Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου – κατηχήσεις. Λόγος 8-ος: Για την τέλεια αγάπη.

Λόγος όγδοος

Για την τέλεια αγάπη και ποια είναι η ενέργειά της. Και ότι, αν δεν φροντίσουμε να γίνουμε από εδώ ακόμη, με την προθυμία, συμμέτοχοι στη μέθεξη του Αγίου Πνεύματος, δεν μπορούμε να είμαστε ούτε πιστοί και Χριστιανοί, αλλά ούτε και θα γίνουμε υιοί και τέκνα του Θεού.

Αδελφοί και πατέρες, αν αυτός που υπο9κρίνεται ότι έχει αρετή, για να εξαπατήσει και να απολέσει πολλούς, είναι αληθινά άθλιος και θεωρείται καταδικασμένος και σιχαμερός και από τον Θεό και από τους ανθρώπους, είναι φανερό ότι είναι επαινετός και μακάριος εκείνος που προσποιείται, όπως οι παλαιοί πατέρες, αν και είναι απαθής, ότι έχει κάποιο πάθος για τη σωτηρία και την ωφέλεια πολλών. Διότι, όπως ο διάβολος με το πρόσχημα του φιδιού και της συμβουλής,1 που φαινομενικά ήταν καλή και ωφέλιμη, αλλά στην πραγματικότητα ήταν θανατηφόρα και αποστερούσε τον άνθρωπο από τον Θεό και από όλους τους καρπούς που υπήρχαν μέσα στον παράδεισο, αποδείχθηκε θεομάχος και ανθρωποκτόνος,2 έτσι γίνεται αληθινά χριστομίμητος και συνεργός του Θεού και ολοφάνερα σωτήρας των ανθρώπων, και αυτός που εκστομίζει φαινομενικά, με το πρόσχημα της κακίας, κάποια μη καλά λόγια, ώστε μαθαίνοντας απ’ αυτούς, που παριστάνουν τον ενάρετο και ευλαβή, εκείνα που εργάζεται ο διάβολος, να επαναφέρει στη μετάνοια και στη σωτηρία και στην εξομολόγηση αυτούς που αμαρτάνουν. Αυτό άλλωστε είναι έργο μόνο εκείνων που η αίσθησή τους είναι ανεπηρέαστη από αυτό τον αέρα και από τον κόσμο και από την αίσθηση των πραγμάτων, του, εκείνων που η σκέψη τους δεν είναι προσκολλημένη στα ορατά πράγματα, αλλά έχει μετακινηθεί έξω από το ταπεινό τους σώμα˙ εννοώ τους ισάγγελους ανθρώπους, αυτούς δηλαδή που ενώθηκαν τέλεια με τον Θεό και απέκτησαν μέσα τους εντελώς ολόκληρο τον Χριστό, με έργο και εμπειρία, με αίσθηση και γνώση και θέαση.
Είναι λοιπόν κακό να αφουγκράζεται κανείς ή να κρυφοκοιτάζει τι συνομιλεί ή τι κάνει ο συνάνθρωπός του, αλλά αυτό είναι κακό, αν το κάνει κανείς για να κατηγορήσει ή να εξευτελίσει ή να χλευάσει ή να διασύρει, όταν δοθεί ευκαιρία, γι’ αυτά που είδε και άκουσε˙ αν όμως το κάνει κανείς συνετά, με συμπόνια και σοφία, για να διορθώσει τα σφάλματα του συνανθρώπου του και να προσευχηθεί γι’ αυτόν με δάκρυα μέσα από την ψυχή του, τότε δεν είναι κακό αυτό που κάνει. Διότι εγώ είδα άνθρωπο, που μεταχειριζόταν πολλά μέσα και πολλούς τρόπους, για να μην του διαφεύγει κανένα απ’ αυτά που γίνονται ή λέγονται απ’ αυτούς που ήταν μαζί του˙ αυτό όμως δεν το έκανε για να βλάψει, ποτέ κάτι τέτοιο, αλλά το έκανε για να απομακρύνει από τις βλαβερές πράξεις και λογισμούς τον ένα με το λόγο, τον άλλο με τα δώρα, τον άλλο με κάποια άλλη πρόφαση. Και είδα αυτό τον άνθρωπο άλλοτε να κλαίει για τον τάδε, άλλοτε να θρηνεί για χάρη του τάδε, άλλοτε πάλι και να χτυπά το πρόσωπό του και το στήθος του για χάρη κάποιου άλλου, με το να βάζει τον εαυτό του στη θέση εκείνου που αμάρτησε με λόγο