Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου – κατηχήσεις. Λόγος 21-ος: Για την ενθύμηση του θανάτου και τον αδελφό του Αντώνιο.

Για την ενθύμηση του θανάτου. Και ποιό αγαθό τέλος είχε ο τρισόλβιος αδελφός του Αντώνιος.1 Και προς το τέλος επιτάφιος λόγος γι’ αυτόν.

Αδελφοί και πατέρες, εύχομαι στον Θεό, που με ελέησε, να οικονομηθούν αυτά που αφορούν στη σωτηρία όλων και να τακτοποιηθούν κατάλληλα οι ψυχές μας για την εκεί ζωή, όπου, αφού μας πρόλαβαν, αναχωρώντας απ’ αυτό τον κόσμο, μας περιμένουν αδέλφια και γονείς, όπου μας περιμένει ο πανευτυχής και μακάριος αδελφός μας, ο πατήρ Αντώνιος, αφού έζησε σ’ αυτόν τον κόσμο δίκαια και όσια, δείχνοντας γνήσια μετάνοια, με το να εξομολογείται με συντριβή αυτά που λίγοι από τους μοναχούς τα θεωρούν αμαρτήματα. Διότι ο άγιος εκείνος, με το να είναι καθαρός και να έχει καθαρή την καρδιά του από τους εμπαθείς λογισμούς, τα μικρά – και τα εντελώς μικρά, όπως νομίζω – αμαρτήματα, τα θεωρούσε και τα εξομολογούνταν σαν μεγάλες αμαρτίες, επειδή, με το να σκεπάζεται από τη χάρη του Θεού, έζησε τη ζωή του με παρθενία, αγνός στο σώμα και στην καρδιά. Διότι, αφότου πέρασε την πύλη του μοναστηριού και συντάχθηκε με τον Χριστό, δεν μόλυνε τον χιτώνα της σάρκας του ή της ψυχής του, ούτε με παραδοχή σκέψεων, ούτε με συγκατάθεση στους λογισμούς, ούτε με κάποια πράξη, όπως ακριβώς μου είπε την ώρα που εγώ καθόμουν κοντά στο κρεβάτι του και έκλαιγα. «Γιατί κλαις», είπε, «αδελφέ; Την πίστη στον Θεό δεν την αρνήθηκα, αλλά τη φύλαξα, ελπίζω, όπως σεβάσθηκα εκείνον. Αλλά και αφότου ήρθα σ’ αυτή την αγία μονή, δεν το λέω από καύχηση, αλλά έχοντας εμπιστοσύνη στον Θεό και στην ευχή του αγίου πατέρα μας,2 δεν έκανα σαρκική αμαρτία˙ έζησα ωστόσο τις μέρες μου με αμέλεια, τρώγοντας και πίνοντας. Παρ’ όλα αυτά αφήνω τον εαυτό μου στη φιλανθρωπία του Θεού, που όλα τα γνωρίζει, και ελπίζω να δείξει επιείκεια στην ταπεινότητά μου».
Τί περισσότερο έχουν λοιπόν τα λόγια και τα αποφθέγματα των μεγάλων πατέρων από τα λόγια και τα αποφθέγματα του δικού μας αδελφού; Διότι μας έκανε γνωστή με παρρησία την αγνότητα και την παρθενία του, αλλά και διατήρησε επίσης στην ψυχή του το άπτωτο της ταπείνωσής του, τηρώντας ακόμα και σ’ αυτό το πράγμα το λόγο, ή, μάλλον να πω, την εντολή του Κυρίου, που λέει: «Όταν τα κάνετε όλα, τότε να λέτε ότι είμαστε άχρηστοι δούλοι, διότι κάναμε αυτό που οφείλαμε να κάνουμε».3
Ύστερα μάλιστα απ’ αυτά, αφού συνομίλησε ιδιαίτερα με τον άγιο πατέρα μας, αφηγήθηκε σ’ αυτόν, πενθώντας, τα παρόμοια μ’ αυτά, που προκάλεσαν κατάπληξη και στον ίδιο τον άγιο πατέρα μας, αλλά και σ’ εμένα, να εκπλαγούν. Διότι κανείς από μας δεν έλπιζε ότι σ’ εκείνον κρύβεται τέτοιος θησαυρός αγνότητας και παρθενίας.
