28 Απριλίου, διήγησις περί του γενομένου θαύματος εν Αφρική, εν τη πόλει Καρθαγένη – Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωππός Αττικής.

Διήγησις περί του γενομένου θαύματος εν Αφρική, εν τη πόλει Καρθαγένη1

Όταν βασιλιάς ήταν ο Ηράκλειος2 και πατρίκιος3 ο Νικήτας, έγινε στην Αφρική το παρακάτω θαύμα.
Κάποιος αξιωματικός του βασιλικού στρατού βρισκόταν στην Καρθαγένη.4 Επειδή όμως έπεσε στην πόλη θανατικό, πήρε τη γυναίκα του και κατέφυγε σ’ ένα προάστιο, όπου ήταν η κατοικία του, για να γλυτώσει τάχα το θάνατο.
Στην πραγματικότητα όμως έφυγε, επειδή ο διάβολος τον παρακίνησε ν’ αμαρτήσει. Σπέρνοντάς του δηλαδή σαρκικούς λογισμούς, τον κατάφερε να πέσει σε μοιχεία με τη γυναίκα του κηπουρού του.
Δεν πέρασε πολύς καιρός από την πτώση του, κι αρρώστησε βαριά από βουβωνοκήλη, που τον οδήγησε τελικά στο θάνατο.
Τρεις ώρες όμως μετά την ταφή του, ακούστηκαν κραυγές μεσ’ από το μνήμα:
-Ελεήστε με! Ελεήστε με!
Έτρεξαν και σήκωσαν την ταφόπλακα. Τι να δουν τότε! Ο αξιωματικός ήταν ζωντανός! Ζωντανός, μα άλαλος. Δεν μπορούσε να μιλήσει.
Το παράδοξο γεγονός έφτασε μέχρι τ’ αυτιά του Θαλάσσιου, του πάπα της Αφρικής,5 που έτρεξε αμέσως επιτόπου για να παρηγορήσει τον ταλαίπωρο αξιωματικό.
Πέρασαν τέσσερις μέρες. Τότε η φωνή του λύθηκε κι άρχισε να διηγείται:
-Λίγο πριν βγει η ψυχή μου από το σώμα, έβλεπα να με κυκλώνουν μερικοί μαύροι, φοβεροί στη όψη. Μετά είδα να με πλησιάζουν δυο ωραίοι νέοι. Ήταν άγγελοι! Μόλις τους αντίκρυσα, η ψυχή μου γέμισε χαρά. Με πήραν μαζί τους κι αρχίσαμε ν’ ανεβαίνουμε στον ουρανό. Στην εναέρια πορεία μας συναντούσαμε κάθε τόσο τα τελώνια,6 εκείνους τους μαύρους, που εξέταζαν κάθε αμαρτία μου. Άλλο τελώνιο ήταν του ψεύδους, άλλο του φθόνου, άλλο της πλεονεξίας… Οι άγγελοι, πάντως, τους εξουδετέρωναν, παρουσιάζοντας τις αγαθές μου πράξεις. Όταν όμως φτάσαμε στην πύλη τ’ ουρανού, συναντήσαμε ένα ολόκληρο τάγμα τελωνίων, το τάγμα της πορνείας. Αυτοί παρουσίασαν τη μοιχεία που είχα κάνει πριν από λίγο καιρό. Κι έτσι νίκησαν! Μ’ άρπαξαν και μ’ έσυραν στα βάθη της γης. Εκεί οι ψυχές των αμαρτωλών δοκιμάζουν τέτοια μαρτύρια, που η ανθρώπινη γλώσσα δε μπορεί να τα διηγηθεί. Καθώς έπιασα να θρηνώ εκεί κάτω, φάνηκαν πάλι μπροστά μου οι δυο εκείνοι νέοι. ¨Ελεήστε με¨, τους ικέτεψα κλαίγοντας, ¨και δώστε μου καιρό να μετανοήσω¨. Στράφηκε τότε ο ένας και λέει στον άλλο: ¨Παίρνεις την ευθύνη γι’ αυτόν; Να του δώσουμε καιρό να μετανοήσει;¨ ¨Να του δώσουμε¨, αποκρίθηκε ο άλλος. Με πήραν τότε και μ’ έφεραν στον τάφο. Εκεί βρήκα το σώμα μου να έχει γίνει σα λάσπη και βούρκος, γιαυτό και δεν ήθελα να μπω μέσα του. Οι άγγελοι όμως μου το ξέκοψαν: ¨Είναι αδύνατο να μετανοήσεις αλλιώς, παρά μόνο με το σώμα σου, αφού μ’ αυτό αμάρτησες¨. Τότε μπήκα στο σώμα μου. Κι αυτό ζωντάνεψε και άρχισα να φωνάζω.
Εδώ τελείωσε τη διήγησή του ο αξιωματικός. Και αφού έζησε σαράντα μέρες ακόμα με τέλεια ασιτία, με θρήνους και οδυρμούς, κοιμήθηκε πάλι.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Πρβλ. εκτενέστερη παραλλαγή της διηγήσεως στου Π.Β. Πάσχου, Μέλι το εκ πέτρας – Μικρό Γεροντικό Β’, «Ακρίτας», Αθήνα 1989, σελ. 190-196.
