Η Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας για την Θεία Κοινωνία – Μητροπ. Ναυπάκτου Ιεροθέου.

1.Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος.
Ο άγιος Ιγνάτιος παραλαμβάνει την αποστολική μαρτυρία και επαναδιατυπώνει τα λόγια του Χριστού «αμήν αμήν λέγω υμίν, ο πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον. Εγώ ειμί ο άρτος της ζωής, οι πατέρες υμών έφαγον το μάννα εν τη ερήμω και απέθανον˙ ούτος εστίν ο άρτος ο εκ του ουρανού καταβαίνων, ίνα τις εξ αυτού φάγη και μη αποθάνη. Εγώ ειμί ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς˙ εάν τις φάγη εκ τούτου του άρτου, ζήσεται εις τον αιώνα. και ο άρτος δε ον εγώ δώσω, η σάρξ μου εστίν, ήν εγώ δώσω υπέρ της του κόσμου ζωής».1
Σε άμεση σύνδεση με τα λόγια του Χριστού χαρακτηρίζει τον Άρτο της Ζωής ως φάρμακο αθανασίας. Το φάρμακο της αθανασίας είναι ο Ιησούς Χριστός, Υιός Θεού και υιός ανθρώπου, ο ένας και ο αυτός: «συνέρχεσθε εν μια πίστει και εν Ιησού Χριστώ, τω «κατά σάρκα» εκ εκ γένους «Δαυίδ», τω υιώ ανθρώπου και υιώ θεού, εις το υπακούειν υμάς τω επισκόπω και τω πρεσβυτερίω απερισπάστω διανοία, ένα άρτον κλώντες, ος εστίν φάρμακον αθανασίας, αντίδοτος του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Ιησού Χριστώ δια παντός».
Η βεβαιότητα του αγίου Ιγνατίου για την Μετάληψη της ζωοποιού σάρκας του Χριστού φαίνεται σαφώς από το ότι επαναλαμβάνει την αντιδιαστολή μεταξύ του μάννα των Εβραίων και του Άρτου της Ζωής. Το καθημερινό ψωμί είναι φθαρτό και ο οδηγεί στην φθορά και στο θάνατο. Ο Άρτος της Ζωής οδηγεί στην αθανασία. Ο Θεός από αγάπη προς τον άνθρωπο γίνεται άνθρωπος με σκοπό την αθανασία του ανθρώπου. Ο άφθαρτος Θεός αφθαρτίζει τον φθαρτό άνθρωπο ως μεταλαμβανόμενος Άρτος της Ζωής: «ο εμός έρως εσταύρωται, και ουκ έστιν εν εμοί πυρ φιλόϋλον˙ ύδωρ δε ζων και λαλούν εν εμοί,έσωθέν μοι λέγον˙ Δεύρο προς τον πατέρα. Ουχ ήδομαι τροφή φθοράς ουδέ ηδοναίς του βίου τούτου. Άρτον θεού θέλω, ο εστίν σαρξ Ιησού Χριστού, «του εκ σπέρματος Δαυίδ», και πόμα θέλω το Αίμα αυτού, ο εστίν αγάπη άφθαρτος».
Απέναντι στην αληθή ενανθρώπιση του Λόγου του Θεού, ο άγιος Ιγνάτιος αντιμετωπίζει τους δοκήτες γνωστικούς, οι οποίοι ομιλούν για ασώματη φανέρωση του Θεού και καταργούν την σωτηρία του ανθρώπου μέσα από την πρόσληψη αληθούς ανθρωπότητος από τον ίδιο τον Θεό Λόγο. Αντίστροφα, οι δοκήτες μη πιστεύοντας στην αληθή σάκρωση του Λόγου δεν πιστεύουν και στην αλήθεια του Άρτου της Ζωής: «Ταύτα γαρ πάντα έπαθεν δι’ ημάς, ίνα σωθώμεν˙ και αληθώς έπαθεν, ως και αληθώς ανέστησεν εαυτόν, ουχ ώσπερ άπιστοί τινές λέγουσιν, το δοκείν αυτόν πεπονθέναι, αυτοί το δοκείν όντες˙ και καθώς φρονούσιν, και συμβήσεται αυτοίς, ούσιν ασωμάτοις και δαιμονικοίς».
Ο άγιος Ιγνάτιος ομολογεί ότι μόνον η κράση των ανθρώπων μετά του Άρτου της Ζωής, ο οποίος είναι το αναστημένο Σώμα του Χριστού, οδηγεί στην υπέρβαση του θανάτου: «Εγώ γαρ και μετά την ανάστασιν εν σαρκί αυτόν οίδα και πιστεύω όντα. Και ότε προς τους περί Πέτρον ήλθεν, έφη αυτοίς˙ «Λάβετε, ψηλαφήσατέ με και ίδετε, ότι ουκ ειμί δαιμόνιον ασώματον». Και ευθύς αυτού ήψαντο και επίστευσαν, κραθέντες τη σαρκί αυτού και τω πνεύματι. Δια τούτο και θανάτου κατεφρόνησαν, ηυρέθησαν δε υπέρ θάνατον. Μετά δε την ανάστασιν συνέφαγεν αυτοίς και συνέπιεν ως σαρκικός, καίπερ πνευματικώς ηνωμένος τω πατρί».
2.Άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυς.
Η Μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού δεν αποτελεί ένα γεγονός μεταβολής των θνητών ανθρώπων στην επόμενη ζωή και μετά την κοινή ανάσταση, αλλά αποτελεί ζωοποίηση της φθαρτής ανθρώπινης σάρκας εδώ και τώρα πριν την κοινή ανάσταση και την Δευτέρα Παρουσία.
Επομένως η Μετάληψη δεν έχει χαρακτήρα συμβολικό, ούτε παραπέμπει απλώς και μόνον σε μια ψυχική ανακαίνιση, ενώ μεταθέτει την σωματική μεταμόρφωση αποκλειστικώς για την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Η Μετάληψη αφορά την φθαρτή σάρκα του ανθρώπου. Η θεία Μετάληψη κατεργάζεσαι την μεταμόρφωση του ανθρώπου ως σαρκός και αίματος σε Σώμα και Αίμα Χριστού από την ενθαδική ζωή. Κατά τον τρόπο που ο Θεός γίνεται αληθώς άνθρωπος, με τον ίδιο τρόπο και η ανθρώπινη σάρκα δια της Μεταλήψεως του Άρτου της Ζωής γίνεται Σώμα Χριστού.
Γράφει ο άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και μάρτυς: «Και η τροφή αύτη καλείται παρ’ ημίν ευχαριστία, ης ουδενί άλλω μετασχείν εξόν εστίν η τω πιστεύοντι αληθή είναι τα δεδιδαγμένα υφ’ ημών, και λουσαμένω το υπέρ αφέσεως αμρτιών και εις αναγέννησιν λουτρόν, και ούτως βιούντι ως ο Χριστός παρέδωκεν. Ου γαρ ως κοινόν άρτον ουδέ κοινόν πόμα ταύτα λαμβάνομεν˙ άλ’ ο τρόπον δια λόγου θεού σαρκοποιηθείς Ιησούς Χριστός ο σωτήρ ημών και σάρκα και Αίμα υπέρ σωτηρίας ημών έσχεν, ούτως και την δι’ ευχής λόγου του παρ’ αυτού ευχαριστηθείσαν τροφήν, εξ ης Αίμα και σάρκες κατά μεταβολήν τρέφονται ημών, εκείνου του σακροποιηθέντος Ιησού και σάρκα και Αίμα εδιδάχθημεν είναι».2
3.Άγιος Ειρηναίος Λυώνος
Αντιμέτωπος με τους γνωστικούς δοκήτες ο άγιος Ειρηναίος Λυώνος καταγράφει τις συνέπειες της άρνησης της ενανθρωπήσεως. Άρνηση της ενανθρωπήσεως σημαίνει άρνηση του Άρτου της Ζωής και αντίστροφα άρνηση του Άρτου της ζωής σημαίνει άρνηση της ενανθρώπισης και της σωτηρίας του ανθρώπου. Το να θεωρήση κανείς τον Άρτο της Ζωής ως κομίζοντα την φθορά σημαίνει άρνηση της ενανθρώπησης του Θεού Λόγου. Το να θεωρήση κάποιος την ανθρώπινη σάρκα που μεταλαμβάνει τον Άρτο της Ζωής ως απλή σάρκα που πεθαίνει, αυτό σημαίνει άρνηση της ενανθρώπισης του Θεού Λόγου.
Φυσικά, κάθε ανθρώπινη σάρκα έχει ως τέλος της τον θάνατο, αλλά η μεταμόρφωση της ανθρώπινης σάρκας δια της θείας Μεταλήψεως ξεκινάει από τώρα και ολοκληρώνεται στην κοινή ανάσταση. Η μεταμόρφωση της σάρκας συνίσταται στον αγιασμό της και στην δημιουργία προϋποθέσεων για την κοινή ανάσταση. Η δημιουργία αγιάζεται δια της μεταβολής του κοινού άρτου και οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού.