ή με έργο, και με το να λογαριάζει τον εαυτό του, ότι εκείνος ο ίδιος είναι που έκανε το κακό, και να εξομολογείται στον Θεό και να πέφτει προσκυνώντας και να πενθεί σφοδρά. Αλλά και είδα άλλον να χαίρεται τόσο πολύ για εκείνους που κάνουν πνευματικά κατορθώματα και αγωνίζονται, και να αποδέχεται την προκοπή εκείνων, ώστε να φαίνεται ότι περισσότερο αυτός ο ίδιος πρόκειται να πάρει τις αμοιβές για τις αρετές και για τους κόπους παρά εκείνοι˙ για εκείνους όμως που αμαρτάνουν με λόγο ή έργο, και επιμένουν στα κακά, είδα, ότι τόσο πολύ λυπόταν αυτός και στέναζε, ώστε να φαίνεται ότι αληθινά θα ζητηθεί από τον ίδιο μόνο να δώσει λόγο για όλους εκείνους και ότι θα παραδοθεί ο ίδιος στην κόλαση. Και είδα άλλον να ποθεί και να θέλει τη σωτηρία των αδελφών του με τέτοιο τρόπο, ώστε να παρακαλεί πολλές φορές τον φιλάνθρωπο Θεό με θερμά δάκρυα μέσα από την ψυχή του, ή και εκείνοι να σωθούν, ή και ο ίδιος να καταδικασθεί μαζί μ’ εκείνους, επειδή από διάθεση θεομίμητη και όμοια με του Μωυσή3 δεν ήθελε διόλου να σωθεί μόνο ο ίδιος˙ επειδή δηλαδή συνδέθηκε πνευματικά μ’ αυτούς με την αγία αγάπη μέσα στην κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, δεν ήθελε ούτε στη βασιλεία των ουρανών να μπει μόνος και να χωρισθεί απ’ αυτούς.
Ω δεσμός άγιος, ώ δύναμη απερίγραπτη, ώ ψυχή με τα ουράνια φρονήματα, ή, καλύτερα, να πω, ψυχή, που έχει μέσα της τον Θεό και έφθασε μέσα στην αγάπη του Θεού και μέσα στην αγάπη του συνανθρώπου της στη μεγαλύτερη τελειότητα!
Αυτός λοιπόν που δεν έφθασε ακόμη σ’ αυτή την αγάπη και δεν είδε μέσα στην ψυχή του ίχνος απ’ αυτή και δεν αισθάνθηκε διόλου την παρουσία της, συμβαίνει ακόμη και κρύβεται στη γη και στα πράγματα της γης, ή, μάλλον, να κρύβεται κάτω από τη γη, όπως ο λεγόμενος τυφλοπόντικας, επειδή και ο ίδιος είναι τυφλός, όπως εκείνος, και μόνο με την ακοή αφουγκράζεται αυτούς που μιλούν επάνω στη γη.
Ώ για τη συμφορά! Διότι, αν και γεννηθήκαμε και λάβαμε αθανασία από τον Θεό, και αν και γίναμε συμμέτοχοι στην επουράνια κλήση4 και κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Χριστού5 και πολίτες των ουρανών,6 δεν αποκτήσαμε ακόμη αίσθηση για τα τόσο μεγάλα αγαθά˙ αλλά, χωρίς να το αισθανόμαστε, για να εκφρασθώ έτσι, όπως το σίδερο χώνεται μέσα στη φωτιά, ή όπως το άψυχο δέρμα βυθίζεται χωρίς αίσθηση μέσα στην κόκκινη βαφή, έτσι και εμείς, αν και βρισκόμαστε ακόμη μέσα στα τόσο πολλά αγαθά του Θεού, ομολογούμε ότι δεν έχουμε μέσα μας καμία αίσθηση γι’ αυτά τα αγαθά. Και σαν να έχουμε πια σωθεί και να έχουμε συγκαταλεχθεί με τους αγίους, καυχιόμαστε, με το να μιμούμαστε τους τρόπους και να φορούμε τη στολή και να υποκρινόμαστε τους αγίους, κάνοντας με άθλιο τρόπο σαν να ζούμε επάνω σε ορχήστρα θεάτρου ή σε σκηνή, καθώς εξομοιωνόμαστε με τους θεατρίνους και τις πόρνες, που, επειδή δεν έχουν τη φυσική ομορφιά, νομίζουν με ανοησία ότι θα ομορφύνουν τον εαυτό τους με τα καλλυντικά και τα παράξενα βαψίματα. Αλλά τα γνωρίσματα των αγίων, που γεννιούνται από τον ουρανό, δεν είναι τέτοια!
