Οι συγγραφείς που αρνούνται ή αγνοούν τις κατηγορίες για τα δήθεν εγκλήματα του Μεγάλου Κωνσταντίνου – Κωνσταντίνου Καραστάθη.

α. Ευσέβιος Παμφίλου (260 – 340 μ. Χ.). Ο Επίσκοπος Καισαρείας Ευσέβιος, σύγχρονος του Κων/νου, φίλος του και ο σημαντικότερος εκκλησιαστικός ιστορικός εκείνων των χρόνων, ενώ στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» του και, προπαντός, στο «Βίο του Κων/νου» παρέχει πακτωλό πληροφοριών από το βίο του μεγάλου αυτοκράτορα, για τα τραγικά γεγονότα του 326 δεν αναφέρει τίποτε. Και ενώ στο βιβλίο του «Βίος του Κων/νου», μιλώντας για τον Κων/νο, εικονογραφεί το πρόσωπο ενός αγίου ανθρώπου και αυτοκράτορα, σχετικά με το θάνατο του Κρίσπου δηλώνει απλά πως δεν γνωρίζει τους λόγους του θανάτου του. Έτσι εγκαλείται αγρίως από κάποιους Ευρωπαίους ιστορικούς των τελευταίων αιώνων, ότι σκόπιμα αποσιωπά τα «εγκλήματα» και ότι το βιβλίο του για τη ζωή του Κων/νου είναι μια κολακεία. Προφανώς οι καλοί ιστορικοί λησμονούν ότι: Ι) το βιβλίο για το βίο του Κων/νου ο Ευσέβιος το έγραψε μετά το θάνατο του αυτοκράτορα και πολύ κοντά στο δικό του θάνατο, οπότε κανείς δε συνέτρεχε λόγος κολακείας προς τον υμνούμενο και ΙΙ) εκτός του Ευσεβίου και άλλοι χρονικογράφοι, και μάλιστα παγανιστές, όπως είδαμε πιο πάνω, (Βίκτωρ Αυρήλιος, Αμμιανός Μαρκελλίνος και Σιδώνιος Απολλινάριος) δεν αναφέρουν τίποτε για το θάνατο της Φαύστας.
β. Πραξαγόρας (α’ μισό του 4ου αιώνα* μ. Χ.) Ο Αθηναίος παγανιστής ιστορικός Πραξαγόρας, όχι μόνο δεν κατηγορεί τον Κων/νο για εγκλήματα, όπως πράττουν άλλοι παγανιστές ιστορικοί, άλλ’ απεναντίας, τον εγκωμιάζει ως τον καλύτερο αυτοκράτορα σ’ ένα απόσπασμα του χαμένου σήμερα δίτομου έργου του, του οποίου περίληψη διασώζει ο Φώτιος στη «Βιβλιοθήκη» του με αριθμό κωδ. 62: «Φησίν ουν ο Πραξαγόρας, καίτοι την θρησκείαν Έλλην ων, πάση αρετή και καλοκαγαθία και παντί ευτυχήματι πάντας τους προ αυτού βεβασιλευκότας ο βασιλεύς Κων/νος απεκρύψατο»!1
*Ο Ιρλανδός διαπρεπής ιστορικός, κλασσικός μελετητής, βυζαντινολόγος και φιλόλογος John Bagnell Bury (1861 – 1927), στην επιμελημένη από τον ίδιο έκδοση του μεγάλου συγγράμματος του Gibbon με υποσημείωσή του προσδιορίζει ότι ο Πραξαγόρας έζησε κατά το πρώτο μισό του 4ου αιώνα με το επιχείρημα ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να γράψει επαινετικούς λόγους για το Μ. Κων/νο κατά το δεύτερο μισό του 4ου ή το πρώτο μισό του 5ου αιώνα, που κυριαρχούσαν γι’ αυτόν οι εχθρικές απόψεις των παγανιστών Ιουλιανού και Ευνάπιου. Αλλά το γεγονός ότι ένας παγανιστής βιογράφος του Κων/νου και σύγχρονός του γράφει μονάχα επαινετικούς λόγους για το Μ. Κων/νο, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οφείλουμε ν’ αντιμετωπίζουμε τα κείμενα των λοιπών παγανιστών ιστορικών, που αναφέρονται στο μεγάλο αυτοκράτορα, με αυστηρή κριτική διάθεση και καχυποψία, διότι συχνά το πάθος πνίγει την αλήθεια. Ιδιαίτερα για τους Ιουλιανό και Ζώσιμο, που αγωνίστηκαν να επαναφέρουν το Δωδεκάθεο στη λατρεία του λαού, η δυσπιστία μας οφείλει να είναι μεγαλύτερη. Εξάλλου, πολλές από τις περίφημες και δηλητηριώδεις επιστολές του δεύτερου, κρίνονται από εξειδικευμένους ιστορικούς πλαστές και αμφισβητήσιμες και επομένως αναξιόπιστες!2
γ. Σωκράτης ο Σχολαστικός (380 – 439 μ. Χ.). Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός παρέχει πλήθος πληροφοριών περί του Κων/νου, όπως θα ιδούμε στις επόμενες σελίδες και σημειώνει: «Αλλά ο Κων/νος μεν ο βασιλεύς τα του Χριστού φρονών, πάντα ως χριστιανός έπραττεν».3 Όμως και αυτός δεν αναφέρει τίποτε για το θάνατο του Κρίσπου ούτε της Φαύστας.
