Μωρός για χάρη του Κυρίου – από το γεροντικό (κείμενο και αρχείο ήχου, mp3).

Ακούστε το επόμενο κείμενο, όπως αυτό «δημοσιεύθηκε» στο 186-ο τεύχος (Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου του 2020) του ηχητικού περιοδικού μας, Ορθόδοξη Πορεία.

Μωρός για χάρη του Κυρίου.mp3

Ένας αδελφός ρώτησε κάποιον γέροντα: «Πώς μπορεί κανείς να γίνει μωρός για χάρη του Κυρίου;1» Ο γέροντας αποκρίθηκε: «Ήταν ένα παιδί σε κάποιο κοινόβιο και το παρέδωσαν σε γέροντα ασκητή, για να το καθοδηγήσει σωστά και να του διδάξει τον φόβο του Θεού. Του έλεγε λοιπόν ο γέροντας: «Παιδί μου, όταν κάποιος σου μιλήσει άσχημα, εσύ να του μιλήσεις καλά. Όταν καθίσεις στο τραπέζι, φάε τα μη καλά και άφησε τα καλά. Και όταν είναι να διαλέξεις ρούχο, άφησε το καλό και πάρε το φθαρμένο». Το παιδί του απάντησε: «Μήπως είμαι μωρός, αββά, και μου λες να κάμω τέτοια πράγματα;» Ο γέροντας του είπε τότε: «Παιδί μου, γι’ αυτό σου λέω να κάνεις έτσι, για να γίνεις μωρός για χάρη του Κυρίου, και ο Κύριος θα σε κάνει σοφό».
Να, ο γέροντας αυτός έδειξε τον τρόπο με τον οποίο γίνεται κανείς μωρός για χάρη του Κυρίου.

Ο αββάς Δανιήλ διηγούνταν για τον αββά Δουλά ότι αρχικά καθόταν σε κοινόβιο σαράντα χρόνια και έπειτα αποσύρθηκε για ησυχία στη σκήτη και αναγνωρίστηκε ως ένας από τους μεγάλους πατέρες.
Ο αββάς λοιπόν αυτός έλεγε:
«Έχοντας δοκιμάσει σε βάθος και τα δύο, διαπίστωσα ότι όσοι είναι στα κοινόβια προκόβουν στην εργασία των αρετών πιο πολύ και πιο γρήγορα από τους ησυχαστές, αν βέβαια ασκούν την υποταγή με ειλικρινή διάθεση».

Σε ένα κοινόβιο ήταν κάποιος αδελφός, κατά την εμφάνιση ο πιο ασήμαντος και καταφρονεμένος από όλους τους άλλους, πνευματικά όμως μεγάλος και άξιος τιμής. Αυτός, ενώ όλοι τον πρόσβαλλαν και τον χλεύαζαν και συχνά τον χτυπούσαν άδικα, υπέμενε με γενναιότητα, χωρίς να κατηγορεί κανέναν για τίποτε».
Κάποιος άλλος από τους εκεί αδελφούς, με παρακίνηση του διαβόλου, έκλεψε τα ιερά σκεύη από τον ναό χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς. Όταν έπειτα γινόταν η έρευνα σχετικά με την κλοπή των σκευών, όλοι θεώρησαν ένοχο τον αδελφό εκείνο που ταπείνωνε τον εαυτό του, και η υποψία τους έκανε να συμπεράνουν ότι αυτός διέπραξε την ιεροσυλία. Καθώς όμως εκείνος έλεγε ότι σχήμα, του έβαλαν σιδερένια δεσμά και τον παρέδωσαν για ανάκριση στον οικονόμο της λαύρας. Αυτός τον μαστίγωσε πολύ με βούνευρα και τον υπέβαλε και σε άλλα βασανιστήρια. Επειδή όμως δεν ομολογούσε, αλλά συνέχιζε να λέει ότι δεν ξέρει τίποτα, τον παρέδωσε στον άρχοντα της χώρας, για να τιμωρηθεί από εκείνον περισσότερο».
Ο άρχοντας του έκανε κάθε λογής βασανιστήρια, του έκαψε τις σάρκες με φωτιά, τον άφησε για πολλές μέρες νηστικό και τον έκλεισε σε σκοτεινή και πνιγηρή φυλακή. Επειδή όμως ο αδελφός αρνιόταν σταθερά την ιεροσυλία, ο άρχοντας, με τη συναίνεση του ηγουμένου και των αδελφών, τον καταδίκασε σε θάνατο σύμφωνα με τον νόμο – γιατί η ποινή για την ιεροσυλία ήταν ο θάνατος. Τον πήγαιναν λοιπόν για αποκεφαλισμό.
Ο αδελφός που έκλεψε τα ιερά σκεύη, όταν το είδε αυτό, ένιωσε τύψεις και πήγε στον ηγούμενο και είπε: «Έμαθα ότι βρέθηκαν τα ιερά σκεύη, γι’ αυτό φρόντισε να μην αποκεφαλίσουν τον αδελφό». Ο ηγούμενος το ανέφερε στον άρχοντα και ο αδελφός αφέθηκε ελεύθερος και γύρισε στο κοινόβιο. Αφού έζησε τρεις μέρες, αναχώρησε για τον Κύριο, ξεψυχώνταςς την ώρα που προσευχόμουν και ήταν γονατιστός. Ήρθαν λοιπόν όλοι οι της μονής και, βρίσκοντας το σώμα του σε αυτή τη στάση της μετάνοιας, το πήραν και το πήγαν στην εκκλησία, για να το τοποθετήσουν εκεί. Χτύπησαν τότε το ξυλοσήμαντρο και συγκεντρώθηκε όλη η λαύρα. Και όλοι έτρεχαν στο σώμα θέλοντας να πάρουν ο καθένας ένα κομμάτι από τα ρούχα ή λίγες τρίχες για ευλογία.
Ο ηγούμενος φοβήθηκε μήπως κομματιστεί και το λείψανο και το έβαλε μέσα στο ιερό.Κλείδωσε έπειτα την εκκλησία και περίμενε να έρθει και ο αββάς της λαύρας. Όταν σε λίγο ήρθε και αυτός, άναψαν όλοι κεριά, έκαψαν θυμιάματα και ήθελαν να βγάλουν το σώμα από το ιερό, βιάζοντας τον ηγούμενο της μονής να ανοίξει γρήγορα. Εκείνος άνοιξε, μπήκε μέσα μαζί με πολλούς άλλους και βρήκαν τα ρούχα και τα σανδάλια του νεκρού, το σώμα όμως δεν ήταν πουθενά. Άρχισαν τότε να δοξάζουν όλοι τον Θεό και να λένε ο ένας στον άλλο με δάκρυα. «Βλέπετε, αδελφοί, τι προξενεί σ’ εμάς η μακροθυμία και η ταπείνωση; Ας αγωνιστούμε λοιπόν και εμείς να υπομένουμε πειρασμούς και εξευτελισμούς για τον Κύριο, και θα έχουμε δόξα και τιμή, και θα βασιλέψουμε μαζί του αιώνια».