Γράφει ο άγιος Ειρηναίος: «Πώς, όμως, θα παραδεχθούν αυτοί ότι το ψωμί που προσφέρεται στην Ευχαριστία, είναι το Σώμα του Κυρίου τους και το κρασί μέσα στο Ποτήριο είναι το Αίμα του, εάν δεν παραδέχονται ως Υιό του Δημιουργού του κόσμου τον Λόγο του….; Πώς λέγουν ότι η σάρκα μεταβαίνει στην φθορά και δεν παίρνει ζωή, αφού τρέφεται από το Σώμα του Κυρίου και το Αίμα του; Ή την γνώμη τους ας αλλάξουν, ή ας σταματήσουν να προφέρουν όσα είπαμε. Ή δική μας γνώμη συμφωνεί με την Ευχαριστία και η Ευχαριστία, πάλι, επιβεβαιώνει την γνώμη μας. Προσφέρουμε στον Θεό τα δικά του, κηρύσσοντας πρεπόντως την κοινωνία και την ένωση και ομολογώντας την έγερση του σώματος και του πνεύματος. Όπως το ψωμί, που προέρχεται από την γη, όταν παίρνη και την επίκληση του Θεού, δεν είναι πλέον κοινό ψωμί, αλλά Ευχαριστία που συνίσταται από δύο στοιχεία, το επίγειο και το επουράνιο, έτσι και τα σώματά μας, όταν παίρνουν την Ευχαριστία, δεν είναι πλέον φθαρτά, διότι έχουν την ελπίδα της αιώνιας αναστάσεως. Προσφέρουμε, λοιπόν, στον Θεό, όχι διότι τάχα έχει ανάγκη, αλλά διότι τον ευχαριστούμε δια την δωρεά Του και έτσι αγιάζουμε την δημιουργία».3
Ο Άρτος της Ζωής δεν μπορεί κατ’ ουδένα τρόπο να κληροδοτήσει την φθορά. Αποδοχή του γεγονότος ότι ο Άρτος της Ζωής κληροδοτεί φθορά, σημαίνει άρνηση του Άρτου ως αιώνιας ζωής, ως ζωοποιού Σώματος και Αίματος του Θεού Λόγου.
Ο άγιος Ειρηναίος πολεμώντας τους γνωστικούς δοκήτες, οι οποίοι αρνούνται τόσο την ενανθρώπιση, όσο και την δυνατότητα αγιασμού σε κάθε τι σωματικό, επιμένει ο άγιος επίσκοπος Λυώνος πως η Μετάληψη του Άρτου της Ζωής αφορά το σώμα του ανθρώπου, την σάρκα του και το αίμα του και όχι αποκλειστικά την ψυχή του. Εδώ βρισκόμαστε ήδη πολύ μακριά από την δυαρχική ελληνική φιλοσοφία, στην οποία μόνον η ψυχή του ανθρώπου είναι ο αληθής άνθρωπο. ΓΡΑΦΕΙ: «Επειδή είμαστε δικά του μέλη και τρεφόμαστε με τη δημιουργία… ωμολόγησε ότι το θείο ποτήριο, που παίρνουμε από την κτίση, είναι δικό μας αίμα, με το οποίο ποτίζει το δικό μας αίμα. Και το ψωμί, που παίρνουμε από την δημιουργία, μας διαβεβαίωσε ότι είναι το Σώμα του, με το οποίο αυξάνουν τα δικά μας σώματα. Όταν, λοιπόν, και το ποτήριο, στο οποίο ενώνεται το κρασί με το νερό, και ο άρτος επιδέχονται τον λόγο του Θεού, τότε γίνεται η θεία Ευχαριστία, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, από τα οποία αυξάνει και συνίταται η υπόσταση του σώματός μας. Επομένως, πώς λέγουν ότι το σώμα μας δεν μπορεί να δεχθή την δωρεά του Θεού, που είναι η αιώνια ζωή, αφού αυτό τρέφεται από το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου και είναι διό του μέλος; Έτσι λέγει ο μακάριος Παύλος στην προς Εφεσίους επιστολή «ότι μέλη εσμέν του σώματος αυτού, εκ της σαρκός αυτού και εκ των οστέων αυτού». Δεν τα λέγει αυτά για κάποιον πνευματικό και αόρατο άνθρωπο, «ότι πνεύμα σάρκα και οστέα ουκ έχει»,4 αλλά και την οικονομία αληθινού ανθρώπου με σάρκα και νεύρα και οστά, που τρέφεται από το ποτήριο του Χριστού, δηλαδή το Αίμα του, και αυξάνει από τον άρτο, δηλαδή, το Σώμα του. Το ξύλο της αμπέλου, όταν γείρη στην γη, καρποφορεί στον καιρό του και ο κόκκος του σίτου, όταν πέση στην γη και διαλυθή, υψώνεται πολλαπλάσιος με το Πνεύμα του Θεού που συνέχει τα πάντα˙ έπειτα με την σοφία του Θεού τα χρησιμοποιούν οι άνθρωποι και επιδεχόμενα τον λόγο του Θεού γίνονται ευχαριστία, δηλαδή Σώμα και Αίμα Χριστού. Έτσι και τα σώματά μας, που τρέφονται από αυτήν την Ευχαριστία και τίθενται στην γη και διαλύονται σε αυτήν, θα αναστηθούν στον καιρό τους, διότι ο Λόγος του Θεού τους χαρίζει την ανάσταση για την δόξα του Θεού και Πατρός».5
4.Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Καθώς τα Τίμια Δώρα αποτελούν υλικά και φθαρτής δημιουργίας, θα μπορούσε με αναφορά στις φθαρτές ιδιότητες των Τιμίων Δώρων να τεθή μια εικασία για την μετάδοση φθοράς στα παρόντα σώματα από τον Άρτο της Ζωής, ο οποίος είναι μεν Σώμα και Αίμα Χριστού, πλην ο Άρτος παραμένει κατά τις ιδιότητές του φθαρτός, οπότε και καθίσταται λογική η πιθανολογία της μετάδοσης φθοράς από τον Ευχαριστιακό Άρτο.
Ερμηνεύοντας ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος την θέση του Αποστόλου Παύλου για την ανάξια μετοχή στην θεία Μετάληψη, εξηγεί ότι ο θάνατος δεν έρχεται από την φύση του Ευχαριστιακού Άρτου, ως προξένου θανάτου, αλλά από την αμαρτωλή προαίρεση του μεταλαμβάνοντος. Είναι αδύνατον ο Ευχαριστιακός Άρτος να είναι μεταδοτικός φθοράς, διότι είναι ο Άρτος της Ζωής. Η Ζωή δεν κληροδοτεί θάνατο. Η καταδίκη που επιφέρει ο άνθρωπος στον εαυτό του προσερχόμενος αναξίως συνίσταται ακριβώς στην απουσία επίγνωσης ότι μεταλαμβάνεται τον Άρτο της Ζωής.
Συνεπώς, αγνοώντας αμαρτητικά τον Άρτο της Ζωής, καταδικάζει τον εαυτό του σε κόλαση άγνοιας. Αντιστρόφως, η παραδοχή ότι ο Άρτος της Ζωής είναι μεταδοτικός φθοράς, συνιστά άγνοια του Άρτου της Ζωής, οπότε ο άνθρωπος περιπίπτει στην αμαρτητική άγνοια την οποία περιγράφει ο απόστολος Παύλος.
Γράφει ο άγιος Ιωάννης σχετικά: «Ο γαρ εσθίων και πίνων αναξίως, του Κυρίου κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει. Τι λέγεις; Ειπέ μοι˙ η τοσούτων αγαθών αιτία, και ζωήν βρύουσα τράπεζα, αύτη κρίμα γίνεται; Ου παρά την αυτής φύσιν, φησίν, αλλά παρά την του προσιόντος προαίρεσιν. Ώσπερ γαρ η παρουσία αυτού, η τα μεγάλα εκείνα και απόρρητα κομίσασα ημίν αγαθά, τους μη δεξαμένους αυτήν μάλλον κατέκρινεν˙ ούτω και τα μυστήρια μείζονος εφόδια κολάσεως γίνεται τοις αναξίως μετέχουσι. Δια τι δε κρίμα εαυτώ εσθίει; Μη διακρίνων το Σώμα του Κυρίου».6
Ο θάνατος των ανθρώπων έρχεται ως αποτέλεσμα της αμαρτίας τους και δεν αφορά την θεία Ευχαριστία ως φορέα της φθοράς. Αφορά, εν τούτοις, την ευρύτερη παιδαγωγία του Θεού προς τον άνθρωπο, όπως λέγει ο άγιος παρακάτω. Ο θάνατος έρχεται ως αυτεξούσια παύση της κοινωνίας με το Θεό.
Γράφει: «Ει γαρ μάθοις ακριβώς τις ποτέ εστίν ο προκείμενος, και τις ων τίνι εαυτόν δίδωσιν, ουδενός ετέρου δεήση λόγου, άλλ’ αρκεί σοι τούτο εις άπασαν νήψιν, ει μη σδόδρα είης αναπεπτωκώς. Δια τούτο εν υμίν πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και κοιμώνται ικανοί. Ενταύθα λοιπόν ουκέτι από ετέρων τα παραδείγματα φέρει, ώσπερ επί των ειδωλοθύτων εποίησε, τας παλαιάς διηγούμενος ιστορίας και τας εν τη ερήμω πληγάς, άλλ’ απ’ αυτών των Κορινθίων, όπερ και πληκτικώτερον εποίει τον λόγον. Επειδή γαρ έλεγε, Κρίμα εαυτώ εσθίει, και, Ένοχός εστίν, ίνα μη δοκή ρήματα λέγειν, και έργα δείκνυσι και μάρτυρας αυτούς καλεί, όπερ μάλλον του απειλήσαι καθικνείται, τω δείξαι εις έργον την απειλήν εξελθούσαν. Ου μη τούτοις ηρκέσθη μόνοις, άλλ’ από τούτων και τον περί της γεέννης εισήγαγε και επιστώσατο λόγον, αμφοτέρωθεν φοβών, και ζήτημα πανταχού περιφερόμενον λύων. Επειδή γαρ πολλοί προς αλλήλους απορούσι, πόθεν οι άωροι θάνατοι, πόθεν αι μακραί νόσοι, λέγει ότι εξ αμαρτημάτων πολλά τούτων των αδοκήτων την υπόθεσιν έχει».7
5.Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας.