2. Ηράκλειος Α’ (610-641): Εκθρόνισε τον τύραννο Φωκά (602-610) και ανέβηκε στο θρόνο σε στιγμές κρίσιμες για το κράτος, που το απειλούσαν ιδιαίτερα οι Πέρσες. Πραγματοποίησε τέσσερις νικηφόρες εκστρατείες εναντίον τους (622-628) και τους ανάγκασε να κλείσουν ειρήνη και να δώσουν πίσω τον τίμιο Σταυρό, που είχαν αρπάξει από τα Ιεροσόλυμα. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 628 ο Ηράκλειος, ξυπόλητος και φτωχικά ντυμένος, ανέβηκε με λιτανεία στο ναό της Αναστάσεως των Ιεροσολύμων, βαστάζοντας στον ώμο το τίμιο Ξύλο. Εκεί το πήρε ο πατριάρχης Ζαχαρίας και το ύψωσε πανηγυρικά (δεύτερη ύψωση του τιμίου Σταυρού), ενώ κλήρος και λαός έψαλλαν το «Σώσον, Κύριε, τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου…». Από τότε η ύψωση του τιμίου Σταυρού καθιερώθηκε σαν μεγάλη Δεσποτική εορτή σ’ ολόκληρη της Εκκλησία.
Στο εκκλησιαστικό – θεολογικό πεδίο, πάντως, ο Ηράκλειος υποστήριξε το μονοθελητισμό. Στην προσπάθειά του ν’ αποκαταστήσει τη διαταραγμένη από το μονοφυσιτισμό χριστιανική ενότητα – και μέσω αυτής την πολιτική ηρεμία – στη Συρία και την Αίγυπτο, πείστηκε από τον πατριάρχη Σέργιο (610-638) να δημοσιεύσει την «Έκθεση» με τη νέα μονοθελητική διδασκαλία (638). Η αντίδραση των ορθοδόξων εναντίον της αιρέσεως ήταν ζωηρή, δεν καταδικάστηκε όμως επίσημα παρά μόλις το 681, από την ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδο.
Στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Ηράκλειου οι Άραβες κυρίεψαν τη Συρία, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο. Όταν πέθανε (11-2-641) άφησε ένα κράτος σε κατάπτωση από τις επιδρομές.
3. πατρίκιος (λατ. patricius ): Στα βυζαντινά χρόνια, και μέχρι το 12ο αι., ήταν τιμητικός τίτλος (όχι κληρονομικός), που απονεμόταν από τον αυτοκράτορα σε ανώτατους στρατιωτικούς και πολιτικούς άρχοντες (στρατηγούς, διοικητές επαρχιών, κλπ.). Οι πατρίκιοι έπαιρναν μέρος και στην σύγκλητο (συλλογικό νομοθετικό και διοικητικό σώμα ευγενών). Ο πρόεδρος της συγκλήτου λεγόταν πρωτοπατρίκιος.
4. Καρθαγένη (λατ. Carthago): Εδώ πρόκειται για την Καρχηδόνα, αρχαία παραλιακή πόλη της βόρειας Αφρικής, κοντά στη σημερινή Τύνιδα. Οι κάτοικοί της, έμποροι ικανοί και θαλασσοκράτορες, ήρθαν σε ρήξη με τους Ρωμαίους από τον 3ο αι. π. Χ. Μετά από τρεις πολέμους (264-241, 218-201, 149- 146) οι Καρχηδόνιοι ηττήθηκαν και η Καρχηδόνα καταστράφηκε. Χτίστηκε όμως πάλι το 44 π. Χ. από τον Καίσαρα και δεν άργησε ν’ αναπτυχθεί σε σπουδαίο εμπορικό και πνευματικό κέντρο.
Στους χριστιανικούς χρόνους ήταν η μητρόπολη του χριστιανισμού της Αφρικής και πρώτη απ’ όλες τις επισκοπικές έδρες της ηπείρου. Σ’ αυτήν έζησαν ο Τερτυλλιανός, ο άγιος Κυπριανός (επίσκοπός της από το 248 ως το 258), ο άγιος Αυγουστίνος. Από τον 3ο μέχρι τον 6ο αι. συνήλθαν στην Καρχηδόνα σαράντα σύνοδοι.
Η πόλη καταστράφηκε το 697 από τους Άραβες, αλλά η ομώνυμη επισκοπική έδρα διατηρήθηκε μέχρι τον 11ο αι.
5. Πρόκειται μάλλον για κάποιον αββά Θαλάσσιο (βλ. Π.Β. Πάσχου, ό.π, σελ. 191), τον οποίο κάποιος αντιγραφέας του κειμένου, προφανώς από λάθος, ονόμασε πάπα της Αφρικής (δηλ. πατριάρχη Αλεξανδρείας). Στους πατριαρχικούς καταλόγους της Αλεξανδρείας δεν αναφέρεται τέτοιο όνομα.
6. Τελώνια: Πονηρά πνεύματα, τα οποία, μετά το σωματικό θάνατο του ανθρώπου, παρεμβαίνουν σαν τελωνιακοί φύλακες και εμποδίζουν την ανάβαση της ψυχής του στον ουρανό, παρουσιάζοντας στους αγγέλους, που τη συνοδεύουν, τις διάφορες αμαρτίες που έκανε στη γη. Για το θέμα αυτό βλ. στον Ευεργετινό, τ.Α’, υπόθεση Ι’: Περί του ότι μετά την έξοδον η ψυχή φοβεράν εν τω αέρι την εξέτασιν δέχεται, των πονηρών πνευμάτων απαντώντων αυτή και κωλυόντων την άνοδον.

Από το βιβλίο: Διηγήσεις φοβερές και ωφέλιμες: Από τα Μηναία της Εκκλησίας μας – Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.