Θαυμαστές Θεοσημίες (Ζ’).

Ένας ευλαβής, με το όνομα Γεώργιος, μας διηγήθηκε ότι στην πατρίδα του την Απάμεια υπάρχει ένα ζευγολατείο και τόπος για την βοσκή ζώων, ένα μίλι μακριά, όπου έβοσκαν πρόβατα τα μικρά παιδιά.

Αυτά, επειδή θέλησαν να παίξουν, όπως συνήθιζαν, συμφώνησαν μεταξύ τους να πραγματοποιήσουν λειτουργία, όπως ο ιερέας στην Εκκλησία. Πήρε, λοιπόν, ένα παιδί την θέση του ιερέα και άλλα δύο έκαναν τους αναγνώστες και πήγαν σε μια πέτρα, όπου έβαλαν λίγο άρτο και σ’ ένα καύκαλο οστράκου λίγο κρασί. Το ένα στάθηκε στην μέση και τα άλλα δύο από την μία και την άλλη πλευρά και αυτό έλεγε τις ευχές της λειτουργίας, ενώ οι άλλοι έκαναν τον «αέρα» με τα υφάσματά τους, όπως στην λειτουργία, και εκφώνησε την ευχή της προσφοράς, όπως την άκουγε από τον ιερέα στον ναό. Αφού έκανε τα πάντα, κατά την συνήθεια της Εκκλησίας και θέλησε να υψώσει τον άρτο, κατέβηκε πυρ από τον ουρανό και κατέφαγε όλα όσα βρίσκονταν πάνω στην πέτρα και στο καύκαλο και κατέκαυσε την γης, ενώ τα παιδιά έπεσαν κάτω σχεδόν πεθαμένα.

Το απόγευμα, επειδή δεν φάνηκαν να επιστρέφουν στα σπίτια τους, ξεκίνησαν οι γονείς τους για την αναζήτησή τους και τα βρήκαν ξαπλωμένα στην γη, χωρίς να μπορούν να μιλήσουν. Τα σήκωσαν, λοιπόν, και τα έφεραν στα σπίτια τους, μη γνωρίζοντας τι είχε συμβεί. Το πρωί, όταν συνήλθαν, διηγήθηκαν όλα όσα έκαναν και το θαύμα που συνέβη. Ήλθαν, λοιπόν, όλοι στην πέτρα και είδαν τον τόπο καμένο και γεμάτοι θαυμασμό επέστρεψαν στην πόλη και ανακοίνωσαν τα πάντα στον επίσκοπο. Αυτός γεμάτος έκπληξη ήλθε στον τόπο μαζί με κληρικούς, συνάντησαν τα παιδιά, πληροφορήθηκαν από αυτά τα γεγονότα και είδαν τα σημάδια από το ουράνιο πυρ. Τα παιδιά αμέσως τα έστειλε σε μοναστήρια, ενώ στο μέρος εκείνο έχτισε το ιερό θυσιαστήριο εκκλησίας. Αυτά ακούγοντας και εμείς θαυμάσαμε.

Ένας από τους πατέρες μας διηγήθηκε ότι κάποιος ιερομόναχος αξιώθηκε για την αρετή του να βλέπει δύο αγγέλους την ώρα της λειτουργίας να στέκονται από τα δεξιά του και από τα αριστερά του. Είχε όμως μάθει από αιρετικούς το τυπικό της λειτουργίας και ως αμαθής των ορθών δογμάτων έσφαλλε. Με θεία οικονομία, όμως, έτυχε κάποιος ιεροδιάκονος πρακτικός να τον παρατηρήσει και μετά την λειτουργία να του πει ότι όσα έλεγε δεν ήταν της ορθόδοξης πίστης αλλά των αιρετικών. Ο γέροντας έχοντας θάρρος, γιατί έβλεπε τους αγγέλους, δεν έδινε σημασία στην συμβουλή του διακόνου μα και ο διάκονος δεν σιωπούσε, αλλά επέμενε ότι δεν ακολουθούσε την τάξη της καθολικής εκκλησίας. Βλέποντας ο ιερέας την επιμονή του διακόνου, όταν άρχισε πάλι την λειτουργία και είδε τους αγγέλους κατά την συνήθεια, είπε σ’ αυτούς ότι ο διάκονος του είπε το και το. Και οι άγγελοι του είπαν: «Καλώς σε δίδαξε και δέξου την συμβουλή». Και ο ιερέας τους ξαναρώτησε:

«Γιατί, λοιπόν, δεν μου λέτε το σφάλμα;» Και οι άγγελοι αποκρίθηκαν: «Επειδή ο Θεός έτσι οικονόμησε, ώστε οι άνθρωποι μέσω των άλλων να διορθώνονται».

Από το βιβλίο: Λειμωνάριον το παλαιόν – ιωάννου Μόσχου. Ητοι, Τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου. Διηγήματα των Οσίων πατέρων. βιβλίον ψυχωφελέστατον Ιωάννου Ευκρατά και Σωφρονίου του σοφιστού.
Εκδότης, Η Αγία Αννα, Φεβρουάριος 2005

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.