Θαυμαστές Θεοσημίες από τον Άγιο Βενέδικτο – Οσίου Γρηγορίου του Διαλόγου.

Ο άδειος πίθος που γέμισε λάδι.

Όταν τελείωσε τις επιπλήξεις, δόθηκε στην προσευχή μαζί με τους αδελφούς. Στον χώρο όπου προσευχόταν με τους αδελφούς υπήρχε ένας πίθος άδειος από λάδι και κλεισμένος. Κι ενώ ο άγιος άνδρας επέμενε στην προσευχή, άρχισε το πώμα του πίθου αυτού να ανασηκώνεται από λάδι που αυξανόταν. Το πώμα μετακινήθηκε κι ανασηκώθηκε τελείως. Το λάδι που πλήθαινε ξεχείλιζε από το στόμιο του πίθου και πλημμύριζε το δάπεδο του χώρου, όπου είχαν προσπέσει για προσευχή. Μόλις το αντίκρυσε αυτό ο δούλος του Θεού Βενέδικτος, αμέσως τελείωσε την προσευχή και το λάδι σταμάτησε να ξεχειλίζει στο δάπεδο.
Τότε νουθέτησε εκτενέστερα τον δύσπιστο και ανυπάκουο αδελφό να μάθει να έχει πίστη και ταπείνωση. Ο αδελφός μετά από αυτήν την προς ωφέλειαν επιτίμησή του κοκκίνησε από ντροπή, γιατί ο ευσεβής πατήρ κατεδείκνυε με θαύματα την ισχύ του Παντοδύναμου Θεού που περιέκλειε μέσα στη νουθεσία του. Και δεν συνέβη πια να μπορέσει κανείς να αμφιβάλει τις υποσχέσεις αυτού, που σε μια και την αυτή στιγμή, στη θέση μιας σχεδόν άδειας γυάλινης φιάλης, ανταπέδωσε ένα ολόκληρο πιθάρι γεμάτο λάδι.

Ο μοναχός, που ελευθερώθηκε από το δαιμόνιο.

Κάποια μέρα ενώ βάδιζε για τον ναό του αγίου Ιωάννου, που βρίσκεται στην ίδια την κορυφή του όρους, συνάντησε μπροστά του τον αρχέκακο εχθρό με όψη ιππίατρου, κρατώντας κέρατο και τριπλοπαγίδα.1 Όταν τον ρώτησε: «Πού πάς;», εκείνος απάντησε: «Να, πάω στους αδελφούς να τους δώσω σιρόπι». Ο ευσεβής λοιπόν Βενέδικτος πήγε για προσευχή. Σαν τελείωσε, γρήγορα γύρισε πίσω. Το πονηρό πνεύμα βρήκε έναν γεροντότερο μοναχό που αντλούσε νερό,2 στον οποίο και μπήκε αμέσως μέσα, τον έρριξε στη γη και τον κατέτρυχε σφοδρότατα. Όταν ο άνθρωπος του Θεού, επιστρέφοντας από την προσευχή, τον αντίκρυσε να κατατρύχεται τόσο σκληρά, του έδωσε μοναχά έναν κόλαφο, και αμέσως τίναξε έξω από αυτόν το πονηρό πνεύμα, έτσι που δεν τόλμησε στο εξής να επιστρέψει σε αυτόν.

