Παναγία η Νεαμονίτισσα.

Η μυροβόλος Χίος, η «παιπαλόεσσα», κατά τον Όμηρο, για το βραχώδες και ορεινό έδαφος της, εθεωρείτο από τους αρχαίους «ως μία των Μακάρων νήσων» Για τα φυσικά της πλεονεκτήματα.

Αυτή η ονομασία θα της ταίριαζε μεταφορικά και για την ευλάβεια των κατοίκων της. Στην αρχαιότητα ήταν γεμάτη αγάλματα και ειδωλολατρικούς ναούς. Αλλά και στη χριστιανική εποχή το πλήθος των ιερών ναών της κινεί την περιέργεια κάθε επισκέπτου. «Η χιακή κοινωνία, σημειώνει ο Ν. Ιουσηνιάνης το 1606, είναι ευλαβέστατη, ενώ ο κλήρος της πολύ πιο αξιόλογος από άλλων περιοχών». Έχει επίσης να επιδείξει πολλούς αγίους και πολλά μοναστήρια.

Λίγα χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του νησιού, στους πρόποδες του Προβάπου όρους, προβάλλει το πιο αξιόλογο μοναστήρι της Χίου, η παλαίφατη Νέα Μονή. Το πατριαρχικό αυτό σταυροπήγιο, με τα βασιλικά χρυσόβουλα και τα περίφημα ψηφιδωτά, είναι οχυρωμένο από φυσικά και τεχνητά τείχη και πύργους, τμήματα των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα.

Οι κτιριακές εργασίες της μονής άρχισαν το 1034 από τους χιώτες ασκητές Νικήτα, Ιωσήφ και Ιωάννη. Πολύτιμο συμπαραστάτη στην προσπάθεια τους αυτή είχαν τον βυζαντινό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ’ τον Μονομάχο.

Στα ιστορικά της μονής είναι διάχυτη η παράδοση για τη θαυμαστή εύρεση της Παναγίας Νεαμονίτισσας. Αυτή τη θαυματουργή εικόνα ανακάλυψαν μέσα σε πυκνό δάσος οι τρεις κτήτορες, τριγυρισμένη από αδιαπέραστα βάτα και χαμόκλαδα.

Η θεία μορφή της Θεοτόκου παριστάνεται σε μία ιδιότυπη και μοναδική στάση. Κρατά στα χέρια το θείο Βρέφος, αλλά εικονίζεται όρθια, με ανοικτή τη μητρική αγκαλιά και τα πόδια σε στάση βηματισμού.

Η ιερή εικόνα της Νεαμονίτισσας σώζεται συχνά η ϊδια θαυματουργικά από πυρκαγιές, αλλά και σώζει από σφαγές, επιδρομές και λοιπές περιπέτειες, που δοκίμασε η Νέα Μονή στην ιστορική διαδρομή της.

Ο χρυσοχόος.

Κάποτε οι μοναχοί ανέθεσαν σ’ ένα Χιώτη χρυσοχόο να επενδύσει με χρυσό ένα μέρος της ιερής εικόνας, για να την προφυλάξουν από τη φθορά. Ο εκκλησιάρχης την τοποθέτησε στον κυρίως ναό, και ο τεχνίτης άρχισε την εργασία του με ευλάβεια. Ξαφνικά ακούει μία γλυκεία φωνή να του λέει ψιθυριστά:
Ελαφρά χτύπα, ελαφρά» να ‘χης την ευχή μου, γιατί η εικόνα είναι παλαιά!
Σηκώνει τα μάτια ο χρυσοχόος και βλέπει μια μεγαλόπρεπη γυναίκα με ολόχρυση φορεσιά. Δεν πρόλαβε να τη ρωτήσει ποια ήταν, γιατί μπήκε αμέσως στο ιερό βήμα από τη νότια πύλη. Τρέχει να την προφθάσει, αλλά Εκείνη είχε εξαφανιστεί. Μπαίνει στο ιερό, και τότε αναγνωρίζει στη μορφή της πλατυτέρας, τη γυναίκα, που πρίν από λίγο του είχε φανερωθεί.

Η καμπάνα.

