβηκαν.
Εγώ συνέχισα τον δρόμο μου για την επόμενη πονε¬μένη ψυχούλα.
Όμως τι ευτυχία! Ύστερα από δύο Κυριακές, στην Εκ¬κλησία που πηγαίνω, συνάντησα την αδελφή της ασθενούς. Με γνώρισε εκείνη και στο τέλος της λειτουργίας με πλησία¬σε, με αγκάλιασε και με φίλησε δακρυσμένη.
Την κοιτούσα απορημένη, προσπαθούσα να θυμηθώ πού μπορεί να την ξέρω.
-Δεν με θυμάστε; με ρωτάει.
-Συγχωρέστε με, μα δεν θυμάμαι… Πέστε μου ποια
είστε;
Και τότε μου θύμισε πού είχαμε γνωριστεί. Έπεσα από τα σύννεφα!
-Πέστε μου, τι κάνει η αδελφή σας; Πόσο την βοή¬θησε ο καλός Θεούλης μας και ο Γέροντας Πορφύριος;
Με κοιτούσε και το χαμόγελο της έφτανε ως τα αφτιά της, παρ’ ότι τα μάτια της ήταν γεμάτα δάκρυα.
-Πέστε μου, σας παρακαλώ… Μη με κρατάτε σε αγωνία.
-Η αδελφή μου έγινε καλά και, όπως της είπατε, δεν πόνεσε καθόλου και σε μισή ώρα φύγαμε από το νοσοκο¬μείο. Ο Θεός και ο Γέροντας, που τόσο αγαπάτε, έκαναν το θαύμα τους. Όσο για τις απαντήσεις, βγήκαν αρνητι¬κές- η αδελφή μου είναι καλά!
-Τι είχε η αδελφή σας;
-Καρκίνο!
Εκείνη την ώρα λύγισα και με πήραν τα κλάματα.
-Επειδή έχω ζήσει το Γολγοθά του καρκίνου, όταν αρώστησε μια φίλη μου, μπορώ να νιώσω τον πόνο σας. -Θέλω να σας πω και κάτι άλλο:
-Πέστε μου ό,τι θέλετε.
-Ο κύριος, που καθόταν δίπλα σας, είναι ο άνδρας μου. Ποτέ δεν ήθελε να ακούσει για Θεό και για Αγίους. Στην Εκκλησία πήγαινα κρυφά. Δεν ξέρω πώς, επί μια ώρα άκουγε εσάς, χωρίς να νευριάσει και να βρίσει, και τη φω¬τογραφία που του δώσατε, την έχει στο πορτοφόλι του!

Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της Μακαριστής μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.