Τί πρόσφερε η εκκλησία στον αγώνα του 1821; – Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου.

Πρώτα – πρώτα έχεις ν’ αναφέρεις την ηθική και υλική βοήθεια στην προετοιμασία της επαναστάσεως του 21, αφού εκατοντάδες κληρικοί ήταν μέλη και απόστολοι της Φιλικής Εταιρείας. Οι κληρικοί χρησιμοποιήθηκαν σε κρίσιμες, λεπτές και εμπιστευτικές αποστολές ως σύνδεσμοι επικοινωνίας για συντονισμό επαναστατικής δραστηριότητας. Έτσι θα διάβαζες λ.χ. σε αίτηση του 1865 προς την επιτροπήν Παλαιών εκδουλεύσεων του ιερέα οικονόμου Αντωνίου Αναγνωστοπούλου: «προ της ενάρξεως του αγώνος εχρημάτισα πολλάκις ο μυστικός απόστολος του αειμνήστου Αρχιερέως μου Γερμανού Χριστιανουπόλεως, αποσταλείς παρ’ αυτού προς διαφόρους αρχιερείς και προύχοντας της Πελοποννήσου περί της παρασκευαζομένης τότε επαναστάσεως, εφ’ ω και εκινδύνευσα πολλάκις ράπτων τας επιστολάς εις τα παπούτσια μου και εις τα επισάγματα των ζώων» Δημ. Αινιάν, απομνημονεύματα, σελ. 151.
Θα σημειώσεις την έμπνευση και την ευλογία της εκκλησίας στις επαναστατικές σημαίες των αγωνιστών του 21 από τη μητρόπολη του Ιασίου ως την Πάτρα με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, σημαίες και λάβαρα με ιερά σύμβολα και συνθήματα. Οι Χειμαρριώτες π.χ. είχαν στη σημαία τους ζωγραφισμένους τους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ με τις πύρινες ρομφαίες. Οι αρματολοί και κλέφτες είχαν σημαίες με το Σταυρό στη μιαν όψη και την Αρχιστράτηγο Θεοτόκο στην άλλη. Ο Μάρκος Μπότσαρης είχε λευκή σημαία με την εικόνα του Αγίου Γεωργίου. Ο Παπαφλέσσας ήνωσε λωρίδες ράσου και φουστανέλλας για τη σημαία του στρατεύματός του. Ο Πλαπούτας έγραψε στη σημαία του τα αρχικά Ι.Χ.Ν. (=Ιησούς Χριστός Νικά) και ο Αθανάσιος Διάκος κάτω από το σταυρό έγραφε στη σημαία του το σύνθημα «Ελευθερία ή θάνατος».
Μπορείς ν’ απαριθμήσεις και πολεμιστές ιερωμένους και μοναχούς στους αγώνες των επαναστατικών χρόνων, όπως: το Γρηγόριο, Επίσκοπο Μεθώνης, το Σαλώνων Ησαΐα, τον Αθανάσιο Διάκο, τον Παπαφλέσσα, τον Αρσένιον Κρέσταν, τον Καρύστου Νεόφυτον, τον Ταλαντίου Νεόφυτον, τον Ρωγών Ιωσήφ και πολλούς άλλους επώνυμους, χιλιάδες μάλιστα ανώνυμους λ.χ. τον ηγούμενον και τους καλογήρους του Μοναστηριού Ιερουσαλήμ» στη Δαύλεια, που ειδοποίησαν και ενημέρωσαν κατάλληλα το Γεώργιο Καραϊσκάκη στην Αράχοβα για τις κινήσεις των τούρκων και έγιναν συντελεστές της σπουδαίας εκείνης νίκης.
Σε εντυπωσιάζει η πληροφορία του Φωτάκου: «Εις το σώμα του Κανέλλου Δεληγιάννη επαρακολουθούσεν ο μοναχός Καλλίνικος παπα – Κουλουράς ή Φλεσσάκος επονομαζόμενος. Αυτός τότε είχε μαζί του μίαν εικόνα της Θεοτόκου και επήγαινε μπροστά από τους στρατιώτας και κοντά εις ην σημαίαν. Επειδή δε τον εκυνηγούσαν οι τούρκοι, επέταξε και αυτός σ’ ένα βάτο την εικόνα και της είπε:
-Πήγαινε και συ με τους τούρκους, σαν τους θέλεις. Δεν σε παίρνω, εάν δεν δυναμώσης τους Έλληνας να κυνηγήσουν τους τούρκους» Φωτάκου, Απομνημονεύματα, σελ. 205. Η εκκλησία και οι ιερείς της ήθελαν και τους αγίους συμπολεμιστές στους αγώνες του 1821: γι’ αυτό και τον Άγιο Γεώργιο, τον άγιο Δημήτριο τον Παντοκράτορα και τους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ στο ιερό βήμα, στων ναών τις αγιογραφίες μας παρουσίασαν – παρέστησαν να ομοιάζουν όχι τόσο με την παραδεδομένη μορφή, αλλά με μορφές νεοελλήνων πολεμιστών.
