Ὁ ἄγνωστος Ἀναχωρητής – Αγίου Παισίου του Αγιορείτου.

(μᾶλλον ἕνας ἀπό τούς ἀφανείς
Ἀναχωρητάς τοῦ Ἄθωνα)

Ὅταν εἶχα ἔρθει στό Ἅγιον Ὄρος γιά πρώτη φορά, τό 1950, ἀνεβαίνοντας ἀπό τά Καυσοκαλύβια γιά τή Ἅγία Ἄννα, εἶχα χάσει τόν δρόμο· ἀντί νά πάρω τόν δρόμο γιά τήν Σκήτη τῆς Ἀγίας Ἄννης, προχώρησα γιά τήν κορυφή τοῦ Ἄθωνα. Ἀφοῦ βάδισα ἀρκετά κατάλαβα ὅτι πάω ψηλά καί ἔψαχνα νά βρῶ κανένα μονοπάτι νά βγῶ σύντομα. Ἐπάνω λοιπόν σ’ αὐτή τήν ἀγωνία μου, ἐνῶ παρακαλοῦσα τήν Παναγία νά μέ βοηθήση, ξαφνικά μοῦ παρουσιάζεται ἕνας Ἀναχωρητής μέ φωτεινό πρόσωπο-θά ἦταν γύρω στά ἑβδομήντα χρόνια- πού ἔδειχνε ἀπό τήν ἐνδυμασία του νά μήν εἶχε ἐπαφή μέ ἀνθρώπους. Φοροῦσε ἕνα ζωστικό σάν ἀπό καραβοπάνι, ἀλλά πολύ ξεθωριασμένο καί κατατρυπημένο. Τίς δέ τρύπες τίς εἶχε πιασμένες μέ ξύλινα σουβλιά, ὅπως πιάνουν οἱ γεωργοί τά τρύπια σακιά, ὅταν δέν ἔχουν σακοράφα καί σπάγγο. Εἰχε ἐπίσης ἕναν τουρβά δερμάτινο, ξεθωριασμένο καί τίς τρύπες πιασμένες πάλι μέ τόν ἴδιο τρόπο. Στον δέ λαιμό του εἶχε μιά χονδρή ἁλυσίδα, πού κρατοῦσε ἕνα κουτί μπροστά στό στῆθος του. Φαίνεται εἶχε κάτι ἱερό!
Πρίν λοιπόν τόν ρωτήσω ἐγώ, μοῦ εἶπε ἐκεῖνος:
-Παιδί μου, δέν πάει γιά τήν Ἁγία Ἄννα αὐτός ὁ δρόμος, καί μοῦ ἔδειξε τό μονοπάτι.
Ἀπ’ ὅλο τό παρουσιαστικό του φαινόταν Ἅγιος!
Ρώτησα τόν Ἐρημήτη:
-Ποῦ μένεις, Γέροντα;
Κι ἐκεῖνος μοῦ ἀπήντησε:
-Κάπου ἐδῶ, καί μοῦ ἔδειχνε τήν κορυφή τοῦ Ἄθωνα.
Ἐπειδή εἶχα περιπλανηθῆ δεξιά καί ἀριστερά, ψάχνοντας νά βρῶ Γέροντα νά μέ πληροφορῆ ἐσωτερικά, εἶχα ξεχάσει καί τί ἡμέρα εἶναι καί πόσο ἔχει ὁ μήνας. Ρώτησα λοιπόν τόν Ἐρημίτη καί μοῦ εἶπε ὅτι ἦταν Παρασκευή. Μετά ἔβαλε ἕνα μικρό σακουλάκι δερμάτινο, τό ὁποῖο εἶχε μέσα κάτι ξυλάκια μέ χαρακές, καί ἀπό τίς χαρακιές πού εἶδε, μοῦ εἶπε πόσο εἶχε ὁ μήνας. Πῆρα μετά τήν εὐχή του, προχώρησα ἀπό τό μονοπάτι πού μοῦ ἔδειξε καί βγῆκα στήν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης. Ὁ νοῦς μου ὅμως συνέχεια γύριζε στό φωτεινό πρόσωπο τοῦ Ἀναχωρητοῦ, πού ἀκτινοβολοῦσε.
Ἀργότερα, ὅταν εἶχα ἀκούσει ὅτι ὑπάρχουν στήν κορυφή τοῦ Ἄθωνα δώδεκα Ἀναχωρηταί -ἄλλοι ἔλεγαν ἑπτά- εἶχα μπῆ σέ λογισμούς καί τό εἶχα διηγηθῆ σέ ἔμπειρους Γεροντάδες, αὐτό πού εἶδα, οἱ ὁποῖοι μοῦ εἶπαν:
-Θά ἦταν καί αὐτός ἕνας ἀπό τούς Ὀσίους Ἀναχωρητάς πού ζοῦν στήν ἀφάνεια στήν κορυφή τοῦ Ἄθωνα!

Από το βιβλίο: Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, του Οσίου Παισίου του Αγιορείτου. Έκδοσις Ιερόν γυναικείον Ησυχαστήριον Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου – Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 1998

Η/Υ επιμέλεια Καταιρίνα Κατσούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.