Η εικονομαχία ήταν πολιτική και κοινωνική κρίση; – Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου.

Η Μαρξιστική ιστοριογραφία συνήθως σου παρουσιάζει την Εικονομαχία ως κοινωνικο – πολιτική κίνηση και κρίση: «Τα βαθύτερα αίτια δεν ήταν οι εικόνες, αλλά οι αντιθέσεις που υπήρχαν και η πάλη ανάμεσα στις διάφορες ομάδες της άρχουσας τάξης και στη συγκεκριμένη περίπτωση η πάλη ανάμεσα στη στρατιωτική αριστοκρατία, που εκπροσωπούνταν από τους Ίσαυρους και στην Εκκλησία, για το ποια θα συγκεντρώσει στα χέρια της τα μεγαλύτερα πλούτη. Οι εικόνες ήταν μόνο η αφορμή και το πρόσχημα. Πίσω απ’ αυτό κρύβονταν τα βαθύτερα αίτια της σύγκρουσης» (Τάκη Μαμάτση, ιστορία του βυζαντίου, εκδ. σύγχρονη εποχή, σελ. 110).
Η Σοβιετική εγκυκλοπαίδεια σου διαφοροποιεί τις αντιμαχόμενες μερίδες: «Κατά τη διάρκεια του 8ου αι. και του α’ ημίσεος του 9ου αι. μ. Χ. μία μεγάλη θρησκευτική και πολιτική κίνηση, γνωστή σαν εικονομαχία, άρχισε στη βυζαντινή αυτοκρατορία, που κυρίως αντανακλούσε την αντίθεση των λαϊκών μαζών προς τη δεσπόζουσα εκκλησία, που είχε στενούς δεσμούς με την υψηλή αριστοκρατία της Κων/πολης. Η εικονομαχία χρησιμοποιήθηκε από την επαρχιακή αριστοκρατία για τα δικά της συμφέροντα… Οι φεουδάρχες τρομοκρατήθηκαν με την όξυνση της πάλης των τάξεων, υποχρεώθηκαν να να ξεπεράσουν το σχίσμα στις γραμμές τους και να αποκαταστήσουν τη λατρεία των εικόνων το 843 μ. Χ. (Σοβιετική εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 6ος, σελ. 305 – 306). Δηλαδή κατά τον έναν εκπρόσωπον της Μαρξιστικής ιστοριογραφίας αντίπαλες μερίδες ήταν οι αριστοκράτες και η εκκλησία, ενώ κατά τον άλλον εκπρόσωπον οι φεουδάρχες και η εκκλησία αποτελούσαν μία τάξη που ήταν αντίπαλη με τις λαϊκές μάζες! Και ένας άλλος Μαρξιστής ιστοριογράφος σου αποφαίνεται αόριστα ότι ορισμένες μονάδες της βυζαντινής κοινωνίας επεδίωξαν οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα: «Στην πραγματικότητα το αντικείμενο της διαμάχης δεν ήταν οι εικόνες, αλλά το μεταχειρίσθηκαν σαν πρόσχημα ορισμένες μονάδες της βυζαντινής κοινωνίας, που αγωνίζονταν για τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα της τάξης τους… Το διάταγμα του 726 μ. Χ. παρομοίαζε την εικονολατρεία με τον ειδωλολατρισμό. Οι εικόνες στέκονταν τα βασικά μέσα αγυρτείας, που χρησίμευαν για να παρασέρνουν τι απλοϊκές λαϊκές μάζες και το κυριότερο μέσο για να πλουτίζουν οι εκκλησίες και τα μοναστήρια» (Levtchemko, ιστορ. Βυζ. Αυτοκρ. Σελ. 174 – 176). Ωστόσο και οι τρεις εκπρόσωποι της Μαρξιστικής ιστοριογραφίας σου εκφράζονται με δυσμένεια για την εκκλησία και για τις εικόνες.