Πρέπει ωστόσο εμείς να γνωρίζουμε ότι, όπως ακριβώς το βρέφος, όταν βγει από την κοιλιά της μάνας του, αισθάνεται απότομα τον αέρα και αμέσως ξεσπά από μόνο του σε κλάμα και σε θρήνο, έτσι και αυτός που γεννήθηκε από τον ουρανό7 και βγήκε από τον κόσμο αυτό σαν από σκοτεινή κοιλιά, αλλά μπήκε στο νοητό και ουράνιο φως, και κατά κάποιο τρόπο σαν να έσκυψε λίγο μέσα σ’ αυτό, γεμίζει αμέσως από απερίγραπτη χαρά και χύνει δάκρυα, χωρίς να πονά, επειδή σκέφτεται, όπως είναι φυσικό, από ποιο σκότος γλύτωσε και σε ποιο φως αξιώθηκε να βρεθεί˙ διότι αυτή είναι η αρχή, για να λογαριασθεί κάποιος ανάμεσα στους Χριστιανούς.
Αυτοί ωστόσο που ακόμη δεν γνώρισαν και δεν είδαν αυτό το καλό, αλλά και δεν το ζήτησαν με πολλή επιμονή και θρήνους και δάκρυα, για να καθαρισθούν μ’ αυτές τις πράξεις και να το επιτύχουν και να ενωθούν τέλεια μ’ αυτό το καλό και να αποκτήσουν κοινωνία μαζί του, πες μου, πως θα ονομασθούν ολοκληρωτικά Χριστιανοί; Διότι αυτοί δεν είναι όπως πρέπει. Διότι, αν αυτό που γεννιέται από τη σάρκα είναι σαρκικό και αυτό που γεννιέται από το Πνεύμα είναι πνευματικό,8 αυτός που γεννήθηκε σωματικά και έγινε άνδρας, αλλά δεν σκέφθηκε, ούτε πίστεψε, ούτε φρόντισε ποτέ, ότι έχει χρέος να γεννηθεί πνευματικά, πώς λοιπόν θα γίνει πνευματικός και θα λογαριάσει τον εαυτό του με τους πνευματικούς άνδρες, αν, χωρίς να γίνει αντιληπτός, όπως εκείνος που φορούσε τα ρυπαρά ενδύματα, παρεμβληθεί στους λαμπροφορεμένους αγίους, και, αφού καθίσει μαζί τους στο βασιλικό τραπέζι, ριχθεί έξω, δεμένος χέρια και πόδια,9 επειδή δεν είναι τέκνο του φωτός, αλλά της σάρκας και του αίματος,10 και θα παραδοθεί στην αιώνια φωτιά, που είναι ετοιμασμένη για τον διάβολο και για τους αγγέλους του;11 Διότι αυτός, που πήρε εξουσία να γίνει τέκνο του Θεού12 και κληρονόμος της βασιλείας των ουρανών και των αιωνίων αγαθών, που με πολλούς τρόπους έμαθε με ποια έργα και με ποιες εντολές έχει χρέος να ανυψωθεί σ’ αυτή την τιμή και δόξα, αλλά καταφρόνησε όλα αυτά και προτίμησε τα γήινα και τα φθαρτά και διάλεξε να ζει σαν το γουρούνι και θεώρησε την πρόσκαιρη δόξα ανώτερη από την αιώνια, πώς δεν θα χωρισθεί δίκαια από όλους τους πιστούς και δεν θα καταδικασθεί με τους άπιστους, μαζί με τον ίδιο τον διάβολο;
Γι’ αυτό σας παρακαλώ όλους εσάς, αδελφοί και πατέρες, φροντίστε, όσο υπάρχει καιρός και είμαστε με τους ζωντανούς˙ αγωνισθείτε, ώστε να γίνεται υιοί του Θεού, για να αναδειχθείτε τέκνα του φωτός,13 διότι αυτά τα χαρίζει η γέννηση από τον ουρανό. Μισήστε τον κόσμο και αυτά που είναι στον κόσμο˙ μισήστε τη σάρκα και τα πάθη που γεννιούνται απ’ αυτή˙ μισήστε κάθε κακή επιθυμία και την πλεονεξία, ακόμη και για το ελάχιστο αντικείμενο και πράγμα. Αυτό όμως θα μπορέσουμε να το κάνουμε, αν σκεφθούμε το μέγεθος της δόξα και της χαράς και της απόλαυσης που πρόκειται να κληρονομήσουμε. Διότι, πες μου, τί είναι τόσο μεγάλο στον ουρανό ή επάνω στη γη, όπως το να γίνει κάποιος τέκνο του Θεού και κληρονόμος του και συγκληρονόμος του Χριστού; Ασφαλώς τίποτε!
