Περί μοναχικής αποταγής – αββά Κασσιανού.

Αυτός που πάει σε κοινόβιο για να μονάσει και κρατά κάτι από την περιουσία του, δεν μπορεί να μείνει πολύν καιρό στην υποταγή και την πειθαρχία του μοναστηριού, ούτε να κατορθώσει την αρετή της ταπείνωσης και της υπακοής, ούτε να υπομείνει ως το τέλος τη φτωχική ζωή του κοινοβίου. Γιατί μόλις κάποια αφορμή ή στενοχώρια τον βάλει σε σκέψεις, αμέσως η ελπίδα που έχει σε αυτό που κράτησε από την περιουσία του τον τινάζει μακριά από το μοναστήρι, όπως η σφεντόνα την πέτρα.
Οι ερεθισμοί των άλλων παθών, του θυμού, ας πούμε, ή της επιθυμίας, έχουν τις αφορμές τους στο σώμα. είναι πάθη κατά κάποιον τρόπο έμφυτα και εμφανίζονται από τη γέννηση, γι’ αυτό και νικιούνται μετά από πολύ χρόνο. Η αρρώστια όμως της φιλαργυρίας, επειδή έρχεται από έξω, μπορεί να κοπεί πιο εύκολα, αν τη φροντίσει κανείς και την προσέξει. αν όμως παραμεληθεί, γίνεται το πιο καταστρεπτικό πάθος και δύσκολα διώχνεται. Γιατί η φιλαργυρία, όπως λέει ο απόστολος, είναι η ρίζα όλων των κακών.1
Όταν λοιπόν αυτή η αρρώστια βρει την ψυχή πολύ χλιαρή και άπιστη στην αρχή της μοναχικής ζωής, της παρουσιάζει διάφορες προφάσεις που φαίνονται δίκαιες και εύλογες, ώστε να την κάνει να κρατήσει κάτι από την περιουσία της. Παρουσιάζει δηλαδή στον νου του μοναχού μακροχρόνια γεράματα και σωματική αρρώστια και ότι τα απαραίτητα που χορηγεί το μοναστήρι δεν φτάνουν να ανακουφίσουν όχι τον άρρωστο, αλλά ούτε τον υγιή, και ότι εδώ δεν φροντίζουν τον άρρωστο όπως πρέπει, αλλά πρόχειρα, και ότι, αν δεν έχει κρυμμένα χρήματα, θα πεθάνει αξιολύπητος. Στο τέλος του ψιθυρίζει ότι ούτε να μείνει μπορεί άλλο στο μοναστήρι, εξαιτίας της σκληρής εργασίας και της αυστηρότητας του ηγουμένου.
Όταν με τέτοιες σκέψεις ξεγελάσει τον άθλιο, ώστε να κρατήσει έστω και ένα νόμισμα, στη συνέχεια τον πείθει να μάθει και εργόχειρο κρυφά από τον ηγούμενο, με το οποίο να μπορέσει να αυξήσει τα χρήματα, για τα οποία δείχνει τόση φροντίδα. Από εκεί και πέρα ξεγελά τον ταλαίπωρο με κούφιες ελπίδες, προβάλλοντάς του το κέρδος από το εργόχειρο και ότι από αυτό θα έχει άνεση και αμεριμνησία. Και εκείνος, αφού δεθεί τελείως με τη σκέψη του κέρδους, δεν λογαριάζει πια τίποτε. ούτε το ξέσπασμα της οργής, αν ποτέ του συμβεί κάποια ζημιά, ούτε το σκοτάδι της λύπης, αν δεν πετύχει το κέρδος που ήλπιζε, αλλά, όπως στους άλλους γίνεται θεός η κοιλιά,2 έτσι σε αυτόν ο χρυσός, γι’ αυτό και είναι ειδωλολάτρης, όπως είπε ο απόστολος.3 Γιατί απομάκρυνε τον νου του από την αγάπη του Θεού και αγαπά ανθρώπινες εικόνες σκαλισμένες στον χρυσό.4