Αλλά όμως έπειτα, αφού ντύθηκε και το άγιο και μεγάλο αγγελικό σχήμα με μεγάλη προθυμία, με ποταμούς και δάκρυα, με σταθερή πίστη και τέλεια επίγνωση, αναχώρησε την έβδομη μέρα με ανείπωτη χαρά για τον Δεσπότη του, σε τέτοια πνευματική κατάσταση, αφήνοντας ακατάπαυστο πένθος σ’ εμάς τους ταλαίπωρους, αυτός ο νεοφώτιστος και νεοσύλλεκτος στρατιώτης, ο οποίος στην παρούσα ζωή μπήκε στο μοναστήρι τελευταίος από μας και άφησε πρώτος τη ματαιότητα του κόσμου. Όταν δηλαδή σκεφτώ αυτά, που και εσείς γνωρίζετε ότι έκανα και έλεγα σ’ αυτόν, επειδή φρόντιζα ο ταλαίπωρος για εκείνα που συντελούσαν στην ψυχική του σωτηρία, μένω εντελώς κατάπληκτος και φλέγεται ο νους και η σκέψη και η καρδιά μου, πως δηλαδή δεν πρόσεξα, πως εξαπατήθηκα, διδάσκοντας έναν άνδρα, που έπρεπε καλύτερα να διδαχθώ εγώ απ’ αυτόν˙ διότι, με το να θεωρώ τις αρετές εκείνου ελαττώματα, πονούσα υπερβολικά και ανησυχούσα για την ψυχική σωτηρία του ποθητού μου αδελφού, επειδή είναι σωστά να μιλήσω έτσι και να μη ψεύδομαι. Καυχώμαι στο όνομα του Χριστού και κατέχομαι επίσης από ανείπωτη χαρά, διότι συνόδευσα έτσι στον τάφο από τη ζωή αυτή τον αδελφό μου, και αξιώθηκα να τον δω να αναχωρεί στον Χριστό με τέτοια έργα και τέτοιες πράξεις. Διότι γνωρίζει ο εξεταστής των σκέψεων και των λογισμών μας Θεός ότι έδειξα γι’ αυτόν από την αρχή πολλή φροντίδα και μέριμνα και άφησα να χυθούν για χάρη του πολλές πηγές δακρύων. Και ο φιλάνθρωπος Θεός δεν παρέβλεψε τη δέησή μου, εμένα του ταλαίπωρου, αλλά ο αδελφός πέταξε στον ουρανό έτσι, μέσα δηλαδή στην αγάπη που είχαμε μεταξύ μας, και μέσα στην ταπείνωση και εμπιστοσύνη του σ’ εμένα, αφήνοντας στα άθλια χέρια μου μόνο το σώμα του.
