Γιατί οἱ ἀσεβεῖς στὴ ζωή τους εἶναι ἐπιτυχημένοι; – Αγίου Κασσιανού τὁυ Ρωμαῖου.

Ο ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. ΡΩΤΑ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΣΕΡΗΝΟ.

Εἶναι πιὸ ἀξιολύπητοι οἱ ἁμαρτωλοὶ ποὺ δὲν ἀξιώνονται νὰ ὑποβληθοῦν σὲ τέτοιες πρόσκαιρες δοκιμασίες.

Ἐκεῖνοι ὅμως ποὺ εἶναι πραγματικὰ ταλαίπωροι καὶ ἀξιολύπητοι εἶναι αὐτοὶ πού, ἐνῶ εἶναι στιγματισμένοι ἀπὸ κάθε εἴδους ἁμαρτία, ὄχι μόνο δὲν ἀφήνουν νὰ φανεῖ κανένα σημάδι ποὺ θὰ ἀποκάλυπτε τὴν κατοχή τους ἀπὸ τὸν διάβολο, ἀλλὰ καὶ δὲν ὑποφέρουν ἀπὸ καμιὰ δοκιμασία ἄξια τῶν πράξεών τους. Αὐτὸ συμβαίνει γιατί ἐκεῖνοι εἶναι ἀνάξιοι γιὰ νὰ δεχθοῦν αὐτὸ τὸ ταχύτατο καὶ ἀποτελεσματικὸ φάρμακο, ποὺ προσφέρεται σ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Αὐτοί, ἀνάλογα μὲ «τὴ σκληρότητα καὶ τὴν ἀμετανοησία τῆς καρδιᾶς τους», οἱ ὁποῖες δὲν καθαρίζονται μὲ τὶς τιμωρίες τῆς παρούσας ζωῆς, «μαζεύουν κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ τους θησαυροὺς ὀργῆς, ποὺ θὰ ἐξαπολυθοῦν ἐναντίον τους κατὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, κατὰ τὴν ὁποία θὰ ξεσπάσει ἡ θεία ὀργὴ καὶ θὰ ἀποκαλυφθεῖ ἡ δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. 2, 5). Ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία, «τὸ σκουλήκι ποὺ θὰ τοὺς κατατρώει δὲν θὰ ἔχει τέλος καὶ ἡ φωτιὰ ποὺ θὰ τοὺς κατακαίει δὲν θὰ σβήσει ποτὲ» (Ἠσ. 66, 24).

Ἀλλὰ καὶ ὁ Προφήτης ποὺ προβληματίσθηκε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Ἅγιοι δοκιμάζονται ἀπὸ συμφορὲς καὶ θλίψεις, ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοί, ἀντίθετα, βαδίζουν μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς τους χωρὶς νὰ δοκιμάσουν τὸ μαστίγιο τῆς ταπείνωσης -καὶ μάλιστα πολλὲς φορὲς ζοῦν μέσα στὴν ἀφθονία ὅλων τῶν ἀγαθῶν καὶ ἀπολαμβάνουν τιμὲς καὶ δόξες- κραυγάζει μὲ ἔντονο τρόπο, χωρὶς νὰ μπορεῖ πλέον νὰ συγκρατήσει τὴν ἀπορία του:

«Σὲ μένα ὅμως παραλίγο νὰ σαλευθοῦν τὰ πόδια μου, παραλίγο τὰ βήματα τῆς ζωῆς μου νὰ φύγουν ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Κυρίου. Γιατί καταλήφθηκα ἀπὸ ζήλεια κατὰ τῶν παρανόμων, ἐπειδὴ ἔβλεπα τὴν εὐημερία τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων. Γιατί ἔβλεπα ὅτι δὲν ὑπάρχει μεγάλη ἀγωνία καὶ πολλὴ κακοπάθεια κατὰ τὸ θάνατό τους καὶ ὅτι δὲν κρατάει πολὺ ἡ θλίψη ποὺ τυχὸν τοὺς μαστίζει κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς τους. Αὐτοὶ δὲν κοπιάζουν, ὅπως οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, καὶ δὲν ταλαιπωροῦνται οὔτε ὑποφέρουν ὅπως οἱ ἄλλοι» (Ψαλμ. 72, 2-5). Γι’ αὐτὸ καὶ αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι θὰ τιμωρηθοῦν στὴν αἰωνιότητα μαζὶ μὲ τοὺς δαίμονες. Γιατί αὐτοὶ ἀποδείχθηκαν ἀνάξιοι νὰ λάβουν ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ τὸ μερίδιο καὶ τὴ μεταχείριση τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ δὲν χτυπήθηκαν ἀπὸ καμιὰ θλίψη, ὅπως οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρωποι.

