Αποκεφαλισμός Ιωάννου του Προδρόμου – Αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακοπούλου.

Ματθ. 14,1—12. Μαρκ. 6,14—29. Λουκ. 9,7—9.

Η αποκεφάλισις του Ιωάννου έχει ως εξής. Ο Κύριος ευρίσκεται μετά των μαθητών του εν τη Γαλιλαία. Τετράρχης, διοικητής δηλαδή της Γαλιλαίας, ήτο ο υιός του Ηρώδου του μεγάλου, του σφαγέως των νηπίων, ο Ηρώδης Αντύπας. Ούτος «ήκουσε την ακοήν Ιησού» επληροφορήθη δηλαδή την φήμην του Χριστού, διότι λόγω των πολλών θαυμάτων εν Γαλιλαία «φανερόν εγένετο το όνομα αυτού». Μετά εν έτος από της δημοσίας δράσεως του Χριστού φθάνει η φήμη του Χριστού εις τα ανάκτορα του Ηρώδη, διότι οι μεγάλοι δεν ενδιαφέρονται δια τας αρετάς των μικρών. Ζώντες ούτοι εις περιβάλλον θυμιαμάτων και κολακείας ευρίσκονται μακράν της αληθείας.

Περί του Χριστού εκυκλοφόρουν πολλαί φήμαι. Άλλοι έλεγον, ότι ο Ιωάννης ο Πρόδρομος «ηγέρθη εκ νεκρών» και δια τούτο «αι δυνάμεις ενεργούσιν εν αυτώ» γίνονται δηλαδή θαύματα υπ’ αυτού. «Άλλοι έλεγον, ότι Ηλίας εφάνη» ο προφήτης, ο οποίος κατά τον Μαλαχίαν θα ήρχετο κατά το τέλος του κόσμου «Άλλοι έλεγον, ότι προφήτης ως εις των αρχαίων προφητών ανέστη». Ο Ηρώδης ο τετράρχης κατ’ αρχάς «διηπόρει» ευρίσκετο δηλαδή εν αμηχανία, διότι δεν εγνώριζε, ποίαν εκ των γνωμών τούτων περί του Χριστού να προτιμήση. Επί αρκετόν χρονικόν διάστημα εν αμηχανία ευρισκόμενος εχώριζε τον Χριστόν από τον Πρόδρομον και έλεγεν˙ «Ιωάννην εγώ απεκεφάλισα. Τις δε εστιν ούτος περί ου ακούω τοιαύτα; Και εζήτει ιδείν αυτόν» τον Ιησούν. Κατόπιν όμως ελεγχόμενος υπό της συνειδήσεώς του δια τον άδικον αποκεφαλισμόν του Προδρόμου είπεν «τοις παίσιν αυτού˙ ούτος είναι ο Ιωάννης ο βαπτιστής, ον εγώ απεκεφάλισα. Ούτος ηγέρθη εκ νεκρών».

Παίδες, εις τους οποίους ανακοινώνει ο Ηρώδης την γνώμην του, είναι οι αυλικοί του. Θεωρεί τον Πρόδρομον ως έχοντα θαυματουργικάς δυνάμεις, διότι εφονεύθη υπ’ αυτού αδίκως. Οι δίκαιοι και νεκροί τρομάζουσι ζώντας βασιλείς! Τον Ηρώδην τον οποίον ουδείς ετόλμα να κατηγορήση δια τον φόνον του Προδρόμου ελέγχει αυτόν η συνείδησις! Μετά ταύτα εκτίθεται ο αποκεφαλισμός του Προδρόμου εξ αφορμής των ανωτέρω. Ο αποκεφαλισμός ούτος, ο οποίος έγινε προ τινος χρόνου, έχει ως εξής:

Ο Ηρώδης ούτος ο Αντύπας «αποστείλας» στρατιώτας «εκράτησεν» συνέλαβε τον Ιωάννην και «έδησεν αυτόν και εν τη φυλακή απέθετο». Η φυλακή αύτη ευρίσκετο εις την Μαχαιρούντα, φρούριον κείμενον, κατά τον Εβραίον ιστορικόν Ιώσηπον, πλησίον της νεκράς θαλάσσης. Ο λόγος της συλλήψεως και φυλακίσεως του Προδρόμου είναι, διότι ούτος ήλεγχε τον Ηρώδην δια τον παράνομον γάμον του «μετά της Ηρωδιάδος, γυναικός του αδελφού του Φιλίππου». Και έλεγεν ο Πρόδρομος προς αυτόν˙ «ουκ εξεστίν σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου». Η Ηρωδιάς δηλαδή αύτη ήτo κόρη του Αριστοβούλου, ο οποίος ήτο αδελφός του Ηρώδου του Αντύπα. Αύτη είχε γίνει σύζυγος του Φιλίππου, ο οποίος ήτο και ούτος αδελφός του Ηρώδου, επομένως η Ηρωδιάς αύτη ήτο ανεψιά και νύμφη του Ηρώδου τούτου. Τώρα έγινε και σύζυγος αυτού. Ο γάμος ούτος απηγορεύετο αυστηρώς υπό του νόμου, διότι ο σύζυγος της Ηρωδιάδος έζη και τέκνον είχε. (1) Λόγω λοιπόν του ελέγχου τούτου επεθύμει να φονεύση ο Ηρώδης αυτόν κατ’ αρχάς.

«Θέλων δε αυτόν αποκτείναι εφοβήθη τον όχλον, ότι ως προφήτην αυτόν είχον». Επίσης και η Ηρωδιάς «ενείχεν αυτώ» είχε μίσος εντός της εναντίον αυτού, διότι εφοβείτο, μήπως εκ των ελέγχων του Προδρόμου χωρισθή υπό του Ηρώδου και παύση να είναι βασίλισσα. Και αύτη «ήθελεν αυτόν αποκτείναι αλλ’ ουκ ηδύνατο», διότι εις τας φονικάς διαθέσεις της δεν υπήκουεν ο Ηρώδης.

Ο Ηρώδης, ενώ κατ’ αρχάς εφοβείτο τν όχλον και δεν εφόνευε τον Ιωάννην, κατόπιν επισκεφθείς πιθανώτατα αυτόν εις την φυλακήν και πεισθείς δια την αγιότητά του, «εφοβείτο τον Ιωάννην ειδώς αυτόν άνδρα δίκαιον και άγιον». Όχι μόνον εφοβείτο τον Ιωάννην, αλλά «ηδέως αυτού ήκουεν» πολλάκις δηλαδή συνεβουλεύετο αυτόν «και πολλά εποίει» και πολλάς από τας συμβουλάς του εφήρμοζε. Δια τούτο «συνετήρει αυτόν» διετήρει αυτόν εις την ζωήν και δεν εφόνευεν αυτόν. Επομένως ο Ηρώδης είχε μέσα του αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα έναντι του Προδρόμου. Εφοβείτο τον λαόν, εσέβετο τον Πρόδρομον, ηνωχλείτο υπό της Ηρωδιάδος να φονεύση αυτόν. Δια ταύτα «πολλά ηπόρει» ευρίσκετο δηλαδή εν αμηχανία έναντι αυτού. Τοιαύτα αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα είναι συνήθη εις ασταθείς χαρακτήρας !

Ήλθεν όμως η κατάλληλος ευκαιρία δια τας φονικάς διαθέσεις της Ηρωδιάδος. Αύτη ήτο η γενέθλιος ημέρα του Ηρώδου ήτις «εωρτάσθη εις το φρούριον Μαχαιρούντος, όπου ήτο ο Πρόδρομος, εις το εκεί πολυτελές ανάκτορόν του. «Γενομένης ημέρας ευκαίρου» ότε ήλθεν δηλαδή η κατάλληλος ημέρα, ο εορτασμός των γενεθλίων του, ο Ηρώδης «δείπνον εποίησε τοις μεγιστάσιν αυτού και τοις χιλιάρχοις και τοις πρώτοις της Γαλιλαίας». Μεγιστάνες είναι αι πολιτικαί αρχαί, χιλίαρχοι είναι αι ανώτεραι στρατιωτικαί αρχαί και οι πρώτοι της Γαλιλαίας τα άλλα επίσημα πρόσωπα της Γαλιλαίας. Αι γυναίκες δεν παρίσταντο εις τα συμπόσια ταύτα. Μόνον αι δημόσιαι χορεύτριαι ενεφανίζοντο. Δια τούτο η Ηρωδιάς και η κόρη της Σαλώμη δεν παρευρέθησαν ευθύς εξ αρχής εις το συμπόσιον τούτο. Κατά την διεξαγωγήν όμως της οινοποσίας εισέρχεται η θυγάτηρ της Ηρωδιάδος, η Σαλώμη, παρά τον νόμον η υπό τον τύπον της δημοσίας χορεύτριας. «Γενεσίων αγομένων του Ηρώδου ωρχήσατο η θυγάτηρ της Ηρωδιάδος και ήρεσεν τω Ηρώδη και τοις συνανακειμένοις».