δ. Ο Σωζομενός (368 – 433 μ. Χ.) γράφει: «Δεν αγνοώ τα όσα οι εθνικοί λέγουν, ότι ο Κων/νος, αφού φόνευσε μερικούς συγγενείς του και συνέπραξε στο θάνατο του γυιού του Κρίσπου, μετανόησε κλπ». Αλλά όλ’ αυτά τα θεωρεί, όπως γράψα΄με ήδη παραπάνω, μυθοπλασίες.
ε. Ο Θεοδώρητος (393 – 457 μ. Χ.). Ο σημαντικός και πολυγραφότατος εκκλησιαστικός ιστορικός συγγραφέας Θεοδώρητος, που αποκαλεί τον Κων/νο «πανεύφημο βασιλέα» και «ήπιον πατέρα, όπως τον γνώρισαν όλοι γενικώς», και που δίνει ένα πλήθος θετικότατων πληροφοριών περί αυτού και του έργου του, για τις οποίες γίνεται λόγος στις επόμενες σελίδες, δεν αναφέρει τίποτε για τους δύο θανάτους του 326.
στ. Γελάσιος (β’ μισό του 5ου αιώνα μ. Χ.). Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Γελάσιος, μολονότι τρέφει απέραντο σεβασμό για τον Κων/νο και χρησιμοποιεί γι’ αυτόν χαρακτηρισμούς όπως «ο τον πάντα βίον πραότατος», «σωφρονέστατος», «ευσεβέστατος», «τελειώτατος βασιλεύς», «σεβαστός προς των στρατοπέδων», «φιλανθρωπότατος» «θεοφιλής» και «επιεικέστατος», ωστόσο, για τα γεγονότα του 326 δεν κάνει καν νύξη.4
ζ. Ευάγριος (531 – 594 μ. Χ.). Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευάγριος με οργίλο ύφος διαψεύδει το Ζώσιμο και δίνει άλλη εικόνα των πραγμάτων. Γράφει: «Έχει ειπωθεί από το Ζώσιμο, που κατηγόρησε τον Κων/νο, ότι πρώτος αυτός από τους βασιλείς προτίμησε τη χριστιανική θρησκεία, εγκαταλείποντας τη βδελυρή δεισιδαιμονία των εθνικών, και ότι επινόησε το Χρυσάργυρον, τον ανά τετραετία φόρο που επέβαλε. Και για μύρια άλλα βλασφημώντας τον ευσεβή και γενναιόδωρο Κων/νο. Διότι ισχυρίζονται και άλλα αφόρητα, ότι και το γυιό του Κρίσπο εξαφάνισε και τη γυναίκα του Φαύστα, κλείνοντάς τη μέσα σ’ ένα υπερθερμασμένο λουτρό, ξαπόστειλε μακριά».5
Στη συνέχεια ο Ευάγριος, απευθυνόμενος στο Ζώσιμο σε δεύτερο πρόσωπο, ανατρέπει τις αναλήθειές του: «(…) Εσύ είπες επίσης, δαίμονα μιασμένε από αδελφικό αίμα (παλαμναίε δαίμων)*, ότι ( ο Μέγας Κων/νος) έκανε μια διανομή των παροχών με δημόσιο κόστος στον πληθυσμό του δήμου Βυζαντίου, δηλαδή της πρωτεύουσας, και παραχώρησε ένα πολύ μεγάλο ποσόν του χρυσού σ’ εκείνους που είχαν φτάσει εκεί για την ανέγερση ιδιωτικών σπιτιών. (…). Πώς εσύ έπειτα υποστηρίζεις, ότι το ίδιο πρόσωπο θα μπορούσε να είναι τόσο φιλότιμο και τόσο γενναιόδωρο, και, συγχρόνως, τόσο ασήμαντο και οικτρό, ώστε να επιβάλλει έναν τόσο καταραμένο φόρο, είμαι εντελώς ανίκανος να κατανοήσω. Σαν απόδειξη ότι ο Κων/νο δεν κατέστρεψε τη Φαύστα ή τον Κρίσπο ούτε άρχισε γι’ αυτό το λόγο τα μυστήριά μας από έναν Αιγύιπτιο, ακούω την ιστορία του Ευσεβίου Παμφίλου, που ήταν σύγχρονος του Κων/νου και Κρίσπου και είχε επαφή μαζί τους. Διότι εσύ δε γράφεις ούτε τα ακούσματά σου ούτε την αλήθεια, αφού έχεις γράψει πολλά χρόνια αργότερα, στα χρόνια του Ονώριου και Αρκάδιου ή και μετά από αυτούς».6
*Η έκφραση «παλαμναίος δαίμων» στην αγγλική μετάφραση του βιβλίου του Ευσεβίου «Βίος του Κων/νου» από του Samuel Bagster and Sons, της έκδοσης 1846, αποδίδεται ως «malignant demon» («κακεντρεχή δαίμονας»), και σ’ εκείνη του Richardson (1890) ως fiend of hell (=δαίμονας της κολάσεως). Δυσερμήνευτα όντως τα ελληνικά!