Όμως προβληματισμό και ερωτηματικά για το αν η εικονομαχία υπήρξε πολιτικο-κοινωνική κρίση μπορείς να συναντήσεις και σε Έλληνες ιστορικούς του περασμένου αιώνα. Ίσως και υποστηρικτές ακόμη του πολιτικοκοινωνικού χαρακτήρα της Εικονομαχίας, Έλληνες ιστορικούς θα είχες ν’ αναφέρεις, οι οποίοι όμως δεν εκφράζονται με δυσμένεια για την εκκλησία και για τις εικόνες. Λ. χ. ο Σπυρ. Ζαμπέλιος σου εκφράζεται ως εξής: «Πού το εικονομαχικόν τούτο γεγονός ορθότερον οφείλει ο κριτικός να ανάξη, εις την εκκλησιαστικήν ή εις την πολιτικήν ιστορίαν του ελληνικού μεσαίωνος; Το ζήτημα φαίνεται απλούτατον καθ’ εαυτό και όμως δεν λύεται εκ του προχείρου… Η εικονομαχία σχήμα θρησκευτικού νεωτερισμού και υπό σχήμα τοιούτον υπό των ορθοδόξων επεκηρύχθη, όμως ένεκα των πολιτικών αιτίων, άπερ προκαλούσιν αυτήν, ένεκα του ουσιωδώς πολιτικού σκοπού, προς ον φαίνεται εμβλέπουσα εκ προοιμίων, καθώς έτι ένεκα των πολλού λόγου αξίων ιστοριονομικών αυτής συνεπειών, προσφυέστερον ανάγεται εις την σειράν των πολιτικών αγώνων και αποπειρών ή εις την τάξιν των εκκλησιαστικών ανωμαλιών του μεσαίωνος» (Σπ. Ζαμπελίου, βυζαντιναί μελέται, σελ. 244).
Ο Κων. Παπαρρηγόπουλος σου εκφράζεται με μεγαλύτερον ενθουσιασμόν από τον Σπ. Ζαμπέλιο: «Δεν προέκειτο ήδη περί μόνης της των εικόνων καταλύσεως, αλλά και περί πλείστων άλλων θρησκευτικών άμα και κοινωνικών μεταβολών, και κοινωνικών μάλλον ή θρησκευτικών. Η μεταρρύθμισις επέβαλε χείρα τολμηράν επί όλα τα ελαττώματα, όσα υπέσκαπτον την υλικήν, την ηθικήν, την διανοητικήν της κοινωνίας εκείνης δύναμιν» (Κων. Παπαρρηγοπούλου, ιστ. Του Ελλην. Έθν. Τ. Ι. εκδ. Γαλαξία, σελ. 35). Και συνεχίζει σε άλλο σημείο: «Η μεταρρύθμισις της ογδόης και ενάτης εκατονταετηρίδος μαρτυρεί, ότι παρ’ ημίν ωσαύτως ανεκηρύχθησαν και επί τινά χρόνον εφηρμόσθησαν όλαι αι κοινωνικαί, αι αστικαί και αι οικονομικαί αρχαί, των οποίων τους ωριμάσαντας και πολλαπλασιασθέντας καρπούς έμελλον να δρέψωσιν ευτυχέστεραι γενεαί˙ της Β.Δ. Ευρώπης και Β’ Αμερικής: η αρχή της περιστολής των πολλών εξωτερικών της θρησκείας τύπων˙ η αρχή του περιορισμού των πολλών προνομίων του κλήρου˙ η αρχή της ελευθέρας ερμηνείας˙ η αρχή της καταργήσεως της δουλοπαροικίας, η αρχή της ευαγγελικωτέρας ρυθμίσεως της οκογενείας… εν τω πολιτικώ και εν τω κοινωνικώ της ανθρωπότητος βίω, δεν υπάρχει ιδέα γόνιμος, η μη προαχθείσα εκ του έθνους του Ελληνικού» (Κων. Παπαρρηγοπούλου, ιστ. Ελλην. Έθν. Εκδ. Γαλαξία, τόμ. Ι’ σελ. 445).
Ο Karl Krumbacher δεν αποδέχεται τις απόψεις του Κων. Παπαρρηγοπούλου, τις οποίες θεωρεί υπερβολικές: «Ο αιών των εικονομάχων δεν ήτο μόνον δια τας εικόνας ολέθριος, αλλά και δια την παιδείαν… Οι εκ των νεωτέρων ως ο Κων/νος Παπαρρηγόπουλος, Σπυρ. Λάμπρος κ.ά., οίτινες την εικονομαχίαν ανύψωσαν επί τοσούτον, ώστε να θεωρώσιν αυτήν μία των μεγίστων πράξεων της Ρωμαϊκής κυβερνήσεως, εξετάζουσι το φαινόμενον μεθ’ υπερβολικής αποκλειστικότητος εκ καθαράς πολιτικής απόψεως» (Κ. Κrumbacher, ιστορία της βυζ. Λογοτεχνίας, τόμ. Α’, σελ. 20).