Όταν λοιπόν εώρταζε τα γενέθλιά του ο Ηρώδης, εχόρευσεν η θυγάτηρ της Ηρωδιάδος η Σαλώμη. Ο χορός ούτος ήτο ηδονικός χορός. Δια τούτο ήρεσεν εις τον Ηρώδην και τους συνδαιτυμόνας αυτού, εν τω μέσω των οποίων η Σαλώμη αύτη χορεύουσα ελάμβανε διαφόρους θέσεις και στροφάς ηδονικάς. Ο Τετράρχης ούτος, ο Ηρώδης, ο κοινώς λεγόμενος «βασιλεύς», λέγει προς αυτήν εν εξάψει ευρισκόμενος «αίτησόν με, ο εάν θέλης και δώσω σοι. Και ώμοσεν αυτή, ότι ο εάν αιτήσης δώσω σοι έως ημίσους της βασιλείας μου».

Η Σαλώμη «εξελθούσα» του συμποσίου μετέβη εις το δωμάτιον της μητρός της «και είπε τη μητρί αυτής˙ τι αιτήσωμαι; Η δε» μήτηρ «είπεν: την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτίζοντος». Η Σαλώμη «προβιβασθείσα» παρακινηθείσα «υπό της μητρός αυτής και εισελθούσα» εις το δωμάτιον του συμποσίου «ευθύς μετά σπουδής προς τον βασιλέα ητήσαντο λέγουσα: Θέλω ίνα εξαυτής» αμέσως δηλαδή «δως μοι ώδε επί πίνακι» εις το πιάτον το οποίον εκράτει «την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού». Η Σαλώμη κατά την συμβουλήν της μητρός της κατά πάσαν πιθανότητα ζητεί αμέσως, πριν συνέλθη εκ της μέθης ο Ηρώδης την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού επί πίνακι. Ο βασιλεύς Ηρώδης ακούσας ταύτα «περίλυπος γενόμενος» εγένετο περίλυπος «δια τους όρκους όμως και τους συνανακειμένους» ίνα μη φανή δηλαδή επίορκος και ασταθής χαρακτήρ εις τους προσκεκλημένους «ουκ ηθέλησεν αθετήσαι αυτήν» δεν ηθέλησε δηλαδή να αρνηθή την εκπλήρωσιν της αιτήσεώς της.

«Ευθύς» αμέσως «αποστείλας σπεκουλάτωρα» τον ανακτορικόν δήμιον «επέταξεν ενεχθήσαι την κεφαλήν αυτού» διέταξε να φέρωσι την κεφαλήν του Προδρόμου επί πίνακι. Ο σπεκουλάτωρ, ο αυλικός ούτος δήμιος «ήνεγκε την κεφαλήν αυτού επί πίνακι, έδωκεν αυτήν τω κορασίω και το κοράσιον έδωκεν αυτήν τη μητρί αυτής». Οποία φρίκη! Εις συμπόσιον κεφαλή αχνίζουσα! Εις συμπόσιον βδελυρόν η κεφαλή του Αγίου Προδρόμου! Εκ της αμέσου προσφοράς της κεφαλής φαίνεται, ότι το συμπόσιον έγινεν εντός του φρουρίου του Μαχαιρούντος, όπου ευρίσκετο και η φυλακή του Προδρόμου. «Οι μαθηταί του Ιωάννου ακούσαντες» μαθόντες τούτο και έχοντες την άδειαν να ενταφιάσουν τον Πρόδρομον «ήλθον και ήραν το πτώμα» όχι την κεφαλήν «και έθηκαν αυτόν εν μνημείω. Ελθόντες δε απήγγειλαν εις τον Ιησούν τον αποκεφαλισμόν τούτου». Ο θάνατος του Προδρόμου ήνωσε τους μαθητάς του μετά του Ιησού. Πόση οικονομία Θεού !

