Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου – κατηχήσεις. Λόγος 24-ος: Για την πνευματική γνώση.

Για την πνευματική γνώση. Και ότι ο θησαυρός του Πνεύματος, ο κρυμμένος μέσα στο γράμμα της θείας Γραφής, δεν είναι φανερός σε όλους, και σ’ εκείνους που θέλουν, αλλά μόνο σ’ αυτούς που απέκτησαν Εκείνον, που ανοίγει διάπλατα το νου, για να καταλαβαίνει τις Γραφές.1

Αδελφοί και πατέρες, η πνευματική γνώση μοιάζει με μία κατοικία κτισμένη ανάμεσα στην κοσμική και στην ελληνική γνώση, που μέσα της υπάρχει σαν κιβώτιο στερεό και καλά ασφαλισμένο ο ανέκφραστος πλούτος, που υπάρχει σ’ αυτή, που ποτέ δεν θα μπορέσουν να τον δουν εκείνοι που μπαίνουν στην κατοικία, αν δεν τους ανοιχθεί τελικά διάπλατα το κιβώτιο. Δεν είναι όμως δυνατό να ανοιχθεί ποτέ αυτό το κιβώτιο από την ανθρώπινη σοφία, γι’ αυτό και ο πλούτος του Πνεύματος, που είναι αποθηκευμένος μέσα στο κιβώτιο, μένει σε όλους τους ανθρώπους, που ζουν μέσα στον κόσμο, άγνωστος. Και όπως, και αν ακόμη ο άνθρωπος σηκώσει και βάλει επάνω στους ώμους του ολόκληρο το ίδιο το κιβώτιο, δεν γνωρίζει το θησαυρό που είναι αποθηκευμένος μέσα σ’ αυτό, έτσι, και αν ακόμη ο άνθρωπος διαβάσει και αποστηθίσει τις Γραφές και τις απαγγέλλει όπως έναν ψαλμό, δεν γνωρίζει τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος που είναι κρυμμένη μέσα σ’ αυτές. Διότι ούτε αυτά, που υπάρχουν μέσα στο κιβώτιο, γίνονται φανερά με το να βάλει κάποιος στους ώμους του το κιβώτιο, ούτε αυτά που υπάρχουν μέσα στη Γραφή γίνονται φανερά, με το να διαβάσει τη Γραφή. Και πώς γίνονται, άκουσε.
Βλέπεις ένα μικρό κιβώτιο κλεισμένο με ασφάλεια από παντού και, υπολογίζοντας από το βάρος του και από την ωραία εξωτερική του εμφάνιση, υποθέτεις ή και πιστεύεις, ακούγοντας από κάποιους, ότι αυτό το κιβώτιο έχει μέσα του θησαυρό˙ γι’ αυτό και το σηκώνεις στους ώμους σου και προχωρείς βιαστικά. Πες μου λοιπόν ποια θα είναι η ωφέλειά σου, αν θα το περιφέρεις πάντοτε σφραγισμένο και κλεισμένο, και δεν θα το ανοίξεις; Δεν θα δεις ποτέ, όσο ακόμη ζεις, το θησαυρό που υπάρχει μέσα στο κιβώτιο˙ δεν θα αντικρύσεις την ακτινοβολία από τα πετράδια, που υπάρχουν μέσα σ’ αυτό, τη λαμπρότητα από τα μαργαριτάρια, την αστραφτερή λάμψη από το χρυσάφι. Ποια θα είναι η ωφέλειά σου, αν δεν αξιωθείς να λάβεις έστω και λίγα απ’ αυτά και να αγοράσεις κάτι από τα απαραίτητα για τη διατροφή ή την ένδυση, αλλά περιφέρεις βέβαια διαρκώς σφραγισμένο το κιβώτιο, όπως είπαμε, γεμάτο από μεγάλο και πολύτιμο θησαυρό, αλλά εσύ ο ίδιος υποφέρεις από πείνα και δίψα και γύμνια; Οπωσδήποτε καμία.
