Ο νοσταλγός – Αρχιμ. Μελετίου Κατσουρού.

Ήταν απόγευμα και ο φιλόσοφος Σοπενχάουερ περιδιάβαινε κάποιο κήπο στη Γερμανία. Είχε από μικρός το ελάττωμα να απασχολεί τη σκέψη του με τα μεγάλα ζητήματα της ύπαρξης. Μέσα λοιπόν στη βαθύσκια σιωπή της φύσης, δόθηκε ολόψυχα πάλι στους συλλογισμούς του. Σε μια στιγμή –είχε πια σουρουπώσει- φάνηκε ο φύλακας του κήπου, που τον ρώτησε απότομα:
– Ποιος είσαι συ και τι γυρεύεις τέτοια ώρα εδώ;
Ο φιλόσοφος πετάχθηκε σαν ηλεκτρισμένος κι αναφώνησε:
– Αλήθεια, ποιος είμαι εγώ και γιατί ζω;
Και έφυγε για το σπίτι του, βυθισμένος περισσότερο τώρα στους στοχασμούς του.
Ο άνθρωπος είναι το μόνο ον επί γης που δε μπορεί να αναπαυθεί σε μία ζωή ζώου: Γέννα, φαγητό, ύπνος, αναπαραγωγή. Μόνο αυτός θέτει οξύαιχμα και αμείλικτα ερωτήματα: Τι είμαι; Γιατί είμαι; Ποιο το νόημα; Ποιος ο σκοπός; Υπάρχει μακρόπνοη προοπτική; Μπορώ να ιχνηλατήσω την ευτυχία;
Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, ο άνθρωπος είναι το κομψοτέχνημα του Θεού στη Γη. Το κορυφαίο δημιούργημα, το ποιο αγαπημένο. Η κατακλείδα και η κορωνίδα της Δημιουργίας. Δεν υπήρχε πάντοτε. Δεν υπάρχει εξ’ ανάγκης. Θεμελιώθηκε στην αμετάθετη βουλή του Θεού, στην ασύνορη αγάπη Του. Ο άνθρωπος πλάσθηκε εκ του μηδενός κατά την έκτη δημιουργική ημέρα, όταν όλα τα άλλα όντα είχαν ήδη διαβεί το κατώφλι της ύπαρξης.
«Και είπεν ο Θεός: ποιήσωμεν άνθρωπον κατ΄εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν. Και αρχέτωσαν των ιχθύων της θαλάσσης και των πετεινών του ουρανού και των κτηνών και πάσης της γης και πάντων των ερπετών των ερπόντων επί της γης. Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γεν. α’ 26, 27).
«Ποιήσωμεν». Οι Εβραίοι ραββίνοι περνούσαν δύσκολες ώρες κάθε φορά που καλούνταν να ερμηνεύσουν τον πληθυντικό αριθμό στο ιερό κείμενο. Γι’ αυτούς, ο Θεός είναι ένας, ένα πρόσωπο. Με ποιον θα συνδημιουργούσε ο Θεός; Ήδη από το πρώτο κεφάλαιο της Παλαιάς Διαθήκης αχνοφέγγει το μυστήριο της Αγίας Τριάδος.
Ο Τριαδικός Θεός μας λοιπόν, προκειμένου να δημιουργήσει τον άνθρωπο, δεν ακολούθησε το συνηθισμένο του τυπικό, δι’ ενός απλού δημιουργικού λόγου Του, λ.χ. «Γενηθήτω φως». Εδώ, φαίνεται ότι ο Θεός-Πατήρ συσκέπτεται με τα άλλα δύο θεία Πρόσωπα. Κάτι πολύ σημαντικότερο πρόκειται να δημιουργηθεί.
«Ποιήσωμεν άνθρωπον κα’ εικόναν ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν».
Βρισκόμαστε μπροστά στο ιδρυτικό πρακτικό της δημιουργίας του ανθρώπου. Απειράριθμες ώρες σκέψης, μυριάδες βιβλία γραμμένα για να ρίξουν φως στα πρωταρχικά ερωτήματα: Τι είναι ο άνθρωπος; Ποιος ο σκοπός του; Και όμως η Παλαιά Διαθήκη, απλά και δωρικά είχε διαλευκάνει το μυστήριο. Ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού. Σκοπός του Να μοιάσει στο Θεό, ευρισκόμενος σε κοινωνία αγάπης μαζί Του. Το κατ’ εικόνα και το καθ’ ομοίωσιν αποτελούν τους θεμελιωδέστερους όρους ανθρωπογνωσίας.