Παρατήρησις: Ερωτάται : Ήτο δυνατόν ο Ηρώδης να παραβή τον όρκον του, ίνα αποφύγη τον αποκεφαλισμόν του Προδρόμου; Ο όρκος ούτος ηδύνατο να μη εκτελεσθή, διότι εδόθη υπό του Ηρώδου άνευ δεσμού τινος προς ωρισμένον αντικείμενον και η κεφαλή του Προδρόμου ήξιζεν όχι το ήμισυ αλλά περισσότερον του βασιλείου του. Άλλως τε είναι αντιφατικώς αντίθετον να επικαλήταί τις το όνομα του Θεού ορκιζόμενος, ίνα υποχρεωθή να αμαρτήση. Πλην αυτού ωρκίσθη τόσον ασυνέτως. Επομένως ηδύνατο δια τους λόγους τούτους να παραβή τον όρκον του και να μη αποκεφαλίση τον Πρόδρομον. Επειδή όμως δεν βλέπει ενώπιόν του παρά ανθρωπαρέσκειαν και φιληδονίαν, δια τούτο υποπίπτει εις το μεγάλον αυτό έγκλημα, ώστε εν μέσω του συμποσίου να φέρη την αχνίζουσαν κεφαλήν του Προδρόμου.

Θέμα: Συνύπαρξις κακίας και αρετής.

Και πάλιν το καλόν και το κακόν αναμιγνύονται κατ’ αυτόν τον τρόπον, ώστε να χρωματισθούν και τα δύο μεταξύ των, ίνα φανή η κακία του κακού και η καλωσύνη του καλού, και ούτω διδαχθώμεν και από τα δύο. Ίδωμεν λοιπόν την πλοκήν των και κατόπιν την διδαχήν δι’ ημάς. Και

Α) Η πλοκή κακίας και αρετής. Τρία πρόσωπα αντιπροσωπεύουν το κακόν. Τρία πρόσωπα εκφράζουν την αρετήν ενταύθα. Τα πρώτα είναι ο Ηρώδης, η γυναίκα του, η Σαλώμη, η κόρη του. Και ιδού! Ο Ηρώδης εορτάζει τα γενέθλιά του. Αντί κατά την ημέραν ταύτην να ευχαριστήση τον Θεόν, διότι κατά ταύτην είδε το φως, λυπεί τον Θεόν με την μέθην. Αντί να λύση τον δέσμιον Πρόδρομον επί της γενεθλίοις του, προσθέτει εις τα δεσμά και την σφαγήν του μεγαλυτέρου εν γεννητοίς γυναικών. Ο σαρκικός χορός της Σαλώμης άναψε του θείου και πατρός τα σαρκικά ένστικτα, ώστε να υποσχεθή μεθ’ όρκου εις αυτήν, ότι θα δώση το ήμισυ της βασιλείας του. Αλλά και η χορεύσασα κόρη; Δι’ αυτήν ήλεγχεν ο Πρόδρομος τον Ηρώδην, ότι δεν έπρεπε να λάβη την γυναίκα του αδελφού του, διότι είχε παιδί ο αδελφός του, την κόρην ταύτην. Δια την αξιοπρέπειάν της ηλέγχετο ο γάμος ως παράνομος. Αντί λοιπόν αύτη να κρύπτεται από εντροπήν, χορεύει με αναίδειαν και χορόν σαρκικόν!

