Κυριακή Β. επιστολών: το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ, «μόνον ο Θεός» – λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.

Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Β. 10 – 16.

Αδελφοί, δόξα και τιμή και ειρήνη παντί τω εργαζομένω το αγαθόν, Ιουδαίω τε πρώτον και Έλληνι’ ου γάρ έστι προσωποληψία παρά τω Θεώ. Όσοι γάρ ανόμως ήμαρτον, ανόμως και απολούνται” και όσοι εν νόμω ήμαρτον, δια νόμου κριθήσονται. Ου γάρ οι ακροαταί του νόμου δίκαιοι παρά τω Θεώ, αλλ’ οι ποιηταί του νόμου δικαιωθήσονται. Όταν γάρ έθνη τα μή νόμον έχοντα, φύσει τα του νόμου ποιή, ούτοι νόμον μή έχοντες, εαυτοίς εισί νόμος, οίτινες ενδείκνυνται το έργον του νόμου, γραπτόν εν ταις καρδίαις αυτών, συμμαρτυρούσης αυτών της συνειδήσεως και μεταξύ αλλήλων των λογισμών κατηγορούντων η και απολογουμένων, εν ημέρα ότε κρινεί ο Θεός τα κρυπτά των ανθρώπων κατά το Ευαγγέλιόν μου δια Ιησού Χριστού.

Απόδοση.

Αδελφοί, δόξα, τιμή και ειρήνη προς΄μένουν όποιον κάνει το καλό, πρώτα τον Ιουδαίο αλλά και τον εθνικό, γιατί ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις. Έτσι λοιπόν, όσοι αμάρτησαν χωρίς να ξέρουν τον Νόμο του Θεού, θα καταδικασθούν όχι με κριτήριο τον Νόμο. Κι από την άλλη, όσοι αμάρτησαν γνωρίζοντας το Νόμο, θα δικασθούν με κριτήριο τον Νόμο. Γιατί στο Θεϊκό δικαστήριο δεν δικαιώνονται όσοι άκουσαν απλώς τον Νόμο, αλλά μόνον όσοι τήρησαν το Νόμο.
Όσο για τα άλλα έθνη που δεν γνωρίζουν τον Νόμο, πολλές φορές κάνουν από μόνοι τους αυτό που απαιτεί ο Νόμος. Αυτό δείχνει, πως αν και δεν τους δόθηκε ο Νόμος, μέσα τους υπάρχει νόμος. Η διαγωγή τους φανερώνει πως οι εντολές του Νόμου είναι γραμμένες στις καρδιές τους, και σ’ αυτό συμφωνεί και η συνοίδεισή τους, που η φωνή της τους τύπτει ή τους επαινεί, ανάλογα με την διαγωγή τους.
Όλα αυτά, θα γίνουν την ημέρα που ο Θεός θα κρίνει δια του Ιησού Χριστού τις κρυφές σκέψεις των ανθρώπων, όπως λέει το ευαγγέλιό μου.

ΜΟΝΟΝ Ο ΘΕΟΣ
«Δόξα και τιμή και ειρήνη παντί τω εργαζομένω το αγαθόν»

Τι άλλο περισσότερον και καλύτερον θα ημπορούσε να ζητήση ο άνθρωπος εις την ζωήν του αγαπητέ αναγνώστα, από τα τρία αυτά ανεκτίμητα αγαθά, την δόξαν, την τιμήν και την ειρήνην; Αγώνες μακροί και επίπονοι καταβάλλονται δια την απόκτησίν των από μυριάδες ανθρώπων. Πολλοί τα ζητούν, ολίγοι τα αποκτούν. Ίσως διότι δεν γνωρίζουν τον τρόπον της επιτυχίας.

Με το σημερινό ανάγνωσμα ο Απόστολος Παύλος, που είχεν επιτύχει πλήρως και τα τρία, μαςδίδει την ορθήν γραμμήν και διακυρύττει χωρίς περιστροφές το μυστικόν της νίκης. Ωφέλιμον θα είναι, αγαπητοί, να αναλύσωμεν βαθύτερα την εμπνευσμένην και αποκαλυπτικήν αυτήν φράσιν του μεγάλου αγωνιστού, του ενδόξου και απαραμίλλου σπορέως της θείας αληθείας, του φλογερού Ταρσέως και εκπληκτικού πυρπολητού των ψυχών, του Αποστόλου Παύλου.