Ενώ λοιπόν εγώ θρηνούσα και έλεγα: «Μη μας λησμονήσεις, αδελφέ˙ διότι φεύγεις πια και μας εγκαταλείπεις», μου μίλησε έτσι ακριβώς γαλήνια: «Όχι, διότι ελπίζω στον Θεό». Και αφού είπε με τα καθαρότατα χείλη του τελευταίο αυτό το λόγο, αναχώρησε στον Θεό˙ και δεν τον είπε μία φορά, αλλά και δεύτερη. Αφού δηλαδή πρώτα εγώ ζήτησα απ’ αυτόν, λέγοντας: «Μη μας λησμονήσεις, πολυπόθητε αδελφέ», ο ίδιος υποσχέθηκε, για δεύτερη φορά, να μη μας λησμονήσει. Και αφού άπλωσε τα πόδια του και έβαλε σταυρωτά τα χέρια του με ατάραχη κατάσταση και κίνηση της ψυχής, κοιμήθηκε έτσι μέσα σε απόλυτη ειρήνη τον γλυκύτατο ύπνο του θανάτου και παραδόθηκε στον ύπνο, που πρέπει στους δίκαιους, χωρίς να δείξει προσκόλληση σε κανένα από τα πράγματα αυτού του κόσμου. Ούτε δηλαδή τους συγγενείς του θυμήθηκε, ούτε ανέφερε το όνομα κάποιου φίλου, που είχε αποκτήσει σ’ αυτή τη ζωή, ούτε άφησε διαθήκη γι φθαρτά πράγματα, αλλά, μιλώντας και καταφρονώντας σαν κοπριά και σαν βούρκο όλα όσα υπάρχουν σ’ αυτό τον κόσμο, πήγε στα νοητά βασίλεια ολότελα γυμνός από κάθε επιθυμία των ορατών πραγμάτων, και από κάθε σχέση μ’ αυτά, και έγινε αληθινά άξιος κάτοικος και κληρονόμος τους. Και εύλογα˙ διότι, αν ο Θεός πρόσταξε σ’ εμάς, αν και είμαστε γυμνοί, να ντύνουμε τους αδελφούς,4 πόσο περισσότερο θα γίνει εκείνος ένδυμα και σκέπασμα για τον γλυκύτατο αδελφό μου, που για χάρη του απαρνήθηκε όλο τον κόσμο και τα πράγματα του κόσμου, και αναχώρησε γυμνός, για να πάει σ’ αυτόν;
Λοιπόν, αφού αναλογισθούμε όλοι εμείς τη ζωή του αδελφού μας, ας μιμηθούμε, παρακαλώ, την πίστη του, τους αγώνες του, την εξομολόγηση, τη μετάνοια, ώστε και εμείς, όταν φθάσουμε στην έξοδό μας από το σώμα, να αναχωρήσουμε χωρίς φόβο και χωρίς ταραχή απ’ αυτό, όπως εκείνος, και αφού πάμε στον Θεό, να κατοικήσουμε μέσα σ’ αυτόν, απολαμβάνοντας τις καλές ελπίδες μας, και να αναπαυθούμε στις αιώνιες σκηνές, όπου βρίσκεται η κατοικία όλων αυτών, που ευφραίνονται, και όπου έχει τη διαμονή του ο χορός των μακαρίων και αγίων πατέρων μας.
Αλλά, ως φίλτατε και αγαπημένε από τον Θεό, πολυπόθητε αδελφέ, θυμήσου την υπόσχεσή σου, και μη λησμονήσεις τα τελευταία και γλυκύτατα λόγια σου προς εμένα, πρεσβεύοντας για μας τους αδελφού σου και για όλους τους συνανθρώπους σου. Διότι γνωρίζεις σε ποια κακά είμαστε, ενώ εσύ ο ίδιος βρίσκεσαι σε ωραία και πολλά αγαθά˙ διότι αυτός, που ελευθερώθηκε από το σκοτάδι, γνωρίζει με ακρίβεια την αθλιότητα εκείνων που είναι φυλακισμένοι σ’ αυτό. Ικέτευσε λοιπόν, ζητούμε, και τώρα τον Θεό για όλη την αδελφότητά σου, στο όνομα του Χριστού, εσύ, που ποτέ δεν αδιαφόρησες για κάποιον που σου ζήτησε κάτι, ούτε στέρησες από τη δική σου απαραίτητη τροφή αυτούς που την είχαν ανάγκη. Παρακάλεσε για αδελφούς, που κρέμονται από τον πόθο σου και δεν μπορούν να βαστάξουν το χωρισμό και δεν αντέχουν να υποφέρουν το πένθος, για να έχεις και εμάς μαζί σου, όταν θα μας υποδεχθείς˙ και εξιλέωσε τον υπεράγαθο Θεό να κατοικήσουμε μαζί σου˙ και προετοίμασε για μας τόπο ανάπαυσης, κατασκευασμένο από τα καλά έργα, που κάναμε σ’ αυτή τη ζωή, ώστε να ζούμε και να ευφραινόμαστε μ’ εσένα, και μαζί μ’ εσένα, και στη βασιλεία των ουρανών, όπως και στην παρούσα ζωή, με το να αξιωθούμε να κατοικούμε και να βλέπουμε την άλυπη και μακάρια ζωή. Και όπως ακριβώς εμείς σου προετοιμάσαμε διαμονή και κατοικία, όταν εσύ έτρεξες από τον κόσμο στη μοναχική πολιτεία, έτσι τώρα και συ, αφού προηγήθηκες, πηγαίνοντας στην ανέκφραστη και θεία και άυλη ζωή, δέξου μας με χαρά, ή, μάλλον, παράλαβε και συνόδευσε και κοπίασε μαζί μας, ως φιλάδελφος αδελφός, και ελευθέρωσε από εκείνους που επιχειρούν να εμποδίσουν και να αποτρέψουν την άφιξή μας σ’ εσένα, φέροντας στο νου σου ότι και εμείς βοηθήσαμε και κοπιάσαμε σ’ αυτήν εδώ τη ζωή μαζί μ’ εσένα τον αδελφό. Διότι χρειαζόμαστε εμείς αυτή τη στιγμή τη βοήθειά σου περισσότερο από όσο τη χρειαζόσουν εσύ τότε, όταν άρχισες τον αγώνα να απαλλαγείς από τα δίχτυα του κόσμου.