Αλλά η χειροτέρα εκδήλωσις του κάκου ήτο εις την μητέρα της «Δος μοι ώδε επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου», λέγει η μήτηρ. Ήκουσας αδιαντροπίαν; Ονομάζει τον Ιωάννην με το αξίωμά του βαπτιστήν και δεν σκεπάζει το πρόσωπόν της! Θέλει την κεφαλήν εις το πιάτο, σαν να πρόκηται περί φαγητού τινος! Δια ποίαν αιτίαν τολμά ταύτα; Ουδεμίαν. Ήθελε μόνον να τιμηθή με την συμφοράν του άλλου, αν και ο Πρόδρομος ήλεγχε προσωπικώς όχι αυτήν, αλλά τον Ηρώδην. Δεν λέγει, φέρετε εδώ αυτόν και κατασφάξατε ενώπιόν μου, διότι εφοβείτο, κατά τον ιερόν Χρυσόστομον, «κατασφαττομένου της φρικτής ακούσαι φωνής», διότι ο Πρόδρομος και σφαζόμενος δεν επρόκειτο να σωπήση. Η Ηρωδιάς «ιδείν επεθύμει την γλώσσαν σιγώσαν!» Ποίος δεν θα έφριττε βλέπων την μακαρίαν και ιεράν εκείνην κεφαλήν αίμα στάζουσαν θερμόν εν μέσω του δείπνου; Η αιμοβόρος εκείνη και αγρία γυνή ουδόλως συνεκινήθη εκ της θεωρίας εκείνης, αλλά τουναντίον εκαυχάτο. Ιδού η κακία και των τριών προσώπων : πατρός, συζύγου και κόρης.

Αλλά και η αρετή των τριών άλλων: Θεού, Προδρόμου και Ευαγγελιστού του γράφοντος ταύτα, λάμπει υπέροχα. Και ιδού! Ο Θεός δεν έστειλε κεραυνόν να κάψη την Ηρωδιάδα, τον Ηρώδη, τον δήμιον που ετόλμησαν να σφάξουν τον αγιώτερον άνθρωπον. Πως δεν άνοιξε την γην να καταπίη το σατανικόν εκείνον συμπόσιον με όλους τους παρισταμένους; Ο Θεός έχει υπομονήν! Ο Πρόδρομος, ενώπιον του οποίου έκλινε την κεφαλήν και εβαπτίσθη ο Χριστός, κλίνει την κεφαλήν και αποκεφαλίζεται υπό της κόρης, την οποία υπερήσπιζε και μητρός και συζύγου, τους οποίους ήλεγχεν. Οποία υπακοή εις το Θείον θέλημα! Ο δε ευαγγελιστής ο περιγράφων ταύτα ουδένα εκ των τριών κακούργων υβρίζει, αλλά φαίνεται ότι και δικαιολόγει εν τινι μέτρω τας πράξεις των λέγων δια μεν τον Ηρώδη, ότι «δια τους όρκους και τους συνανακειμένους» διέταξε να αποκεφαλισθή ο Πρόδρομος, δια την Σαλώμην λέγων, ότι «υπό της μητρός προβιβασθείσα» έκαμε ο, τι έκαμε, την δε Ηρωδιάδα ονομάζων ουχί κακούργον και μιαιφόνον, αλλά με το τίμιον όνομα της μητρός ουχί άπαξ, αλλά δις:
«προβιβασθείσα υπό της μητρός», «παρέδωκε τη μητρί». Ώστε έχομεν υπομονήν του Θεού, υπακοήν του Προδρόμου, ανεξικακίαν του Ευαγγελιστού.

β) Διδάγματα: Είδομεν την τριάδα των κακών και καλών. Ένας ζων την εποχήν και ημέραν εκείνην του θανάτου του Προδρόμου πόσον θα εσκανδαλίζετο! Θα εγοητεύετο από το κακόν που εθριάμβευε, θα απογοητεύετο από την αρετήν, ήτις εσφάζετο. Και όμως!

Σήμερον ο Θεός θαυμάζεται δια την υπομονήν που έδειξε τότε, όταν εγίνετο το κακόν, δια την δικαιοσύνην του αργότερα, που ετιμώρησε και τους τρεις δι’ αναλόγων τιμωριών, ως θα ίδωμεν. Αλλά θαυμάζεται και δια την αμοιβήν του προς τον Πρόδρομον. Απεκεφαλίσθη δια να μη ομιλή. Και όμως τώρα ομιλεί περισσότερον, διότι οι Ευαγγελισταί πριν φυλακισθή ο Πρόδρομος ουδέν είχον γράψει περί του ελέγχου του κατά της Ηρωδιάδος. Όταν απεκεφαλίσθη ούτος, έγραψαν εκείνοι τον αποκεφαλισμόν και την μιαιοφόνον αιτίαν της Ηρωδιάδος. Απεκεφαλίσθη δια να εξαφανισθή. Και όμως δεν υπάρχει μεγαλύτερος εν γεννητοίς γυναικών, κατά την μαρτυρίαν του Iησού, του Ιωάννου του βαπτιστού. Βλέπομεν εις αγιογραφίας τον Ιωάννην εν ουρανώ πλησίον του Χριστού και της Θεοτόκου. Οιαδήποτε εκκλησία θα έχη εις το τέμπλον την εικόνα του Προδρόμου. Οι δε Ευαγγελισταί πόσον μας γοητεύουσι με τον απλούν, ανώτερόν των τρόπον, που εκθέτουν τα ζητήματα αυτά!