Αλλά όμως, επειδή εμείς προτιμούμε τα γήινα και αυτά που έχουμε στα χέρια μας, και δεν ζητούμε τα αγαθά, που είναι αποθηκευμένα στους ουρανούς, και δεν εξαρτιόμαστε από τον πόθο τους, προσφέρουμε σ’ εκείνους, που μας βλέπουν, φανερή απόδειξη πρώτα ότι είμαστε κυριευμένοι από την αρρώστια της απιστίας, όπως είναι γραμμένο: «Πώς μπορείτε να πιστεύετε, εφόσον δέχεσθε τις τιμές από τους ανθρώπους, ενώ την τιμή, που προέρχεται από τον μοναδικό Θεό, δεν την αποζητάτε»;14˙ και έπειτα ότι, επειδή γίναμε δούλοι των παθών, είμαστε προσηλωμένοι στη γη και σ’ αυτά που υπάρχουν στη γη, και δεν θέλουμε διόλου να σηκώσουμε το βλέμμα μας στον ουρανό και στον Θεό, αλλά, με το να απωθούμε με ανοησία τις εντολές του Θεού, χάνουμε την υιοθεσία του.
Διότι, πες μου, ποιος είναι πιο ανόητος από εκείνον που παρακούει τον Θεό και δεν φροντίζει να αποκτήσει την υιοθεσία του; Διότι εκείνος που πιστεύει ότι υπάρχει Θεός, φαντάζεται για τον Θεό κάποια μεγάλα πράγματα. Γνωρίζει δηλαδή ότι αυτός είναι ο μόνος Δεσπότης και Κτίστης και Κύριος των απάντων, και ότι είναι αθάνατος, αιώνιος, ακατανόητος, απερίγραπτος, άφθαρτος, και ότι δεν θα υπάρχει τέλος της βασιλείας του.15 Εκείνος λοιπόν που γνωρίζει ότι ο Θεός είναι τέτοιος, πώς δεν θα τον ποθήσει; Πώς δεν θα φροντίσει να παραδώσει στο θάνατο για χάρη της αγάπης του και την ίδια του τη ζωή, για να αξιωθεί, ας μην πω να γίνει υιός του και κληρονόμος, αλλά έστω ένας από τους γνήσιους δούλους του, που στέκονται κοντά του;
Αν όμως καθένας, που αγωνίζεται και φυλάγει απαρασάλευτα όλες τις εντολές του Θεού, γίνεται, με το να γεννηθεί από τον ουρανό,16 και τέκνο του Θεού και υιός του Θεού, και αναγνωρίζεται αληθινά από όλους πιστός και Χριστιανός, εμείς απεναντίας καταφρονούμε τις εντολές του Θεού και παραβαίνουμε τους νόμους του, που για την παράβασή τους θα μας δικάσει εκείνος, όταν θα έρθει πάλι με δόξα και με φοβερή δύναμη,17 και δείχνουμε τους εαυτούς μας με τα ίδια μας τα έργα ως προς την πίστη βέβαια άπιστους, ως προς την απιστία όμως πιστούς μόνο με τα λόγια. Διότι η πίστη μόνη της χωρίς τα έργα, μην πλανάστε, δεν θα μας ωφελήσει διόλου˙ διότι αυτή η πίστη είναι νεκρή,18 και οι νεκροί δεν γίνονται συμμέτοχοι στη ζωή, αν δεν την επιζητήσουν προηγουμένως με την εργασία των εντολών. Διότι, μ’ αυτή την εργασία αναβλαστάνει μέσα μας, σαν ένας άφθονος καρπός, αγάπη, η ευσπλαχνία, η συμπόνια προς τον συνάνθρωπό μας, η πραότητα, η ταπείνωση, η υπομονή στους πειρασμούς, η αγνότητα, η καθαρότητα της καρδιάς, με την οποία γινόμαστε άξιοι να δούμε τον Θεό,19 αλλά και μέσα στην οποία πραγματοποιείται η παρουσία και η έλλαμψη του Αγίου Πνεύματος˙ η οποία και μας γεννά από τον ουρανό και μας κάνει υιούς του Θεού και μας ντύνει με τον Χριστό20˙ και ανάβει το λυχνάρι μας21 και μας αναδεικνύει τέκνα του φωτός22 και ελευθερώνει τις ψυχές μας από το σκότος και μας κάνει απ’ αυτή ακόμη τη ζωή συνειδητά κοινωνούς της αιώνιας ζωής.
