«Δείτε την απάτη του κόσμου…» – Στέλλας Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

Εκεί στον Όρθρο του Ψυχοσαββάτουπρό της Πεντηκοστής, είναι ένας Αίνος συγκλονιστικής ομορφιάς και νοήματος:
«Πάντες οι τω βίω προστετηκότες, δεύτε εν τοις τάφοις εξεστηκότες,
Εγκύψατε, ίδετε του κόσμου την απάτην,
Πού νύν του σώματος το κάλλος, και η δόξα του πλούτου; Πού δε η έπαρσις του βίου;
Όντως μάταια πάντα, διό κράξωμεν προς τον Σωτήρα, ούς εξελέξω εκ των προσκαίρων, ανάπαυσον, δια το μέγα σου έλεος».
Δηλαδή:
«Όλοι εσείς που, προσκολλημένοι στην επίγεια ζωή, έχετε λυώσει μαζί της, καθώς λυώνει κι αυτή και φεύγει,
Ελάτε, πάτε και σταθείτε πάνω από τους τάφους, και σκύψτε μέσα, και δείτε καλά, πού είναι τώρα η σωματική ομορφιά, που είναι η αυταπάτη του πλούτου; Πού είναι κάθε μεγαλείο της επίγειας ζωής; Είναι φανερό πως είναι μάταια όλα, γι’ αυτό ας φωνάξουμε προς τον Σωτήρα, όσους από μας τους πρόσκαιρους διάλεξες και πήρες μέχρι τώρα, ανάπαυσέ τους, γιατί είναι τεράστιο το δικό σου έλεος».
Ας «σκύψουμε» κι εμείς πάνω απ’ αυτά τα λόγια.
Ας θαυμάσουμε πρώτα την μορφή: Για αρχή, ένα ρυθμικό ομοιοτέλευτο γεμάτο αντιθέσεις.Οι «προστετηκότες», και οι «εξεστηκότες». Από τα «προς-τήκομαι»=λυώνω μαζί, και «εξ-ίσταμαι»=βγαίνω έξω, και θαυμάζω/απορώ. Όσοι έχουν λυώσει σαν το κερί, λόγω της ζωής, εξαιτίας της ζωής. Στο σώμα από την φθορά που φέρνει ο χρόνος, και στην ψυχή από τις μέριμνες, τις αγωνίες, τα πένθη…
Μέχρι τώρα, όλος ο Όρθρος απευθυνόταν στους κεκοιμημένους, μεταφέροντάς τους το μήνυμα της Ανάστασης, το μήνυμα της ζωής, το μόνο μήνυμα που τους μένει πια να περιμένουν, η μία και μόνη ελπίδα, όταν όλα τα επίγεια έχουν πια αποδειχτεί γι’ αυτούς τραγικά προσωρινά.
Τώρα όμως, ο υμνωδός στρέφει το βλέμμα στους ζωντανούς. Γνωρίζει καλά, ως άνθρωπος κι εκείνος , ότι είναι κίνδυνος να θεωρήσουμε αυτά ως «αλλότρια», να πούμε «δεν μας αφορούν, είναι για τους άλλους τους καημένους που απεβίωσαν, τους γέρους, τους αρρώστους, τους σκοτωμένους, εγώ έχω ακόμη καιρό, ο θάνατος είναι πολύ μακρυά από μένα για να τον σκεφτώ». Γνωρίζει επίσης την φθορά που φέρνει η ζωή στην ψυχή και στο σώμα. Και του μεν σώματος η φθορά φέρνει θλίψη και απαισιοδοξία, της δε ψυχής η φθορά, είναι συχνά ανεπαίσθητη. Δεν είναι η φθορά της κατάθλιψης ή της απελπισίας. Είναι συνήθως μια ψυχική μυωπία που αποκτά ο άνθρωπος, όταν για πολύν καιρό ήταν προσκολλημένος στις «βιωτικές μέριμνες», αγωνίες, αλλά και επιτυχίες. Όταν το βλέμμα του ήταν μόνον στα επίγεια, και σιγά-σιγά ξέχασε τα της ψυχής, τα πνευματικά, τα επουράνια, κι έμεινε μόνο «σάρκα».
Από τις παρωπίδες αυτής της σάρκας θέλει να μας απαλλάξει ο υμνωδός. «Ξυπνήστε!» μας λέει. «Κοιτάξτε πώς λυώνετε! Συνέλθετε! Πάτε και σκύψτε πάνω από τους τάφους, και δείτε τι μέλλον έχουν όλα αυτά που σας λυώνουν! Δείτε στην πράξη πόσο μάταια είναι όλα. Το «όντως» δεν το λέω σαν δική μου θεωρία, είναι αλήθεια, πραγματικότητα, δείτε το με τα μάτια σας!».
Δεν βγάζει άλλο συμπέρασμα εδώ ο υμνωδός. Δεν χρειάζονται άλλα λόγια. Οι διδασκαλίες περισσεύουν. Μια εικόνα είναι σαν χίλιες λέξεις, και μόλις μας έδειξε μια εικόνα, μια πραγματικότητα, που αποφεύγουμε να θυμόμαστε, κυρίως στην σύγχρονη εποχή, όπου ο άνθρωπος πασχίζει με κάθε τρόπο ν’ αποβάλει την μνήμη του θανάτου, όταν είναι η μόνη μνήμη που μας χρειάζεται, πριν την πίστη στην Ανάσταση.
Μετά, …μας στέλνει πίσω στη ζωή! Όχι άλλα λόγια για την κοινή μοίρα. Όχι άλλη παραμονή στην προοπτική του θανάτου. Δεν πρέπει να παραλύσει η ζωή. Ας προσευχηθούμε, λέει για τους απόντες, δεν χάθηκαν τυχαία. Τους πήρε κοντά Του ο Θεός. Τους εξ-έλεξε. Δηλαδή τους έβγαλε έξω από τον κατάλογο των «προσκαίρως» ζωντανών, αυτό μόνο, αυτό τώρα. Δεν χάθηκαν. Και επειδή το έλεός Του είναι «μέγα», πέρα από κάθε μέτρο, μπορεί και να τους αναπαύσει.
Αυτή η γνώση, η βεβαιότητα, η πίστη, δεν είναι μόνον για παρηγοριά στα αβάσταχτα πένθη ή την μοναξιά, ή την νοσταλγία. Είναι και για να δώσει δύναμη κι ελπίδα για να συνεχίσουμε την ζωή, αλλά με άλλον προσανατολισμό αυτήν την φορά. Μας ακουμπά το κεφάλι ο υμνωδός, και μας παίρνει τρυφερά από το χέρι, να μας βοηθήσει πατρικά να ξαναβάλουμε τα πράγματα στην θέση τους. Γιατί, ας μην ξεχνούμε, η Εκκλησία είναι Μία, ενιαία, δεν έχει φραγμούς, όρια και διακρίσεις. Δεν έχει πάνω και κάτω κόσμο, γέρους και νήπια, δεν απευθύνεται στους μεν, αφήνοντας τους δε. Όλους τους έχει στην αγκαλιά της και τους κανακεύει ταυτόχρονα…
Στέλλα Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.