ΠΕΤΡΟΣ. Ήθελα να ήξερα, αυτά το τόσο μεγάλα θαύματα τα επιτελούσε πάντοτε με τη δύναμη της προσευχής, ή και μερικές φορές μόνο με τη ροπή της θελήσεώς του;
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Όσοι προσκολλώνται στον Θεό3 με αφοσιωμένο νου, συνήθως παρουσιάζουν σημεία και με τους δύο τρόπους, ανάλογα με το πώς το απαιτεί η περίσταση, δηλ. άλλοτε επιτελούν θαυμαστά πράγματα με προσευχή και άλλοτε με εξουσία. Γιατί λέγει ο Ιωάννης: «Όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι».4 Τι το θαυμαστό επομένως εάν, όσοι είναι τέκνα Θεού κατά την εξουσία, έχουν την ισχύ να επιτελούν σημεία με εξουσία;
Ότι παρουσιάζουν θαύματα και με τους δυο τρόπους, το μαρτυρεί και ο Πέτρος, ο οποίος ανάστησε την νεκρή Ταβιθά με προσευχή,5 ενώ τον Ανανία και την Σαπφείρα τους ψευδολόγους τους παράδωσε στον θάνατο με μια επίπληξη.6 Γιατί δεν φαίνεται πουθενά γραμμένο να προσευχήθηκε για την θανάτωσή τους, παρά μονάχα έψεξε το πταίσμα που είχαν διαπράξει. Εφόσον επομένως και από αυτούς αφαίρεσε τη ζωή με επίπληξη και σε εκείνη έδωσε πίσω τη ζωή με προσευχή, βγαίνει το συμπέρασμα πως τα επιτελούν αυτά άλλοτε με εξουσία και άλλοτε με αίτηση.
Τώρα θα αφηγηθώ άλλα δύο έργα του πιστού δούλου του Θεού Βενεδίκτου, στα οποία εμφαίνεται σαφώς πως κατέστησαν δυνατά, το ένα με εξουσία που δέχτηκε από Θεού, και το άλλο με προσευχή.

Ο δεμένος χωρικός που λύθηκε μόνο με το βλέμμα του.

Κάποιος Γότθος, ονόματι Ζάλλας, ακολουθούσε την αίρεση των αρειανών, και τους χρόνους του βασιλιά τους Τοτίλα εξεκαύθη από ζήλο θηριώδους σκληρότητας εναντίον των θεοσεβών ανθρώπων της ορθόδοξης καθολικής εκκλησίας. Όποιον κληρικό ή μοναχό έπαιρνε το μάτι του, με κανένα τρόπο αυτός δεν ξέφευγε από τα χέρια ζωντανός. Κάποια λοιπόν ημέρα7 ξαναμμένος από τον βρασμό της απληστίας του και τη λαχτάρα της αρπαγής, υπέβαλλε σε σκληρά βασανιστήρια και κατακρεουργούσε με διάφορες τιμωρίες έναν χωρικό. Ο χωρικός υπέκυψε στις βασάνους και πέταξε μια κουβέντα, πως τάχα είχε εμπιστευθεί τα πράγματά του στον δούλο του Θεού Βενέδικτο, μήπως και γίνει πιστευτό από τον βασανιστή του και ανακοπεί η σκληρότητά του για ένα διάστημα και κερδίσει έτσι λίγες ώρες ζωής.
Τότε ο Ζάλλας σταμάτησε να κάνει βασανιστήρια στον χωρικό, όμως του συνέσφιγξε τους βραχίονες με γερά λουριά και άρχισε να τον σπρώχνει μπροστά από το άλογό του, για να πάει να του υποδείξει ποιος είναι ο Βενέδικτος που κατείχε τα πράγματά του. Ο χωρικός με δεμένους βραχίονες προχωρούσε μπροστά και τον οδήγησε στο μοναστήρι του αγίου ανδρός. Τον βρήκε να κάθεται μόνος του στην είσοδο της μονής και να διαβάζει. Λέει ο χωρικός στον εξαγριωμένο Ζάλλα που ακολουθούσε: «Νάτος, αυτός είναι ο πατήρ Βενέδικτος, που σου είπα». Αυτός, με αναβρασμό πνεύματος, τον παρατήρησε μέσα στον παραλογισμό του διεστραμμένου νου του, και, θεωρώντας πως θα περνούσαν οι συνηθισμένες του τρομοκρατίες, άρχισε να κραυγάζει με μεγάλες φωνές: «Άντε σήκω, σήκω και δώσε πίσω την περιουσία τούτου του χωρικού, που την έδωσε σε σένα».
Με τη φωνή αυτή ο άνθρωπος του Θεού αμέσως σήκωσε τα μάτια από την ανάγνωση, τον κοίταξε καλά – καλά, κι αμέσως μετά πρόσεξε τον χωρικό που κρατούσε δεμένο. Μόλις γύρισε το βλέμμα του στους βραχίονες εκείνου, κατά θαυμαστό τρόπο με τέτοια ταχύτητα άρχισαν να λύνονται τα λουριά στα δεμένα χέρια, που καμμιά ανθρώπινη βιασύνη τόσο γρήγορα δεν θα μπορούσε να τα λύσει. Όταν αυτός που είχε έρθει δεμένος, άρχισε ξαφνικά να στέκεται εκεί λυμένος, ο Ζάλλας τρομαγμένος από την δύναμη τόσης εξουσίας ρίχθηκε στη γη, έκλινε τον αυχένα της άκαμπτης σκληρότητας στα ίχνη εκείνου και εμπιστεύθηκε τον εαυτό του στις ευχές του. Όμως ο άγιος άνθρωπος δεν σηκώθηκε καθόλου από την ανάγνωση, παρά κάλεσε τους αδελφούς και παρήγγειλε να τον πάρουν μέσα για να του δώσουν καμμιά ευλογία. Όταν τον ξαναοδήγησαν σε αυτόν, τον νουθέτησαν να ησυχάσει πια από τον παραλογισμό της τόσης του σκληρότητας. Αποχώρησε συντετριμμένος και τίποτε δεν αποτόλμησε πλέον να ζητήσει από αυτόν τον χωρικό, που ο άνθρωπος του Θεού είχε λύσει όχι με άγγιγμα, παρά μόνο με το βλέμμα του.

