Υπό ομηρίαν εκπαίδευση του Μεγάλου Κωνσταντίνου: Εμπειρίες κοντά στους τυράννους – Κωνσταντίνου Καραστάθη.

Υπό ομηρίαν εκπαίδευση.

Δεκαεξάχρονος ο Κωνσταντίνος, υποχρεώθηκε να ζει στην αυτοκρατορική αυλή στη Νικομήδεια ωσάν σε ομηρία, για να έχει ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, άλλ’ αργότερα και ο διάδοχός του Γαλέριος, εξασφαλισμένη την πιστότητα του πατέρα του καίσαρα Κωνστάντιου. (Οι προαιώνιες δολοπλοκίες και οι συνωμοσίες περί τον ρωμαϊκό θρόνο καθιστούσαν τους πάντες καχύποπτους).

Στα ανάκτορα του Διοκλητιανού ο Κωνσταντίνος ανατράφηκε όπως ο Μωυσής στα ανάκτορα των τυράννων και μετέσχε της σοφίας των, γράφει ο Ευσέβιος.1 Ο Νικηφόρος Κάλλιστος αναφέρει ότι στάλθηκε στο Γαλέριο για να σπουδάσει, επειδή η συμβίωσή του με τη μητρυιά του Θεοδώρα ήταν προβληματική.2 Και ο Αθηναίος ιστορικός Πραξαγόρας γράφει ότι ο Κωνστάντιος, ο πατέρας του, «πέμπει παρά Διοκλητιανώ εις Νικομήδειαν παιδευθησόμενον».3

Ο Κωνσταντίνος κοντά στο Διοκλητιανό διδάχθηκε τη στρατιωτική τέχνη καθώς και τα γράμματα από σημαντικούς λογίους των ανακτόρων. Και η εναντίον του κατηγορία, ότι ήταν άμοιρος παιδείας, είναι ψευδής και κακόβουλη.

Στη στρατιωτική υπηρεσία μπήκε σε ηλικία δεκαεννιά ετών.

Νέος αξιωματικός το 296 μ. Χ. συνόδεψε το Διοκλητιανό στην Παλαιστίνη. «Νέος και όμορφος άνδρας», καθώς γράφει ο ιστορικός Ευσέβιος, πρωτοβλέποντάς τον, έδινε τότε ενδείξεις του βασιλικού του μεγαλείου.4

Ένα χρόνο αργότερα, παντρεμένος ήδη με τη Μινερβίνα, έλαβε μέρος στον πόλεμο του Γαλέριου εναντίον των Περσών.

Ανδρώθηκε στα πεδία των μαχών. Επιδέξιος ιππέας, ρωμαλέος αγωνιστής, ριψοκίνδυνος και γενναίος πολεμιστής, έλαβε μέρος σε πολλές πολεμικές επιχειρήσεις και έφτασε ως το βαθμό του τριβούνου (χιλίαρχου).

Διακρινόταν για την ευφυία του, την ανδρεία του, τις φυσικε΄ς και διοικητικές δεξιότητες, το παράστημα και την ευγένεια των τρόπων του. Και είχε πολλές φορές νικήσει σε δύσκολους αγώνες.

Ο Ευσέβιος μας πληροφορεί ότι κανένας δεν ήταν συγκρίσιμος με αυτόν στην επιείκεια, την ομορφιά του προσώπου, ή στο ύψος του αναστήματος και ξεπερνούσε μέχρι τότε τους ομότιμούς του στην προσωπική δύναμη, ώστε να είναι ένας τρόμος σ’ αυτούς. Και ότι οι αντίπαλοί του κινήθηκαν με δολοπλοκίες εναντίον του από συναισθήματα ζηλοτυπίας και φόβου. Άλλ’ εκείνος, έχοντας την Πρόνοια του Θεού, πληροφορούνταν για τα σχέδιά τους και ελάμβανε τα μέτρα του.5

Χάρη στα παραπάνω προσόντα του, και ιδιαίτερα στην ηθική ευθύτητα, την καλοσύνη και τις βασιλικές αρετές της αγνότητας και της επιείκειας, που τον κοσμούσαν, κέρδιζε την αγάπη και τον θαυμασμό των γύρω του, αλλά προκαλούσε και τη ζηλοτυπία του Γαλέριου και την ανησυχία του, επειδή φοβόταν ότι στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου μεγάλωνε ένας επικίνδυνος αντίπαλός του. Γι’ αυτό τον έστελνε στις πιο επικίνδυνες πολεμικές αποστολές –κυρίως εναντίον των Σαρματών – με σκοπό να τον οδηγήσει στο θάνατο. Συχνά έστηνε δολοπλοκίες εναντίον του νεαρού αξιωματικού, αλλά δεν αποφάσιζε να τον εξοντώσει, διότι λογάριαζε την εκδίκηση του πατέρα του, αλλά και το θυμό των πολιτών και την έχθρα των στρατιωτών, που αγαπούσαν τον Κων/νο. Όλ’ αυτά σφυρηλάτησαν το χαρακτήρα, την ανδρεία και τη γενναιότητα του Κων/νου. Τον κατέστησαν γενναίο, άφοβο, εμπειροπόλεμο και αποφασιστικό αξιωματικό. Και τον προετοίμασαν για το μεγάλο έργο που τον ανέμενε.