Αυτά αδέλφια μου, σκέψου ότι γίνονται και στα πνευματικά. Θεώρησε λοιπόν σαν κιβώτιο το Ευαγγέλιο του Χριστού και τις άλλες θείες Γραφές, που έχουν μέσα τους κλεισμένη και σφραγισμένη την αιώνια ζωή, και μαζί μ’ αυτή τα ανέκφραστα και αόρατα από τα αισθητά μάτια αιώνια αγαθά, που υπάρχουν στην αιώνια ζωή, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου: «Να ερευνάτε τις Γραφές, διότι μέσα σ’ αυτές βρίσκεται η αιώνια ζωή».2 Να υποθέσεις μάλιστα ότι άνθρωπος που σήκωσε στους ώμους του το κιβώτιο είναι αυτός που αποστήθισε όλες τις Γραφές και τις έχει πάντοτε στο στόμα του. Τις έχει λοιπόν αυτές, σαν μέσα σε κιβώτιο, στο μνημονικό της ψυχής, που έχει τις εντολές του Θεού σαν πολύτιμες πέτρες, στις οποίες υπάρχει η αιώνια ζωή, διότι τα λόγια του Χριστού είναι φως και ζωή, όπως ο ίδιος ο Χριστός λέει: «Εκείνος που απειθεί στον Υιό δεν θα δει τη ζωή»3˙ και έχει μαζί με τις εντολές, σαν μαργαριτάρια, τις αρετές, διότι από τις εντολές προέρχονται οι αρετές, και από τις αρετές προέρχεται η φανέρωση των μυστηρίων, που είναι κρυμμένα και καλυμμένα μέσα στο γράμμα. Διότι η εργασία των αρετών γίνεται με την πραγματοποίηση των αρετών και έτσι με τις εντολές ανοίγεται σ’ εμάς η θύρα γης γνώσης, ή, καλύτερα, όχι με τις εντολές, αλλά με τον Χριστό που είπε: «Αυτός που με αγαπά θα τηρήσει τις εντολές μου και ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει και εγώ θα φανερώσω σ’ αυτόν τον εαυτό μου».4
Όταν λοιπόν ο Θεός κατοικήσει και περπατήσει μέσα μας,5 και φανερώσει ο ίδιος αισθητά τον εαυτό του σ’ εμάς, τότε θα δούμε και φανερά αυτά που υπάρχουν στο κιβώτιο, δηλαδή τα θεία μυστήρια, που είναι κρυμμένα μέσα στη θεία Γραφή. Με άλλο τρόπο δεν είναι δυνατό – ας μην πλανάται κάποιος -, να ανοιχθεί διάπλατα το κιβώτιο της γνώσης και να απολαύσουμε τα αγαθά που υπάρχουν μέσα σ’ αυτό, ή να γίνουμε μέτοχοι και να φθάσουμε σε θέαση.
Τί λογής και ποιά αγαθά εννοώ; Εννοώ την τέλεια αγάπη, την αγάπη δηλαδή προς τον Θεό και τον πλησίον, την καταφρόνηση όλων των ορατών πραγμάτων, τη νέκρωση της σάρκας και των γήινων μελών της,6 ως και τη νέκρωση της κακής επιθυμίας˙ ώστε, όπως ο νεκρός δεν σκέφτεται διόλου, ούτε αισθάνεται κάτι, έτσι και εμείς οι ίδιοι να μη βάζουμε διόλου ποτέ στο νου μας καμία σκέψη κακής επιθυμίας ή αμαρτωλής αίσθησης, ούτε να αισθανόμαστε το κακό της τυραννικής ενόχλησης, αλλά μόνο να έχουμε στη μνήμη μας τις εντολές του Σωτήρα Χριστού. Και ακόμη εννοώ την αθανασία, την αφθαρσία, την αιώνια δόξα, την αιώνια ζωή, τη βασιλεία των ουρανών, την υιοθεσία, που γίνεται με την αναγέννηση από το Άγιο Πνεύμα, αλλά και το να γίνουμε θεοί με την υιοθεσία και τη χάρη, και να γίνουμε κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Χριστού,7 και να αποκτήσουμε μαζί μ’ αυτά το νου του Χριστού,8 και μ’ αυτό το νου να δούμε τον ίδιο τον Θεό και Χριστό να κατοικεί ως προς τη θεότητά του μέσα μας και να περπατά φανερά μέσα μας.
Εκείνοι λοιπόν που ακούν τις εντολές του Θεού και τις κάνουν, αξιώνονται να απολαμβάνουν πλούσια όλα αυτά, αλλά και όσα ανείπωτα και απερίγραπτα, ανώτερα απ’ αυτά, υπάρχουν, με το άνοιγμα του κιβωτίου, που είπαμε, με την αφαίρεση δηλαδή του καλύμματος από τα νοερά μάτια και με τη θέαση αυτών που είναι κρυμμένα στη θεία Γραφή. Οι άλλοι όμως, που δεν γνωρίζουν και δεν έχουν πείρα από όλα αυτά, που είπαμε, μένουν άγευστοι από τη γλυκύτητά τους, από την αθάνατη δηλαδή ζωή τους, επειδή στηρίζονται μόνο στη μάθηση των Γραφών˙ αυτούς και θα τους καταδικάσει και θα τους κατακρίνει αυτή η μάθηση στην έξοδό τους από τη ζωή, περισσότερο από εκείνους που δεν άκουσαν διόλου τις Γραφές. Διότι μερικοί απ’ αυτούς, με το να πλανώνται από άγνοια, διαστρεβλώνουν όλες τις θείες Γραφές, με το να τις ερμηνεύουν σύμφωνα με τις αμαρτωλές τους επιθυμίες, επειδή θέλουν να συστήσουν τους εαυτούς τους, ότι δηλαδή πρόκειται να σωθούν και χωρίς την ακριβή τήρηση των εντολών του Χριστού, αν και έτσι αρνούνται εντελώς τη δύναμη των αγίων Γραφών.