Στη Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο άνθρωπος αναγνωρίζεται ως απόλυτη αξία. Αλλά κάτι τέτοιο θα αποτελούσε μια μεγαλομανιακή αυθαιρεσία, αν δεν αλήθευε το κατ’ εικόνα Θεού. Για παράδειγμα, το αθεϊστικό νεοδαρβινικό μοντέλο για τον άνθρωπο δε δύναται να του κατοχυρώσει αξία πολύ μεγαλύτερη από αυτήν της κατσαρίδας.
Ο άνθρωπος λοιπόν ως εικόνα Θεού είναι υπεραξία. Ο αββάς Ζωσιμάς, ασκητικός πατέρας του στ’ αιώνος, λέγει ότι η σωτηρία ενός προσώπου που είναι καθ’ ομοίωσιν Θεού είναι πιο πολύτιμη για το Θεό από ότι 10.000 κόσμοι με όλα όσα περιέχουν.
Ένα επιπλέον σημείο: το κατ’ εικόνα και το καθ’ ομοίωσιν αφορούν κάθε άνθρωπο ανεξαιρέτως. Ο Θεός «εποίησεν εξ’ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων» (Πράξ. ιζ’ 26). Λευκοί και έγχρωμοι, άρρωστοι και εύρωστοι, πλούσιοι και πένητες, αναλφάβητοι και πεπαιδευμένοι, άνδρες και γυναίκες – «άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γέν. Α’ 27) – απολαμβάνουν ισόκυρα την υψηλή κληρονομιά. Το θεόπνευστο αυτό κείμενο συντρίβει αβίαστα και ολοκληρωτικά όλες τις διακρίσεις ανισότητας φυλής, φύλου και κοινωνικής διαστρωμάτωσης, την ευλογοφάνεια κάθε ευγονικής, κάθε στρατηγική «αναπόφευκτου» αποκλεισμού. Και να σκεφθούμε ότι η Γένεση έχει γραφεί περί το 1500 π.Χ., όταν ολόκληρη η ανθρωπότητα αγνοούσε και θεωρητικά ακόμη την έννοια της ισότητας, αλλά και ήταν βυθισμένη σε αβυσσαλέα ανισότητα στον καθ’ ημέρα βίο• δουλεία, ρατσισμός, υποτίμηση της γυναίκας. Πόσο αδαείς αποδεικνύονται όσοι περιφρονούν την Παλαιά Διαθήκη ή τη συκοφαντούν ως μυθολογία των Εβραίων. Τη βάζουν έτσι δίπλα-δίπλα με τις μυθολογίες των λαών, στις οποίες, κατά το δη λεγόμενον, το παραμύθι πάει σύννεφο. Αποδεικνύουν ότι ούτε την Παλαιά Διαθήκη έχουν μελετήσει, ούτε μυθολογίες.
«Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν».
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος κάπου αναφέρει: Όταν ένας βασιλιάς κτίσει μια νέα πόλη, υψώνει στο κέντρο της το άγαλμά του. Το άγαλμα αυτό το σέβονται οι πάντες. Έτσι και ο Θεός. Δημιούργησε τον κόσμο και στο τέλος τεχνούργησε την εικόνα Του, τον άνθρωπο, που για τούτο είναι αξιοσέβαστος. «Μέγα άνθρωπος» (Παροιμ. κ’ 6). Αλλά τι σημαίνει κατ’ εικόνα Θεού; Μήπως ο άνθρωπος μοιάζει με το Δημιουργό του στην εξωτερική του μορφή; Ασφαλώς όχι. Ο Θεός είναι το απόλυτο πνεύμα. Δεν έχει μορφή η θεϊκή φύση. Τότε; Το κατ’ εικόνα αφορά της δυνατότητες της φύσης. Βεβαίως του Θεού είναι απεριόριστες. Του ανθρώπου πεπερασμένες.
Ο Θεός είναι προσωπικός. Και ο άνθρωπος είναι πρόσωπο. Έχει αυτοσυνειδησία. Μπορεί να πει «εγώ».