Να, Πέτρε, αυτό είναι που σου είπα, ότι όσοι υπηρετούν επιμελέστερα τον Παντοδύναμο Θεό, ορισμένες φορές μπορούν να κάνουν θαυμαστά πράγματα με εξουσία. Το ότι καθιστός ταπείνωσε την αγριότητα του τρομερού Γότθου και με τα μάτια έλυσε τα λουριά και τους κόμπους των δεσμών, που είχαν συσφίγξει τους βραχίονες του αθώου, όλα αυτά με την ίδια την ταχύτητα που θαυματουργήθηκαν δηλοποιούν, πως του δόθηκε το χάρισμα με εξουσία να ενεργήσει αυτά που έκανε. Από την άλλη πλευρά πάλι θα επισυνάψω τώρα, τι λογής και πόσο μεγάλο θαύμα μπόρεσε να ενεργήσει με την προσευχή.

Η ανάσταση ενός νεκρού.

Κάποια μέρα είχε βγει έξω μαζί με τους αδελφούς για εργασίες στον αγρό. Τότε ήρθε στο μοναστήρι και ζήτησε τον πατέρα Βενέδικτο ένας χωρικός, κουβαλώντας στις αγκάλες του το σώμα του νεκρού γιου του και συγκαιόμενος ολόκληρος από τον θρήνο για τη στέρηση αυτή. Όταν του είπανε πως ο πατήρ απασχολείται στον αγρό μαζί με τους αδελφούς, αμέσως παράτησε το σώμα του πεθαμένου γιου μπροστά στην πύλη της μονής και, θολωμένος από την πολλή θλίψη, γρήγορα έφυγε τροχάδην προς εξεύρεσιν του ευσεβούς πατρός.
Την ίδια ώρα ο άνθρωπος του Θεού επέστρεψε ήδη με τους αδελφούς από το έργο του αγρού. Μόλις τον αντίκρυσε ο χαροκαμμένος χωρικός, άρχισε να κραυγάζει: «Δώσε μου πίσω το παιδί μου, δώσε μου πίσω το παιδί μου». Σε αυτή τη φωνή ο άνθρωπος του Θεού κοντοστάθηκε, λέγοντας: «Μήπως εγώ σου πήρα το παιδί σου;» Εκείνος απάντησε: «Πέθανε. Έλα και ανάστησέ τον». Αυτό μόλιλς το άκουσε ο δούλος του Θεού, στενοχωρήθηκε πολύ και είπε: «Φύγετε, αδελφοί, φύγετε. Αυτά δεν είναι δικά μας, αλλά των αγίων αποστόλων».8 Γιατί θέλετε να φορτώσετε σ’ εμάς φορτία, που δεν μπορούμε να σηκώσουμε;»9 Όμως κι εκείνον τον ανάγκαζε ο υπερβολικός πόνος κι επέμενε στο αίτημά του, δίνοντας όρκο ότι δεν έφευγε αν δεν ανάσταινε αυτός τον γιο του. Τότε πια τον ρωτάει ο δούλος του Θεού: «Πού είναι;». Εκείνος απάντησε: «Να, το σώμα του κείται στην πύλη του μοναστηριού».