Και αυτό είναι λογικό˙ διότι τα σφραγισμένα και κλεισμένα μυστήρια, αυτά δηλαδή που είναι αόρατα και άγνωστα σε όλους τους ανθρώπους, αλλά που ανοίγονται διάπλατα μόνο από το Άγιο Πνεύμα, και έτσι φανερώνονται και γίνονται σ’ εμάς ορατά και γνωστά, πώς άραγε θα μπορέσουν να τα γνωρίσουν ποτέ, ή να τα αντιληφθούν, ή να τα σκεφθούν ποτέ, έστω και λίγο, εκείνοι που λένε ότι ποτέ δεν γνώρισαν την παρουσία του Αγίου Πνεύματος, την έλλαμψή του, το φωτισμό του, την κατοίκησή του μέσα τους; Πώς δηλαδή θα τα φθάσουν αυτά τα μυστήρια εκείνοι, που ποτέ δεν γνώρισαν διόλου να γίνεται μέσα τους η αναχώνευση, η ανακαίνιση, η αλλοίωση, η ανάπλαση, η αναγέννηση από το Άγιο Πνεύμα; Αλλά και εκείνοι που δεν βαπτίσθηκαν ακόμη στο Άγιο Πνεύμα,9 πώς μπορούν να γνωρίσουν την αλλοίωση αυτών που βαπτίσθηκαν σ’ αυτό; Εκείνοι που δεν γεννήθηκαν από τον ουρανό,10 πώς θα δουν, όπως είπε ο Κύριος, τη δόξα αυτών που γεννήθηκαν από τον ουρανό˙ αυτών δηλαδή που γεννήθηκαν από τον Θεό11 και έγιναν τέκνα του Θεού;12 Εκείνοι που δεν θέλησαν να υποστούν αυτή τη γέννηση, αλλά έχασαν από αμέλεια αυτή τη δόξα, αν και έλαβαν τη δυνατότητα να γίνουν τέτοια, πες μου, με ποιά γνώση θα μπορέσουν να αντιληφθούν ή θα κατορθώσουν να σκεφθούν, έστω και λίγο, τι λογής έγιναν εκείνοι που βαπτίσθηκαν;
Ο Θεός είναι πνεύμα13 αόρατο, αθάνατο, απλησίαστο, ακατανόητο, και κάνει αυτούς που γεννιούνται απ’ αυτόν τέτοιους, όμοιους δηλαδή με τον Πατέρα που τους γέννησε, κατανοητούς και ορατούς μόνο ως προς το σώμα, αλλά ως προς τα άλλα αυτοί γνωρίζονται μόνο από τον Θεό, και γνωρίζουν μόνο τον Θεό, ή, καλύτερα, θέλουν να γνωρίζονται μόνο από τον Θεό, στον οποίο και επιθυμούν πάντοτε να βλέπουν, και ποθούν να τους βλέπει. Αλλιώς, όπως δεν μπορούν να διαβάζουν τα βιβλία οι άπειροι στα γράμματα εξίσου με τους έμπειρους, έτσι και εκείνοι, που δεν θέλησαν να ζήσουν τις εντολές του Χριστού με την πράξη, δεν θα κατορθώσουν ποτέ να αξιωθούν τη φανέρωση του Αγίου Πνεύματος εξίσου μ’ αυτούς που αγρύπνησαν στις εντολές και τις εφάρμοσαν και έχυσαν γι’ αυτές το ίδιο τους το αίμα. Διότι, όπως ο άνθρωπος που έλαβε ένα σφραγισμένο και κλεισμένο βιβλίο δεν μπορεί να δει αυτά που είναι γραμμένα σ’ αυτό ή να αντιληφθεί, όσο το βιβλίο είναι σφραγισμένο, τι λογής είναι αυτά, και αν ακόμη έχει μάθει όλη τη σοφία του κόσμου, έτσι, ούτε εκείνος που έχει, όπως είπαμε, στο στόμα του όλες τις θείες Γραφές, θα μπορέσει ποτέ να γνωρίσει και να δει συγχρόνως τη μυστική και θεία δόξα και δύναμη, που είναι κρυμμένη μέσα σ’ αυτές, αν δεν εφαρμόσει όλες τις εντολές του Θεού και δεν λάβει μαζί του τον Παράκλητο, που του ανοίγει διάπλατα τα λόγια, σαν βιβλίο, και του δείχνει με μυστικό τρόπο τη δόξα, που βρίσκεται μέσα σ’ αυτά, αλλά και φανερώνει τα κρυμμένα στα λόγια αυτά αγαθά του Θεού μαζί με την ίδια την αιώνια ζωή, που αναβλύζει αυτά τα αγαθά, που είναι ολότελα καλυμμένα και αφανή σε όλους τους καταφρονητές και αδιάφορους. Και εύλογα˙ επειδή δηλαδή αυτοί προσήλωσαν όλες τις αισθήσεις τους στη ματαιότητα του κόσμου και προσκολλώνται στις χαρές του βίου και στα κάλλη των σωμάτων, με το να περιφέρουν την οπτική ικανότητα της ψυχής σκοτεινή, δεν μπορούν να κοιτάξουν στα νοητά κάλλη των ανέκφραστων αγαθών του Θεού και να τα αντικρύσουν.