Ο Παν. Κανελλόπουλος σου δικαιώνει μερικώς τον Κ. Παπαρρηγόπουλο, αλλά σου τονίζει ότι η εικονομαχία είναι πολυσύνθετο φαινόμενο: «Πολύπλοκο είναι το πρόβλημα και δεν μπορεί να λυθεί με μια μονοσήμαντη ερμηνεία. Στο εικονοκλαστικό κίνημα διασταυρώθηκε χωρίς άλλο, ένα σκοτεινό ασιατικό ρεύμα (σ’ αυτό στάθηκε ο Dolger) με την πολιτειακή σκοπιμότητα που είχε ιδιαίτερα επισημάνει ο Παπαρρηγόπουλος. Τα κίνητρα για τον Λέοντα Γ’ μπορεί νάταν – πρέπει να θεωρηθεί σχεδόν βέβαιο ότι ήταν – συνδυασμένα μεσ’ στο νου του και με σκέψεις πολιτικές, με κρατικές σκοπιμότητες» (Παν. Κανελλόπουλου, ιστορία του Ευρ. Πνεύματος, τόμ. 1ος σελ. 54).
Και η καθηγήτρια Ε. Γλύκατζη Ahrweiler δέχεται μερικώς κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα και οικονομικό, αλλά εκείνο που μπορεί να αντιπαρατηρηθεί είναι ότι εκείνος ο αυτοκράτορας που έκανε μεταρρυθμίσεις, δεν είχε αναμειχθεί στην εικονομαχία: «Η καθηγήτρια Helene – Ahrweiler – αναζητώντας βαθύτερες διαστάσεις στα κοινωνικοπολιτικά φαινόμενα μεταξύ 7ου -9ου μ.Χ. αι. θεωρεί ότι η πολιτική των Ισαύρων και των διαδόχων τους, γνωστή υπό το απατηλό όνομα της εικονομαχίας (η Ahrweiler αντιλαμβάνεται το θρησκευτικό πρόβλημα ως τμήμα ευρύτερον κοινωνικού και πολιτικού συνόλου) από πολλές απόψεις χαρακτηρίζεται για τη μέριμνα προς τους γηγενείς μικρασιατικούς πληθυσμούς… Δέχεται ακόμη ότι στον θρησκευτικό τομέα η εικονομαχία απέτυχε, αλλά κατέστησε φανερή την ανάγκη μεταβολής της κοινωνίας. Διακρίνει δύο αντίθετες ροπές την κοινωνική και πολιτική οικονομική… μία συντηρητική, η άλλη σε μεταρρυθμίσεις… Το υλικό των πηγών περιλαμβανομένης και της Νομοθεσίας των εικονομάχων αυτοκρατόρων, δεν νομίζουμε ότι ευνοεί την παραπάνω σκιαγραφία. Καινοτόμο αναδιάρθρωση της οικονομίας και των δημοσίων οικονομικών επιχείρησε ο Νικηφόρος Α’ όστις απέφυγε να αναμειχθεί στην εικονομαχική διαμάχη» (Εκδοτ. Αθηνών, ιστορία του ελλην. Έθν. Τόμ. Η’, σελ. 31).
