Ο κόσμος και η συνείδηση του: Απλές σκέψεις για ένα μεγάλο θέμα – Σαράντου Καργάκου.

Ο Νίτσε με τον Υπεράνθρωπο σφράγισε ανεξίτηλα τη μοίρα και την ιστορία του αιώνα μας. Η θεωρία του Υπεράνθρωπου είναι μια θεωρία σκληρότητας. Πρέπει να λυτρωθούμε, διακηρύσσει ο Νίτσε, από την ηθική των δούλων και των αδυνάτων. Η αγάπη κατεβάζει τον άν¬θρωπο. Μόνο η σκληρότητα είναι δημιουργική. Και η σκληρότητα επιβάλλεται για την υπέρβαση του ανθρώ¬που και τη δημιουργία του Υπεράνθρωπου. «Ο Υπεράν¬θρωπος είναι πάνω από ηθικές δεσμεύσεις, δυνατός, σκληρός, γεμάτος δημιουργικότητα- περιφρονεί τα χλιαρά αισθήματα της αγάπης και της συμπόνιας και ποδοπατεί αδίστακτα τους ασθενείς».
Στο πορτρέτο αυτό εύκολα κανείς μπορεί ν’ αναγνω¬ρίσει την εικόνα του αιώνα μας. Στην προσπάθεια μας να γίνουμε Υπεράνθρωποι καταντήσαμε απάνθρωποι και μισάνθρωποι. Αναζητώντας τον Υπεράνθρωπο παραμε¬ρίσαμε τον άνθρωπο, αφαιρέσαμε από αυτόν κάθε στοι¬χείο ηθικής, προκαλέσαμε άμβλυνση των ηθικών του μέ¬τρων. Τον Υπεράνθρωπο εκφράζουν σήμερα πολιτικοί, κρατικοί και οικονομικοί μηχανισμοί, που λειτουργούν με γνώμονα τη μακιαβελλική λογική, ποδοπατώντας τα τελευταία ράκη της ηθικής, που μόνο σαν πρόσχημα για νέες ανήθικες πράξεις χρησιμοποιείται. Έτσι, στον καιρό μας αρχίζει να θεωρείται υποτιμητικό το να είναι κανείς ηθικός. Την ηθική έχει αντικαταστήσει η εξέλιξη. Εξέλιξη, όμως, εμφανίζει κι ο καρκίνος.
Η πραγματική πρόοδος βέβαια δεν αντιδιαστέλλεται προς την ηθική. Ο άνθρωπος, στην προσπάθεια του να ξεφύγει από το σημείο που τον άφησε η φύση, και να ξε¬περάσει τις αντιξοότητες του περιβάλλοντος του, βελ¬τίωσε τα μέσα παραγωγής, ανέπτυξε τεχνική και, για να ζήσει «εν κοινωνία», προήγαγε την ηθική, διεύρυνε την ευαισθησία του και προσδιόρισε κριτήρια για το ηθικό και το ανήθικο, το δίκαιο και το άδικο, όπως αυτά μορφοποιούνταν στη συνείδηση του μέσα από τις εξελίξεις των κοινωνικών σχέσεων.
Η σημερινή τεχνολογική ανάπτυξη δεν συμπορεύεται με την ηθική. Ο τεχνολογικός γίγαντας είναι ηθικά νά¬νος. Πολλοί διατείνονται πως η αδυναμία μετοχής και συναισθηματικής μέθεξης στον ανθρώπινο πόνο δίνουν το στίγμα της «ηθικότητας» μας. Η ψυχική πώρωση και η ηθική αναλγησία δε χαρακτηρίζουν μεμονωμένες περι¬πτώσεις• έχουν κυριεύσει το μέσο άνθρωπο, που-μένει αδιάφορος μπροστά στη δυστυχία, καλύπτοντας την ηθική του ένδεια με προσποίηση, με μια επίφαση έντιμης ζωής -συχνά ούτε κι αυτό είναι αναγκαίο—, με το προ¬σωπείο του καλού οικογενειάρχη και το χρίσμα του κα¬λού και νομοταγή πολίτη. Μπορεί από τη μια να επικρί¬νει και να κατακρίνει κάποιες ηθικές παρεκτροπές άλ¬λων, ωστόσο το δικό του ηθικό βαρόμετρο λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε ανενδοίαστα κι ανερυθρίαστα να κα¬ταπατά την αξιοπρέπεια, τα υλικά συμφέροντα του άλλου, στα πλαίσια βέβαια του «νόμου», προκειμένου να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του και να ικανοποιήσει τη μα¬ταιοδοξία του.