Και όπως εκείνος, που έχει άρρωστα τα σωματικά μάτια, δεν μπορεί να παρατηρήσει έστω και λίγο στην ηλιακή ακτίνα, που λάμπει δυνατά, αλλά και αν ατενίσει σ’ αυτή, χάνει αμέσως εντελώς ακόμη και το φως που έχει, έτσι ακριβώς και εκείνος, που έχει τα μάτια της ψυχής άρρωστα και τις ίδιες τις αισθήσεις εμπαθείς, δεν μπορεί να κοιτάξει με απάθεια, και χωρίς να βλαφθεί, την καλλονή ή την ωραιότητα του σώματος˙ αλλά και την ειρήνη των λογισμών, που είχε πριν απ’ αυτό, και τη γαλήνη της κακής επιθυμίας, τη χάνει και αυτή, όταν επιμένει στην ενασχόληση με το πάθος. Γι’ αυτό λοιπόν δεν μπορεί ένας τέτοιος άνθρωπος να γνωρίσει διόλου ούτε τη δική του αρρώστια. Διότι, αν θεωρούσε τον εαυτό του ότι είναι άρρωστος, θα πίστευε ότι υπάρχουν κάποιοι άλλοι υγιείς και ίσως κάποτε θα μεμφόταν τον εαυτό του, ότι ο ίδιος έγινε για τον εαυτό του αίτιος της αρρώστιας, και θα φρόντιζε γι’ αυτά που χρειάζονται για την απαλλαγή του από την αρρώστια. Αλλά τώρα, θεωρώντας ένας τέτοιος όλους εμπαθείς, εξισώνει τον εαυτό του μ’ αυτούς και λέει ότι είναι αδύνατο να γίνει ο ίδιος ανώτερος από όλους. Γιατί το κάνει αυτό; Για να πεθάνει μαζί με το πάθος, επειδή ο άθλιος δεν θέλει να απαλλαγεί από ένα τέτοιο κακό. Διότι, αν ήθελε να απαλλαγεί, θα μπορούσε, επειδή έλαβε από τον Θεό αυτή τη δυνατότητα. Διότι, όσοι βαπτισθήκαμε στο όνομά του, λάβαμε απ’ αυτόν την εξουσία να αποβάλλουμε από επάνω μας σαν παλαιό ένδυμα την προηγούμενη αχρειότητα της φθοράς και να γίνουμε υιοί του Θεού και να ντυθούμε τον Χριστό.14
Αλλά ας μη συμβεί, αδελφοί, να εξομοιωθούμε μ’ αυτούς που είναι σ’ αυτή την κατάσταση και φρονούν τέτοια, επειδή είναι άκαρποι και χοϊκοί. Αλλά ας ακολουθήσουμε τον Χριστό, που πέθανε για μας και αναστήθηκε και μας ανύψωσε στους ουρανούς, και ας βαδίζουμε πάντοτε στα ίχνη του, καθώς καθαριζόμαστε με τη μετάνοια από το ρύπο της αμαρτίας και ντυνόμαστε το φωτεινό ένδυμα της αφθαρσίας του Πνεύματος μέσα στον ίδιο τον Χριστό, τον Θεό μας, στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Υποσημειώσεις.

1. Πρβ. Λουκ. 24, 45
2. Ιω. 5, 39.
3. Ιω. 3, 36
4. Ιω. 14, 21 και 23
5. Πρβ. Β’ Κορ. 6, 16
6. Πρβ. Κολ. 3, 5
7. Πρβ. Ρωμ. 8, 17
8. Πρβ. Α’ Κορ. 2, 16
9. Πρβ. Ματθ. 3, 11
10. Πρβ. Ιω. 3, 3
11. Ιω. 1, 13
12. Ιω. 1, 12
13. Ιω. 4, 24
14. Πρβ. Γαλ. 3, 27

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.