Οπωσδήποτε θ’ αναγνωρίσεις πως στάθηκε αδύνατο για την εκκλησία να χωρίσει στη συνείδηση των κληρικών – αποστόλων της τη χριστιανική από την εθνική σωτηρία, όπως παρατήρησε και ο Γιάννης Βλαχογιάννης: «Η διάσωση της εθνικής ψυχής είναι ταυτόσημη με το φύλαγμα της ακοίμητης χριστιανικής πίστης. Η έξαρση του έθνους φθάνει σε απίθανα φραστικά σχήματα, κυριολεκτικά σκανδαλιστικά για τον ήρεμο κι ανύποπτο σημερινό χριστιανό. Η αξία της Ελληνικής γης, που την πατεί το πόδι του τούρκου, που ήρθε η ώρα να λευτερωθεί… δεν είναι παρά η αξία του παραδείσου. Η μόλυνση από τη γλώσσα, τα ήθη των κατακτητών σχεδόν χειρότερη από τη μόλυνση της αμαρτίας. Στην πολιορκία της Τριπολιτσάς ο επίσκοπος Έλους παρακινεί τους στρατιώτες˙ όποιος θέλει ν’ αγιάσει, ας μη φοβηθεί εδώ το θάνατο. Να ο παράδεισος μπροστά του˙ αυτή είν’ η μάντρα του (δηλ. το τείχος της πόλεως) ας βάλει τη σκάλα κι ας μπεί» Γιάννη Βλαχογιάννη, ιστορική ανθολογία, σελ. 364 – 365.
Και ξένοι εθελοντές ή φιλέλληνες σε πληροφορούν για τον επίσκοπο Έλους Άνθιμο Σκαλιστήρη πως είχε συνθέσει και ειδικές ευχές, εξαποστειλάριο για τον αγώνα και πολεμούσε με το σταυρό και με το σπαθί… Μνημόνευε το μέγα Βασίλειο, που απαγορεύει τη θεία κοινωνία σ’ εκείνον που σκοτώνει νικημένον εχθρό. Άλλ’ όποιος σκοτώνει σαράντα αρματωμένους είναι ευλογημένος. Όπως μάλιστα πληροφορούν οι Γάλλοι φιλέλληνες και RAYBAUD VOYTIER καταράστηκε το δράστη που πυροβόλησε και τραυμάτισε 15χρονο τούρκο αιχμάλωτο και απείλησε με αφορισμό οιονδήποτε θ’ αποτολμούσε να θανατώσει ανυπεράσπιστο εχθρό. Κυρ. Σιμόπουλου, πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του 21, σελ. 246, 352.