Στον άγιο Κύριλλο φανερώνεται με σαφήνεια με ποιον τρόπο ο Άρτος της Ζωής είναι πρόξενος ζωοποίησης τόσο της ψυχής, όσο και του σώματος. Ο άγιος επίσκοπος Αλεξανδρείας με ομολογία στην υποστατική ταυτότητα του σαρκωμένου Λόγου ερμηνεύει την ζωοποιό ενέργεια του σώματος του Χριστού. Με επίκεντρο το θαύμα της ανάστασης του νέου της Ναΐν και της κόρης του Ιαείρου αναφέρεται στην μία και συγγενή δι’ αμφοίν ενέργεια του Ιησού Χριστού.
Ο σαρκωμένος Λόγος φέρων προ της ανάστασης φύση παθητή για τη σωτηρία του ανθρώπου, λόγω της υποστατικής ταυτότητος, η οποία κάνει δυνατή την αντίδοση των ιδιωμάτων των φύσεων στο ένα και μοναδικό Του πρόσωπο, εκφαίνει δια της παθητής Του «κατ’ οικονομίαν για τη σωτηρία του ανθρώπου) σαρκός την θεϊκή του ενέργεια θαυματουργώντας επί της ανθρωπίνης φοθράς. Γράφει ο άγιος: «δια γαρ τοι τούτο και εν τω τους νεκρούς διανιστάν, ου λόγω μόνον, ουδέ τοις θεοπρεπέσιν επιτάγμασιν ο Σωτήρ ενεργών ευρίσκεται, αλλά συνεργάτην ώσπερ τινά προς τούτο δη μάλιστα την αγίαν αυτού λαμβάνειν ηπείγετο σάρκα, ίνα δεικνύη ζωοποιείν, δυναμένην, και ως εν ήδη γενομένην προς αυτόν. Και γαρ ην όντως ίδιον αυτού, και ουχ ετέρου το Σώμα. Και γουν ότε το του αρχισυναγώγου κόριον διανίστη λέγων ¨Η παις έγειραι¨, εκράτησε της χειρός αυτής, καθά γέγραπται˙ ζωοποιών μεν ως Θεός, τω παντουργώ προστάγματι˙ ζωοποιών δε αύ πάλιν και δια της αφής της αγίας σαρκός, μίαν τε και συγγενή δι’ αμφοίν επιδείκνυσι την ενέργειαν. Αλλά και ότε εισεπορεύετο εις πόλιν καλουμένην Ναΐν, και ¨εξεκομίζετο μονογενής υιός τεθνηκώς τη μητρί αυτού¨, πάλιν ¨ήψατο της σορού, λέγων ¨Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητ騻.8
Ευθύς αμέσως μετά την ερμηνεία της αντίδοσης των ιδιωμάτων στο πρόσωπο του σαρκωθέντος Λόγου, ο άγιος Κύριλλος μεταβαίνει στον Άρτο της θείας Μετάληψης προκειμένου να ερμηνεύση την αντίδοση των ιδιωμάτων επί των ανθρωπίνων σωμάτων λόγω της θείας Μετάληψη. Η θεϊκή ενέργεια του Σώματος του Χριστού μεταποιεί την φθορά των ανθρωπίνων σωμάτων και απεργάζεται από του νυν την μελλοντική αφθαρσία τους. Να σημειωθεί ότι ο άγιος θεωρεί την ενέργεια των Τιμίων Δώρων πλουσιότερη της ενέργειας της επίγειας ζωοποιού σαρκός του Κυρίου. Γράφει:
«Και ου μόνον δίδωσι ενεργείν τω λόγω την των νεκρών αναβίωσιν, άλλ’ ίνα δείξη ζωοποιόν το ίδιον Σώμα, καθάπερ ουν ήδη προείπομεν, των τεθνεώτων άπτεται, και δι’ αυτού την ζωήν εντιθείς τοις ήδη κατεφθαρμένοις, και ει δια μόνης αφής της αγίας σαρκός ζωοποιείται τον διεφθαρμένον, πως ουχί πλουσιωτέραν αποκερδανούμεν την ζωοποιόν ευλογίαν, όταν αυτής και απογευσώμεθα; Μεταποιήσει γαρ πάντως εις το ίδιον αγαθόν, τουτέστι την αθανασίαν, τους μετεσχηκότα αυτής. Και μη θαυμάσης επί τούτω, μηδέ είπης κατά σεαυτόν Ιουδαϊκώς το πώς˙ εννόει δε μάλλον ότι ψυχρόν τη φύσει ο ύδωρ εστίν˙ άλλ’ όταν εις λέβητα κεχυμένον ομιλήση τω πυρί, τότε της μεν ιδίας μονονουχί και επιλανθάνεται φύσεως, εις δε την του νενικηκότος ενέργειαν αποφοιτά. Τον αυτόν ουν άρα και ημείς τρόπον, ει και φθαρτοί δια την φύσιν εσμέν της σαρκός, αλλά τη μίξει της ζωής την εαυτών αφέντες ασθένειαν, εις το εκείνης ίδιον αναστοιχειούμεθα, τουτέστι την ζωήν. Έδει γαρ έδει, μη μόνον δια του αγίου Πνεύματος εις ζωής καινότητα την ψυχήν ανακτίζεσθαι, αλλά γαρ και το παχύ τούτο και γεώδες Σώμα δια παχυτέρας και συγγενούς αγιάζεσθαι μεταλήψεως και καλείσθαι προς αφθαρσίαν».9
Η ορθή θεώρηση των Τιμίων Δώρων κατά τον άγιο Κύριλλο, σε αναφορά με την αντίδοση των ιδιωμάτων στο πρόσωπο του σαρκωθέντος Λόγου επί της θείας Μετάληψης, είναι ότι τα Τίμια Δώρα καίτοι φθαρτά δεν μεταδίδουν ουδεμία φθορά, κατά τον τρόπο που η σάρκα του Λόγου, καίτοι παθητή δι’ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν, εν τούτοις υπήρχε ζωοποιός ως σάρκα του Λόγου. Γράφει: «Τι δη ουν άρα Χριστός επαγγέλλεται; Φθαρτόν μεν ουδέν, ευλογίαν δε μάλλον την εν μεταλήψει της αγίας σαρκός τε και αίματος, ολοκλήρως εις αφθαρσίαν ανακομιζούσης τον άνθρωπον, ως ουδενός επιδείσθαι των όσα τον της σαρκός απελαύνει θάνατον, τροφής δε δηλονότι φημί και ποτού. Έοικε δε πάλιν ύδωρ ονομάζειν εν τούτοις, τον δια Πνεύματος αγιασμόν, ή αυτό το θείον τε και άγιον Πνεύμα, ούτω πολλάκις παρά ταις θείαις ωνομασμένον γραφαίς. Ζωοποιεί τοιγαρούν τον άγιον Σώμα Χριστού τους εν οις αν γένοιτο, και συνέχει προς αφθαρσίαν, τοις ημετέροις ανακιρνάμενον σώμασι. Σώμα γαρ ουχ ετέρου τινός, άλλ’ αυτής νοείται της κατά φύσιν ζωής, όλην έχων εν εαυτώ την του ενωθέντος Λόγου δύναμιν, και πεποιωμένον ώσπερ, μάλλον δε ήδη και αναπεπλησμένον της ενεργείας αυτού, δι’ ης τα πάντα ζωοποιείται και προς το είναι φυλάττεται».10
Η αποδοχή μετάδοσης φθοράς από την θεία Μετάληψη είναι χωρισμός των Τιμίων Δώρων από το Σώμα και το Αίμα του Λόγου και περιπίπτει στην ανθρωπολατρεία του νεστοριανισμού. Καθώς χωρίζονται τα Τίμια Δώρα από την ζωοποιό σάρκα του Θεού Λόγου αναπόφευκτα τα Τίμια Δώρα παραμένουν κτιστά και φθαρτά πράγματα μεταδίδονται την φθορά.
Γράφει συναφώς ο άγιος Κύριλλος: «Ει τις ουχ ομολογεί την του κυρίου σάσρκα ζωοποιόν είναι και ιδίαν αυτού του εκ θεού πατρός λόγου, άλλ’ ως ετέρου τινός παρ’ αυτόν συνημμένου μεν αυτώ κατά την αξίαν ή γουν ως μόνην θείαν ενοίκησιν εσχηκότος, και ουχί δη μάλλον ζωοποιόν, ως έφημεν, ότι γέγονεν ιδία του λόγου του τα πάντα ζωογονείν ισχύοντος, ανάθεμα έστω».11
Επιβεβαίωση της συγκεκριμένης ερμηνείας έρχεται να κάνη ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Και γαρ ει μη τούτό εστί μηδέ απ’ εντεύθεν εν σώματι όντες των αιωνίων αγαθών εν μετοχή και κοινωνία γινόμεθα μηδέ την χάριν λαμβάνομεν οι εκλεκτοί, λοιπόν και ο Χριστός αυτός προφήτης εστί και ου Θεός».12
6.Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής.
Η θέωση του ανθρώπου αφορά τον όλο άνθρωπο, το σώμα και την ψυχή του. Η θέωση ως μετοχή στην θεία ενέργεια φανερώνεται στην θεία Μετάληψη μέσα από τα Τίμια Δώρα. Τα Τίμια Δώρα ως Σώμα και Αίμα Χριστού ενεργούν την θέωση του ανθρώπου, τόσο κατά την ψυχή όσο και κατά το σώμα του.