1. Δόξα.

Ζυμωμένη η ψυχή μας με τον πυρωμένον αυτόν πόθον. Θέλουμε να δοξασθούμε. Και η σκέψις μόνον μας ηλεκτρίζει. Πάντοτε το ίδιο συνέβαινε. Η δόξα ήταν και θα είναι η πιο γοητευτική και ισχυρή ανθρώπινη επιδίωξη. Μόνο που παίρνει συνήθως λανθασμένο δρόμο. Και να! Κόσμος πολύς, αναρίθμητες ψυχές στο κύλισμα του χρόνου αγωνίζονται, πάσχουν, λυώνουν στην προσπάθεια να κερδίσουν την δόξα. Οι περισσότεροι κυνηγούν τη σκιά. Πιάνεται η σκιά; Και έτσι πεθαίνουν στο τέλος με το μαράζι στην καρδιά και το πικρό παράπονο στα χείλη, διότι έμεινεν ο πόθος απραγματοποίητο όνειρο.

Μα κι αν προς στιγμήν ο άνθρωπος κερδίση την δόξα, είναι, δυστυχώς, τόσο ασταθής, τόσο φευγαλέα, ώστε, συνήθως, χωρίς να το καταλαβαίνη, γλυστράει μέσα από τα χέρια του. Πόσες δάφνες δοξασμένων νικητών μαράθηκαν άδοξα! Πόσες επευφημίες εσταμάτησαν απότομα! Πόσες λάμψεις έσβησαν τραγικά! Πόσοι θρόνοι εκρημνίσθησαν! Πόσα σκήπτρα έπεσαν στο χώμα! Πόσοι ευρέθησαν ξαφνικά από το ύψος του μεγαλείου εις το χάος της καταπτώσεως και του ολέθρου!

Πόσο δίκαιον έχει η Αγία Γραφή, όταν διδάσκει: «Πάσα δόξα ανθρώπου ως άνθος χόρτου. Εξηράνθη ο χόρτος και το άνθος αυτού εξέπεσε!». Τι είναι, αλήθεια, τα ανθρώπινα πράγματα! Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης, συμπεραίνει θλιβερά ο Εκκλησιαστής. Ματαιότης! Και το κακόν είναι ότι δι’ αυτήν την τόσον ασταθή και ματαίαν δόξαν, ο άνθρωπος προβαίνει συχνά εις σοβαράς υποχωρήσεις έναντι του νόμου του Θεού. Αδικεί και συντρίβει άλλους δια να επιτύχη αυτός την άνοδον. Συκοφαντεί και τραυματίζει υπολήψεις δια να μη σταθούν οι άλλοι εμπόδιον εις την ιδικήν του επικράτησιν. Θυσιάζει την αιωνίαν ψυχήν του δια να κατακτήση την αβεβαίαν και προσωρινήν δόξαν. Παραφροσύνη!

Και όμως, υπάρχει τρόπος να κερδίση ο άνθρωπος την δόξαν, και μάλιστα αιωνίαν και αδιατάρακτον. Δεν χρειάζεται να είναι στρατηλάτης και να καταγάγη περιφανείς νίκες. Δεν απαιτείται να είναι σοφός και να συγγράψη περισπούδαστα συγγράμματα. Κοινός τύπος ανθρώπου ας είναι. Αρκεί να εργάζεται το αγαθόν, κατά την έκφραση του Αποστόλου Παύλου. Αυτό είναι το μυστικόν. Απλούν. Πρακτικόν. Δια τον κάθε χριστιανόν κατορθωτόν. Η τήρησις δηλαδή του νόμου του Θεού και η εφαρμογή του αγαθού εξασφαλίζουν εις τον άνθρωπον την μόνιμον, την σταθεράν, την αιωνίαν δόξαν, την οποίαν ο Κύριος θα προσφέρει εις όλουςς κατά την μεγάλην ημέραν της κρίσεως. Εάν, γράφει ο Απόστολος Πέτρος, βαδίζετε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, τότε «κομιείσθε τον αμαράντινον της δόξης στέφανον». Απλούν τώρα το συμπέρασμα: Η εφαρμογή του αγαθού! Και ο αμαράντινος της δόξης στέφανος; Η ευλογημένη αμοιβή!