Ο σύγχρονος άνθρωπος προσποιείται ότι δεν έχει συ¬νειδησιακές κρίσεις, ότι δεν ταλανίζεται από τύψεις, θεωρεί τη συνείδηση οικείο κεφάλαιο, που έχει πετύχει μαζί της έναν αθέμιτο συμβιβασμό: αυτός θ’ αμαρτάνει κι αυτή θα ανέχεται. Όμως, αυτό που σήμερα ονομά¬ζουμε συνείδηση είναι ένα πλασματικό δημιούργημα, ένα είδωλο, ένα καθρέφτισμα, ανάκλαση μιας ρυπαρής και ρυπογόνας πραγματικότητας. Τη θέση της συνείδησης παίρνει η σκοτεινή πλευρά της ύπαρξης μας, οι ενστι¬κτώδεις τάσεις, οι ζωώδεις ροπές και τα αρχέγονα πάθη. Ο «τεχνολογικός βάρβαρος» είναι το πορτρέτο του σύγ¬χρονου ανθρώπου, ένα νέο «Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ»*, ένα πορτρέτο, που εκφράζει τις ηθικές απο¬χρώσεις του καιρού μας.

* «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ» είναι το πιο γνωστό —τουλά¬χιστον στην Ελλάδα— έργο του Όσκαρ Ουάιλντ.

Ασφαλώς οι ηθικοί κώδικες, οι ηθικές αντιλήψεις και αρχές δεν είναι κάτι στατικό, άπαξ καθορισμένο και κρυσταλλωμένο. Αποτελούν μεταβλητές ποσότητες, που μετασχηματίζονται ανάλογα με τις κοινωνικές και τις πολιτιστικές δομές, που συνθέτουν το ηθικό εποικοδόμημα. Στη διαμορφωμένη συνείδηση ανακλάται η βιοθεωρία μιας κοινωνίας και οι αντιλήψεις της περί ηθικής. «Δεν είναι η συνείδηση που καθορίζει τη ζωή αλλ’ η ζωή τη συνείδηση», υπήρξε μια πρώιμη θέση του Μαρξ. Μια κοινωνία, λοιπόν, που έχει κυριευτεί από τον ωφελιμι¬σμό, που προβάλλει ως πρώτη αξία το υλικό κέρδος, που, με πρόσχημα την αμφισβήτηση, διαγράφει όλες τις προϋπάρχουσες ηθικές αξίες, ακόμα κι αυτές που είναι απαραίτητες για τη συνοχή και προαγωγή της, διαπλάθει ελαστικές συνειδήσεις, καλλιεργεί τα σπέρματα της κα¬τάλυσης της, διαμορφώνει ένα νέο τύπο αντι-συνείδησης κι έναν νέο τύπο αντι-ανθρώπου, τον υπάνθρωπο, γε¬μάτο πλέγματα και φαντασιώσεις.
Ο Ντοστογιέφσκι στο έργο του «Έγκλημα και Τιμω¬ρία» περιγράφει σ’ όλες τις δραματικές του διαστάσεις τον αγώνα του εγκληματία να ξεφύγει από το συνειδη¬σιακό έλεγχο, από την τυραννία των τύψεων. Ο σύγχρο¬νος άνθρωπος, ανάλγητος και αδιάφορος, ψυχικά πωρω¬μένος και ηθικά βουλιαγμένος, χρειάζεται έναν αντι-Ντοστογιέφσκι, για να περιγράψει την αντι-συνείδησή του.