Γράφει συναφώς ο άγιος Μάξιμος: «Ζωής δε θείας ποιείται μετάδοσιν, εδώδιμον εαυτόν εργαζόμενος, ως οίδεν αυτός και οι παρ’ αυτού τοιαύτην αίσθησιν νοεράν ειληφότες, ώστε τη γεύσει ταύτης της βρώσεως ειδέναι κατ’ επίγνωσιν αληθώς ότι χρηστός ο κύριος, ποιότητι θεία προς θέωσιν μετακιρνών τους εσθίοντας, οία δη σαφώς ζωής και δυνάμεως άρτος και ων και καλούμενος».13
7. Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός εξηγεί την χρήση του άρτου και του οίνου για την μεταβολή σε Σώμα και Αίμα Χριστού ως συγκατάβαση του Θεού στην ανθρώπινη συνήθεια της βρώσης του άρτου και της πόσης του οίνου. Τα Τίμια Δώρα είναι όντως το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και αποτελούν φυλακτήριο όχι μόνον της ψυχής, αλλά και του σώματος. Αυτό συμβαίνει, διότι ο Άρτος είναι ενωμένος με την θεότητα και ούτως δια της μεταλήψεως ο Θεός ενεργεί την θέωση του ανθρώπου ως μετοχή της ανθρώπινης φύσης στην άκτιστη ενέργεια του Θεού. Γράφει:
«Άρτος δε και οίνος παραλαμβάνεται˙ οίδε γαρ ο θεός την ανθρωπίνην ασθένειαν, ως τα πολλά γαρ τα μη κατά την συνήθειαν τετριμμένα αποστρέφεται δυσχεραίνουσα˙ τη ουν συνήθει συγκαταβάσει κεχρημένος δια των συνήθων της φύσεως ποιεί τα υπέρ φύσιν˙ και ώσπερ επί του βαπτίσματος, επειδή έθος τοις ανθρώποις ύδατι λούεσθαι και ελαίω χρίεσθαι, συνέζευξε τω ελαίω και ύδατι την χάριν του πνεύματος και εποίησεν αυτό λουτρόν αναγεννήσεως, ούτως, επειδή έθος τοις ανθρώποις άρτον εσθίεν ύδωρ τε και οίνον πίνειν, συνέζευξεν αυτοίς την αυτού θεότητα και πεποίηκεν αυτά Σώμα και Αίμα αυτού, ίνα δια των συνήθων και κατά φύσιν εν τοις υπέρ φύσιν γενώμεθα. Σώμα εστίν αληθώς ηνωμένον θεότητι, το εκ της αγίας παρθένου Σώμα, ουχ ότι αυτό το Σώμα το αναληφθέν εξ ουρανών κατέρχεται, άλλ’ ότι αυτός ο άρτος και ο οίνος μεταποιείται εις Σώμα και Αίμα θεού… Ου χείρον δε και τούτο ειπείν, ότι, ώσπερ φυσικώς δια της βρώσεως ο άρτος και ο οίνος και το ύδωρ δια της πόσεως εις Σώμα και Αίμα του εσθίοντος και πίνοντος μεταβάλλεται και ου γίνεται έτερον Σώμα παρά το πρότερον αυτού Σώμα, ούτως ο της προθέσεως άρτος οίνός τε και ύδωρ δια της επικλήσεως και επιφοιτήσεως του αγίου Πνεύματος υπερφυώς μεταποιείται εις το Σώμα του Χριστού και Αίμα, και ουκ εισί δύο, άλλ’ εν και το αυτό. Γίνεται τοίνυν τοις πίστει αξίως μεταλαμβάνουσιν εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον και εις φυλακτήριον ψυχής τε και σώματος, τοις δε εν απιστία αναξίως μετέχουσιν εις κόλασιν και τιμωρίαν, καθάπερ και ο του κυρίου θάνατος τοις μεν πιστεύουσι γέγονε ζωή και αφθαρσία εις απόλαυσιν της αιωνίου μακαριότητος, τοις δε απειθούσι και τοις κυριοκτόνοις εις κόλασιν και τιμωρίαν αιώνιον».14
Καλείται Μετάληψη και Κοινωνία, διότι ο άνθρωπος δια της μεταλήψεως των Τιμίων Δώρων μετέχει της θεότητος του Χριστού. Γράφει:
«Μετάληψις λέγεται˙ δι’ αυτής γαρ της Ιησού θεότητος μεταλαμβάνομεν. Κοινωνία λέγεταί τε και έστιν αληθώς δια το κοινωνείν ημάς δι’ αυτής τω Χριστώ και μετέχειν αυτού της σαρκός τε και της θεότητος, κοινωνείν δε και ενούσθαι και αλλήλοις δι’ αυτής˙ επεί γαρ εξ ενός άρτου μεταλαμβάνομεν, οι πάντες εν Σώμα Χριστού και εν Αίμα και αλλήλων μέλη γινόμεθα σύσσωμοι Χριστού χρηματίζοντες».15
Ο Άρτος της Ζωής συντηρεί, ζωοποιεί και καθαίρει τον άνθρωπο τόσο στην ψυχή όσο και στο Σώμα. Οι διατυπώσεις του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού δεν αφήνουν κάποιο περιθώριο για την πιθανότητα μετάδοσης φθοράς στον άνθρωπο μέσω των Τιμίων Δώρων. Γράφει:
«Σώμά εστί και Αίμα Χριστού εις σύστασιν της ημετέρας ψυχής τε και σώματος χωρούν, ου δαπανώμενον, ου φθειρόμενον, ουκ εις αφεδρώνα χωρούν – μη γένοιτο -, άλλ’ εις την ημών ουσίαν τε και συντήρησιν, βλάβης παντοδαπούς αμυντήριον, ρύπου παντός καθαρτήριον – αν μεν χρυσόν λάβη κίβδηλον, δια της κριτικής πυρώσεως καθαίρει – , ίνα μη εν τω μέλλοντι συν τω κόσμω κατακριθώμεν».16
8.Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος.
Στον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο τονίζεται η σωματική και νοερά αίσθηση της ενεργούμενης θεώσεως, η συνείδηση της θέωσης δια της θείας κοινωνίας στους αξίους. Γράφει: «Ει γαρ Θεός και άνθρωπος ο Χριστός, και η αγία σαρξ αυτού ου σάρξ μόνον, αλλά σαρξ και Θεός αχώριστος, αλλά και ασυγχύτως ορατός μεν τη σαρκί είτ’ ουν τω άρτω τοις αισθητοίς, τοις δε γε της ψυχής όμμασι καθορώμενος. Διο και αλλαχού. «Ο τρώγων μου την σάρκα» φησί «και πίνων μου το Αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ». Και ουκ είπεν, εν αυτοίς μένει και αυτά εν αυτώ, άλλ’ εν εμοί τουτέστιν εν τη εμή δόξη, εν τω εμώ φωτί, εν τη εμή θεότητι. «Εγώ γαρ, φησίν, εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί. Και εγώ εν υμίν και υμείς εν εμοί». Ει ουν ταύτα πάντα αγνώστως και αναισθήτως γίνεσθαι νομίζομεν εν ημίν, τις την ημών αναισθησία αξίως άρα θρηνήσειεν; Όντως ουδείς».17
Η ασυνείδητη θεία Μετάληψη που έχει ως αποτέλεσμα την μηδενική αλλαγή στον άνθρωπο είναι αυτοκαταδίκη του ανθρώπου, καθόσον έμπροσθεν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού ο άνθρωπος επιλέγει την εθελούσια τύφλωση. Γράφει:
«Πώς δε νομίζεις άψασθαι του απροσίτου πυρός, ή πως όλως μεταλαβείν υπολαμβάνεις του αϊδίου φωτός; Ούμενουν ουδαμώς τούτό σοι γέγονε, τω περί τα τοιαύτα ανεπαισθήτως έχοντι˙ αλλά το φως σε καταλάμπει όντα τυφλόν, θερμαίνει δε σε το πυρ, ουχ ήψατο δε, η ζωή επεσκίασεν, ουχ ηνώθη σοι δε, το ζων ύδωρ διήλθεν ως δια ρύακος της σης ψυχής, επειδή αξίαν εαυτού ουχ εύρεν υποδοχήν. Ούτως ουν λαμβάνων και ούτως απτόμενος των αψαύστων και δοκών εσθίειν, μένεις μη λαμβάνων, μη εσθίων, μηδέν όλως έχων εν σεαυτώ». 18
Η επισυμβαίνουσα θέωση του ανθρώπου δια της θεοποιού ενεργείας συμπεριλαμβάνει τον όλο άνθρωπο από του νυν. Ζωοποιείται η ψυχή δια της άκτιστης θείας ενέργειας και μεταδίδει η ψυχή ως ζωτική αρχή του σώματος την θεία ζωοποίηση στο Σώμα. Γράφει:
«Ούτως έχων πυρούται τω πνεύματι και πυρ όλος γίνεται τη ψυχή, μεταδιδούς και τω σώματι της οικείας λαμπρότητος, δίκην του ορωμένου πυρός την οικείαν τω σιδήρω φύσιν μεταδιδόντος, και γίνεται η ψυχή τω σώματι όπερ γέγονε τη ψυχή ο Θεός, καθά φησίν η θεολόγος φωνή˙ ούτε γαρ ψυχή ζην δύναται, μη φωτιζομένη παρά του κτίσαντος, ούτε Σώμα, μη παρά της ψυχής δυναμούμενον… Θεού κατά τας αψευδείς επαγγελίας ενοικούντος εν ημίν τοις γνησίοις δούλοις αυτού και δια των ενεργειών και ελλάμψεων του παναγίου Πνεύματος εμπεριπατούντος εν ταις ημετέραις ψυχαίς, αχωρίστους είναι του Θεού τας αξίας των τοιούτων ψυχάς ομολογουμένως πιστεύομεν. Των δε ψυχών πάλιν διϊκνουμένων εν όλω τω σώματι και μηδενί μέρει απολιμπανομένων, ανάγκη πάντως και αυτήν την σάρκα, αχώριστον ούσαν της ψυχής, μάλλον δε μηδέ ζην χωρίς αυτής δυναμένην, όλην άγεσθαι της ψυχής τω θελήματι˙ και ως ουκ έστι Σώμα ζην άνευ ψυχής, ούτως ουδέ θέλημα ένι το Σώμα έχειν τότε παρεκτός της ψυχής».19