2. Τιμή.

Και οι πόθοι του ανθρώπου προχωρούν. Δεν ικανοποιείται μόνον με τη δόξα. Θέλει τώρα και την τιμή. Μα καλά, θα πήτε. Όταν έχη ο άνθρωπος τη δόξα, δεν έχει συγχρόνως και την τιμή; Γιατί αυτή να αποτελή δευτέραν επιδίωξιν; Απλούστατα, διότι η δόξα η ανθρώπινη δεν συνοδεύεται πάντοτε και από την τιμήν. Σωστότερο θα ήταν αν έλεγε κανείς ότι στην σύγχρονη κοινωνία το ένα, συχνά, πολεμάει το άλλο. Σπάνια είναι τα παραδείγματα όπου βλέπει κανείς αδελφωμένες και μονιασμένες τη δόξα με την τιμή.

Είναι παρατηρημένο ότι πολύ δύσκολα κανείς ανεβαίνει τα σκαλοπάτια της δόξης του κόσμου με τρόπο τίμιο. Μολύνονται συνήθως αι πράξεις των ανθρώπων από ταπεινά συμφέροντα, από πνεύμα καιροσκοπικό, από διαθέσεις ιδιοτελείας, από βουλιμίαν αξιωμάτων, από μικρότητες και χαμηλά ελατήρια. Και έτσι συμβαίνει τούτο το λυπηρόν. Να είναι ο ένας αξιωματούχος εις την κοινωνίαν, ο άλλος να κατέχη υψηλήν θέσιν, ο τρίτος να διευθύνη οργανισμούς και κοινωνικά συγκροτήματα, ο τέταρτος να είναι αρχηγός ανθρώπων και ψυχών, και τα λοιπά. Να είναι όλοι πρόσωπα με φίρμες, με τίτλους, με επισημότητες, με τιμητικές προσφωνήσεις. Και όμως, παρά την δόξαν αυτήν και τον κρότον, να μη τους εκτιμά ο κόσμος, να μη τους αισθάνεται ως εμπνευστάς του, ως ηγήτοράς του, ως αξίους κοινωνικούς παράγοντας. Δείχνει εξωτερικώς ότι τους τιμά, διότι τους φοβείται ή διότι τους έχει ανάγκην. Κρυφά όμως τους αποστρέφεται, τους απογυμνώνει από την λάμψιν των αξιωμάτων τους, τους βάζει εις το περιθώριον της ζωής του.

Και αντιθέτως, ημπορεί έναν απλούν, άσημον, αφανή, αλλά ακέραιον άνθρωπον και εργάτην του καλού να τον υψώση μέχρι τον ουρανόν και να τον τιμήση, ωσάν να έχη εμπρός του την μεγαλυτέραν φυσιογνωμίαν. Αυτό είναι το αξιοπρόσεκτον σημείον, αδελφέ. Η επαφή με τον Θεόν, η εφαρμογή του νόμου Του. Η εργασία του καλού, εξυψώνει το άτομον, το καθιστά προσωπικότητα ακτινοβολούσαν. Δεν δίδουν τα χρυσά και τα μεγαλεία αξίαν και τιμήν. Η αρετή λαμπρύνει τον άνθρωπον. Και αυτήν τιμά η υγιής κοινωνία. Αυτήν αμείβει και ο Θεός. «Δόξη και τιμή εστεφάνωσας αυτόν», αναφωνεί με ενθουσιασμόν ο Ψαλμωδός. Ναί! με δόξαν και τιμήν αιωνίαν στεφανώνει ο Θεός τους «εργαζομένους το αγαθόν», τους ανθρώπούς της πίστεως και αρετής.

3. Ειρήνη.

