Βίος και Πολιτεία του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σύμφωνα μὲ τὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὁ Ἅγιος Κύριλλος γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸ ἔτος 370 καὶ ἔδρασε ἐπὶ βασιλείας Θεοδοσίου τοῦ Β´ (μικροῦ). Ὄντας ἀνεψιὸς τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας Θεοφίλου ὁ Κύριλλος, ἔλαβε μεγάλη θεολογικὴ μόρφωση, ὥστε ἔγινε κατόπιν διάδοχος τοῦ θείου του, στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο Ἀλεξανδρείας. Ὅταν συνεκλήθη ἡ Γ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ 431 στὴν Ἔφεσο, ὁ Κύριλλος ὑπῆρξε πρόεδρος αὐτῆς καὶ συνετέλεσε νὰ γκρεμιστοῦν οἱ κακοδοξίες τοῦ δυσσεβοῦς Νεστορίου, γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου. Μὲ πολλὰ πνευματικὰ κατορθώματα στὸ ἐνεργητικό του, ὁ Κύριλλος παρέδωσε εἰρηνικὰ τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο τὸ ἔτος 444, ἀφοῦ πατριάρχευσε γιὰ 32 περίπου χρόνια. Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ χαρακτήριζε ἰδιαιτέρως τὴν ζωὴ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ἦταν ἡ ἀρετή του, ποὺ μᾶς θυμίζει τοὺς λόγους τοῦ σοφοῦ Παροιμιαστῆ, ὅτι ἡ «δικαιοσύνη ἀμώμους ὀρθοτομεῖ ὁδούς». Ἡ ἀρετή, δηλαδή, χαράσσει ἄψογο καὶ εὐθὺ τὸ δρόμο τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ἔπειτα, «ὁ πεποιθὼς τὴν ἑαυτοῦ ὁσιότητι
δίκαιο», ποὺ σημαίνει, ἐκεῖνος ποὺ στηρίζεται στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγνότητα τῆς καρδιᾶς, θὰ εἶναι δίκαιος καὶ εὐλογημένος μπροστὰ στὸ Θεό.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ἑορτάζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας δύο φορὲς τὸν χρόνο, μία κατὰ τὴν ἐνάτην Ἰουνίου, ἡμέρα μνήμης τῆς κοιμήσεώς του καὶ στὶς 18 Ἰανουαρίου, ἡμέρα ἀναμνήσεως τῆς ἀναχωρήσεώς του ἀπὸ Ἀλεξάνδρεια πρὸς τὴν Ἔφεσο γιὰ τὴν Τρίτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Μάλιστα τότε, στὶς 18 Ἰανουαρίου, συνεορτάζεται ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος Ἀλεξανδρείας ὁ Μέγας (κοίμησις καὶ ἀνακομιδὴ στὶς 2 Μαΐου), μία ἑορτὴ ποὺ ἴσως ὁρίσθηκε ὡς ἀντίστοιχη αὐτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν.
Ἐνταῦθα παρατίθενται ἀπὸ τὸν χαλκέντερο κολλυβᾶ Πατέρα, τὸν Ὅσιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, σὲ ὑπέροχη γλωσσικὴ ἀπόδοση, ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ὅπως ἐξεδόθη στὸ Νέον Ἐκλόγιον (1803), τὰ ὑπομνήματα Συναξαρίου ἀπὸ τὸν Συναξαριστή (1819), τὸν Νέον Συναξαριστήν (2005), ἕτερα συνοπτικὰ ἁγιολογικά.
Λόγῳ δὲ τῆς ἐκ Δύσεως προερχομένης πολεμικῆς, ἡ ὁποία ἀσκεῖται ἐπ᾿ ἐσχάτων ἐντόνως καὶ ἐν Ἑλλάδι ἐναντίον τῆς προσωπικότητος τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, θεωρήθηκε ἀναγκαία καὶ χρήσιμη ἡ ἐπεξηγηματική, διευκρινιστικὴ καὶ ἀπολογητική, παράθεση ἱστορικῶν στοιχείων, ποὺ ἀφοροῦν στὰ γεγονότα ποὺ ὡδήγησαν στὸν τραγικὸ θάνατο τῆς φιλοσόφου Ὑπατίας, ἀλλὰ καὶ στὴν σαφῆ ἀπαλλακτικὴ ἀθωότητα τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου.

ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
ΔΙΑΠΡΕΨΑΝΤΟΣ ΕΝ ΕΤΕΙ ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΟΥ υχ´ (420).

ΣΥΝΕΡΑΝΙΣΘΕΙΣ ΕΚ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΩΝ
ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ,
Καί τινων ἄλλων Ἐκκλησιαστικῶν Ἱστοριογράφων.