Ακούσωμεν λοιπόν όσοι ζώμεν εν αρετή και δεινα πάσχομεν παρά πονηρών ανθρώπων. «Ο Θεός ηνέσχετο τον εν ερήμω, τον εν τριχίνω ιματίω, τον των προφητών μείζονα, τον εν γεννητοίς γυναικών μείζονα κατασφαγήναι υπό κόρης ακολάστου και ταύτα νόμους αμύνοντα θείους». Διατί λοιπόν συ ταράττεσαι, όταν αδικήσαι; O Ευαγγελιστής περί πόρνης και μιαιοφόνου γυναικός διαλεγόμενος φαίνεται ευγενής. Συ δε υβρίζεις τον πλησίον και ουδόλως υπομένεις τον λυπήσαντά σε αδελφόν σου. Ομιλών δε περί αυτού ονομάζεις αυτόν κακούργον. ύπουλον, βλάκα, πονηρόν και χαλεπώτερον τούτων. Αφού είναι θα μου πήτε; Και η Ηρωδιάς ήτο, αλλά ο Ευαγγελιστής την ωνόμασε μητέρα. «Τούτον και ημείς μιμησώμεθα και μη επεμβαίνωμεν, αλλά όσον αν δέη συσκιάζωμεν ταις των πλησίων αμαρτίαις». Οι Ευαγγελισταί θρηνούσι μάλλον η καταρώνται τας των άλλων αμαρτίας.

Φοβηθώμεν την διεφθαρμένην γυναίκα άνδρες και γυναίκες, διότι αύτη εδίψησεν από αίμα προφητών. «Ουκ ασελγεί μόνον, αλλά και μιαιοφόνους ποιεί. Αι γουν μοιχευθήναι επιθυμούσαι και προς σφαγήν εισι παρεσκευασμέναι» κατά τον ιερόν Χρυσόστομον. Αι γυναίκες αύται ουχί ένα μόνον, ουδέ δύο, αλλά και μυρίους είναι έτοιμαι να διαπράξουν φόνους. Πόσαι γυναίκες σήμερον αφίσασαι τον συζυγόν των εισήλθον εις την συζυγικήν εστίαν άλλου και ετάραξαν την ειρήνην; Ας ακούσωσιν και αι παρθένοι, αι οποίαι μεταβαίνουσαι εις χορούς φροντίζουσι να διεγείρωσι τα σαρκικά του άλλου ένστικα δια της εξώμου εσθήτος, του καθαρώς αισθησιακού χορού, υπό τα όμματα των γονέων και την εντολήν αυτών ευρωπαϊκού χορού. Τον χορόν τούτον έχων υπ όψιν του ο Χρυσόστομος έλεγε «ένθα όρχησις εκεί ο διάβολος. Τους πόδας έδωκεν ημίν ο Θεός, ουχί ίνα ασχημονώμεν, αλλά ίνα ευτάκτως βαδίζωμεν, ουχί ίνα κατά τας καμήλους πηδώμεν, αλλά ίνα συν αγγέλοις χορεύωμεν. Ει γαρ το σώμα αισχρόν εστί ούτως ασχημονείν, πολλώ μάλλον η ψυχή».

Και συ νέε μου, μη ενθουσιάζεσαι από τον χορόν της νέας. Ο Ηρώδης υπεσχέθη να δώση το ήμισυ της βασιλείας του. Είδες, τι έπαθε; Συ δίδεις τον εαυτόν σου ολόκληρον και μόνον από τον χορόν. Χωρίς να εξέτασης ψυχικά χαρίσματα, την νυμφεύεσαι. Αλλοίμονόν σου! Ίσως να μη ζητήση από σε την κεφαλήν άλλου, θα πάρη όμως την ιδικήν σου. Ίσως και η νέα αυτή, της οποίας τον χορόν εθαύμασες, να σου ζητήση κατ’ απαίτησιν της μητρός της την αποπομπήν της μητρός σου. Προσοχή! Οι καιροί είναι οι ίδιοι πάντοτε. Ώστε είσαι κόρη και χορεύεις καλά η μάνα και εκμεταλλεύεσαι τον χορόν της κόρης; Είσαι παράνομος Ηρώδης και ενθουσιάζεσαι από χορούς; Προσέξατε!