Ακολούθως ο Ευάγριος παραθέτει το απόσπασμα από το κείμενο του Ευσεβίου, όπου ο Κρίσπος αποκαλείται «θεοφιλέστατος υιός, κατά πάντα όμοιος του πατρός», και γράφει ότι «δε θα επαινούσε έτσι ο Ευσέβιος τον Κρίσπο, εάν ο δεύτερος είχε καταστραφεί από τον πατέρα του, για λόγους, εννοείται, ηθικής, αφού ο Ευσέβιος επιβίωσε του Κων/νου («ουκ αν δε ο Ευσέβιος Κρίσπον ούτως επήνεσεν, ει προς του πατρός ανήρητο, επιβιώσας τω Κωνσταντίνω»). Και επισημαίνει το γεγονός ότι ο Ευσέβιος τον κοινώνησε στο «τέρμα της βιοτής» του αφήνοντας να εννοηθεί ότι δεν είχε σοβαρούς λόγους να του απαγορεύσει τη Θεία Κοινωνία.
Στην πρόσθετη κατηγορία του Ζώσιμου, ότι με το χριστιανισμό η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία καταστρέφεται, ο Ευάγριος δίνει μια εξαιρετικώς ενδιαφέρουσα απάντηση, που σημειώνουμε περιληπτικά: Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία στα χρόνια του χριστιανισμού έχει κατά πολύ αυξηθεί με ενσωματώσεις στον κορμό της μεγάλων περιοχών της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, αλλά το πρόβλημα είναι με 29 ειδωλολάτρες αυτοκράτορές της (ως τις ημέρες του Κων/νου και του Ιουλιανού του Αποστάτη), οι οποίοι «την βασιλείαν απέθεντο» δολοφονημένοι, σε αντίθεση με το ήρεμο και μακάριο τέλος του Κων/νου, και παραθέτει το μακροσκελή κατάλογο των ονομάτων τους.
Ο Ευάγριος μας δίνει και την πληροφορία ότι στο Ζώσιμο επιτέθηκε και ο επίσκοπος Ευστάθιος, ο οποίος πέθανε γύρω στο 518.
