Ο Εξωμότης.

Ας γυρίσωμε για μια στιγμή στους μαύρους χρόνους της σουλτανικής δουλείας, της οποίας το βάρος πληρωνόταν με πολλούς τρόπους. Με χρήματα, με είδη πολύτιμα, με τη γεωργική και την λοιπή παραγωγή. Αλλά πληρωνόταν και με ψυχές. Και ο φόρος αυτός ήταν ο βαρύτερος φυσικά και ο σπαραχτικότερος. Και στα νησιά του Αιγαίου πληρωνόταν, εκτός των άλλων φόρων, κυρίως ο φόρος αυτός και μάλιστα με νέους υγιείς και δυνατούς, οι οποίοι, αφού υπηρετούσαν στο ναυτικό του Σουλτάνου ένα διάστημα, απολύονταν – αν βέβαια απολύονταν και αν είχαν εν τω μεταξύ περισώσει τη ζωή τους – και επέστρεφαν. Ας σημειωθή ότι, αν οι Γενίτσαροι, που προέρχονταν από το παιδομάζωμα ελληνικών περιοχών, ήταν οι επίλεκτοι στρατιώτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ακόμα περισσότερο απαραίτητοι σ’ αυτήν ήταν οι ναυτολογούμενοι Έλληνες του Αιγαίου, γιατί οι Τούρκοι δεν είχαν επίδοση στη θάλασσα.

Βρισκόμαστε στην Ύδρα το 1769. Ανάμεσα στους νέους που κληρώθηκαν για την δουλεία των σουλτανικών πλοίων, ήταν και ο Χατζή Καραντάνης. Το πράγμα ήταν ιδιαιτέρως σημαντικό, γιατί ο νέος ανήκε σε μεγάλη οικογένεια. Ήταν μονογενής, ορφανός και είχε να φροντίση αυτός και μόνος για τη μητέρα του. Αυστηρή και αγία ήταν η ηλικιωμένη μητέρα του, πασίγνωστη για την αγαθότητα και την ευγένειά της.
Και ο Χατζή Καραντάνης φεύγει ένα πρωί με τους άλλους νέους, μέσα στους θρήνους, τις ευλογίες και τις ευχές όλου του νησιού και της μητέρας του.
Γι’ αυτήν ο καιρός έφευγε πικρός και πολυδάκρυτος με την προσμονή του παιδιού της.
Αίφνης επιστρέφει. Αλλά δεν επιστρέφει ως αφυπηρετήσας ναύτης. Επιστρέφει ως κυβερνήτης δικρότου, αλαζονικός και σαρικοφόρος, περαστικός από την πατρίδα του, για να δη τη μητέρα του, και πάλι να φύγη.
Το γεγονός κατέπληξε το πολυστέναχτο νησί και πλήγωσε την υπερηφάνειά του. Και άρχισαν τα σχόλια. Μεγάλη περιέργεια είχαν οι Υδραίοι να μάθουν πως θα δεχόταν το παιδί της η αρχόντισσα, η οποία, αντί κοσμήματος, είχε πάντοτε στο στήθος της ένα μεγάλο ελεφάντινο σταυρό. Και ενώ τα πάντα περίμεναν από αυτή, όμως δεν φαντάζονταν καν εκείνο, που θα γινόταν.
Η Χατζή Καραντάναινα, άμα την επισκέφθηκε ο γιός της και έμαθε από τον ίδιο ότι ήρθε στην Ύδρα κυβερνήτης σουλτανικού δικρότου, του ζήτησε ν’ ανεβή μαζί του στον εξώστη και να δη το πλοίο. Και από εκεί τον έριξε κάτω στο λιθόστρωτο, αφού του έδωσε την κατάρα της με όλη τη δύναμη της ψυχής της. Ο Καραντάνης μένει νεκρός. Το αίμα του βρέχει το λίθινο έδαφος. Καιάφωνη και απολιθωμένη η μικρή κοινωνία του νησιού συγκεντρώνεται έξω από το αρχοντικό και γίνεται θεατής της τραγωδίας του αλλαξοπίστου.
Αλησμόνητη έμεινε στα ναυτικά χρόνια του Αιγαίου η τύχη του Καραντάνη. Και πολύ διδακτική. Στον ναύαρχο Σαχτούρη άρεσε πότε – πότε να θυμίζη στους ναύτες του το τέλος του συμπατριώτη τους. Αλλά και ο Κανάρης σ’ έναν απειθάρχητο ναύτη του βροντοφώνησε κάποτε:
-Θα σε πάω στην Ύδρα και θα σε ρίξω από την Κιάφα, σαν τον Καραντάνη!
Και ήταν φυσικό, το ιδιότυπο τούτο δράμα να μην το αγνοήση η δημοτική ποίηση.
Να το δημοτικό τραγούδι, όπως το θυμούνται ακόμα οι γέροντες Υδραίοι:

Το μάθατε τι γένηκε στης Κιάφας τ’ αγροπότι;
Του Καραντάνη το παιδί, το Καραντανοπαίδι,
το ‘ριξε η Καραντάναινα ‘κείνη η αντρογυναίκα,
στο καλντερίμι απ’ τον οντά και μνήσκει ακόμα το αίμα
στα πετρολίθαρα της γης, που χύθη σαν ποτάμι.
Και το ‘μαθεν η γειτονιά κι η παραπέρα ρούγα
και το ‘δαν οι άντρες, τα παιδιά κι οι νιες και τα κορίτσια,
μανάδες που ‘χανε παιδιά και νιες που ‘χαν αδέρφια.

«Ελλ. Ερυθρός Σταυρός της Νεότητος» Ε. Π. Φωτιάδης (Διασκευή)

Από το Αναγνωστικό της ΣΤ’ τάξεως του Δημοτικού σχολείου.
Εν Αθήναις 1964

Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.