Κυριακή Η΄ Λουκά: Τό «πανδοχείον» – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.

Λουκ. 10, 25-37

«Ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείο
και επεμελήθει αυτού»
(Λουκ.10,34)

Σήμερα, αγαπητοί μου, σ’ όλους τους ναούς διαβάστηκε το Ευαγγέλιο που περιέχει την παραβολή του καλού Σαμαρείτου. Η παραβολή αυτή είνε μιά από τις ωραιότερες παραβολές που είπε ο Χριστός. Μιά παραβολή, που δείχνει όχι μόνο το δρόμο που οδηγεί τον άνθρωπο στον ουρανό, αλλά και το δρόμο που οδηγεί τον άνθρωπο στην κοινωνική ευτυχία.

Η παραβολή αυτή μας δίνει το κλειδί, με το οποίο οι άνθρωποι μπορούν να λύσουν το λεγόμενο κοινωνικό πρόβλημα. Το χρυσό κλειδί της ευτυχίας βρίσκεται στα λίγα λόγια, που είπε ο Χριστός στο τέλος της παραβολής σαν συμπέρασμα· «Πορεύου και συ ποίει ομοίως» (Λουκ. 10, 37). Πήγαινε, δηλαδή, κ’ εσύ και κάνε το ίδιο με τον καλό Σαμαρείτη. Δείξε αγάπη, όπως έδειξε εκείνος. Αγάπη όχι μόνο στα λόγια, αλλά και με έργα. Αγάπη όχι μόνο στους συγγενείς και φίλους, αλλά και σε κάθε άνθρωπο, ακόμη και στον εχθρό. Αγάπη πανανθρώπινη. «Πορεύου και συ ποίει ομοίως» (αυτ.) Αυτή την απάντησι έδωσε ο Χριστός σ’ ένα νομικό, σ’ ένα δηλαδή δικηγόρο της εποχής του, που έκανε τον έξυπνο και νόμιζε πως μπορούσε με τις ερωτήσεις του να μπλέξη το Χριστό. Ο νομικός είχε υποβάλει δυό ερωτήσεις στο Χριστό. Η πρώτη ερώτησι ήταν· «Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» (Λουκ. 10, 25). Ο Χριστός ανάγκασε το νομικό να απαντήση ο ίδιος και να πη, ότι για να κερδίση κανείς την αιώνια ζωή πρέπει να τηρήση το νόμο της αγάπης προς το Θεό και προς τον πλησίον. Ο νομικός απήντησε ορθά. Αλλ’ επειδή ήθελε να δικαιολογηθή για την πρώτη ερώτηση που έκανε, αρπάζεται από τη λέξι «πλησίον» και κάνει τη δεύτερη αυτή ερώτησι· «Και ποιός είνε ο πλησίον μου;» (Λουκ. 10,29). Στο δεύτερο αυτό ερώτημα ο Χριστός απήντησε με παραβολή, τη παραβολή του καλού Σαμαρείτου. Σ’ αυτή την παραβολή δύο κυρίως άνθρωποι ζωγραφίζονται. Ο άνθρωπος που έχει ανάγκη, και ο ελεήμον άνθρωπος που σπεύδει και βοηθεί.

***

Στις λίγες γραμμές του μικρού αυτού κηρύγματος δεν είνε δυνατόν ν’ αναλύσουμε την παραβολή. Ας ρίξουμε μόνο λίγα βλέμματα.

Ένας άνθρωπος, λέει η παραβολή, ξεκίνησε από τα Ιεροσόλυμα και πήγαινε σε μιά άλλη πόλι, την Ιεριχώ. Είχε διανύσει ήσυχα ένα αρκετό διάστημα του δρόμου. Αλλ’ όταν έφτασε σε μιά απόμερη και έρημη τοποθεσία, άγριοι άνθρωποι, ληστές, έπεσαν επάνω του, τον χτύπησαν, τον έγδυσαν, τον πλήγωσαν ολόκληρο, φοβερά, του αφαίρεσαν ό,τι είχε, τον άφησαν μισοπεθαμένο, κ’ εξαφανίστηκαν. Ο άνθρωπος σ’ αυτή την κατάστασι που ήταν δεν μπορούσε να σηκωθή. Μόνο στέναζε και βογγούσε από τους πόνους.