Η ανθρώπινη αδιαφορία έχει γίνει μετρήσιμο μέγε¬θος. Κάποτε στη Γερμανία σκηνοθέτησαν οδικό ατύχημα για να μετρήσουν πόσοι οδηγοί θα σταματήσουν για να προσφέρουν βοήθεια. Το άθροισμα ήταν μηδενικό. Και το αντίστροφο: μια έρευνα περιοδικού αποκάλυψε πως πολλοί δεν σπεύδουν —ιδίως νύχτα— να σηκώσουν, να βοηθήσουν έναν πεσμένο άνθρωπο, γιατί φοβούνται μή¬πως είναι σκηνοθεσία ληστείας. Υπάρχει μια πρόοδος, λοιπόν, στην καταγραφή της απανθρωπιάς, της αδιαφο¬ρίας, της ανθρωποφοβίας. Οι στατιστικοί πίνακες και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές είναι σε θέση να μας αποκα¬λύψουν με ακρίβεια ότι απεμπολήσαμε το μέσα, για να κερδίσουμε το έξω. Όμως, τελικά δεν κερδίσαμε τίποτα. Γιατί, όποιος δε βρίσκει ανάπαυση στη συνείδηση του μάταια την αναζητά αλλού. «Η συνείδηση είναι το πιο μαλακό μαξιλάρι, για να κοιμηθείς», λέει μια ξένη παροι¬μία.
«Ντρέπομαι για τη ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου», λέει ο Παλαμάς για τη δική του θαλπωρή την ώρα που η παγωνιά δέρνει αλύπητα την εργατιά και την αγροτιά. Ο σύγχρονος τεχνοκρατικός άνθρωπος δεν έχει τέτοιες ευαισθησίες. Φαίνεται πως τα τελευταία υπολείμ¬ματα ανθρωπιάς κάηκαν στους φούρνους του Άουσβιτς με το σήμα της «Ζήμενς», που ενδεχομένως φέρει κι ο δι¬κός μας ηλεκτρικός φούρνος. Όμως δε θέλουμε να κά¬νουμε κάτι τέτοιους ενοχλητικούς συσχετισμούς. Δε θέ¬λουμε ενοχλητικές μνήμες και ηθικά ερωτηματικά να τα¬ράσσουν τη μακαριότητα μας. Στον κόσμο μας μόνο το υλικό κεφάλαιο παραμένει ζωντανό. Η συνείδηση έχει γίνει νεκρό κεφάλαιο. Τα ηθικά κριτήρια έχουν απονε¬κρωθεί, κάθε εξω-υλικό μέγεθος προβάλλεται ως ανα¬χρονιστικό, η τιμιότητα θεωρείται αφέλεια, η αγαθότητα ανοησία, η ανθρωπιά παράταιρο θεωρητικό σχήμα.
Η τιμωρία του σύγχρονου ανθρώπου είναι ότι φοβά¬ται τον άνθρωπο. Κλειδώνεται – διπλοκλειδώνεται. Ασφαλίζεται — διπλασφαλίζεται. Όμως πιο πολύ από το συνάνθρωπο ο άνθρωπος φοβάται τον εαυτό του. Φο¬βάται να μιλήσει μαζί του, να κάνει έναν τίμιο απολογι¬σμό. Φοβάται τις ευθύνες, που συνεπάγεται ο συνειδη¬σιακός έλεγχος. Προτιμά να καταλαγιάζει τη φωνή της συνείδησης του με υποκατάστατα, ν’ αφήνεται στα πάθη του, ελπίζοντας ότι η συνείδηση του θα πάψει να τον ενοχλεί. Προτιμά να γίνει απάνθρωπος, που κινείται στο λυκόφως της συνείδησης, γιατί φοβάται το φως της. Προτιμά ν’ απεμπολήσει την αξιοπρέπεια του, παρά να ζημιωθεί οικονομικά. Ίσως ο τωρινός άνθρωπος να εν¬νοεί τη συνείδηση ως μια μοντέρνα Τράπεζα Συναλ¬λαγών.
