Δυνατή φιλία – Μακαριστής Μοναχής Πορφυρίας.

Κλήση από το Ράδιο Ταξί. Πειραιά για Ερρίκος Ντυνάν. Είμαι στο ακριβές σημείο. Δύο κυρίες έρχονται προς εμένα. Η μία κρατάει μπαστούνι και η άλλη δύο πατερίτσες. Η κυρία με το μπαστούνι κάθισε δίπλα μου, γιατί είχε πρόβλημα υγείας.
-Καλημέρα σας, χρόνια πολλά, μου λέει μόλις μπήκε και αμέσως την πήραν τα κλάματα.
-Μην κλαις, σε παρακαλώ, της είπε η κυρία που κάθισε πίσω.
– Κλαίω που είδα τις εικόνες που έχει η κοπέλα εδώ.
-Συγγνώμη, κοπέλα μου, μα από τότε που έπαθα το τροχαίο, είμαι πολύ εύκολη στο κλάμα.
-Δεν πειράζει, αφού σας κάνει καλό, κλάψτε• το κλάμα ανακουφίζει την ψυχή. Θέλετε να μου πείτε τι πάθατε;
-Να σου πω. Είχαμε πάει με μια φίλη μου βόλτα με το αυτοκίνητο της στο Καβούρι. Στον γυρισμό, στο ύψος της Γλυφάδας, είχαμε τροχαίο ατύχημα.
-Πώς έγινε;
-Ενώ πηγαίναμε δεξιά, η φίλη μου, ξαφνικά, μπήκε στην αριστερή λωρίδα της Ποσειδώνος. Δεν είδε το κόκκινο φανάρι και συγκρουστήκαμε με ένα λεωφορείο.
Πήρα τον λόγο, επειδή έκλαιγε, να την παρηγορήσω:
-Γλυκιά μου, μην έχεις βάρος στην ψυχή σου για τη φίλη σου, ήταν μια κακιά στιγμή. Σίγουρα ο διάβολος την τύφλωσε, για να μη δει το φανάρι που ήταν κόκκινο. Όμως ο Θεός σ’ άφησε να ζήσεις και, απ’ ό,τι καταλαβαίνω, πρέπει να έχεις έρθει και πάρα πολύ κοντά Του.
-Ναι, έχεις δίκιο, ήρθα πάρα πολύ κοντά Του. Τον πι¬στεύω, τώρα πια Τον πιστεύω, μου έκανε ακλόνητη την πίστη μου.
-Η φίλη σου είναι καλά;
-Ναι, εκείνη δεν έπαθε τίποτε. Τρία χρόνια μπαίνω και βγαίνω στα νοσοκομεία. Να, κοίτα αυτό το δάκτυλο, κόπηκε στο τρακάρισμα. Έχω κάνει οκτώ χειρουργεία- η φίλη μου, είναι πάντα κοντά μου, δεν έχω παράπονο.
-Και η φιλία σας πρέπει να έχει δέσει πάρα πολύ.
-Ναι, πάρα πολύ.
Τότε ρώτησα την κυρία που καθόταν πίσω:
-Εσείς οδηγούσατε το αυτοκίνητο, όταν έγινε το τροχαίο;
-Ναι, εγώ!
Για δευτερόλεπτα πάγωσα- απορούσα γιατί της έκανα αυτή την ερώτηση. Για λίγα λεπτά επικρατεί απόλυτη σιωπή- ώσπου η κυρία δίπλα μου μου λέει:
-Αυτή είναι η φίλη μου που πάθαμε το τροχαίο. Και πράγματι, όπως το είπατε, ήταν κακιά στιγμή.
Η κυρία, παρατηρώντας διαρκώς τις εικόνες, που είχα στο ταμπλό του αυτοκινήτου, έκλαιγε και έλεγε:
-Η Παναγία με έκανε καλά, η Παναγία! Ήμουν πεθαμένη και με ανέστησε! Η Πυροσβεστική ήρθε και με έβγαλε.
-Πρέπει να τρέχατε!
-Ε, τρέχαμε λιγάκι, άδειος ο δρόμος. Το αμάξι έγινε πίτα… μου λέει η κυρία. Αλλά, δόξα τώ Θεώ, είμαι καλά τώρα.
-Γιατί και μπαστούνι και πατερίτσες; τη ρώτησα.
-Τις πατερίτσες τις πάω στην Εκκλησία του νοσοκομείου- μπορεί να τις χρειαστεί κάποιος άλλος, που να μην έχει λεφτά να αγοράσει.
-Πολύ καλή η σκέψη σας, αν και θα χαιρόμουν να μην τις χρειαστεί κανείς.
Η κυρία πίσω, σ’ όλη την διαδρομή, ήταν μελαγχολική, αμίλητη, πικραμένη με το ατύχημα που είχε συμβεί στη φίλη της εξ αιτίας της.
Όταν φθάσαμε, βγήκα από το ταξί, να τις χαιρετίσω. Απευθύνομαι στην πίσω κυρία:
-Συγχαρητήρια, κυρία μου, που στέκεστε δίπλα της, στον σταυρό που σηκώνει!
Εκείνη, που σε όλη τη διαδρομή είχε ξαναζήσει το τραγικό ατύχημα, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυα της. Μου λέει συγκινημένη:
-Εύχομαι στον Θεό να πετάξει και το μπαστούνι από τα χέρια της- τότε μόνο θα γίνω καλά και εγώ, τότε μόνο θα ηρεμήσω.
Η κυρία αυτή με συγκίνησε πολύ- σπάνια περίπτωση θυσίας και αγάπης.

Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της Μακαριστής μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.

Κατηγορίες: Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.