Είναι δηλαδή, γλυκύτατε αδελφέ, πολλά τα δικά μου βάρη, που βαρύνουν την ταπεινή μου ψυχή και το σώμα, από τα οποία το φοβερότερο από όλα είναι η απομόνωσή μου και η πολλή μέριμνα για τους αδελφούς, που είναι μαζί μου, για την οποία γνωρίζεις ότι έχω παράφορο ζήλο. Διότι οπωσδήποτε γνώρισες τώρα τα αισθήματα της δικής μου διάθεσης, και ότι ποτέ δεν σε επέπληττα και δεν σε προστάτευα με τις νουθεσίες μου με κάθε τρόπο, επειδή σε μισούσα ή σε αποστρεφόμουν, αλλά επειδή σε αγαπούσα πάρα πολύ και φλεγόμουν διαρκώς από πόθο για σένα. Διότι βλέπεις τώρα, γνωρίζω καλά, αφού απαλλάχθηκες από τον γνόφο και την ομίχλη αυτού του σώματος, και διακρίνεις γυμνή την ψυχή μου και τη σκέψη της, καθώς είσαι τώρα απαλλαγμένος από το σώμα. Διότι, με το να γίνεις όμοιος με τον Θεό, βλέπεις με τρόπο πιο ταιριαστό στον Θεό και όλα αυτά που σχετίζονται μ’ εμάς.
Μη λοιπόν φανείς ψεύτης στις συμφωνίες που έκανες μ’ εμάς, ούτε να λησμονήσεις τον αδελφό, που σε αγάπησε πάρα πολύ, και που, αν δεν είναι τολμηρό να πω, πρόσφερε για σένα και την ίδια του την ψυχή. Αλλά άπλωσε το χέρι σου να μας βοηθήσεις με τις ευπρόσδεκτες από τον Θεό προσευχές σου, για να αξιωθούμε να φθάσουμε σ’ εσένα και να κατοικήσουμε μαζί μ’ εσένα, μέσα στον ίδιο τον Κύριο και Θεό και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό, κατοικώντας μέσα του, με τον να αναστρεφόμαστε με το ανέκφραστο φως, μέσα στην άφθαρτη ζωή, μέσα στην ανείπωτη χαρά, μέσα στην απερίγραπτη δόξα και λαμπρότητα, που γίνεται ορατή στην κοινωνία μας με τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, και που προσκυνείται στους αιώνες. Αμήν.

Υποσημειώσεις.
1. Στον βίο του αγίου Συμεών δεν αναφέρεται να υπάρχει σαρκικός του αδελφός, αλλά μοναχός με το όνομα Αντώνιος (Βίος 58, 2-8, σ’. 79). Κατά πάσαν πιθανότητα τον ονομάζει αδελφό του διότι είχαν κοινό πνευματικό πατέρα τον Συμεών τον Ευλαβή.
2. Αναφέρεται στον Συμεών τον Ευλαβή.
3. Λουκ. 17, 10
4. Πρβ. Ματθ. 25, 36και 40

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.