Να λάβεις υπόψη σου ότι η τόση συμμετοχή του εκπροσώπου αυτού του ανωτέρου Κλήρου στον αγώνα του 21 εσκανδάλισε ιδιαίτερα έναν επικριτή της συμπεριφοράς της εκκλησίας, το Γ. Σκαρίμπα, και έγραψε: «στο σημείο αυτό δεν μπορώ να μην εκφράσω τον αποτροπιασμό μου – και παντός έχοντος σπλάγχνα ανθρώπου – για έναν ανώτερον ιερωμένον, τον επίσκοπον Έλους Άνθιμο, τον ηθικόν αυτουργόν της παρακάτω – εν ψυχρώ – τερατουργίας, που ατίμασε την επανάσταση. Ο με τη μαύρη ψυχή τούτος καλόγερος εξέδωκεν επικαίρως διακήρυξη «… καθ’ ην, τότε μόνον επετρέπετο εις πάντα στρατιώτην η θεία μετάληψις, οσάκις επεδείκνυεν ότι είχε φονεύσει έναν τουλάχιστον τούρκον» Γ. Σκαρίμπα, το 21 και η αλήθεια, τ.α’ σελ. 127. Ωστόσο ο Γ. Σκαρίμπας που δεν ένιωσε αποτροπιασμό για τον … εαυτό του αποκαλώντας το Μέγα Αλέξανδρο κατακτητή και καταστροφέα τ. α’. σελ. 38- 39, τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ολιγόμυαλο και κουφιοκεφαλάκη τ.β. σελ. 92, μπούρδες τα λόγια του Παπαφλέσσα, ευτελή τσαρικό καμαρίλλο τον Καποδίστρια τ.β. σελ. 60- 92, πεζεβέγκη το Μαυροκορδάτο τ. α’ , σελ. 32, μισοάγριους το Θεόδ. Κολοκοτρώνη και το Γεώργιο Καραϊσκάκη τ. α’, σελ. 32 και τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέγα κορωναγραμματοπαίχτη των τυχών τ.β., σελ. 148 δε σε πείθει. Σε πείθει περισσότερο από κάθε άλλη φορά η κρίση του Συκουτρή, που αναφέρθηκε και παραπάνω σελ. 92 πως: «αν είχε κανείς να κατηγορήση την εκκλησίαν και τον επίσκοπον Έλους Άνθιμον επί του προκειμένου θα έλεγεν ότι πολλάκις τον τελείως δευτερογενή δι’ αυτήν εθνικόν σκοπόν, έθεσεν υπεράνω των καθαρώς θρησκευτικών!».
Ερευνώντας και μελετώντας τις σελίδες για τους αγώνες του 21 διαπιστώνεις την παρουσία της εκκλησίας σ’ όλους τους αγώνες νύχτα και μέρα και τους κληρικούς μέσα στο χαλασμό των μαχών και συνεχίζουν απτόητοι την αποστολή τους. παράδειγμα εύγλωττο έχεις και από την ιστορία του Μεσολογγίου: «από την αρχήν του αποκλεισμού στο Μεσολόγγι ο Παπαπαναγιώτης, καθώς επιάνετο το τουφέκι και ήτανε καθημερινό, είτε μέρα ήτανε είτε νύχτα, έτρεχε στην εκκλησία, έπαιρνε το δισκοπότηρο στα χέρια του και ξεσκούφωτος με το φαναράκι του, επήγαινεν από τάπια σε τάπια και μεταλάβαινε τους ψυχομαχούντας και τους παρηγορούσε με καλά λόγια και εγκαρδίωνε τους άλλους να πολεμούν με όρεξιν και με ψυχήν, δια να έχουν την βοήθειαν του Θεού». Ν. Δ. Μακρή, απομνημονεύματα, σελ. 70.
Οι ξένοι περιηγητές, εθελοντές ή φιλέλληνες αναφέρουν συχνά συγκεκριμένα γεγονότα της ζωής του στρατοπέδου, στα οποία συμμετείχαν και κληρικοί. Ένας άγγλος ο HUMPHREYS έγραψε: «ανάμεσα στους στρατιώτες βρισκόταν και μεγάλος αριθμός παπάδων. Ήταν οι πρωτεργάτες του ξεσηκωμού. Τόσο βαθειά ήταν η επιρροή του κλήρου – κυρίως για τις νηστείες και τις αργίες – που οι στρατιώτες δε δέχονταν να πάρουν μέρος σε πολεμική επιχείρηση κατά τις γιορτάδες». Ο Κορσικανός πρόξενος της Ολλανδίας στην Αθήνα DOMENICO ORIGONE σε πληροφορεί πως: «οι τούρκοι στην Αθήνα κάνουν τα αδύνατα δυνατά να συλλάβουν τους παπάδες, επειδή, όπως διαδίδεται σ’ όλη την Ελλάδα, ο παπάδες είναι αρχηγοί των επαναστατών… στις 25 Απριλίου, όταν οι επαναστάτες ελευθέρωναν την Αθήνα, δεν άκουγες άλλο από κραυγές «Χριστός ανέστη – ελευθερία». Υπήρχαν και πολλοί παπάδες των χωριών, αρματωμένοι και στολισμένοι με τα εκκλησιαστικά τους διακριτικά… πριν από την έφοδο στην Αθήνα, την παραμονή, ο αρχιεπίσκοπος έκανε λειτουργία μπροστά σ’ όλο τον πληθυσμό και έδωσε άφεση αμαρτιών, δείχνοντας όπως στα χρόνια του Κων/νου, τον ουρανό, όπου τα σύννεφα σχημάτιζαν σταυρό». Εξάλλου οι εθελοντές – φιλέλληνες VOUTIER, PERSAT και BRENGERI σε πληροφορούν πως: «οι σκάλες για την απόπειρα της εφόδου στο Ναύπλιο ευλογήθηκαν από παπάδες» Κυρ. Σιμόπουλου, πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του 21, σελ. 352, 443, 460, 462, 496.