Ας μη στηρίζουμε λοιπόν την ελπίδα μας μόνο σε κάποιες άλλες εργασίες και αρετές, στις νηστείες δηλαδή ή στις αγρυπνίες ή στον ύπνο καταγής και στις διάφορες άλλες κακοπάθειες, και ας μην καταφρονήσουμε την ίδια την εργασία των εντολών του Κυρίου, διότι τάχα μπορούμε να σωθούμε μ’ εκείνες τις εργασίες και αρετές, χωρίς την εργασία των εντολών. Διότι αυτό είναι αδύνατο, αδύνατο! Και ας σε πείσουν οι πέντε μωρές παρθένες,23 και εκείνοι που έκαναν πολλά σημεία και θαύματα στο όνομα του Χριστού,24 που, επειδή δεν είχαν μέσα τους την αγάπη και τη χάρη του παναγίου Πνεύματος, άκουσαν από τον Κύριο: «Φύγετε μακριά από μένα εσείς, οι εργάτες της ανομίας.25 Διότι δεν σας γνωρίζω από πού είστε».26 Και όχι μόνο αυτοί, αλλά μαζί μ’ αυτούς και πολλοί άλλοι, που βαπτίσθηκαν βέβαια από τους αγίους αποστόλους και από τους μετέπειτα αγίους, αλλά δεν αξιώθηκαν να λάβουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, εξαιτίας της υπερβολικής τους κακίας, ούτε έδειξαν ζωή άξια της κλήσης27 στην οποία τους κάλεσε ο Κύριος, ούτε έγιναν τέκνα του Θεού,28 αλλά παρέμειναν «σάρκα και αίμα»,29 επειδή δεν πίστεψαν ότι υπάρχει ποτέ Πνεύμα, ούτε ζήτησαν, ούτε έλπισαν να το λάβουν. Γι’ αυτό οι άνθρωποι αυτοί δεν θα μπορέσουν να κυριαρχήσουν ποτέ ούτε στις σαρκικές επιθυμίες, ούτε στα ψυχικά πάθη˙ ούτε θα μπορέσουν να δείξουν κάποια υπεροχή στις αρετές, διότι ο Κύριος λέει: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε».30
Αλλά παρακαλώ, πατέρες και αδελφοί, ας φροντίσουμε εμείς, με όση δύναμη έχουμε, να αξιωθούμε να γίνουμε από εδώ ακόμη συμμέτοχοι στη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, για να επιτύχουμε και τα παρόντα και τα μέλλοντα αγαθά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.

Υποσημειώσεις.
1. Πρβ. Γεν. 3, 1 και 4-5
2. Πρβ. Ιω. 8, 44
3. Πρβ. Έξ. 32, 32
4. Πρβ. Εβρ. 3, 1
5. Πρβ. Ρωμ. 8, 17
6. Πρβ. Φιλιπ. 3, 20
7. Πρβ. Ιω. 3, 3
8. Ιω. 3, 6
9. Πρβ. Ματθ. 22, 11-13
10. Πρβ. Ιω. 1, 13 (σάρκα και αίμα, η ανθρώπινη φύση).
11. Ματθ. 25, 41
12. Πρβ. Ιω. 1, 12
13. Πρβ. Εφ. 5, 8
14. Ιω. 5, 44
15. Πρβ. Λουκ. 1, 33
16. Πρβ. Ιω. 3, 3
17. Πρβ. Ματθ. 25, 31-32
18. Πρβ. Ιακ. 2, 17 και 26
19. Πρβ. Ματθ. 5, 8
20. Πρβ. Ρωμ. 13, 14. Γαλ. 3, 27
21. Πρβ. Ματθ. 25, 8
22. Πρβ. Εφ. 5, 8
23. Πρβ. Ματθ. 25, 1-12
24. Πρβ. Ματθ. 7, 22
25. Ματθ. 7, 23. Λουκ. 13, 27
26. Λουκ. 13, 25
27. Πρβ. Εφ. 4, 1
28. Πρβ. Ιω. 1, 12
29. Πρβ. Ματθ. 16, 17. Ιω. 1, 13
30. Ιω. 15, 5

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.