Με αυτούς τους λογισμούς ο μοναχός βυθίζεται σε σκοτάδι και ολοένα χειροτερεύει. Δεν μπορεί διόλου να έχει ταπείνωση ή υπακοή, αλλά αγανακτεί και φουντώνει από το πάθος, και σε κάθε εργασία γογγύζει και αντιμιλά. Καθώς δεν τηρεί πια καμιά εντολή ούτε την ευλάβεια, σαν ατίθασο άλογο κατευθύνεται στον γκρεμό. Δεν μένει ευχαριστημένος ούτε με την καθημερινή τροφή και παραπονιέται ότι δεν μπορεί άλλο να τα υπομείνει αυτά. Λέει επίσης ότι ο Θεός δεν είναι μόνο εκεί και ότι η σωτηρία του δεν περιορίζεται σε εκείνο τον τόπο, αλλά όποιος ζητά τον Θεό τον βρίσκει παντού, και ότι, αν δεν φύγει από εκείνο το μοναστήρι, θα χαθεί.
Έτσι λοιπόν, έχοντας συνεργό της κακής αυτής σκέψης τα φυλαγμένα χρήματα, σαν να παίρνει φτερά με αυτά, μελετά τη φυγή του από το μοναστήρι, και πλέον αντιδρά με υπερηφάνεια και τραχύτητα σε όλες τις εντολές. Θεωρεί τον εαυτό του ξένο και άσχετο προς το μοναστήρι. αν δει σε αυτό κάτι που χρειάζεται επιδιόρθωση, αδιαφορεί και δεν δίνει σημασία, και κατηγορεί όλα όσα γίνονται σε αυτό. Έπειτα ζητά προφάσεις για να οργιστεί ή να λυπηθεί, έτσι ώστε να μη φανεί ότι φεύγει από τον έλεγχο του κοινοβίου επιπόλαια και χωρίς αιτία. Αν μάλιστα, με ψιθυρισμούς και κούφια λόγια μπορέσει και άλλον να ξεγελάσει και να τον βγάλει από το κοινόβιο, ούτε αυτό διστάζει να κάνει, θέλοντας να έχει συνεργό στην αμαρτία του. Έτσι λοιπόν, καθώς καίγεται από τη φλόγα των χρημάτων του, ποτέ δεν θα μπορέσει να ησυχάσει σε μοναστήρι ή να ζήσει κάτω από κοινοβιακό κανόνα.
Όταν πλέον ο δαίμονας τον αρπάξει σαν λύκος και τον χωρίσει από το κοπάδι και τον πάρει έτοιμο για φάγωμα, στη συνέχεια τον κάνει να ασχολείται νύχτα μέρα στο κελλί του με πολλή προθυμία με τις εργασίες εκείνες, που όταν τις έκανε τις καθορισμένες ώρες στο κοινόβιο, έδειχνε αμέλεια. Δεν τον αφήνει να τηρεί ούτε τις συνηθισμένες προσευχές, ούτε τις νηστείες, ούτε τις κανονισμένες αγρυπνίες, αλλά, έχοντας τον δεμένο με τη μανία της φιλαργυρίας, τον πείθει να αφιερώνει όλες του τις δυνάμεις στο εργόχειρο.
Η αρρώστια αυτή της φιλαργυρίας εκδηλώνεται με τρεις τρόπους, τους οποίους εξίσου απαγορεύουν και οι άγιες Γραφές και οι διδασκαλίες των πατέρων. Ο ένας είναι αυτός που περιγράψαμε πιο επάνω, ο οποίος κάνει τους αξιοθρήνητους να αποκτούν και να συσσωρεύουν αυτά που ούτε στον κόσμο δεν είχαν. Ο δεύτερος κάνει να μετανιώνουν αυτοί που κάποτε απαρνήθηκαν τα χρήματα, και τους παρακινεί να ζητούν πίσω αυτά που πρόσφεραν στον Θεό. Ο τρίτος τρόπος δένει από την αρχή τον μοναχό με την απιστία και τη χλιαρότητα και δεν τον αφήνει να απαλλαγεί τελείως από τα πράγματα του κόσμου, αλλά τον παρακινεί να κρατήσει κάτι από αυτά, βάζοντάς του στο νου τον φόβο της φτώχειας, όπως είπαμε προηγουμένως, και την απιστία στην πρόνοια του Θεού, και έτσι τον εμφανίζει παραβάτη των υποσχέσεων που έδωσε όταν απαρνήθηκε τον κόσμο.