Στην εκκλησία αναγνωρίζεις το καταφύγιο των βαρυπενθούντων στους αγώνες του 21, όπως του Γούναρη, του κυνηγού του Ομέρ Βρυώνη που ειδοποίησε στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου τους χριστιανούς για το σχέδιο εφόδου την νύχτα των Χριστουγέννων: η οικογένειά του κατασφάχτηκε από τον εχθρό στην Άρτα και εκείνος περιβλήθηκε το ράσο του μοναχού για ν’ ασκητεύσει στο μοναστήρι της Αγίας Ελεούσας στην Ακαρνανία.
Από την εκκλησία έχεις την έκτακτη υλική προσφορά των 800 οκάδων αργύρου από τα ιερά σκεύη μοναστηριών και ναών στην επαναστατημένη Ελλάδα. Και στις εθνοσυνελεύσεις του επαναστατημένου έθνους ξεχωρίζεις την παρουσία βουλευτών – κληρικών, όπως του επισκόπου Ανδρούσης, Ιωσήφ, του Παλαιών Πατρών Γερμανού, του Βρεσθένης Θεοδώρητου κ.ά.
Πάντως σαν μεγαλύτερη προσφορά της εκκλησίας στο 21 θα πρόκρινες την προσφοράν αίματος των κληρικών της – μαρτύρων, ανυπολόγιστου αριθμού, αν και κατά τον Γάλλο Πουκεβίλ, 6.000. Θα μνημόνευες αντιπροσωπευτικά τους αρχιερείς Αγχιάλου Ευγένιον, Εφέσου Διονύσιο, Νικομηδείας Αθανάσιο, Σωζοπόλεως Παΐσιο, Γάνου και Χώρας Γεράσιμο, Μυριοφύτου Νεόφυτο, Δέρκων Γρηγόριο, Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Λαρίσης Πολύκαρπο, Κύπρου αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, Πάφου Χρύσανθο, Κιτίου Μελέτιο, Κυρηνείας Λαυρέντιο, Μητροπολίτη Κρήτης Γεράσιμο και συνοδικούς του πατριαρχείου Κων/πόλεως μ’ αποκορύφωμα τον πρώην Πατριάρχη Κων/πόλεως Γρηγόριο Ε’.
Οπωσδήποτε δεν ξεχνάς ότι η προσφορά της εκκλησίας και του πατριαρχείου Κων/πόλεως στην τουρκοκρατία και στο 21 στον Ελληνισμό, δημιούργησε προηγούμενη παράδοση και βαρειά κληρονομικά στους χρόνους μετά το 1821 λ.χ. αναδεικνύοντας αντάξιο συνεχιστή και τον Χρυσόστομο Σμύρνης το 1922. Η εκκλησία πάντοτε εργάστηκε μ’ όλες της τις δυνάμεις για τη στήριξη του λυτρωτικού οράματος των υποδούλων και για την εφαρμογή κάθε απελευθερωτικού προγράμματος του ελληνισμού με αγώνες, καταπιέσεις, στερήσεις, διωγμούς, θυσίες και μαρτύρια.
Επιγραμματικά θα συνόψιζες την προσφορά της εκκλησίας και του κλήρου με την κρίση: «ο κλήρος υπήρξεν ο οδηγός του έθνους και το στήριγμά του» Διον. Κόκκινου, ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως, τόμ. Α’, σελ. 24 και με την γνώμη του Θερειανού: Η ορθόδοξη εκκλησία διεφύλαξεν αλώβητα και ανόθευτα τα θεία δόγματα και τας ιεράς παραδόσεις του χριστιανικού θρησκεύματος, εθέρμανε τα ελληνικά γράμματα, καταψυγέντα εν καιροίς μεγίστοις και χαλεπωτάτοις και υπήρξε τιθήνη και κουροτρόφος, άμα δε και σώτειρα των Ελλήνων εν ημέραις αθλιότητος και δυστυχίας». Μιχ. Περάνθη, δώδεκα διαλέξεις, σελ. 308.

Από το βιβλίο: Ιστορικές γραμμές, του Φιλολόγου – Ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., Ιωάννου Ν. Παπαϊωάννου.
Τόμος Α’. Λάρισα 1979

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.