«Ούτω τοιγαρούν οι απ’ αιώνος άγιοι, οι πάλαι τε και νυν πνευματικώς βλέποντες, ου σχήμα ή είδος ή εκτύπωμα βλέπουσιν, αλλά φως ασχημάτιστον, ως και αυτοί φως εκ του φωτός Πνεύματος χρηματίζοντες. Τοιούτος δε έκαστος των αγίων γινόμενος, ουχί και το Σώμα αυτού ευθύς άφθαρτον και πνευματικόν γίνεται, αλλά καθάπερ σίδηρος υπό του πυρός εκπυρούμενος της λαμπρότητος μεν αυτού μεταλαμβάνει και την μελανίαν ευθύς αποβάλλεται, χωριζόμενος δε πάλιν του πυρός ψυχρός και μέλας καθοράται και γίνεται, ούτω δη και τα σώματα των αγίων υπό της ενωθείσης τη ψυχή αυτών χάριτος, ήτοι του θείου πυρός των άλλων σωμάτων διαφορώτερα και τιμιώτερα αποκαθίστανται. Επειδάν δε η ψυχή εξέλθη και του σώματος χωρισθή, ευθύς και αυτά τη φθορά παραδίδονται και εκ του κατά μικρόν διαλύονται˙ τα δε και επί πολλούς χρόνους διαμένουσι, μήτε άφθαρτα μένοντα παντελώς, μήτε πάλιν τελείως φθειρόμενα, αλλά και της αφθαρσίας και της φθοράς τα γνωρίσματα εν εαυτοίς διασώζουσιν, εις την τελευταίαν εξανάστασιν αφθαρτωθήναι τελείως και ανακαινισθήναι τηρούμενα».20
9.Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς21
Σε πολλά σημεία των ομιλιών του αναφέρεται στην μεγάλη αξία που έχουν τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Σε κάποια από τις ομιλίες του διδάσκει ότι ο Χριστός μας αγιάζει και μας χαρίζει την άφεση των αμαρτιών μας «δια του θείου βαπτίσματος, δια της των οικείων εντολών τηρήσεως, δια της μετανοίας, ην τοις πταίουσιν εχαρίσατο, και δια της μεταδόσεως του οικείου σώματός τε και αίματος». Τα δύο βασικά Μυστήρια της Εκκλησίας, δηλαδή το βάπτισμα και η θεία Κοινωνία, μαζί με την τήρηση των εντολών του Χριστού, είναι εκείνα που χορηγούν την άφεση των αμαρτιών και αγιάζουν τον άνθρωπο. Ο Χριστός με το άγιο βάπτισμα γίνεται Πατέρας των ανθρώπων και δια της θείας κοινωνίας γίνεται μητέρα. Χρησιμοποιεί έτσι ένα εκφραστικό παράδειγμα. Ο Χριστός «τρέφει μαστοίς οικείοις, ως υπομάζια βρέφη μήτηρ φιλόστοργος». Όπως η φιλόστοργος μητέρα τρέφει το βρέφος της με το γάλα και από τους δύο μαστούς, το ίδιο κάνει και ο Χριστός. Οι δύο μαστοί του Χριστού και της Εκκλησίας είναι τα δύο κεντρικά και βασικά Μυστήρια, δηλαδή το άγιο βάπτισμα και η θεία Ευχαριστία.
Σε άλλη ομιλία αναφέρεται πάλι στην δύναμη των δύο αυτών Μυστηρίων της Εκκλησίας. Ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και, όπως εμείς, έτσι και Εκείνος είχε ψυχή και σώμα. Δια του σώματος, λέγει ο άγιος, υπέστη τα πάθη, τον θάνατο και την ταφή και στην συνέχεια ηγέρθη εκ νεκρών και έτσι μας παρέδωσε να τελούμε την αναίμακτη θυσία και να καρπωνόμαστε την σωτηρία. Δια δε της καθόδου της ψυχής στον άδη και την επάνοδό της μετέδωσε αΐδιο φως και ζωή, και δείγμα αυτού μας παρέδωσε το άγιο βάπτισμα, ώστε «δι’ αυτού καρπούσθαι την σωτηρίαν, δι’ εκατέρου τε μυστηρίου και δι’ αμφοτέρων και ψυχής και σώματος θεουργουμένων και σπέρματα ζωής ακηράτου δεχομένων». Ψυχή και σώμα αγιάζονται με τα δύο αυτά Μυστήρια, και από αυτά τα δύο Μυστήρια εξαρτάται η σωτηρία μας. Καταλήγει ο άγιος: «Εν γαρ τοις δυσί τούτοις πάσα ημών ήρτηται η σωτηρία πάσης της θεανδρικής οικονομίας εν τοις δυσί τούτοις συγκεφαλαιουμένης»…
Διδάσκει ο άγιος ότι ο Χριστός με την ενανθρώπησή Του έγινε αδελφός μας. Με την φανέρωση των Μυστηρίων έγινε φίλος μας και με την θεία Κοινωνία, με την μετάληψη του Αίματός Του, έγινε Νυμφίος μας. «Συνέδησεν ημάς και ηρμόσατο καθάπερ νυμφίος νύμφην εαυτώ δια της μεταλήψεως τούτου του αίματος εις μίαν σάρκα μεθ’ ημών γενόμενος». Έτσι, με το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας και με την κοινωνία του Σώματος και του Αίματός Του γίνεται Νυμφίος μας, ενώνεται μαζί μας. Αναφερόμενος στην θεία Κοινωνία, κατά την εορτή των Χριστουγέννων, ύστερα από νηστεία τεσσαράκοντα ημερών, λέγει ότι οι χριστιανοί, όταν κοινωνούν των Αχράντων Μυστηρίων, γίνονται μέτοχοι του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, ενώνονται με τον Χριστό και γίνονται με Αυτόν ένα πνεύμα και ένα σώμα. «…εν μεθέξει γίνεσθαι του αγίου σώματος και αίματος αυτού, και δι’ αυτών αυτώ ενούσθαι και εν πνεύμα και εν σώμα μετ’ αυτού τελείσθαι θείως». Ο Χριστός με την θεία Κοινωνία μας χαρίζει την συνάφεια μαζί Του και έτσι, όχι μόνον κατά πνεύμα, αλλά και κατά σώμα γινόμαστε «μετ’ εκείνου, σαρξ εκ της σαρκός αυτού και οστούν εκ των οστών αυτού».
Όπως κατά την παραμονή των Φώτων ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς κάνει ανάλυση και ερμηνεία του Μυστηρίου του αγίου Βαπτίσματος, το ίδιο, πριν από την εορτή των Χριστουγέννων, αναφέρεται σε ομιλία του στο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Αποδεικνύεται έτσι θεολόγος ευχαριστιακός. Τονίζει στην ομιλία αυτή την μεγάλη αξία του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας.
Στην λήψη του Αίματος του Χριστού υπάρχει πολλή ωφέλεια. «Τούτο (το αίμα του Χριστού) ημάς καινούς αντί παλαιών ποιεί και αϊδίους αντί προσκαίρων˙ τούτο ημάς αποθανατίζει και αειθαλείς απεργάζεται, ως δένδρα παρά τας διεξόδους των υδάτων πεφυτευμένα του θείου Πνεύματος, αφ’ ων συνάγεται καρπός εις ζωήν αιώνιον». Από την αγίαν Τράπεζα αναβλύζουν πηγές νοητές, που ποτίζουν τις ψυχές και ανάγουν τον άνθρωπο μέχρι τους ουρανούς. Όταν κοινωνούμε των αγίων Δώρων, γινόμαστε βασιλική πορφύρα ή μάλλον βασιλικό αίμα και σώμα «και προς την θείαν υιότητα μεταποιούμεθα». Αυτά όλα φανερώνουν την μεγάλη αξία της θείας Κοινωνίας του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.
Άλλ’ ο άγιος δεν κάνει μια αφηρημένη και στοχαστική ευχαριστιολογία. Με άλλα λόγια, δεν αρκείται στο να παρουσιάση μόνον την μεγάλη αξία της θείας Κοινωνίας, αλλά συγχρόνως αναλύει στην ομιλία αυτή την οποία απηύθυνε στο ποίμνιό του – ενώ έβλεπε τους χριστιανούς να προετοιμάζωνται για την μετάληφη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού – και άλλα ενδιαφέροντα σημεία. Στην αρχή τονίζει την ανάξια προσέλευση πολλών χριστιανών, έπειτα την άξια προετοιμασία για την θεία Μετάληψη, ακόμη, τον τρόπο με τον οποίο οφείλουμε να προσερχόμαστε και επιπλέον, τι πρέπει να κάνουμε μετά την θεία Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Ας τα δούμε, όμως, αναλυτικότερα.
Κατ’ αρχάς, τονίζει ότι πολλοί χριστιανοί προσέρχονται ανάξια να κοινωνήσουν. Γι’ αυτό, ομιλώντας σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, λέγει ότι, αν προσέλθουμε στην θεία Κοινωνία με πονηρή συνείδηση, χωρίς συγχώρηση των αμαρτιών μας από τους Πνευματικούς Πατέρες, πριν συμμορφωθούμε προς τον κανόνα της ευσεβείας, τότε «εις κρίμα πάντως εαυτών και κόλασιν αιώνιον προσελευσόμεθα, και αυτούς τους θείους οικτιρμούς και την αυτού προς ημάς ανοχήν αποδιώξαντες». Και όπως αυτός που έσχισε την βασιλική αλουργίδα και την έχωσε στον βόρβορο θα υποστή τιμωρία, το ίδιο θα συμβή και με εκείνον που ανάξια προσέρχεται στην θεία Κοινωνία. Γράφει, όμως, ότι δεν πάσχει τίποτε σε αυτήν την περίπτωση το θείο Δώρο, αφού είναι απαθές, «αλλά τούτο μεν ημών αφανώς αφίπταται».