Δεν θα ήταν ολοκληρωμένη η εικόνα του ευτυχισμένου ανθρώπου, ο οποίος εμπνέεται και αμείβεται από τον Θεόν, αν έλειπε το τρίτον στοιχείον: η ειρήνη. Ανεντίμητο πράγματι δώρον. Απαραίτητον αγαθόν δια τον άνθρωπον. Η ελλειψίς του καθιστά την πορεία μαρτυρική, το βήμα ασήκωτο, τον ορίζοντα θολό, την ψυχή σκοτεινιασμένη. Λείπει ο ήλιος όταν λείπη η ειρήνη. Τίποτε δεν ημπορεί να την αντικαταστήση. Όλοι οι θησαυροί, όλα τα αξιώματα, όλες οι χαρές του κόσμου μαραίνονται όταν η ψυχή, που δεν επωρώθη, ζη στην ταραχή, χωρίς γαλήνην.

Και είναι παρατηρημένον, ότι αυτό το ανεκτίμητο αγαθόν, η ειρήνη, γίνεται δυσεύρετο και σπάνιο στη ζωή εκείνων που έχουν δόξα, τιμές, κοινωνικήν λάμψιν.

Όμως δεν είναι ανεξήγητον. Σήμερα για να ανεβή κανείς υψηλά, δια να κερδίση θέσεις και αξιώματα, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, τουλάχιστον εις την καθαρώς κοινωνικήν ζωήν, δεν θα διστάση να χρησιμοποιήση, συχνά, μεθόδους όχι και πάντα εντίμους και συμφώνους με το θέλημα του Θεού. Βλέπετε, εις την ζωήν είναι πολλοί οι έχοντες φιλοδοξίας. Από την άλλη πάλιν μεριά αι θέσεις αι κεντρικαί είναι περιωρισμέναι. Κατ’ ανάγκην, συνεπώς, θα γίνη ένα ξεκαθάρισμα. Αλλά το ξεκαθάρισμα αυτό δεν στηρίζεται, ως επί το πλείστον, εις την αξίαν των ανθρώπων. Νικά, δυστυχώς, η πονηρία, η καπατσοσύνη, η ευελιξία. Έτσι δεν αναβαίνουν πάντα οι ικανοί. Κερδίζουν οι πονηρότεροι, οι στρατηγικότεροι εις την απάτην.

Φυσικόν, έπειτα από αυτά, είναι να μην έχουν μέσα τους αδιατάραχτη ειρήνη. Πώς ημπορούν άλλωστε να έχουν, όταν τα θύματα των έξω σφαδάζουν και θρηνούν; Δεν θα είναι, λοιπόν, διόλου υπερβολικόν, αν σημειωθή ότι δόξα και ειρήνη δια τους ενδόξους της γης είναι κάτι το αντιφατικό, το αταίριαστο.

Έτσι φθάνομε και πάλιν εις το περιβάλλον του Θεού. Εκεί όλα είναι γεμάτα από ευγένειαν ψυχής, από καλωσύνην, από ανατάσεις προς τα άνω, από χυμούς του παραδείσου. Εκεί δόξα και τιμή και ειρήνη είναι σφιχτοδεμένα και αχώριστα. Αν η γη με τα ταπεινά ελατήρια τα διασπά, ο ουρανός με τα αγνά του τα σκιρτήματα τα σφιχτοδένει. Οι εργαζόμενοι το αγαθόν επιδιώκουν με πόθον αυτήν την ειρήνην. Ο Παύλος εν συνεχεία εύχεται: «Η ειρήνη του Θεού ας φρουρήση τας καρδίας υμών και τα νοήματα υμών εν Χριστώ». Και ο Θεός τέλος αμείβει τους αγωνιστάς με της ειρήνης αυτό το ανεκτίμητον δώρον.

4. «Παντί…»