Όταν φτάνει η μέρα που πρέπει ο άνθρωπος να πει το «μεγάλο ναι» ή το «μεγάλο όχι», όταν πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στα στενά μονοπάτια, που χαράζει ο αυτοέλεγ¬χος και οι εσωτερικές αμφιβολίες, και ανάμεσα στην πλατιά λεωφόρο που ανοίγει η αναλγησία, τοποθετείται μπροστά σ’ ένα δίλημμα, όμοιο μ’ εκείνο του Ηρακλή. Και τότε καλείται να δώσει μιαν απάντηση που θα σημα¬δέψει ολόκληρη τη ζωή του, που θα εξασφαλίσει την εσωτερική ισορροπία και ευδαιμονία ή θα επιφέρει τον εσωτερικό διχασμό, τη δισυπόστατη ψυχική δράση, που ενεργεί καταλυτικά για την ψυχική αρμονία, δημιουρ¬γώντας μια βούληση δύο ταχυτήτων: αργή για το καλό και γρήγορη για το κακό.
Τελικά με τις επιλογές μας φέραμε τη ζωή μας ξανά στην εποχή των παγετώνων. Η αφροσύνη έφερε την πα¬ραφροσύνη. Προσπαθώντας, λοιπόν, ο άνθρωπος να ζήσει σ’ έναν παράλογο κόσμο, κλείνεται ερμητικά στο καβούκι της μοναξιάς του, αρνείται το συναισθηματικό δέσιμο με τον κόσμο, μετατρέπεται σ’ έναν κοινωνικό αναχωρητή, που ζει μέσα στην κοινωνία, για να μη βρί¬σκεται σ’ επικοινωνία με τον εαυτό του, που μπορεί να του θέσει κάποια ενοχλητικά ερωτήματα ή να τον τοπο¬θετήσει σε βασανιστικά διλήμματα. Κλεισμένος σ’ ένα «αποστειρωμένο δωμάτιο», καλά ηχομονωμένο, στηρίζει την ύπαρξη του σ’ ένα κενό σχήμα, που υπηρετεί μόνο τον εγωισμό του, χωρίς να συμβάλλει προωθητικά στην επίτευξη μιας νέας ηθικής ποιότητας.
«Όμορφο κόσμο, ηθικό, αγγελικά πλασμένο», οραμα¬τίστηκε ο ποιητής. Ας είμαστε περισσότερο προσγειωμέ¬νοι. Η απαίτηση για έναν κόσμο αγγέλων προβάλλει σαν άπιαστο όνειρο, που ελάχιστα προσεγγίζει τα ανθρώπινα μέτρα, όπως διαμορφώνονται σήμερα. Αν όμως δεν μπο¬ρούμε να κάνουμε τη ζωή μας παράδεισο, μπορούμε, τουλάχιστον, να μην την κάνουμε κόλαση. Ο δρόμος της σωτηρίας περνάει μέσα από την ψυχή. Ο Βλαδίμηρος Λένιν, ένας ελάχιστα ωραιολόγος οραματιστής έχει πει: «Η ανθρώπινη συνείδηση δεν αντανακλά μόνο τον αντι¬κειμενικό κόσμο, μα και τον διαμορφώνει». Αν δώσουμε προτεραιότητα στην ποιότητα της συνείδησης (κι αυτό είναι ευθύνη της παιδείας), μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο καλύτερο. Ας προσπαθήσουμε να ευαισθητοποιη¬θούμε σε ηθικά θέματα, ν’ απαλλαγούμε από την απο¬στασιοποίηση απέναντι στους ηθικούς κραδασμούς του κόσμου, ελπίζοντας να τον κάνουμε όχι βέβαια αγγελικότερο αλλά ανθρωπινότερο.
(25 Απριλίου 1986)

Από το βιβλίο του Σαράντου Ι. Καργάκου: «Προβληματισμοί – ένας διάλογος με τους νέους.» Τόμος Ε΄
GUTENBERG – ΑΘΗΝΑ 1997

Κατηγορίες: Γενικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.