Ο Άγιος Βενέδικτος στο Μόντε – Κασσίνο – Οσίου Γρηγορίου του Διαλόγου.

α) Η εγκατάσταση

Ο τεράστιος βράχος που ανασηκώθηκε με την προσευχή του.

Κάποια μέρα, ενώ ο αδελφοί έκτιζαν τα οικήματα αυτού του μοναστηριού, συνέβη να κείται στη μέση μια πέτρα, την οποία αποφάσισαν να σηκώσουν και να χρησιμοποιήσουν στην ανοικοδόμηση. Καθώς δεν μπορούσαν να την μετακινήσουν δύο και τρεις, ενώθηκαν μαζί περισσότεροι. Όμως παρέμενε τόσο αμετακίνητη, θαρρείς και κρατιόταν με ρίζες μέσα στη γη, ούτως ώστε καταφανώς δινόταν να εννοηθεί, πως πάνω σε αυτήν καθόταν ο ίδιος ο αρχέκακος εχθρός, εφόσον τα χέρια τόσων ανθρώπων δεν μπορούσαν να την κουνήσουν. Σαν τα βρήκαν λοιπόν δύσκολα, έστειλαν στον άνθρωπο του Θεού να έλθει να εκδιώξει τον εχθρό με την προσευχή του, για να μπορέσουν να σηκώσουν την πέτρα. Μόλις ήλθε, κάνοντας ευχή έδωσε ευλογία και ο λίθος σηκώθηκε με τέτοια ταχύτητα, σαν να μην είχε ποτέ καθόλου βάρος.
Η φανταστική πυρκαγιά στο μαγειρείο.
Τότε φάνηκε καλό στα μάτια του ανθρώπου του Θεού να σκάψουν τη γη στον τόπο αυτό. Καθώς προσπαθούσαν να την σκάψουν αρκετά βαθιά, βρήκαν εκεί οι αδελφοί ένα χάλκινο είδωλο. Προσωρινά έτυχε και το έρριξαν στο μαγειρείο. Ξαφνικά φάνηκε να βγαίνει φωτιά και στα μάτια όλων των αδελφών έδειξε, πως τάχα όλο το οικοδόμημα του μαγειρείου γινόταν παρανάλωμα πυρός.
Ρίχνοντας νερό και καταγινόμενοι να σβήσουν τη φωτιά, έκαναν μεγάλο θόρυβο. Παραξενεμένος από τη φασαρία αυτή κατέφθασε ο άνθρωπος του Θεού. Διαπιστώνοντας πως αυτή η φωτιά για τα μάτια των αδελφών υπήρχε, για τα δικά του όμως όχι, αμέσως έκλινε την κεφαλή του σε προσευχή και τους αδελφούς, που βρήκε να εμπαίζονται με τη φανταστική φωτιά, έκανε να έρθουν στα καλά τους και αυτοί και τα μάτια τους. Έτσι άρχισαν να αντικρύζουν πως το κτίριο εκείνο του μαγειρείου στεκόταν άθικτο, και να μη βλέπουν πια τις φλόγες που είχε πλάσει ο αρχέκακος εχθρός.
Ένα μικρό παιδί δούλος του Θεού, που πλακώθηκε
από τα συντρίμμια και έγινε πάλι υγιής.
Ενώ πάλι οι αδελφοί οικοδομούσαν έναν τοίχο έτσι που να γίνει αρκετά ψηλός, όσο το απαιτούσε η περίσταση, ο άνθρωπος του Θεού διέτριβε στη σπουδή της προσευχής μέσα από τα κλείθρα του μικρού του κελλιού. Τότε του εμφανίστηκε ο αρχέκακος εχθρός χλευάζοντας, και του δήλωσε πως τραβούσε προς τους αδελφούς που εργάζονταν. Ταχύτατα ο άνθρωπος του Θεού το μήνυσε στους αδελφούς με αγγελιοφόρο, λέγοντας: «Αδελφοί, προσέξτε, αυτή την ώρα έρχεται σε σας ένα πονηρό πνεύμα». Μόλις που ολοκλήρωσε τα λόγια του αυτός που έφερε την παραγγελία, και το πονηρό πνεύμα γκρέμισε τον τοίχο αυτόν που κτιζόταν και έναν μοναχό μικρό παιδί, γιο κάποιου κουριάλιου,1 τον πλάκωσε και τον συνέτριψε με τα χαλάσματα. Όλοι έμειναν θλιμμένοι και φοβερά στενοχωρημένοι, όχι για την καταστροφή του τοίχου, αλλά για το ατύχημα του αδελφού. Έσπευσαν γρήγορα να το αναγγείλουν στον ευσεβή πατέρα Βενέδικτο με βαρύ θρήνο.
Τότε ο πατήρ πρόσταξε να του φέρουν το πολτοποιημένο παιδί. Δεν μπορούσαν να το κουβαλήσουν παρά μέσα σε σαγίον,2 γιατί οι πατέρες του γκρεμισμένου τοίχου είχαν διαλύσει όχι μόνο τα μέλη του, αλλά ακόμη και τα κόκκαλα. Ο άνθρωπος του Θεού παρήγγειλε να το αφήσουν μέσα στο κελλί του πάνω στο ψιάθιον (που κοινώς ονομάζεται «μάττα»),3 στο οποίο συνήθιζε να προσεύχεται, έδιωξε έξω τους αδελφούς και έκλεισε το κελλί. Αυτός προσέπεσε σε προσευχή ακόμη πιο επίμονα από όσο συνήθιζε. Πράγμα θαυμαστό: την ίδια ώρα τον έστειλε πίσω πάλι στη δουλειά ακέραιο και υγιή όπως προηγουμένως, για να τελειώσει κι ο ίδιος μαζί με τους αδελφούς τον τοίχο εκείνο, αυτός που με τον θάνατό του είχε πιστέψει ο αρχέκακος εχθρός πως θα χλευάσει τον Βενέδικτο.