Αξιομνημόνευτο είναι και τούτο το γεγονός:

Εμπειρίες κοντά στους τυράννους.

Ο Κων/νοςκατα την εφηβική του ηλικία είχε συνοδέψει το Διοκλητιανό στο Μαντείο των Δελφών. Εκεί οι ιερείς έδωσαν το χρησμό του Απόλλωνος στο Διοκλητιανό ότι οι επί της γης δίκαιοι στέκονται εμπόδιο στην επαλήθευση των χρησμών του και γι’ αυτό οι μαντείες των τριπόδων αποβαίνουν ψευδείς. Άλλ’ ας αφήσουμε τον ίδιο τον Κων/νο ν’ αφηγηθεί εκείνη την ενδιαφέρουσα εμπειρία του, όπως τη γνωστοποιεί με μια εγκύκλιο επιστολή του προς τους κατοίκους των Ανατολικών Επαρχιών, που διασώζει ο Ευσέβιος:

«Εσένα τον ύψιστο θεόν επικαλούμαι», άκουσα τότε που ήμουνα ακόμα παιδί, πως αυτός που εκείνον τον καιρό είχε τα πρωτεία μεταξύ των αυτοκρατόρων των Ρωμαίων, ταλαίπωρος, αληθινά ταλαίπωρος, με την ψυχή γεμάτη από πλάνη, ερώτησε από περιέργεια τους γύρω του για να μάθει «ποιοί τάχα ήσαν οι επί της γης δίκαιοι», και κάποιος από τους ειδωλολάτρες ιερείς, που βρίσκονταν γύρω του, είπε « οι Χριστιανοί, βέβαια» Εκείνος δε, αφού ικανοποιήθηκε όπως από μέλι στ’ άκουσμα της απόκρισης, εξέτεινε εναντίον της ανεπίληπτης οσιότητας τα ξίφη που έχουν βρεθεί κατά των εγκλημάτων. Αμέσως λοιπόν συνέταξε διατάγματα αιματηρά, χαραγμένα ωσάν με αιματοβαμμένες αιχμές ξιφών, και παρήγγειλε στους δικαστές να κινητοποιήσουν τη φυσική εξυπνάδα τους στην εύρεση νεότερων βασανιστηρίων». 1

Το 303 μ. Χ. ο Διοκλητιανός εξέδωσε το πρώτο διάταγμα των άγριων διωγμών εναντίον των χριστιανών. Με αυτό διέταξε καταστροφή των εκκλησιών και εκκλησιαστικών βιβλίων, κατάσχεση όλων των ιερών σκευών, απαγόρευση της χριστιανικής λατρείας και των συγκεντρώσεων των χριστιανών. Εκείνη την ημέρα ο Κων/νος ήταν παρών στο αυτοκρατορικό παλάτι στη Νικομήδεια. Παρών ήταν επίσης εκεί, λίγο αργότερα, που ο κεραυνός έπεσε πάνω στ’ ανάκτορα, τα πυρπόλησε και τα έκανε στάχτη!

Στο γεγονός αυτό κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος δεν μπορεί να μη ιδεί την παρέμβαση της θείας Δικαιοσύνης. Έτσι το αντιμετώπισε και ο νεαρός Κων/νος και ως μήνυμα εξ Ουρανού που επηρέασε βαθύτατα τη χριστιανική ψυχή του το αφηγείται στο λόγο του προς τον «των Αγίων Σύλλογον»:2