Σαν κατέφθασε εκεί ο άνθρωπος του Θεού μαζί με τους αδελφούς, έκαμψε τα γόνατά του και προσέπεσε πάνω από το σωματάκι του παιδιού. Σηκώθηκε πάλι όρθιος και ύψωσε τις παλάμες στον ουρανό, λέγοντας: «Κύριε, μην παρατηρήσεις τα ανομήματά μου, αλλά την πίστη αυτού του ανθρώπου, ο οποίος παρακαλεί να αναστηθεί ο γιος του, και δώσε πίσω σ’ αυτό το σωματάκι, την ψυχή που εσύ αφαίρεσες». Δεν είχε καλά – καλά ολοκληρώσει τα λόγια της προσευχής και το σωματάκι του παιδιού άρχισε να τρεμουλιάζει, καθώς ξαναγύριζε η ψυχή, έτσι ώστε να καταστεί ορατό στα μάτια όλων των παρευρισκομένων πως έτρεμε με σπασμούς από μια παράδοξη δόνηση. Αμέσως του κράτησε το χέρι και το έδωσε σώο και αβλαβές στον πατέρα του.
Είναι προφανές, Πέτρε, πως αυτό το θαύμα δεν το πραγματοποίησε με εξουσία, εφόσον προσκυνώντας ζήτησε τη δύναμη να το επιτελέσει.
ΠΕΤΡΟΣ. Είναι εμφανές το συμπέρασμα πως όλα έτσι έχουν, όπως τα ανέλυσες. Γιατί τα λόγια που προανέφερες τα απέδειξες με γεγονότα. Αλλά σε παρακαλώ να μου διευκρινίσεις, αν οι άγιοι άνδρες μπορούν όσα και θέλουν, και επιτυγχάνουν όσα επιθυμούν.

Υποσημειώσεις.

1. Cornu και tripedica, εργαλεία του ιππιάτρου. Το δεύτερο για να πιάνονται τα πόδια των ζώων και το πρώτο για να το χρησιμοποιεί ως χωνί και να ρίχνει φάρμακο στο στόμα του ζώου.
2. Από πηγάδι ή στέρνα, γιατί δεν υπάρχει πηγή στο Μόντε – Κασσίνο.
3. Πρβλ. Α’ Κορ. 6, 7
4. Ιωάν. 1, 12
5. Πράξ. 9, 40
6. Πράξ. 5, 1-10
7. Προφανώς μετά την εισβολή του Τοτίλα στην Καμπανία, δηλ. μετά το 542. Είναι γνωστό ότι οι Γότθοι είχαν ασπασθεί τον Χριστιανισμό με το αρειανικό δόγμα του πριν από την κάθοδο στην Ιταλία και μετεστράφησαν στην Ορθοδοξία κατά την παραμονή τους εκεί και αργότερα στην Δ’ Ευρώπη.
8. Πρβλ. 1, 10, 17 και Πράξ. 9, 36-42 και 20, 7-12
9. Πρβλ. πράξ. 15, 10

Από το βιβλίο: Βίοι αγνώστων Ασκητών: Αγίου Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης, του επικαλουμένου Διαλόγου. Εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις υπό Ιωάννου Ιερομ.
Εκδότης, Ιερά Σκήτη Αγίας Αννης – Αγιον Ορος. Ιούνιος 2020.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.