Ο Ηρώδης διότι ενυμφεύθη την Ηρωδιάδα, ήτις υπήρξεν αιτία του φόνου του Προδρόμου και διεζεύχθη την προηγουμένην του γυναίκα, που ήτο κόρη του Αρέτα, του βασιλέως των Αράβων, πολεμεί ο Αρέτας τον Ηρώδην και θα τον εσκότωνεν, αν δεν επενέβαινον οι Ρωμαίοι. Αλλά το τέλος αυτών ήτο απαίσιον ! Η Ηρωδιάς φιλόδοξος γυναίκα ούσα, επειδή ο κουνιάδος της έλαβε τον τίτλον του βασιλέως, από ζήλεια της παρακινεί τον άνδρα της να μεταβή εις την Ρώμη να λάβη και αυτός τον τίτλον αυτόν. Εκείνος δεν ήθελεν, ενέδωκεν όμως κατόπιν της επιμονής της γυναίκας του. Αντί όμως να λάβη τον τίτλον αυτόν χάνει και την τετραρχίαν και αποστέλλονται Ηρώδης και Ηρωδιάς εξόριστοι, εις Ισπανίαν. Εκεί αφίνουν τα κόκκαλά των οι δύο προφητοκτόνοι, αφού διήλθον ζωήν αθλιωτάτην εξορίας.

Η Σαλώμη κατά τον ιστορικόν Νικηφόρον έκαμεν ένα ταξίδι αναψυχής και διασκεδάσεως εις μίαν παγωμένην λίμνην. Αίφνης ο πάγος της λίμνης σπάζει και η Σαλώμη βυθίζεται μέχρι του λαιμού, όστις κόπτεται, αφού τα τμήματα των πάγων ηνώθησαν. Ιδού η τύχη των τριών κακών. Δυσφήμισιν έχει η Ηρωδιάς, ολέθριον τέλος Ηρώδης και Ηρωδιάς, ολεθριώτατον η Σαλώμη. Πόσον φοβερά είναι η θεία δίκη !

(1) Λευιτικόν 18. 16. 20-21.

Από το βιβλίο: Η Ζωή του Χριστού, 1952.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Αγία Ζώνη.gr: 29 Αυγούστου 2018

Παράβαλε και:
29 Αυγούστου – Η Αποτομή της κεφαλής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου: Υμνολογική εκλογή.
Αγίου Ρωμανού του μελωδού – Κοντάκιον Εις την Αποτομήν του Προδρόμου.
Εγκώμιον εις την Αποτομήν της Κεφαλής του τιμίου Προδρόμου – Οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου.
Λόγος εις τον πάνσεπτον του Χριστού Πρόδρομον και Βαπτιστήν Ιωάννην – του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του Παλαμά.
Αγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος – Φώτη Κόντογλου (και αρχείο mp3).
Συνοπτική αφήγιση για την Αγία Δεξιά του Τιμίου Προδρόμου.
Το Γράμμα του νόμου – π. Δημητρίου Μπόκου.
Λόγος στην αποτομή της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου – Οσίου Ανδρέου Κρήτης.
Η φυλάκισις και ο αποκεφαλισμός του Προδρόμου – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.
Ο Αγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος: Η Εικόνα του – Χρήστου Γκότση.
Η Αποτομή της Τιμίας Κεφαλής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου – Αθανασίου Διαλεκτόπουλου.
Η Αποτομή της Τιμίας Κεφαλής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου – ηχογραφημένη ομιλία του Π. Ανανία Κουστένη (αρχείο ήχου, mp3).
Η μνήμη του Βαπτιστού – Ιωάννου Φουντούλη.
Στον Αη-Γιάνν’ – Στέλλας Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.
Λόγος στον Τίμιο Πρόδρομο – Ἀρχιμ. Φωτίου Ἰωακεὶμ.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.