Τέλος, ο μεγάλος ιεράρχης της Εκκλησίας μας Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (354 – 407 μ. Χ.) έτρεφε εξαιρετική εκτίμηση στο πρόσωπο του Μεγάλου Κων/νου, όπως αποδεικνύεται στο παρακάτω απόσπασμα από την 21 ομιλία του (Με την ευκαιρία της επιστροφής του επισκόπου Φλαβιανού):
«Κανένας στρατός, ούτε πολεμοχαρή όπλα, ούτε χρήματα, ούτε το πλήθος των υπηκόων, ούτε οποιαδήποτε άλλα τέτοια πράγματα δεν συνηθίζουν να κάνουν τους άρχοντες τόσο επιφανείς, όσο η φρόνηση της ψυχής και η καλοσύνη. Διηγούνται για τον ευλογημένο Κων/νο ότι σε μια περίπτωση, όταν ήταν σφυροκοπημένο ένα άγαλμά του με τις πέτρες και πολλοί τον υποκινούσαν να προχωρήσει ενάντια στους δράστες της προσβολής, λέγοντας ότι είχαν παραμορφώσει ολόκληρο το πρόσωπό του με το ξύλο και τις πέτρες, εκείνος ψηλάφησε το πρόσωπο με το χέρι του και χαμογελώντας είπε ήπια: «Είμαι αρκετά ανίκανος ν’ αντιληφθώ οποιαδήποτε πληγή μου έχουν κάνει στο πρόσωπό μου… Το κεφάλι μου φαίνεται υγιές και το πρόσωπό μου αρκετά γερό επίσης». Και όπως ήταν επόμενο, αυτά τα πρόσωπα, που συντρίφτηκαν με την ντροπή, σταμάτησαν τις φαύλες συμβουλές τους».7
Ωστόσο, στο θέμα του θανάτου της Φαύστας εκφράζει μια διαφορετική άποψη: Αναλύοντας την προς Φιλιππισίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου σε μια ομιλία του, μεταξύ των διαφόρων παραδειγμάτων από τη ζωή ή την ιστορία, που επικαλείται για την εμπέδωση των χριστιανικών αληθειών στις ψυχές των πιστών, αναφέρει ανωνύμως και μια μοιχαλίδα σύζυγο, που ο βασιλικός σύζυγός της τιμώρησε δένοντάς την στην ερημιά και αφήνοντάς την εκεί για να τη φάνε τα θηρία.
Μολονότι πολλά από τα στοιχεία του περιστατικού αυτού υπάρχουν και στις βιογραφίες των Ηρώδη, Νέρωνα και άλλων βασιλέων των ρωμαϊκών χρόνων, ωστόσο, στη συγκεκριμένη υπόθεση προσδιορίζονται η Φαύστα και ο Κων/νος. Άλλ’ ο ίδιος ο ομιλητής διευκρινίζει ότι η πληροφορία προέρχεται από φήμη: «Φησίν», γράφει στην αρχή της αφήγησής του, και «λέγεται», τονίζει πιο κάτω. Με άλλα λόγια, ο Χρυσόστομος αναφέρει το περιστατικό ως φήμη και όχι ως ιστορικό γεγονός: «Ο τάδε, λέει (κάποιος), υποπτευόμενος τη γυναίκα για μοιχεία, την έδεσε γυμνή στα βουνά και την παρέδωσε στ’ άγρια ζώα, όταν πια είχε γίνει για χάρη του μητέρα πολλών βασιλέων. Ποια ζωή, νομίζετε, ότι έκανε εκείνος; Δε θα εκτρεπόταν σε τόσο σκληρή τιμωρία, εάν δεν είχε λιώσει από το πάθος. Ο ίδιος μάλιστα τον υιό του απέσφαξε. Μάλλον ο αδελφός του εφόνευσε τον εαυτό του μαζί με τα παιδιά του. Λέγεται ακόμη ότι αυτός έχει φονεύσει και τον αδελφό του. Και ο ένας εφόνευσε τον εαυτό του, επειδή τον ανάγκασε ο τύραννος, ο άλλος όμως εφόνευσε τον ανεψιό του, που συμμετείχε μαζί με αυτόν στη βασιλεία, την οποία αυτός ανέθεσε».*
*Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:
«Ο δείνα, φησί, την γυναίκα υποπτεύσας επί μοιχεία, γυμνήν προσέδησεν όρεσι, και θηρίοις εξέδωκεν, ήδη μητέρα γενομένην αυτώ βασιλέων πολλών. Οίαν οίεσθε ζωήν ζην εκείνον; Ου γαρ αν, ει μη σφόδρα κατεκάκη τω πάθει, εις τοσαύτην εξέβη τιμωρίαν. Ο αυτός δη ούτος τον υιόν απέσφαξε τον αυτού. Μάλλον δε ο τούτου αδελφός εαυτόν μετά των παίδων αυτού. Λέγέται δε και τον αδελφόν ούτος ανηρηκέναι τον αυτού. Και ο μεν εαυτόν ανείλεν, υπό τυράννου καταληφθείς, ο δε τον ανεψιόν τον αυτού κοινωνούντα της βασιλείας αυτώ ην αυτός ενεχείρισεν».8
Ο Gibbon χαρακτηρίζει φαντασιοκόπημα του Χρυσοστόμου αυτόν τον τρόπο τιμωρίας της Φαύστας.9 Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για φήμη, όπως γράφτηκε πιο πάνω. Μάλιστα η φήμη αυτή θα ήταν γνωστή και στο ακροατήριο του ομιλητή, γιατί διαφορετικά εκείνος θα ήταν υποχρεωμένος να παράσχει περισσότερες πληροφορίες και επεξηγήσεις στο λόγο του περί του γεγονότος και των ηρώων του. Πρόκειται λοιπόν για μιαν άλλη φημολογούμενη εκδοχή των γεγονότων του παλατιού. Έτσι γίνεται πάντα: όταν οι βασιλιάδες ή πρόσωπα της οικογένειάς τους πεθαίνουν ξαφνικά, παντοειδείς φήμες περί βιαίου θανάτου τους ακολουθούν στον τάφο.