Κάποιος Παύλος, από την τάξη της αριστοκρατίας, ο οποίος είχε γυναίκα και παιδιά και πλούτο πολύ, θέλησε να γίνει μοναχός. Κάλεσε τη γυναίκα και τα παιδιά του, τους φανέρωσε τον σκοπό του και, βρίσκοντας και εκείνους πρόθυμους γι’ αυτό και να ποθούν τη μοναχική ζωή όπως αυτός, πρόσθεσε: «Αν θέλετε πραγματικά να ωφεληθείτε, θα σας πουλήσω σε μοναστήρια δούλους». Εκείνοι και αυτό το δέχτηκαν με χαρά.
Πήρε λοιπόν τη γυναίκα του, ντυμένη με ρούχα φτωχικά όπως οι δούλες, και το μερίδιο της περιουσίας που της αναλογούσε, και πήγε μαζί της σε ένα γυναικείο μοναστήρι. Εκεί την παρέδωσε στην ηγουμένη να την έχουν για δούλη στη μονή, παραδίδοντας συγχρόνως και τα πράγματά της. Όμοια πήγε και τα παιδιά του σε άλλο μοναστήρι και τα παρέδωσε στον ηγούμενο ως δούλους, μαζί με τα πράγματα που τους αναλογούσαν. Στο τέλος πήγε και ο ίδιος σε άλλο μοναστήρι και έκανε το ίδιο, παραδίνοντας τον εαυτό του ως δούλο.2
Στη συνέχεια είπε στον αββά: «Αν επιτρέπεις, θέλω να μπω μόνος στην εκκλησία». Εκείνος του το επέτρεψε. μπήκε λοιπόν, και αφού σφάλισε την πόρτα, ύψωσε τα χέρια του και προσευχήθηκε λέγοντας: «Θεέ μου, εσύ γνωρίζεις ότι ήρθα σ’ εσένα με όλη μου την καρδιά». Και ακούστηκε μια φωνή να λέει: «Και εγώ το γνωρίζω και σε δέχτηκα με όλη μου την καρδιά». Αφού λοιπόν έζησε στο κοινόβιο πολύν καιρό, εκτελώντας σαν δούλος κάθε ταπεινωτική υπηρεσία και βάζοντας τον εαυτό του κάτω από όλους, ο Θεός τον ύψωσε με την ταπείνωση. Και μετά τον θάνατό του το μνήμα του ανέβλυσε μύρο και έγιναν σε αυτό πολλά και μεγάλα θαύματα.

Υποσημειώσεις

1. Πρβ. Α’ Κορ. 4, 10.
2. Ο αριστοκράτης αυτός ενήργησε έτσι για να αποφύγει το ενδεχόμενο προνομιακής μεταχείρισής τους στα αντίστοιχα μοναστήρια λόγω της καταγωγής και του πλούτου τους. Επεδίωκε δηλαδή την ταπείνωση και το γνήσιο μοναχικό πνεύμα.

Από το βιβλίο: Ευεργετινός: «Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.»

Τόμος 2-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος

Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Αρχεία ήχου και εικόνος (video), Θαυμαστά γεγονότα, Το ηχητικό περιοδικό μας - Ορθόδοξη Πορεία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.