Άρχισε λοιπόν μέσα σε τέτοιους αγώνες ο άνθρωπος του Θεού να αποκτά και πνεύμα προφητείας,4 να προλέγει τα μέλλοντα,5 να αναγγέλλει τα απόντα ως παρόντα.6

β) Χάρισμα προφητείας: Δώδεκα σημεία.
Οι υπηρέτες του Θεού που μετέλαβαν τροφής παρά τον κανόνα.
Ήταν τυπικό της μονής, όποτε έβγαιναν έξω οι αδελφοί για κάποια διακονία, να μην μεταλαμβάνουν τροφής ή ποτού έξω από το μοναστήρι. Ενώ αυτό ετηρείτο με ακρίβεια σύμφωνα με τον ορισμό του κανονισμού, κάποια μέρα βγήκαν αδελφοί για διακονία, κατά την οποία αναγκάσθηκαν να καθυστερήσουν μέχρι περασμένη ώρα. Αυτοί γνώριζαν πως έμενε εκεί κοντά μια θεοσεβής γυναίκα, μπήκαν στο οίκημα και έλαβαν τροφή.
Όταν πια αργότερα επέστρεψαν στο μοναστήρι, ζήτησαν κατά τη συνήθεια την ευλογία του πατρός. Εκείνος αμέσως τους ρώτησε: «Πού φάγατε;» Αυτοί απάντησαν: «Πουθενά». Τους λέει: «Γιατί έτσι ψεύδεσθε; Μήπως δεν μπήκατε στο οίκημα εκείνης της τάδε γυναίκας; Δεν πήρατε αυτά και αυτά τα φαγητά; Δεν ήπιατε τόσους κύλικες;» Όταν ο ευσεβής πατήρ άρχισε να τους λέει και την φιλοξενία της γυναίκας και τα είδη των φαγητών και τον αριθμό των ποτών, αναγνώρισαν όλα όσα είχαν κάνει, έπεσαν στα πόδια του έντρομοι και ομολόγησαν πως έσφαλαν. Αυτός αμέσως τους συγχώρεσε, πληροφορημένος πως στο εξής δεν θα το ξαναέκαναν απουσία του, μια και θα ξέρουν πως είναι παρών με το πνεύμα του.

Υποσημειώσεις.
1. Curialis (= βουλευτής, αυλικός). Εδώ μάλλον αξιωματούχος αρμόδιος για είσπραξη φόρων.
2. Sagum, σάγος = χονδρός (στρατιωτικός) μανδίας.
3. Psyation kai matta: ψάθα, χρησιμοποιούνταν ως στρωσίδι.
4. Κεφ. 14, 21
5. Κεφ. 12, 13, 15, 16, 17, 21.
6. Κεφ. 18, 19 (και 14, 20, 22).

Από το βιβλίο: Βίοι αγνώστων Ασκητών: Αγίου Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης, του επικαλουμένου Διαλόγου. Εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις υπό Ιωάννου Ιερομ.
Εκδότης, Ιερά Σκήτη Αγίας Αννης – Αγιον Ορος. Ιούνιος 2020.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.