Απαιτείται, λοιπόν, κατάλληλη προετοιμασία. Ως αληθινός θεολόγος ο άγιος Γρηγόριος παρουσιάζει τα στοιχεία της πραγματικής μετανοίας, αλλά και την αναγκαιότητά της για την άξια μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Αποφεύγει έτσι μια στοχαστική ανάλυση της αξίας της θείας Κοινωνίας. Δεν είναι φιλόσοφος ούτε ηθικολόγος, αλλά θεολόγος με όλη την σημασία της λέξεως. Γιατί όσοι γεύθηκαν την θεία Χάρη αυτοί γνωρίζουν τον τρόπο ενεργείας της, αλλά και τον τρόπο με τον οποίον αίρεται από τον άνθρωπο. Γι’ αυτό είναι αληθινοί Ποιμένες του λαού του Θεού.
Χρειάζεται κάθαρση σώματος και ψυχής: «Διο προκαθαρθώμεν, αδελφοί, και σώμα και στόμα και την διάνοιαν, και εν αγαθή και καθαρά συνειδήσει προσέλθωμεν». Η κάθαρση δεν εξαντλείται μόνον στην εξωτερική καθαρότητα του σώματος, αλλά επεκτείνεται, κυρίως, στην καθαρότητα της ψυχής. Χρειάζεται κάθαρση της συνειδήσεως και αυτής ακόμη της διανοίας. «Ώστε και τους εν τω βάθει της ψυχής σπίλους προσαπονιψάμενοι προσέλθωμεν». Ως ασκητικός θεολόγος ο άγιος δεν εξαντλείται σε επιδερμικούς καθαρμούς, αλλά προχωρεί και στην κάθαρση του βάθους της ψυχής. «Ούτω γαρ και προσελευσόμεθα εις σωτηρίαν». Πραγματικά, τότε επιτυγχάνεται η σωτηρία του ανθρώπου. Διαφορετικά ο άνθρωπος κατακρίνεται.
Βέβαια, ο άγιος δεν είναι ουτοπιστής. Γνωρίζει ότι τελικά κανείς δεν είναι άξιος πέρα ως πέρα να προσέλθη και να μεθέξη των θείων Μυστηρίων. Γι’ αυτό τονίζει την αξία της μετανοίας, διότι δι’ αυτού του τρόπου ο Θεός μας καθιστά αξίους εξ αναξίων: «Ποήσωμεν ουν ημάς αυτούς αξίους δια της μετανοίας, μάλλον δε προσενέγκωμεν ημάς αυτούς δια των έργων της μετανοίας τω δυναμένω ποιείν αξίους εξ αναξίων».
Πέρα, όμως, από την μετάνοια προ της θείας Κοινωνίας, απαιτείται προσέλευση στην θεία Μετάληψη μετά πίστεως. Πρέπει να προσερχόμαστε με ελπίδα και πίστη, «σκοπούντες ου το ορώμενον απλώς, αλλά τα μη ορώμενα». Η ελπίδα και η πίστη αναφέρονται στο ότι μέσα από τον φαινομενικά άρτο, που βρίσκεται πάνω στην Αγία Τράπεζα, πρέπει να βλέπουμε την θεότητα. «Ο γαρ άρτος ούτος οίον τι καταπέτασμά εστίν ένδον κρύπτιον την θεότητα».
Ο γέροντας Σωφρόνιος, όταν κάποτε έλαβε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, αμέσως είδε το άκτιστο Φως και παρέμεινε αυτή η θεωρία τρεις ολόκληρες μέρες. Έτσι η πίστη, περί της οποίας ομιλεί εδώ ο άγιος Γρηγόριος, δεν είναι μια λογική σκέψη, αλλά κυρίως η θεωρία του Θεού, η προσωπική βεβαιότητα της υπάρξεώς Του και η αναγνώρισή Του.
Η θεία Κοινωνία δεν είναι το τέλος μιας περιόδου μετανοίας, αλλά και αρχή μια νέας μετανοίας. Όπως του Μυστηρίου του αγίου βαπτίσματος προηγείται και ακολουθεί η μετάνοια, το ίδιο συμβαίνει και με την θεία Κοινωνία, δηλαδή της θείας Κοινωνίας προηγείται και ακολουθεί η μετάνοια. Στο σημείο αυτό είναι εκφραστικότατος ο άγιος Γρηγόριος. Θα αναφέρω μερικά μόνον χαρακτηριστικά χωρία του: «Άλλ’ ημείς αδελφοί, πρακαλώ, φυλάξωμεν εαυτοίς την χάριν του Θεού αμείωτον, όλους εαυτούς συντείναντες εις υπακοήν και εκπλήρωσιν των αγίων εντολών και δι’ έργων εαυτούς τω Θεώ προσενεγκόντες». Η Χάρη του Θεού πρέπει να παραμείνη αμείωτη μέσα μας, και αυτό γίνεται με το να καταβάλλουμε όλες μας τις δυνάμεις για να υπακούσουμε και να εκπληρώσουμε τις εντολές του Χριστού και να προσφέρουμε τον εαυτό μας, δια των έργων, στον Θεό. Μετά την θεία Κοινωνία χρειάζεται ιδιαίτερη νήψη και προσευχή, «ώστε μένειν των παθών ανώτεροι», και ώστε να παρουσιάζουμε τις ίδιες τις αρετές του Χριστού, που ευδόκησε να κατοικήση μέσα μας.
Κοινωνούντες της Διαθήκης του Αίματος του Χριστού, δεν πρέπει να καταστήσουμε «αβέβαιον ταύτην δια των έργων». Όπως όσοι φυλάττουν τον αγιασμό γίνονται μέτοχοι της επαγγελίας του Χριστού, «ούτω μεγάλη η κόλασις τοις αχρειώσασιν εαυτούς μετά την δωρεάν».
Μετά την θεία Κοινωνία πρέπει να εξασκηθή η αγάπη προς τον Θεόν και τους συνανθρώπους μας, να ταπεινωθούμε, να σταυρώσουμε, όσο είναι δυνατόν, την σάρκα, τα πάθη και τις επιθυμίες, να νεκρώσουμε τα μέλη τα επί της γης, να πεθάνουμε ως προς την αμαρτία και να ζήσουμε ως προς την αρετή.
10.Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.
Ο άγιος Νικόδημος έχοντας περιγράψει τις ορθές προϋποθέσεις της θείας Μεταλήψεως στο έργο το Περί της συνεχούς μεταλήψεως των αχράντων του Χριστού μυστηρίων γράφει για την αναγκαιότητα της όσο το δυνατόν συχνότερης Μετάληψης από τους χριστιανούς που έχουν τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Η συχνότατη Μετάληψη αποτελεί την τροφή των αισθήσεων, τόσο των ψυχικών όσο και των σωματικών, η οποία ενεργεί την θέωση του ανθρώπου. Γράφει:
«Και ας έλλθη εις το μέσον ο μέγας Βασίλειος, η βάσις των ορθών δογμάτων της εκκλησίας μας να μας το ειπή˙ αναγκαία, λέγει˙ «Προς ζωήν αιώνιον η Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού… και το κοινωνείν δε καθ’ εκάστην ημέραν, και μεταλαμβάνειν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού καλόν και επωφελές… τις γαρ αμφιβαλείν ότι το μετέχειν συνεχώς της ζωής, ουδέν άλλον εστίν η ζην πολλαχώς;». Ήγουν αναγκαία είναι για να απολαύση τινάς την ζωήν την αιώνιον η αγία κοινωνία… Και πάλιν, το να κοινωνή τινάς κάθε ημέραν, και να μεταλαμβάνη το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, καλόν και ωφέλιμον είναι, επειδή αυτός ο ίδιος ο Κύριος λέγει, πως εκείνος οπού τρώγει τη σάρκα μου, και πίνει το αίμα μου, έχει ζωήν αιώνιον. Και ποιος αμφιβάλλει ότι το να μεταλαμβάνη τινάς συνεχώς την ζωήν, δεν είναι άλλο, παρά να ζη πολλαχώς; Δηλαδή να ζη καθ’ όλας τας ψυχικά ς και σωματικάς δυνάμεις, και αισθήσεις».22
Με αναφορά στον άγιο Γεννάδιο τον Σχολάριο, ο άγιος Νικόδημος εξηγεί τα του καθαγιασμένου άρτου και του οίνου ως της κατάλληλης σωτηριώδους θεραπείας για τον άνθρωπο, ο οποίος εξέπεσε λόγω τροφής από την παρακοή προς τον Θεό. Η παρακοή για την τροφή κατέστησε τον άνθρωπο φθαρτό και αντίστροφα η μετοχή στον Άρτο της Ζωής επιστρέφει τον άνθρωπο στην αφθαρσία. Πρόκειται ακριβώς για την ενανθρώπιση του Θεού Λόγου δι’ ημάς και δια τα ην ημετέραν σωτηρίαν. Προσλαμβάνει ο Θεός Λόγος τον όλον άνθρωπο και τον αφθαρτίζει. Θεραπεύει την φθορά του σώματος δια της πρόσληψης ανθρωπίνης σαρκός και ψυχικής λογικής κατά πάντα όμοίας πλην αμαρτίας. Και δίνει την θεωμένη εξ άκρας συλλήψεως ανθρωπότητά Του στους ανθρώπους προς βρώση και πόση θεραπευτική ως σωματική τροφή και ως ψυχική κάθαρση.