Κι ὁ προφήτης Ἱερεμίας, ἐπίσης, ρωτάει μὲ ἀπορία τὸν Θεὸ σχετικὰ μὲ τὸ θέμα τῆς καλοτυχίας τῶν ἀσεβῶν καὶ ταυτόχρονα ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ ὅτι δὲν ἀμφιβάλλει καθόλου γιὰ τὴ δικαιοσύνη Του:

«Κύριε,» λέει, «ἐσὺ εἶσαι δίκαιος, πῶς μπορῶ νὰ διαμαρτυρηθῶ ἐναντίον σου;» (Ἱερ. 12, 1). Δὲν κρατιέται ὡστόσο νὰ μὴν ἀναζητήσει τὴν αἰτία μίας τέτοιας ἀνισότητας καὶ προσθέτει:

«Ὅμως θὰ σοῦ θέσω μερικὰ ἐρωτήματα: Γιατί οἱ ἀσεβεῖς στὴ ζωὴ τοὺς εἶναι ἐπιτυχημένοι; Γιατί εὐτυχοῦν ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ παραβαίνουν συνεχῶς τὸν νόμο σου; Τοὺς φύτεψες κι αὐτοὶ ἔριξαν βαθιὲς ρίζες. Γέννησαν παιδιὰ καὶ ἀπέκτησαν ἀπογόνους. Εἶσαι κοντὰ στὸ στόμα τους καὶ ἐκπληρώνεις τὸ αἴτημά τους, εἶσαι ὅμως μακριὰ ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες τῆς καρδιᾶς τους» (Ἱερ. 12, 1-2).

Ὁ Κύριος ὅμως, μὲ τὰ λόγια του ἴδιου Προφήτη, θρηνεῖ γιὰ τὴν καταστροφὴ τῶν ἁμαρτωλῶν. Φροντίζει γι’ αὐτοὺς καὶ τοὺς στέλνει παιδαγωγούς, γιατροὺς καὶ δασκάλους. Τοὺς προκαλεῖ, κατὰ κάποιο τρόπο, νὰ θρηνήσουν μαζί Του καὶ τοὺς λέει:

«Ἡ Βαβυλώνα ἔπεσε ξαφνικὰ καὶ συντρίφθηκε. Θρηνῆστε την, βάλτε ρητίνη σὰν βάλσαμο θεραπευτικὸ στὴν πληγή της, μήπως καὶ θεραπευθεῖ» (Ἱερ. 28, 8).

Καὶ νά, ποιὰ εἶναι ἡ ἀπελπισμένη ἀπάντηση τῶν Ἀγγέλων, στοὺς ὁποίους δόθηκε ἡ ἐκτέλεση τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων ἢ μᾶλλον ἡ ἀπάντηση τοῦ Προφήτη, ποὺ στάλθηκε ὡς μηνυτὴς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων καὶ διδασκάλων, οἱ ὁποῖοι βλέπουν τὴ σκλήρυνση καὶ τὴν ἀμετανόητη καρδιὰ αὐτῶν τῶν δυστυχισμένων ἀνθρώπων:

«Προσπαθήσαμε» λένε, «νὰ δώσουμε φάρμακα στὴ Βαβυλώνα, ἀλλὰ δὲν θεραπεύθηκε. Ἂς τὴν ἐγκαταλείψουμε λοιπὸν καὶ ὁ καθένας ἂς ἐπιστρέψει στὴ χώρα του, γιατί οἱ ἁμαρτίες της πλήθυναν τόσο πολύ, ποὺ ἔφθασαν μέχρι τὸν οὐρανό, ἔφθασαν μέχρι τὰ ἄστρα» (Ἱερ. 28, 9).

Ὁ Κύριος ἐπίσης τὸ ἴδιο ἐννοεῖ, ὅταν ἀπευθύνεται, μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη Ἠσαΐα, πρὸς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τῆς λέει:

«Ἀπὸ τὰ πόδια μέχρι τὸ κεφάλι δὲν ὑπάρχει ὑγιὲς μέρος. Δὲν ὑπάρχει σὲ ἕνα μέρος πληγὴ ἀνοιχτὴ καὶ σὲ ἄλλο μώλωπας ἢ σὲ ἄλλο πληγὴ μὲ φλεγμονή. Ἀλλὰ ὅλο τὸ σῶμα εἶναι μία ὁλόκληρη πληγή. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ βάλει κανεὶς πάνω σ’ αὐτὸ οὔτε κατάπλασμα, οὔτε λάδι, οὔτε ἐπιδέσμους» (Ἠσ. 1, 6).

Από το: Συνομιλίες μὲ τοὺς Πατέρες τῆς ἐρήμου. Τ. α΄, Ἔκδ. Ἑτοιμασία, 2004

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.