Από το μέρος εκείνο πέρασαν τρείς. Ο πρώτος ήταν ιερεύς. Και σαν ιερεύς έπρεπε να δείξη αγάπη στον τραυματισμένο άνθρωπο. Αλλ’ αυτός έρριξε μιά ματιά και προσπέρασε αδιάφορος, συνεχίζοντας το δρόμο του. Ο δεύτερος που πέρασε από τον τόπο του εγκλήματος ήταν λευΐτης, πρόσωπο δηλαδή που υπηρετούσε μέσα στο ναό του Θεού σαν νεωκόρος ή μάλλον σαν διάκονος. Δυστυχώς φάνηκε κι αυτός σκληρός. Πλησίασε μόνο από περιέργεια, είδε απλώς τον κατάκοιτο άνθρωπο, και έφυγε. Ο πληγωμένος και κατάκοιτος άνθρωπος κινδύνευε πιά να πεθάνη. Αλλά νά, τρίτος διαβάτης φτάνει στον τόπο του δυστυχήματος. Ο τρίτος αυτός διαβάτης ήταν Σαμαρείτης, άνθρωπος δηλαδή από τη χώρα της Σαμαρείας, που βρισκόταν σε έχθρα με την Ιουδαία. Οι Ιουδαίοι μισούσαν τους Σαμαρείτες και οι Σαμαρείτες μισούσαν τους Ιουδαίους.

Μπορείτε να φαντασθήτε, τι τρόμο θα πήρε ο πληγωμένος Ιουδαίος, όταν με τα μισοσβησμένα μάτια του αντίκρυσε τον Σαμαρείτη, τον εχθρό. Ώ, χάθηκα! θα είπε. Αυτός ο Σαμαρείτης θά με αποτελειώση τώρα. Και όμως! Ο Σαμαρείτης δεν έδειξε εχθρική διαγωγή. Αντιθέτως μάλιστα. Έδειξε ευγενή αισθήματα. Έδειξε αγάπη. Αγάπη έμπρακτη. Κατέβηκε από το ζώο του, έπλυνε τις πληγές με κρασί, τις έλειψε με λάδι και τις έδεσε με επιδέσμους. Τον πήρε κατόπιν, τον ανέβασε στο ζώο του και τον μετέφερε στο πανδοχείο. Τα πανδοχεία ήταν ένα είδος ξενοδοχείων και ήταν συνήθως χτισμένα σε ερημικά μέρη, κοντά στους δημοσίους δρόμους. Ήταν σαν χάνια, που υπήρχαν προ ετών σε ορεινά μέρη της πατρίδος μας. Στα πανδοχεία σταματούσαν οι διαβάτες, ξεκουράζονταν αυτοί και τα ζώα τους, έτρωγαν, έπιναν και διανυκτέρευαν. Σ’ ένα πανδοχείο λοιπόν έφερε τον πληγωμένο άνθρωπο ο καλός Σαμαρείτης. Έμεινε μαζί του όλη τη νύχτα. Του πρόσφερε ό,τι μπορούσε. Και το πρωί, προτού φύγη, έβγαλε και πλήρωσε τον ιδιοκτήτη του πανδοχείου. Και τον παρακάλεσε, να περιποιηθή τον άνθρωπο, κι ό,τι επί πλέον θα ξώδευε, υποσχέθηκε ότι θα τα πληρώση όταν θα επιστρέψη πάλι.

Αυτή με λίγα και απλά λόγια είνε η παραβολή. Κι όταν τελείωσε ο Χριστός, ρώτησε το νομικό· «Ποιός από τους τρείς διαβάτες νομίζεις ότι έγινε ο πλησίον του ανθρώπου που έπεσε στα χέρια των ληστών;» Και ο νομικός απήντησε· «Εκείνος που έκανε το έλεος σ’ αυτόν». Και τότε ο Χριστός του είπε· «Πορεύου και συ ποίει ομοίως», πήγαινε κ’ εσύ κάνε το ίδιο (Λουκ. 10, 36-37).