Τα παραδείγματα των τριών αυτών τρόπων, όπως είπαμε, τα βρήκαμε να καταδικάζονται και στην αγία Γραφή. Πρώτα ο Γιεζί, θέλοντας να αποκτήσει χρήματα, τα οποία προηγουμένως δεν είχε, έχασε το προφητικό χάρισμα, το οποίο ο δάσκαλός του σκεφτόταν να του αφήσει κληρονομιά, και αντί για ευλογία κληρονόμησε την αιώνια λέπρα και την κατάρα του προφήτη.5 Έπειτα ο Ιούδας, όταν θέλησε να πάρει χρήματα, τα οποία προηγουμένως είχε αφήσει ακολουθώντας τον Χριστό, όχι μόνο τον Κύριό του πρόδωσε και έχασε την ιδιότητα του αποστόλου, αλλά και την ίδια τη ζωή του τερμάτισε με βίαιο θάνατο.6 Ο Ανανίας, τέλος, και η Σαπφείρα, επειδή κράτησαν ένα μέρος από την περιουσία τους, τιμωρήθηκαν με θάνατο με το στόμα του αποστόλου Πέτρου.7
Αλλά και ο Θεός δια μέσου του Μωυσή δίνει στο Δευτερονόμιο συμβολική εντολή σε εκείνους που υπόσχονται να απαρνηθούν τον κόσμο και από τον φόβο της απιστίας κρατούν πάλι τα γήινα πράγματα. Συγκεκριμένα λέει: «Αν είναι κανείς φοβιτσιάρης και δειλός, να μη βγει στον πόλεμο. Ας φύγει και ας γυρίσει στο σπίτι του, μην τυχόν μεταδώσει τη δειλία και στους αδελφούς του».8
Αυτά τα λέει θέλοντας να μας διδάξει ότι, όταν απαρνούμαστε τον κόσμο, πρέπει να τον απαρνούμαστε εντελώς, και έπειτα να βγαίνουμε στον πόλεμο, και να μην εμποδίζουμε, με τη δική μας χαλαρή και κακή αρχή, και τους άλλους από την ευαγγελική τελειότητα και να τους κάνουμε να δειλιάζουν. Γιατί τότε υπάρχει περίπτωση να εφαρμοστεί και σ’ εμάς ο λόγος που είπε ο Μέγας Βασίλειος σε κάποιον συγκλητικό, ο οποίος απαρνήθηκε τον κόσμο με χλιαρότητα και κράτησε ένα μέρος από τα χρήματά του: «Και τον συγκλητικό έχασες, και μοναχός δεν έγινες».
Οφείλουμε επομένως με πολλή φροντίδα να κόβουμε από την ψυχή μας τη ρίζα όλων των κακών, τη φιλαργυρία,9γνωρίζοντας καλά ότι, όσο μένει η ρίζα, τα κλαδιά θα ξεφυτρώνουν εύκολα. Πρέπει επίσης να έχουμε μπροστά στα μάτια μας την άγνωστη ώρα του θανάτου, μην τυχόν έρθει ο Κύριός μας σε ώρα που δεν το περιμένουμε και μας βρει να έχουμε τη συνείδησή μας λερωμένη από τη φιλαργυρία και μας πει αυτό που αναφέρει το Ευαγγέλιο ότι είπε σε εκείνον τον πλούσιο: «Ανόητε, αυτή τη νύχτα θα παραδώσεις την ψυχή σου. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες, σε ποιόν θα ανήκουν;»10
Πρέπει όμως να γνωρίζουμε ότι είναι δύσκολο να κατορθώσουμε την αρετή αυτή, αν δεν ζούμε σε κοινόβιο. Γιατί στο κοινόβιο δεν έχουμε να φροντίσουμε ούτε και γι’ αυτά τα αναγκαία.

Υποσημειώσεις.

1. Α’ Τιμ. 6, 10.
2. Φιλιπ. 3, 19.
3. Κολ. 3,5.
4. Προφανώς εδώ γίνεται λόγος για τα χρυσά νομίσματα, στα οποία ήταν αποτυπωμένη η μορφή του αυτοκράτορα.
5. Δ’ Βασ’. 5, 20-27.
6. Ματθ. 26, 14-16 . 27,5.
7. Πράξ. 5, 1-10.
8. Δευτ. 20, 8.
9. Α’ Τιμ. 6, 10.
10. Λουκ. 12, 20.

Από το βιβλίο: Ευεργετινός: «Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.»

Τόμος 2-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος

Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών). Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.