Είναι μεγάλης σημασίας η αναφορά σε σωματική και πνευματική τροφή, διότι φανερώνει ακριβώς την θεοποιό ενέργεια του Άρτου της Ζωής στον όλο άνθρωπο, δηλαδή την ψυχή και το σώμα του. Η σωματική αρρώστια του θανάτου θεραπεύεται με την βρώση του σώματος του Χριστού. Γράφει: «Το δε του Χριστού Σώμα, τω μεν λόγω του σώματος τρέφον, τω δε της καθαρότητος λόγω τη προς την θείαν φύσιν ενώσει καθαίρον και αγιάζον αρκούντως ημίν την πνευματικήν παρέχεται θρέψιν τρεφόμενοι δε ούτω καλώς, προς την πνευματικήν καθαρότητα και υγείαν επαναγόμεθα, ης ημάς η των κεκωλυμένων βρώσις εξέωσε τότε. Έδει γαρ ημάς σωματική τινί βρώσει την ακεραιότητα και την υγείαν εκείνην αποβαλόντας, σωματική τινί τροφή προς εκείνην επανελθείν. Και τα μεν όμοια τοις ομοίοις θεραπευθήναι καλώς, τοις δε εναντίοις τα ενάντια, οίον, βρώσεις μεν άμφω σωματικαί, ή τε διαφθείρασα την αρχήν ή τε σώζουσα νυν και υγεία και πνευματική ζωή, το τε σωζόμενον, το τε φθειρόμενον. Άλλ’ εκείνου μεν επέτρεπεν ο Θεός, ταύτην δε νυν επιτρέπει και χορηγεί˙ κακείνην μεν ο πονηρός εισηγείτο δαίμων, ταύτης δε ο του Θεού Υιός, ου σύμβουλος μόνον, αλλά και διάκονος γίνεται˙ κακείνη μεν υφήδρευε της παραβάσεως ο ιός, ταύτη υποκρύπτεται θησαυρός αγαθών αναρίθμητος» (ομιλ. περί του μυστηριώδους Σώματος του Χριστού. Βλ. εις το σύντ. Χρύσ’.).23
Κατακλείει συμπερασματικά επί του κεφαλαίου ο αγιορείτης άγιος «Αδελφοί μου, αφού αποδείχθηκε από τις μαρτυρίες που αναφέραμε ως τώρα ότι είναι αναγκαία στους μη κωλυόμενους χριστιανούς η συχνή θεία Μετάληψη, είναι απαραίτητο να κοινωνούμε και εμείς συχνά, για να έχουμε μέσα μας την ζωή, που είναι ο Ιησούς Χριστός, για να μην υποστούμε τον ψυχικό θάνατο. Όσοι δεν τρέφονται συχνά από αυτήν την πνευματική τροφή, βεβαίως πεθαίνουν. Αν και φαίνονται πως ζουν σωματικά, ψυχικά είναι νεκροί, γιατί απομακρύνθηκαν από την πνευματική και αληθινή ζωή που δίνει η αγία Μετάληψη. Το βρέφος, όταν γεννηθεί, κλαίει και ζητά με μεγάλη προθυμία την τροφή και το γάλα του. Αν χωρίς να θηλάσει, δεν έχει όρεξη, τότε αυτό δείχνει ότι είναι άρρωστο και κινδυνεύει να πεθάνει. Έτσι και εμείς πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να θηλάζουμε την θεία Κοινωνία ως πνευματική τροφή για να ζωοποιούμαστε. Ειδάλλως κινδυνεύουμε να νεκρωθούμε ψυχικά».24
Στο Β’ κεφάλαιο του Β’ μέρους του βιβλίου, ο άγιος Νικόδημος καταγράφει τις ωφέλειες προ της Μετάληψης και μετά τη Μετάληψη. Προ της Μετάληψης ο χριστιανός βρίσκεται σε μεγάλη εγρήγορση αναφορικά με την τήρηση των ευαγγελικών εντολών. Μετά δε την Μετάληψη «το Ιερόν και Πανάγιον Σώμα του Κυρίου μας, όταν καλώς και αξίως μεταλαμβάνεται, εις τους πολεμούντας γίνεται όπλον, εις τους αναχωρούντας από τον Θεό επαναστροφή˙ τους ασθενείς ενδυναμώνει, τους υγιείς ευφραίνει, τας ασθενείας ιατρεύει, την υγείαν διαφυλάττει, με την Μετάληψιν γινόμεθα ευκολότεροι εις το να διορθωθούμεν, πλέον μακρόθυμοι και υπομονητικοί εις τους πόνους και θλίψεις, πλέον θερμοί εις την αγάπην, πλέον λεπτότεροι εις την γνώσιν πλέο΄ν πρόθυμοι εις την υπακοήν, πλέον οξύτεροι και ογλιγωρότεροι εις την ενέργειαν των χαρισμάτων».25
11.Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης.
Συναφώς με την ίαση σωματικών ασθενειών από τα μυστήρια της εκκλησίας με κέντρο την θεία Μετάληψη λέγει ο άγιος Πορφύριος: «Να ζούμε τα μυστήρια, ιδιαίτερα το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Σ’ αυτά βρίσκεται η Ορθοδοξία. Προσφέρεται ο Χριστός στην Εκκλησία με τα μυστήρια και κυρίως με την Θεία Κοινωνία. Να σας πω για με επίσκεψη του Θεού σ’ εμένανε τον ταπεινό, για να δείτε τη Χάρη των μυστηρίων.
Από καιρό είχα βγάλει στην πλάτη μου ένα σπυράκι, το οποίο με πονούσε πάρα πολύ. Ήταν πολύ μικρό, σαν μια κεφαλή καρφίτσας. Ο πόνος απλωνόταν σε μεγάλη περιφέρεια της αριστερής πλευράς της πλάτης. Ήσαν αφόρητος. Στο κελί μου στο Μήλεσι είχαμε κάνει ευχέλαιο. Έτσι όπως πονούσα, μου σταυρώσανε το σπυράκι με ευχέλαιο και αμέσως έσβησε ο πόνος. Και τόσο πολύ είχα ευχαριστηθεί με την επίσκεψη αυτή του Θεού, ώστε όποιος ερχότανε, του έλεγα:
-Πάρε απ’ αυτό το ευχέλαιο. Ό,τι πόνο έχεις, απ’ αυτό να βάζεις.
Συγγνώμη που το λέγω, αλλά είναι προς δόξαν Θεού.26
12.Απόσπασμα εκ του Συνοδικού της Ορθοδοξίας.
Στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας ομολογείται η αληθής μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα Χριστού και αναθεματίζεται κάθε ερμηνεία που θέλει φαντασιώδη και εικονική την υπαρκτική ανακαίνιση του ανθρώπου. Γράφεται:
«Τοις ακούουσι μεν του σωτήρος περί της παρ’ αυτού παραδοθείσης των θείων μυστηρίων ιερουργίας λέγοντος˙ «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν», μη εκλαμβανομένοις δε ορθώς την ανάμνησιν, αλλά τολμώσι λέγειν ότι καινίζει φανταστικώς και εικονικώς την επί του τιμίου σταυρού παρά του σωτήρος ημών προσαχθείσαν θυσίαν του ιδίου σώματος τε και αίματος, εις κοινόν της ανθρωπίνης φύσεως λύτρον τε και εξίλασμα, η καθ’ εκάστην προσαγομένη θυσία παρά των τα θεία ιερουργούντων μυστήρια, καθώς ο σωτήρ ημών και δεσπότης των όλων παρέδωκε˙ και δια τούτο άλλην είναι ταύτην παρά την εξ αρχής τω σωτήρι τετελεσμένην εισάγουσι και προς εκείνην φανταστικώς και εικονικώς αναφερομένην, ως κενούσι το της φρικτής και θείας ιερουργίας μυστήριον, δι’ ου τον της μελλούσης ζωής αρραβώνα λαμβάνομεν, και ταύτα του θείου πατρός ημών Ιωάννου του χρυσορρήμονος διατρανούντος της θυσίας το απαράλλακτον και μίαν και την αυτήν είναι φάσκοντος εν πολλαίς των του μεγάλου Παύλου ρητών εξηγήσεσιν, ανάθεμα».27
13.Η Λειτουργική Πράξη.
Στην ακολουθία της θείας Μεταλήψεως η δεύτερη ευχή του Μεγάλου Βασιλείου μαρτυρεί σαφώς περί της σωματικής και ψυχικής ανακαίνισης: «Γενέσθω μοι τα άγια ταύτα εις ίασιν και κάθαρσιν και φωτισμόν και φυλακτήριον και σωτηρίαν και αγιασμόν ψυχής τε και σώματος».
Στην πρώτη ευχή του ιερού Χρυσοστόμου, ο ιερός Πατήρ κατονομάζει τα όργανα του σώματος, τα οποία θα υποστούν την ανακαίνιση από την Μετάληψη του Άρτου της Ζωής: «Γενέσθω μοι ο άνθραξ του παναγίου σου Σώματος και του τιμίου σου Αίματος εις αγιασμόν και φωτισμόν και ρώσιν της ταπεινής μου ψυχής και του σώματος˙ εις κουφισμόν του βάρους των πολλών μου πλημμελημάτων˙… Διο δέομαί σου, ως μόνος ων άγιος, Δέσποτα, αγίασόν μου την ψυχήν και το Σώμα, τον νουν και την καρδίαν, τους νεφρούς και τα σπλάγχνα, και όλον με ανακαίνισον και ρίζωσον τον φόβον σου εν τοις μέλεσί μου, και τον αγιασμόν σου ανεξάλειπτον απ’ εμού ποίησον».
Στην ακολουθία μετά την θεία Μετάληψη η πρώτη ευχή αναφέρεται πάλιν στον όλο ανακαινισμό του ανθρώπου: «Δέσποτα φιλάνθρωπε, ο υπέρ ημών αποθανών τε και αναστάς και χαρισάμενος ημίν τα φρικτά ταύτα και ζωοποιά σου Μυστήρια, επ’ ευεργεσία και αγιασμώ των ψυχών και των σωμάτων ημών, δος γενέσθαι ταύτα καμοί εις ίασιν ψυχής τε και σώματος».