Δόξα. Τιμή. Ειρήνη. Τρία ανεκτίμητα όντως αγαθά, τα οποία δίδει ο Θεός κατά τρόπον μόνιμον. Και εις ποίους τα δίδει; «Παντί τω εργαζομένω το αγαθόν». Παντί! Δεν κάνει εξαιρέσεις. Δεν επηρεάζεται ο Κύριος από ονόματα και θέσεις. «Ου γαρ εστί προσωποληψία παρά τω Θεώ», βεβαιώνει ο Απόστολος Παύλος. Αν οι άνθρωποι παρασύρωνται από εξωτερικά πράγματα ή χαρίζωνται εις πρόσωπα που διαθέτουν λάμψιν, ο Θεός προσφέρει τα ατίμητα δώρα του εις τον καθένα, αρκεί μόνον να εργάζεται το αγαθόν. Αρκεί να είναι αγωνιστής του καλού. Φθάνει αυτό. Έτσι, δια μέσου των αιώνων, κατέκτησαν τα τρία βασικά αυτά αγαθά, πτωχοί, άσημοι, αγράμματοι ή και μορφωμένοι, με μικράν αλλά και με υπολογίσιμον θέσιν, άνδρες και γυναίκες.

Η αλήθεια αυτή προσφέρει πολλήν δύναμιν εις τον άνθρωπον, διότι οπλίζει την ψυχήν του με θάρρος και αισιοδοξίαν, με αγωνιστικήν διάθεσιν και αλύγιστον καρτερίαν. Το στεφάνι είναι δι’ όλους. Όχι βέβαια δια τους ακροατάς του νόμου ή τους θαυμαστάς απλώς του αγαθού ή τους διδασκάλους του καλού. Αλλά για τους εργαζομένους το αγαθόν. Μόνον αυτούς αμείβει ο αγωνοθέτης Κύριος.

Αγαπητοί,

Αναφέρεται, ότι ο Βασιλεύς Ροδρίγος δε Βουγιόν είχε δύο άλογα. Τον Άντυ, ένα άσπρο και ωραίο άλογο, που εχρησιμοποιείτο στις παρελάσεις και επισήμους τελετάς, και τον Μαν, ένα λιγνό, κεραμιδί, που ήταν όμως μεγάλης αντοχής και τόλμης, και γι’ αυτό το είχε δια τον καιρόν του πολέμου. Όταν λοιπόν εκηρύσσετο πόλεμος, ο βασιλεύς ανέβαινε στον Μαν και μαζί του ορμούσε στη φωτιά και τον θάνατο. Το πιστό του άλογο ποτέ δεν τον είχε ντροπιάσει. Όταν όμως επέστρεφεν ο βασιλεύς νικητής και επρόκειτο να γίνη επίσημος παρέλασις, τότε, έξω από την πόλιν, του έφερναν τον ‘Αντυ. Επάνω σ’ αυτό το ωραίο άλογο ο νικητής εφάνταζε περισσότερο, και ο κόσμος εζητωκραύγαζε τον βασιλέα, εκαμάρωνεν όμως και τον «Αντυ. Με τέτοιο άλογο, έλεγαν πολλοί, ο βασιλεύς μας θα είναι αήττητος. Και ενώ ο ‘Αντυ υπερηφανεύετο, ο Μαν στον σταύλο, κατάκοπος, εξηντλημένος, άγνωστος, συνέχιζε τη ζωή της αφανείας. Κανείς δεν ήξευρε τον αληθινόν νικητήν. Μόνον ο βασιλεύς επήγαινεν εκεί και έδειχνε την αγάπη του στο ήσυχο και αφοσιωμένο ζώο. Αυτός ήξερε την αξία του.

Πόσο αληθινό, αγαπητέ μου, αυτό και στις περιπτώσεις των ανθρώπων! Πόσοι, χωρίς να αξίζουν, δοξάζονται, τιμώνται, λαμπρύνονται! Και πόσοι άλλοι, αληθινοί ήρωες, παραμερίζονται και ποτίζονται με πικρίας!

Μόνον ο Θεός γνωρίζει και μόνον Εκείνος αμείβει τους αληθινούς ήρωας. Και τους αμείβει μονίμως και απείρως. Με την δόξαν του νικητού. Με την τιμήν του Αγίου. Με την ειρήνην του ουρανού. Ναι ! Μόνον ο Θεός!

από το βιβλίο «Φως ταις τρίβοις μου», του Μητροπολίτου Νικαίας, Γεωργίου Παυλίδου, σελίς 58 και εξής.

Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς.

Παράβαλε και. . .
Κυριακή Β. Ματθαίου – η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., λόγος του Οσίου πατρός ημών Βασιλείου Επισκ. Σελευκείας.

Κατηγορίες: Άρθρα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.