Ο G. Ostrogorsky σου προσφέρει τις ιδιαιτερότητες της εικονομαχίας: «Ειδική συμβολική σημασία είχε η εικόνα σύμφωνα με τις αντιλήψεις των βυζαντινών… Η λατρεία των ιερών εικόνων αποτελούσε μία από τις σπουδαιότερες μορφές της ευσέβειας των βυζαντινών… Δεν έλειψαν και μέσα στην ίδια την εκκλησία εικονοκλαστικές τάσεις, σύμφωνα με τις οποίες ο Χριστιανισμός ως καθαρά πνευματική θρησκεία, αποκλείει τη λατρεία των εικόνων. Οι τάσεις αυτές ήταν ιδιαίτερα ισχυρές στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας, που ήταν πάντοτε χώρος θρησκευτικών ζυμώσεων. Πάντως την έκρηξη της υποφώσκουσας Εικονομαχίας προκάλεσε η επαφή με τον Αραβική κόσμο. Οι Άραβες έφεραν μαζί με τον πολιτισμό τους και την ιδιάζουσα μωαμεθανική αποστροφή στην παράσταση του ανθρώπινου προσώπου» (G. Ostrogorsky, ιστορία του βυζ. Κράτ. Τόμ. Β’, σελ. 25-26). Σ’ άλλη σελίδα σου σημειώνει και ενδεχόμενη εβραϊκή επίδραση: «Το γεγονός ότι ο Λέων Γ’ κατεδίωξε τους Εβραίους και τους ανάγκασε να βαπτισθούν δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να επηρεάσθηκε από τη Μωσαϊκή διδασκαλία με την αυστηρή τους απαγόρευση των εικόνων… Ο διωγμός των Εβραίων επί Λέοντα Γ’, ένας από τους σχετικά σπάνιους διωγμούς Εβραίων στη Βυζαντινή ιστορία, αποτελεί μάλλον τεκμήριο της μεγάλης επιρροής που ασκούσε το εβραϊκό στοιχείο την εποχή εκείνη» (G. Ostrogorsky, ιστ. Βυζ. Κρατ. Β’ σελ. 57). Αλλά μνημονεύει και την άποψη για κοινωνικό χαρακτήρα: «Η εικονομαχία) επαναστατικό (με χαρακτήρα κοινωνικής εξεγέρσεως) κίνημα, στηρίχθηκε σε φυλετικές, θρησκευτικές και κοινωνικές αντιθέσεις της Μικράς Ασίας… Εκτός από τις θρησκευτικές έριδες, που το δίχαζαν, το βυζαντινό κράτος ήταν έκθετο και σε κοινωνικές ζυμώσεις» G. Ostrogorsky, ιστορ. Βυζ. Κρ., τ. Β’ σελ. 77 κ. ε.).
Ακόμα και ένδειξη μιας πανάρχαιας αρρώστιας της Ελληνικής φυλής, της διχόνοιας θα μπορούσες να θεωρήσεις την εικονομαχία: «η διχόνοια είναι μια πανάρχαια αρρώστια της φυλής μας συνηθισμένη» (Κων. Παπαδημητρίου, το άγνωστο βυζάντιο, σελ. 124). Αλλά και από τον Κ. Μανασσή: «Την άκανθον αυτόρριζον της εικονομαχίας – ανέσπασαν την κνίσασαν τας ευσεβείς καρδίας – ευνούχοι ρυπαρόψυχοι, πάντων κακών εργάται» (Const. Manassis, Compendium Chronicum, στ. 4463 κ.ε).
Αξιοπρόσεκτες απόψεις ίσως έκρινες και τις κρίσεις του Δημ. Βικέλα: «Η ανθρωπίνη φύσις είναι επιρρεπής εις το να διαστρέψη τα ζητήματα της συνειδήσεως, μετοχετεύουσα αυτά εις τον κυκεώνα των αγριωτέρων και βαναυσοτέρων παθών… Τα εκκλησιαστικά ζητήματα ήσαν ζητήματα εσωτερικής συν δ’ άμα και εξωτερικής πολιτικής… Εξ άλλου η εικονομαχία δύναται ευλόγως, να θεωρηθή ως η πρώτη αφετηρία της αναμορφώσεως των διαμαρτυρομένων» (Δημ. Βικέλα, μελέτη περί βυζ., σελ. 84 – 91). Και σύγχρονοι συγγραφείς είδαν «το Λέοντα Γ’ σαν πρόδρομο του Λουθήρου και τον επαίνεσαν σαν πολύπλευρη διάνοια, αφοσιωμένο σ’ ένα ευρύ μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που περιλάμβανε πολλούς τομείς: το νομικό, το στρατιωτικό, τον αγροτικό, τον κοινωνικό και τον οικονομικό» (Παν/μίου Καίμπριτζ, ιστ. Βυζ. Αυτοκρ. Τ. Α’. σελ. 76).
Αναμφισβήτητα «η εικονομαχική κρίση αποτέλεσε μια από τις οξύτερες και πικρότερες φάσεις στην ιστορία της Εκκλησίας» (Ιστορία ελλην. Έθν. Εκδοτ. Αθηνών, τόμ. Η’, σελ. 252). Και δεν μπορεί παρά να σε ελκύει καθώς διακρίνεται από τη «σθεναρή και ρωμαλέα αντίδραση της εικονοφιλίας… το πολεμικό μένος της μιας παρατάξεως και την κρατερή αντίδραση της άλλης… Προσφέρουν στο θεολόγο, στο φιλόλογο, στον ιστορικό και στον αρχαιολόγο το τρίπτυχο της έρευνας, ιστορία των γεγονότων, θεολογία της εικόνας και τέχνη θρησκευτική» (Ν.Δ. Πάσσα, βυζ. Διαμάχη εικονοφόβων και εικονοφίλων, σελ. 9).