Το ότι πρόκειται περί φήμης επιβεβαιώνει το δεύτερο μέρος της αφήγησης, που παρέχει συγκεχυμένες και ανακριβείς πληροφορίες περί θανατώσεων και αυτοκτονιών. Καίτοι ο Χρυσόστομος δεν αναφέρει ονόματα, ωστόσο, για τους γνώστες της ιστορίας τα πρόσωπα γίνονται αντιληπτά. Βάζοντας λοιπόν ονόματα στα πρόσωπα της ιστορίας και τοποθετώντας την ιστορική αλήθεια μέσα σε παρενθέσεις, θα μπορούσε να γραφεί το παρακάτω κείμενο: «Ο αδελφός του Κρίσπου (από άλλη μάνα) Κωνστάντιος, έγινε αιτία να θανατωθούν ο αδελφός του πατέρα του Ιούλιος Κωνστάντιος και οι γυιοί του Δαλμάτιος και Αννιβαλιανός. (Στην πραγματικότητα αυτοί σκοτώθηκαν από το στρατό, ίσως με την υποκίνηση ή την ανοχή του Κωνστάντιου, γυιού του Κων/νου). Μετά από αυτά, ο αδελφός του Κωνστάντιου, ο Κώνστας, συνελήφθη από ένα σφετεριστή του θρόνου και αυτοκτόνησε. (Στην πραγματικόητα ο Κώνστας συνελήφθη αιχμάλωτος από τους στρατηγούς του σφετεριστή Μαγνεντίου και εκτελέστηκε, αλλά κανείς συγγραφέας πλην του Χρυσοστόμου δεν γράφει ότι αυτοκτόνησε. Εκείνος που αυτοκτόνησε ήταν ο Μαγνέντιος). Τέλος, ο Χρυσόστομος υπονοεί ότι ο Κωνστάντιος σκότωσε τον ξάδερφό του. (Το θύμα ήταν ο Γάλλος, ο οποίος έγινε συναυτοκράτορας του Κωνστάντιου και σκοτώθηκε κατά παραγγελία του, επειδή διέπραξε πολλές βιαιότητες (345 μ. Χ.).9
Το ερώτημα είναι κατά πόσο η φήμη εκθέσεως της Φαύστας στ’ άγρια θηρία είχε γίνει πιστευτή από το Χρυσόστομο. Γεγονός πάντως είναι ότι χρησιμοποιεί για εκείνον τιμητικές εκφράσεις.
Ακόμα, στα έργα του Μεγάλου Αθανασίου και του αγίου Κυρίλλου, επισκόπου Ιεροσολύμων (315 – 368 μ. Χ.) δεν υπάρχει κάποια αναφορά στο μεγάλο πρόβλημα, παρά μόνο τιμητικές εκφράσεις για το Μεγάλο Κωνσταντίνο «ευσεβέστατος», «θεοφιλέστατος», «ενδοξότατος» «μακαρίας μνήμης» κ.ά.

Υποσημειώσεις.
1. Φώτ. Βιβλ. κώδ. 62.
2. Bury j. B. ed.
3. Σωκρ. Εκκλ. ιστορ. Βιβλ. 1 κεφ. 3.
4. Γελάσ’. εκκλ. ιστ. Βιβλ. 1. Τ. 85μ σελ. 1197 κ. εξ.
5. Ευάγρ. Εκκλ. ιστ. Βιβλ. 3 κεφ. 40.
6. Ευάγρ. Εκκλ. ιστ. Βιβλ. 3 κεφ. 41.
7. Χρυσοστόμου ομιλία 21 (Με την ευκαιρία της επιστροφής του επισκόπου Φλαβιανού, παράγρ. 11.
8. Χρυσοστ. Τόμος 62, σελ. 296.
9. Αμερικ. Έκδοση 1810, σελ. 298

Συνεχίζεται. …

Από το βιβλίο: Μέγας Κωνσταντίνος : Κατηγορίες και αλήθεια, του Κωνσταντίνου Καραστάθη. Αθήναι, Απρίλιος του 2012 Εκδόσεις «ΑΘΩΣ».

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.