Η ευχή του αγίου Συμεών του Μεταφραστού επικαλείται τον Κύριο προς ανακαίνιση κάθε σωματικής λειτουργίας με σκοπό την τέλεια χριστοποίηση του ανθρώπου ψυχή τε και σώματι: «Ο δους τροφήν μοι σάρκα σην εκουσίως, ο πυρ υπάρχων και φλέγων αναξίους, μη δη καταφλέξης με, μη Πλαστουργέ μου˙ μάλλον δίελθε προς μελών μου συνθέσεις, εις πάντας αρμούς, εις νεφρούς, εις καρδίαν˙ φλέξον δ’ ακάνθας των όλων μου πταισμάτων. Ψυχήν κάθαρον, αγίασον τας φρένας˙ τας ιγνύας στήριξον οστέοις άμα˙ αισθήσεων φώτισον απλήν πεντάδα˙».
Αντί Συμπεράσματα.
1.Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού.
2.Το Σώμα του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού μεταλαμβάνεται από τους Χριστιανούς. Οι Χριστιανοί είναι χριστιανοί επειδή μετέχουν του Άρτου της Ζωής.
3.Η μετάληψη του Άρτου της Ζωής είναι η ένωση με τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστού. Η μετάληψη είναι η κατάργηση του θανάτου και ο τελικός προορισμός του ανθρώπου που επιλέγει την εν Χριστώ πολιτεία.
4.Η Θεία Ευχαριστία αποτελεί την ταυτότητα της Εκκλησίας.
5.Η Θεία Ευχαριστία δεν παύεται, διότι ο Θεάνθρωπος Χριστός δεν παύεται. Ο άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης γράφει σε κληρικό: «Να θυμάσαι ότι η τέλεση των ζωοποιών Μυστηρίων είναι η αμετάβλητη από καταβολής κόσμου κατάφαση της ζωοποιού Τριάδος. Δεν μπορεί παρά να πραγματοποιείται. Όταν τελείς τα άχραντα Μυστήρια, ο ίδιος ο Θεός Πατέρας μέσω του αγίου Του Πνεύματος μεταβάλει τον άρτο και τον οίνο σε Σώμα και Αίμα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού˙ εσύ είσαι μόνο το όργανο. Ο ίδιος ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα τελεί μέσω σου την Θεία Λειτουργία και αγιάζει τα τίμια δώρα. ¨Συ γαρ ει ο προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος, Χριστέ ο Θεός ημών¨, λέγει η ευχή πριν από τον Χερουβικό ύμνο. Να θυμάσαι ακόμη το αμετάβλητο του Θεού και την αλήθεια των λόγων Του».28
6.Ο Άρτος της Ζωής δεν είναι φορέας μετάδοσης φθοράς. Είναι το Σώμα του Χριστού με τα στοιχεία του Άρτο και του Οίνου φέρον το πλήρωμα των ακτίστων ενεργειών της Θεότητας.
7.Ο Άρτος της Ζωής με τις προϋποθέσει της τήρησης των εντολών του Ιησού Χριστού από αυτούς που Τον μεταλαμβάνουν είναι η πηγή της θεώσεως, της αθανασίας και ενεργεί «εις ίασιν ψυχής τε και σώματος».
8.Η ζωοποίηση του ανθρώπου δια του Άρτου της Ζωής ξεκινάει από το νυν και ολοκληρώνεται στην κοινή ανάσταση όλων των ανθρώπων.
9.Η Θεία Λειτουργία είναι η μόνη σωτηρία του ανθρώπου, γιατί είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός ενεργών την ανακαίνιση του κόσμου κατά πάντα και δια πάντα και, βέβαια, η μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.

Υποσημειώσεις
1. Ιω. 6, 47-51
2. Αγίου Ιουστίνου φιλοσόφου και μάρτυρος, απολογία πρώτη υπέρ των χριστιανών, 66 ΡG, 6, 428B-429A.
3. Αγίου Ειρηναίου Λυώνος, έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως, εισαγωγή – Μετάφραση – σχόλια: Δρ. Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη, Θεσσαλονίκη 1991, βιβλίο 4, κεφάλαιο ΙΗ’, Παράγραφοι 4-6, σσ’. 299-300.
4. Λκ. 24, 36-41, «Ταύα δε αυτών λαλούντων αυτός ο Ιησούς έστη εν μέσω αυτών και λέγει αυτοίς˙ ειρήνη υμίν. Πτοηθέντες δε και έμφορβοι γενόμενοι εδόκουν πνεύμα θεωρείν. Και είπεν αυτοίς˙ τι τεταραγμένοι εστέ, και διατί διαλογισμοί αναβαίνουσιν εν ταις καρδίαις υμών; Ίδετε τας χείρας μου και τους πόδας μου, ότι αυτός εγώ ειμί˙ ψηλαφήσατέ με και ίδετε, ότι πνεύμα σάρκα και οστέα ουκ έχει καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα. Και τούτο ειπών επέδειξεν αυτοίς τας χείρας και τους πόδας, έτι δε απιστούντων αυτών από της χαράς και θαυμαζόντων είπεν αυτοίς˙ έχετέ τι βρώσιμον ενθάδε;».
5. Aγίου Ειρηναίου Λυώνος, έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως, εισαγωγή – μετάφραση – σχόλια: Δρ. Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη, Θεσσαλονίκη 1991, βιβλίο 5, κεφάλαιο Β, παράγραφοι 3-4, σσ’. 364-365.
6. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου , υπόθεσις της προς Κορινθίους πρώτης επιστολής, ομιλία ΚΗ’, PG. 61, 233.
7. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, υπόθεσις της προς Κορινθίους πρώτης επιστολής, ομιλία ΚΗ’, PG 61, 233-234.
8. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας ει το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, βιβλίον Δ’, κεφαλή Ρ. Ε. Pusey A. M., Cyrilli Archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis Evangelium, Vol 1, Typographeo Clarendoniano Oxonii 1872, σ’ 530.
9. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας ει το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, βιβλίον Δ’, κεφαλή Ρ. Ε. Pusey A. M., Cyrilli Archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis Evangelium, Vol 1, Typographeo Clarendoniano Oxonii 1872, σ’ 530- 531.
10. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας ει το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, βιβλίον Δ’, κεφαλή Ρ. Ε. Pusey A. M., Cyrilli Archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis Evangelium, Vol 1, Typographeo Clarendoniano Oxonii 1872, σ’ 475.
11. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Γ’ επιστολή προς Νεστόριο, Acta Concilliorum Decumeicorum, 1.1.1. σ’. 41
12. Αγίου Κυρίλλου του Νέου Θεολόγου, Ηθικός Ι, SC 129, σ’ 312, 738-741.
13. Αγ. Μαξίμου του Ομολογηγού, εις το Πάτερ ημών, PG 90, 877C.
14. Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού έκδοσις ακριβής ορθοδόξου πίστεως, ΙΓ’ (ΠΣΤ’) PG 94, 1141B- 1145A.
15. Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού έκδοσις ακριβής ορθοδόξου πίστεως, ΙΓ’ (ΠΣΤ’) PG 94, 1153A.
16. Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού έκδοσις ακριβής ορθοδόξου πίστεως, ΙΓ’ (ΠΣΤ’) PG 94, 1152A.
17. Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Ηθικός Ι, SC 129, σ’ 314, 764-777
18. Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Ηθικός ΙΔ’ SC 129, σ’ 440, 267-276.
19. Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Ηθικός ς ’ SC 129, σ’ 128- 130, 130-160.
20. Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Ηθικός Α’, SC 122, 202- 99-204,119.
21. Απόσπασμα από το βιβλίο του: Μητροπολίτου Ναυπάκτου και αγίου Βλασίου Ιεροθέου, Η Ιατρική εν Πνεύματι επιστήμη: η πράξη της ορθόδοξης ψυχοθεραπείας, Ι.Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας): Λειβαδιά 2009, σσ’. 298-299 και σσ’. 302-306 Βλ. και Π. Κ. Χρήστου, Γρηγορίου του Παλαμά, άπαντα τα έργα 11, ομιλία ΚΣΤ’ ΕΠΕ 79 Θεσσαλονίκη 1982, σσ’. 395-422.
22. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, βιβλίον ψυχωφελέστατον περί της συνεχούς μεταλήψεως των αχράντων του Χριστού μυστηρίων, μέρος β’, κεφ. Α’, εκ το τυπογραφείου Α. Ν. Καστριώτου: Αθήναις 1887 σσ’. 95-96.
23. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, βιβλίον ψυχωφελέστατον περί της συνεχούς μεταλήψεως των αχράντων του Χριστού μυστηρίων, μέρος β’, κεφ. Α’, εκ το τυπογραφείου Α. Ν. Καστριώτου: Αθήναις 1887 σσ’. 97-98.
24. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, βιβλίον ψυχωφελέστατον περί της συνεχούς μεταλήψεως των αχράντων του Χριστού μυστηρίων, μέρος β’, κεφ. Α’, εκ το τυπογραφείου Α. Ν. Καστριώτου: Αθήναις 1887 σσ’. 100-101.
25. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, βιβλίον ψυχωφελέστατον περί της συνεχούς μεταλήψεως των αχράντων του Χριστού μυστηρίων, μέρος β’, κεφ. Α’, εκ το τυπογραφείου Α. Ν. Καστριώτου: Αθήναις 1887 σσ’. 103-104.
26. Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, βίος και Λόγοι, Ιερά Μονή Χρυσοπηγής: Χανιά 2003, σσ’. 206-207.
27. Καρμίρη, τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμος Α’, Αθήνα 1960, σ’. 247.
28. Αγίου Ιωάννου της Κρονστάνδης, μετάνοια και η Θεία Μετάληψη, εκδόσεις «Τήνος»: Αθήναι 1993, σσ’. 83-84.

Από το σύγγραμμα: Η μαρτυρία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γιά τήν Θεία Κοινωνία, του Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, Ιεροθέου.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.