***

Η παραβολή, αγαπητοί μου, είνε μιά διήγηση με τη οποία ο Κύριος άλλα λέει και άλλα εννοεί. Δεν θα εξηγήσουμε εδώ όλα τα σημεία και τις λεπτομέρειες της παραβολής. Λέμε μόνο γενικά, ότι ο άνθρωπος, που έπεσε στους ληστάς, είνε κάθε άνθρωπος, είνε όλη η ανθρωπότητα. Ληστές είνε οι δαίμονες. Οι φοβερές πληγές είνε οι αμαρτίες. Αυτές πληγώνουν και θανατώνουν τον άνθρωπο σωματικά και πνευματικά. Ο άνθρωπος, χτυπημένος από τους δαίμονες και την αμαρτία, περιέρχεται σε μια τέτοια κατάστασι αδυναμίας, που μόνος του δεν μπορεί να σωθή. Και οι δυό πρώτοι, διαβάτες, που πέρασαν και είδαν απλώς και τίποτε δεν πρόσφεραν στον τραυματισμένο, είνε οι άλλοι άνθρωποι, που –όσο- δήποτε μεγάλοι και αν φαίνωνται – δέν έχουν τη δύναμι να σώσουν το δυστυχισμένο άνθρωπο απο τις αμαρτίες του.

Ο δε καλός Σαμαρείτης ποιός είνε; Είνε ο ίδιος ο Χριστός. Μήπως οι ίδιοι οι Εβραίοι δεν ωνόμασαν περιφρονητικά το Χριστό μας Σαμαρείτη; Έ λοιπόν αυτός που τον περιφρονούσαν σαν Σαμαρείτη και έβριζαν και τον χλεύαζαν, αυτός έγινε ο πλησίον του ανθρώπου. Αυτός έσκυψε πάνω από τον πονεμένο άνθρωπο, αυτός άκουσε τους χτύπους της καρδιάς του, αυτός τον πόνεσε και τον σπλαχνίστηκε, αυτός σταυρώθηκε και έχυσε το αίμα του γι’ αυτόν.

Τρία χρόνια υπηρετούσε και ευεργετούσε ο Χριστός τον άνθρωπο εδώ πάνω στη γη με μιά αγάπη απέραντη. Και όταν ο Χριστός αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς, δεν εγκατέλειψε την ανθρωπότητα. Προνόησε γι’ αυτήν. Προνόησε για όλους τους αμαρτωλούς όλων των αιώνων. Προνόησε, να έχουν όλα τα πνευματικά μέσα για τη σωτηρία τους, να μην τους λείψη τίποτε. Και για το σκεπό αυτό ίδρυσε την Εκκλησία. Αυτή είνε το πανδοχείο που , όπως και η λέξεις δείχνει, δέχεται όλους τους ανθρώπους, αρκεί να θέλουν να σωθούν και να συμμορφωθούν με τις οδηγίες του Χριστού. Στο πνευματικό αυτό πανδοχείο, στην Εκκλησία, υπηρετούν οι κληρικοί, που έχουν εντολή απ’ το Χριστό να προσφέρουν στους ανθρώπους κάθε βοήθεια που συντελεί στην σωτηρία τους. Υπάρχουν στην Εκκλησία όλα τα μέσα για να σωθή ο άνθρωπος.

Η Εκκλησία είνε το πανδοχείο. Η Εκκλησία είνε το ιατρείο. Και ποιός, Χριστέ μου, που καταφεύγει στο ιατρείο σου, δεν θεραπεύεται;
Όλοι αδελφοί μου, στο πανδοχείο, όλοι στό ιατρείο του Χριστού!

Από το βιβλίο: Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Πρ. Φλωρίνης: Κυριακή. Σύντομα κηρύγματα επί των Ευαγγελικών περικοπών.
Έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο Σταυρός»

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή Η. Λουκά: Η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία Γερμανού του Β. Πατριάρχ. Κωνσταντινουπόλεως εις την παραβολήν του καλού Σαμαρείτου.
Κυριακή Η. Λουκά: Ο καλός Σαμαρείτης – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.
Κυριακή Η΄ Λουκά: Με οδηγό τον Αγ. Γερμανό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.