Όπωσδήποτε «οι πλέον τολμηροί διείδαν κίνηση νεωτεριστική, μεταρρυθμιστική, που αποσκοπούσε στην αναμόρφωση της βυζαντινής κοινωνίας σε υγιέστερες βάσεις, ενώ άλλοι διέγνωσαν κίνητρα πολιτικά ή οικονομικά» (Εκδοτ. Αθηνών, ιστορ. Ελλην. Έθν. Τ. Η’, σελ. 27). Να λάβεις υπόψη σου ότι και «η ιστοριογραφία του 19ου αι. θεωρώντας αδιανόητη την ύπαρξη επαναστατικής κινήσεως, ανεξάρτητα από κοινωνικές μεταρρυθμίσεις αναζητούσε στην εικονομαχία κοινωνικές προεκτάσεις» (Εκδοτ. Αθηνών, ιστορ. Ελλην. Έθν. Τόμ. Η’, σελ. 27).
Αλλά η αμερόληπτη ιστορική επιστήμη έρχεται να σου υπογραμμίσει τα εξής: «Η σύγχρονη ιστοριογραφική αντίληψη, απαλλαγμένη από προκατασκευασμένες ιδέες, εντάσσει την κατανόηση των γεγονότων και των κοινωνικών φαινομένων στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής» (Εκδοτ. Αθηνών, ιστορ. Ελλην. Έθν. Τ. Η’, σελ. 31). Λογικό και δίκαιο είναι η εικονομαχία να κριθεί και να εκτιμηθεί μέσα στο πνεύμα της εποχής του 8ου αι. ως τον 9ον μ. Χ. αι. και όχι με το πνεύμα του 16ου, 19ου ή 20ου μ. Χ. αι. Γι’ αυτό και ο Cr. Diehl θεωρεί μάλλον σφάλμα να φανταζόμαστε τους εικονομάχους αυτοκράτορες ως ορθολογιστές ή φιλελεύθερους πολιτικούς. Και από τους συγγραφείς της εκδόσεως (Παν/μίου Καίμπριτζ, ιστορ. Της βυζ. Αυτοκρ. Τ. Α’, σελ. 76) σου επισημαίνεται: (Λάθος το να μη παραδεχθούν ότι η εικονομαχία του 8ου και του 9ου μ. Χ. αι. ήταν πάνω απ’ όλα ένα θρησκευτικό κίνημα που μόνον έτσι μπορεί να εξηγηθεί. Θα ήταν αναχρονιστικό να απορρίπταμε τις θεολογικές πλευρές του θέματος σαν ασήμαντες και ερμηνεύαμε την εικονομαχία σαν απλό κάλυμμα ενός οικονομικού ή κοινωνικού προγράμματος που απέβλεπε ανάμεσα σε άλλα στην απελευθέρωση των αγροτών από τους μεγάλους γαιοκτήμονες ή στην αφαίρεση πολύτιμων εκκλησιαστικών ή μοναστηριακών κτημάτων προς όφελος του αυτοκρατορικού θησαυροφυλακίου».
Αλλά και στον ελληνικό χώρο σου επισημαίνεται ότι «τα γεγονότα και οι ιδεολογικές ροπές, όπως αποκαλύπτονται από το υλικό των πηγών που σώζονται σήμερα, υλικό ως ένα σημείο μονομερές από άποψη θεολογική καθιστούν φανερό ότι η εικονομαχία συνιστά κίνημα πνευματικό και θρησκευτικό, αυτοδύναμο και άσχετο προς πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές επιλογές και τάσεις: (Εκδοτ. Αθηνών, ιστορία του ελλην. Έθν., τόμ. Η’, σελ. 31, άποψη καθηγήτριας Αικ. Χριστοφιλοπούλου).

Συνεχίζεται. …

Από το βιβλίο: Ιστορικές γραμμές, του Φιλολόγου – Ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., Ιωάννου Ν. Παπαϊωάννου.
Τόμος Β’. Λάρισα 1979

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.