Ο Θεός είναι ελεύθερος. Ο άνθρωπος είναι αυτεξούσιος. Δύναται να επιλέγει το καλό ή το κακό. Ο Θεός είναι ο Δημιουργός. Και ο άνθρωπος μπορεί να δημιουργεί και να φιλοτεχνεί αλλά από προϋπάρχουσα ύλη. Ο Θεός είναι Κύριος, κυβερνήτης του κόσμου. Αλά και ο άνθρωπος έλαβε το χάρισμα να κυριαρχεί στη φύση και στον εαυτό του. Ο Θεός είναι κοινωνία αγάπης. Αλλά και ο άνθρωπος έλαβε το δώρο να κοινωνεί με άλλα πρόσωπα και με τον ίδιο το Θεό.
Αυτεξουσιότητα, δημιουργικότητα, κυριαρχικότητα και κοινωνικότητα, τα γνωρίσματα του ανθρωπίνου προσώπου. Τον διαφοροποιούν πλήρως από τα άλογα ζώα που κυβερνώνται από τα ένστικτά τους κυρίως. Ο άνθρωπος δεν κλήθηκε σε μια ενστικτώδη ζωή.
«Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και ομοίωσιν»
Προικισμένος ο άνθρωπος με τις θεοειδείς δυνατότητες του κατ’ εικόνα, οφείλει να τις αξιοποιεί κατά το θέλημα του Θεού, για να κατακτήσει το καθ’ ομοίωσιν, να γίνει κατά χάριν θεός. Χάρη στο αυτεξούσιο, μπορεί να επιλέγει το αγαθό. Χάρη στο δημιουργικό, να προάγει τη ζωή, να επινοεί το ωφέλιμο. Χάρη στο κυριαρχικό, να εξουσιάζει όχι δυναστικά, αλλά προς όφελος της ευρυθμίας, ανιδιοτελώς. Χάρη στο κοινωνικό, να λειτουργεί την ενότητα και να απολαμβάνει την αδελφική χαρά.
«Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν».
Στο δεύτερο κεφάλαιο, η Γένεση περιγράφει πιο αναλυτικά τη δημιουργία του ανθρώπου. Πήρε, λέει, ο Θεός, χώμα από τη γη και σαν καλλιτέχνης έπλασε το σώμα του Αδάμ. «Αδάμ» σημαίνει χοϊκός. Το σώμα του πλάσθηκε από το ταπεινό χώμα αλλά με την προσωπική φροντίδα του Θεού.
Ο Κύριος φύσηξε κατόπιν στους ρώθωνες του Αδάμ πνοή ζωής. «Και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσα» – ζωντανή ύπαρξη (Γέν. β’ 7). Και τι ήταν το πρώτο που αντίκρισε ο Αδάμ, όταν ξύπνησε στην ύπαρξη;
Το πρόσωπο του Θεού! Η ομορφιά του χαράχθηκε ανεξάλειπτα στην καρδιά του ανθρώπου. Γι’ αυτό ο κάθε Αδάμ, αν δεν ξαναδεί το Θεό, δεν ησυχάζει.
Όλες οι γήινες ομορφιές και χάρες συναγμένες δεν αρκούν να ξεδιψάσουν τον αναζητητή της Αιώνιας Ομορφιάς. «Και αν ακόμη όλο το σύμπαν μετατραπεί σε ένα πελώριο τραπέζι και όλα τα δώρα του προσφερθούν στο τραπέζι αυτό, ο πνευματικώς ανώτερος άνθρωπος θα σηκωθεί από αυτό πεινασμένος. Το σύμπαν δεν υπάρχει για να κορέσει την πείνα του αλλά για να του τη δημιουργήσει». (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς).
Ο άνθρωπος πλάσθηκε διφυής. Σώμα και ψυχή. Για να μετέχει και να ενώνει τους δύο κόσμους, τον υλικό και τον πνευματικό. Πλάσθηκε από το Θεό. Για να ζει με το Θεό και για το Θεό. Όταν ξεμακραίνει από Αυτόν πονά. Όταν δεν Τον νιώθει πεινά.
Η νοσταλγία του Απείρου σε ένα ον πεπερασμένο, να τι είναι ο άνθρωπος!

Πηγή: Περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία»», Τεύχος 300, Φεβρουάριος 2018

Κατηγορίες: Άρθρα. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.