Ἐκ τῆς ἐκδόσεως
«Νέον Ἐκλόγιον», Βενετία 1803, σελ.154-164
ὑπὸ τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
Ὁ μέγας ἀνάμεσα εἰς τοὺς διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας Ἅγιος Κύριλλος, ἦτον κατὰ τὴν Πατρίδα Ἀλεξανδρεύς, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ εὐγενεῖς, ἀνεψιὸς ἐξ ἀδελφῆς, Θεοφίλου Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας. Ἀνατραφεὶς δὲ ἐλευθερίως, ἔγινε πολλὰ δόκιμος εἰς τὴν φιλοσοφίαν ὁμοῦ καὶ ἀρετήν· ἦτον ἐντελῶς γεγυμνασμένος εἰς τὰ Ἑλληνικά, καὶ Ῥωμαϊκὰ βιβλία, καὶ πεπαιδευμένος, τόσον εἰς ὅλην τὴν ἔξω σοφίαν, ὅσον καὶ τὴν ἔσω καὶ πνευματικήν· ἐσχόλαζε πάντοτε εἰς τὴν ἀνάγνωσιν καὶ μελέτην τῶν θείων Γραφῶν. Ὅθεν καὶ ὁ θεῖος του Θεόφιλος, βλέπωντας εἰς αὐτὴν τοσαύτην μεγάλην σοφίαν καὶ ἀρετήν, τὸν συνηρίθμησεν εἰς τὸν Κλῆρον τῆς Ἐκκλησίας, χειροτονήσας αὐτὸν Ἀρχιδιάκονον. Καὶ λοιπόν, ἦτον τότε ὁ Ἅγιος πεφυτευμένος εἰς τὸ περιβόλι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὡσὰν ἕνα εὐωδέστατον, καὶ ὡραιότατον κρίνον, τὸ ὁποῖον ἀνθοῦσε μέν, μὲ τὴν καθαρότητα καὶ τὰς λοιπὰς ἀρετάς, εὐωδίαζε δὲ ὅλον τὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν, μὲ τὴν ὀσμὴν τῆς θείας σοφίας του.
Ἀφοῦ δὲ ἀπέθανεν ὁ Θεόφιλος, ὅλοι κοινῶς κληρικοί τε καὶ λαϊκοὶ ἐψήφισαν διὰ Πατριάρχην Ἀλεξανδρείας τὸν θεῖον Κύριλλον· ὁ ὁποῖος, εὐθὺς ὁποῦ ἐκάθισεν εἰς τὸν θρόνον, ἐδίωξεν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρειαν τοὺς αἱρετικοὺς ὁμοῦ καὶ χρισματικούς, τοὺς ὀνομαζομένους Ναυατιανούς· οἱ δὲ Ναυατιανοὶ οὗτοι, παρομοιάζοντες μὲ τοὺς Φαρισσαίους, ὠνόμαζαν τὸν ἑαυτόν τους καθαροὺς καὶ δικαίους· ἐφόρουν ἄσπρα φορέματα, τάχα διὰ νὰ δείξουν τὴν καθαρότητα τῆς πολιτείας τους· ἐδογμάτιζαν, πώς, ὅποιος μετὰ τὸ βάπτισμα πέσῃ εἰς θανάσιμον ἁμαρτίαν, οὗτος δὲν πρέπει νὰ δέχεται εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἔλεγον πώς, ἀλλεοτρόπως δὲν συγχωρεῖται ἡ θανάσιμος ἁμαρτία, ἀνίσως δὲν μεταβαπτισθῇ ὁ ἄνθρωπος· δὲν ἐσυγχώρουν τὸν δεύτερον γάμον, ὀνομάζοντες αὐτὸν μοιχείαν· ἐβάπτιζον δεύτερον, τοὺς καλῶς καὶ ὀρθοδόξως βεβαπτισμένους· καὶ ἄλλα ἀκόμη αἱρετικὰ φρονήματα εἶχον οἱ τοιοῦτοι· ὠνομάσθησαν δὲ Ναυατιανοὶ ἀπὸ κάποιον Ναυάτον, ἀρχηγὸν τοῦ σχίσματος τούτου, ὁ ὁποῖος ἱερεὺς ὤντας εἰς τὴν Ῥώμην, ἐπὶ Δεκίου τοῦ Βασιλέως, καὶ ἀγαπώντας νὰ γίνῃ Πάπας· ἐπειδὴ ὅμως, μετὰ θάνατον τοῦ διὰ Χριστὸν μαρτυρήσαντος Πάπα Φαβίνου, δὲν ἔγινε Πάπας, καθὼς ἐπεθύμει καὶ ἤλπιζεν, ἀλλ᾿ ἔγινεν ὁ Μακάριος Κορνήλιος, διὰ ταύτην τὴν ἀφορμὴν ἐσχίσθη κατὰ πάντα, καὶ ὅλης τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας· διότι ὁ μὲν θεῖος Κορνήλιος ἐδέχετο πάλιν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τοὺς Χριστιανοὺς ἐκείνους ὁποῦ, διὰ φόβον τῶν βασάνων, ἀρνήθησαν πρότερον τὸν Χριστόν, εἰς τὸν καιρὸν τοῦ διώκτου Δεκίου, ὕστερον δὲ μετανοοῦντες, ἐπέστρεφον εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοὺ μετὰ δακρύων· καθὼς κι ὁ Χριστὸς ἐδέχθη τὸν Ἀπόστολον Πέτρον ὁποῦ τὸν ἀρνήθη πρότερον, ὕστερον δὲ μετὰ δακρύων ἐμετανόησεν. Ὁ δὲ σχισματικὸς καὶ ὑπερήφανος Ναυάτος, ὄχι μόνον δὲν ἐδέχετο εἰς τὴν μετάνοιαν τοὺς τοιούτους ἀρνησιχρίστους, ἀλλὰ καὶ τὸν Πάπαν Κορνήλιον ἐκατηγόρει, ὀνομάζωντάς τον κοινωνὸν καὶ σύντροφον τῶν εἰδωλολατρῶν· καὶ οὕτω χωρισθεὶς ἀπὸ αὐτόν, καὶ ἄλλους ὁμόφρονας ἀποκτώντας, ἔγινεν ὡσὰν ἕνας ἄλλος Πάπας εἰς τὴν Ῥώμην· καὶ ἐκεῖθεν ἐξαπλώθη ἡ αἵρεσις αὕτη, καὶ τὸ σχίσμα, ἕως καὶ εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν.
Τοὺς τοιούτους λοιπὸν σχισματοαιρετικοὺς ἀπεδίωξεν ὁ Ἅγιος Κύριλλος, ὡς εἴπομεν, εὐθὺς ὁποῦ ἔγινε Πατριάρχης, ὁμοῦ μὲ τὸν Ἐπίσκοπόν τους Θεόπεμπτον· ἔπειτα ἀρματώθη, διὰ νὰ διώξῃ ἀπὸ τὴν ἐκεῖ κατοικίαν τους καὶ τοὺς δαίμονας. Διότι κοντὰ εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν ἕως δώδεκα στάδια, εὑρίσκεται ἕνας τόπος ὀνομαζόμενος Κάνωβος, καὶ πλησίον ἐκείνου, εἶναι ἄλλος τόπος Μανοῦθιν, εἰς τὸν ὁποῖον ἦτον βωμὸς παλαιός, κατοικητήριον τῶν Δαιμόνων. Ὅθεν ὅλος ὁ τόπος ἐκεῖνος ἦταν πολλὰ φοβερός, ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἐκεῖ κατοικούντων ἀκαθάρτων πνευμάτων. Διὰ τοῦτο καὶ ὅταν ἔζη ὁ Πατριάρχης Θεόφιλος, πολλάκις ἠθέλησε νὰ καθαρίσῃ τὸν τόπον ἐκεῖνον ἀπὸ τοὺς Δαίμονας, καὶ νὰ τὸν κάμῃ κατοικητήριον Ἅγιον, εἰς τὸ νὰ δοξολογῆται ὁ Θεός· ἀλλ᾿ ὅμως δὲν ἠδυνήθη, ἕνα μέν, διὰ τὶ εὕρισκε πολλὰ ἐμπόδια· καὶ τὸ ἄλλο δέ, διὰ τὶ τοῦ ἠκολούθησε κατόπιν ὁ θάνατος.
Ὁ δὲ τοῦ Θεοφίλου διάδοχος, τρισμακάριστος Κύριλλος, ἐφρόντισε περὶ τούτου, καὶ προθύμως ἐδέετο τοῦ Θεοῦ, νὰ τοῦ δώσῃ θείαν βοήθειαν καὶ δύναμιν, διὰ νὰ διώξῃ ἀπὸ τὸν τόπον ἐκεῖνον τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα. Ὅθεν φαίνεται κατ᾿ ὄναρ εἰς αὐτὸν Ἄγγελος Κυρίου, καὶ τοῦ λέγει, ὅτι, νὰ ὑπάγῃ εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον τὰ τίμια λείψανα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, Κύρου, καὶ Ἰωάννου, καὶ ἔτζι θέλει ἀναχωρήσει ἀπὸ ἐκεῖ ἡ δύναμις τῶν Δαιμόνων. …

Βίος και Πολιτεία του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.rar

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.