«Το διαλαλεί η Νικομήδεια, δεν το αποσιωπούν δε και οι αυτόπτες μάρτυρες, ένας από τους οποίους είμαι και εγώ. Τα παλάτια και ο οίκος αυτού καταστράφηκαν, καταφαγωμένα από τον κεραυνό και την ουράνια φλόγα. Και αυτή η κατάληξη είχε προλεχθεί από τους φρονίμους. Αυτοί δεν σιωπούσαν πράγματι και δεν έκρυβαν τον πόνο για τις ανάξιες ενέργειες, αλλά συζητούσαν φανερά μεταξύ τους και με παρρησία. «Τί φοβερή μανία είναι αυτή; Πόση είναι η αλαζονική κατάχρηση της εξουσίας, για να τολμούν να πολεμούν κατά του Θεού, ενώ είναι άνθρωποι, να θέλουν να προσβάλλουν την αγιότατη και δικαιότατη θρησκεία, να μηχανευτούν τον όλεθρο τόσου πλήθους δικαίων ανθρώπων, που δεν έχουν διαπράξει καμία αδικία, και μάλιστα καθ’ ον χρόνον και στους ιδιώτες και στο δημόσιο επικρατούσε ευημερία, η όλη κακάσταση των πραγμάτων ήταν καλή και μεταξύ των συναυτοκρατόρων παρετηρείτο πλήρης ομόνοια. Τούτων θα υπάρξει τιμωρία, τούτων θα υπάρξει εκδίκηση, και η συμφορά θα πέσει εξίσου επί αιτίους και αναιτίους. Διότι το θείο είναι δικαίως
οργισμένο κατά των πονηρών».

Και έλεγαν αυτά συμπεραίνοντας όχι απιθάνως. Διότι παρατηρούσαν ότι η ωμότητα ήταν υπερβολική και πέρα από κάθε όριο. Πράγματι, όταν εξαντλήθηκαν όλα τα μέσα, τα οποία συνήθως επινοεί η ωμότητα, η δυσσέβεια κατέφυγε σε αισχρές τιμωρίες. Ο προειρημένος βασιλιάς κατεδίκασε αγνές παρθένους και σώφρονες γυναίκες στην ατίμωση της ασέλγειας, προσκαλώντας τους νέους στις ηδονές με αισχρά διατάγματα. Στο θέμα αυτό όμως φάνηκε η εγκράτεια των χυδαίων ανώτερη από την ακολασία του τυράννου, διότι κανείς δεν επέτρεπε στον εαυτό του να επιδοθεί σε ανόσια διασκέδαση και το διάταγμα του βασιλιά δεν κατάφερε να διαταράξει τη σωφροσύνη του λαού».3

Τέσσερα αλλεπάλληλα διατάγματα υπέγραψε τότε ο Διοκλητιανός, το καθένα χειρότερο από το προηγούμενο, με σκοπό το ξερίζωμα της χριστιανικής θρησκείας. Και με το τέταρτο επέβαλε σ’ όλους τους χριστιανούς να θυσιάσουν στους ειδωλολατρικούς βωμούς, ειδάλλως να εκτελεστούν με μαρτυρικό τρόπο.

Πόνος και δάκρυ πλημμύρισε την Αυτοκρατορία. Μονάχα στην Ισπανία, τη Βρετανία και τη Γαλατία (Γαλλία), που κυβερνούσε ο καίσαρ Κωνστάντιος δε λύθηκε ούτε μύτη, γιατί εκεί ο πατέρας του νεαρού Κων/νου, όπως είπαμε παραπάνω, δεν εφάρμοζε τα αντιχριστιανικά διατάγματα του Αυτοκράτορα Διοκλητιανού! Ο Κωνστάντιος Χλωρός, παλαιότερα ηλιολάτρης, έτρεφε μεγάλη συμπάθεια στους χριστιανούς, τόσο που όλα μαρτυρούσαν πως ήταν κρυφός χριστιανός. Άλλωστε είχε συζήσει είκοσι χρόνια με τη χριστιανή σύζυγό του Ελένη και θα ήταν αδύνατο να μην είχε δεχθεί χριστιανικές επιδράσεις.

Έτσι ο Κωνσταντίνος έζησε τα εφηβικά και νεανικά του χρόνια κοντά στους φοβερότερους διώκτες των χριστιανών. Είδε όλη τη φρίκη των διωγμών, αλλά και την ασυνήθιστη καρτερικότητα των ομολογητών της πίστεως, και την εμμονή τους σ’ αυτή ως την ύστερη πνοή τους. Όλα αυτά, και οι συμβουλές της χριστιανής μητέρας του Ελένης και η συμπάθεια του πατέρα του Κωνστάντιου προς τους χριστιανούς προετοίμαζαν χρόνια ολόκληρα την ολοκληρωτική μεταστροφή του στο χριστιανισμό.

Υποσημειώσεις.

1. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 2, κεφ. 51.
2. Ευσ’. Β. Κ. Λόγος προς τον των αγίων Σύλλογο, (Κ.Π.Ε.) 20, 1253 – 1316, κεφ. 25.
3. Ευσ’. Λόγος προς Αγίων Σύλλογο (βλέπε παραπάνω σημ. κεφ. 25).

Συνεχίζεται. …

Από το βιβλίο: Μέγας Κωνσταντίνος : Κατηγορίες και αλήθεια, του Κωνσταντίνου Καραστάθη. Αθήναι, Απρίλιος του 2012 Εκδόσεις «ΑΘΩΣ».

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.