Το καμπαναριό της Νέας Μονής μοιάζει με τετράγωνο πύργο και υψώνεται σχεδόν τριώροφο μέχρι τον θόλο του καθολικού. Είναι στεγασμένο με μολύβι και στολίζεται στην κορυφή με ωραίο σιδερένιο σταυρό. Αρχικά είχε τέσσερις καμπάνες και δύο πολυτελέστατα ρολόγια. Όλα όμως εξαφανίσθηκαν το 1822 από τις ασιατικές ορδές.

Κάποτε μία από τις μεγαλύτερες καμπάνες ράγισε. Οι μοναχοί τη φόρτωσαν σ’ ένα βενετσιάνικο πλοίο και την έστειλαν στη Βενετία για να την ξαναχύσουν. Το πλοίο ταξιδεύοντας κχτυπήθηκε από ένα κουρσάρικο των πειρατών του Βαρβαρόσσα και κινδύνεψε να βουλιάξει. Οι ναύτες, στη δύσκολη εκείνη στιγμή, επικαλέστηκαν τη βοήθεια της Παναγίας Νεαμονίτισσας. Ύστερα έσπασαν ένα κομμάτι από την καμπάνα, το έ¬βαλαν για μπάλα μέσα στο κανόνι και χτύπησαν το εχθρικό πλοίο. Το χτύπημα ήταν καίριο και το πειρατικό βυθίστηκε.

Το βενετσιάνικο καράβι συνέχισε το ταξίδι κι έφθασε στον προορισμό του. ο καπετάνιος, από ευγνωμοσύνη για τη σωτηρία τους, έφτιαξε με δικά του έξοδα την καμπάνα και την πρόσφερε στην Παναγία. Λέγεται μάλιστα πώς η καμπάνα αυτή ήταν η πιο μελωδική άπ’ όλες.

Το ξύλο και το σκοινί.

Ένα χιώτικο καράβι, ταξιδεύοντας, συνάντησε μεγάλη θαλασσοταραχή. ο καπετάνιος, μπροστά στον κίνδυνο, φώναξε με τη θερμή νησιώτικη πίστη του:
– Παναγιά μου Νεαμονίτισσα, σώσε μας! και σου τάζω μια λαμπάδα τόσο ψηλή, όσο το κατάρτι του πλοίου!
Δεν πρόλαβε να τελειώσει τον λόγο του, και βλέπει πάνω στην αφρισμένη θάλασσα την ίδια τη Θεοτόκο, να κρατά στο χέρι ένα ξύλο κι ένα σκοινί. Ύστερα βυθίστηκε στο κύμα.

Αμέσως η τρικυμία κόπασε και το πλοίο προσορμίστηκε σώο στο λιμάνι. Εκεί, με μεγάλη τους έκπληξη, ανακάλυψαν στα ύφαλα του μία τρύπα. η τρύπα αυτή ήταν φραγμένη μ’ ένα κομμάτι ξύλο κι ένα κομμάτι σκοινί…

Το θαύμα της Παναγίας ήταν ολοφάνερο. Αμέσως ξεκίνησαν όλο το πλήρωμα γεμάτοι ευγνωμοσύνη για τη Νέα Μονή. Προσκύνησαν τη θαυματουργή εικόνα, πρόσφεραν το τάμα τους, μια πελώρια λαμπάδα, κι άφησαν στον εξωνάρθηκα το σωτήριο ξύλο και το σκοινί, τα οποία σώζονται εκεί μέχρι σήμερα.

Για την ίδια αιτία, καθώς λέγεται, υπάρχει στον εξω νάρθηκα κι ένα σφουγγάρι. Με τη χάρη της Νεαμονίτισσας το σφουγγάρι αυτό έφραξε τη σχισμή ενός ιστιοφόρου πλοίου, που κινδύνευε να καταποντιστεί.

Το μουλάρι.

Τον 17ο αιώνα, καθώς σημειώνουν ξένοι περιηγητές, η Νέα Μονή αριθμούσε 100 έως 150 μοναχούς, κι έμοιαζε με μικρή πόλη. Ανάλογος ήταν και ο αριθμός των υποζυγίων για τη μεταφορά των πολλών εισοδημάτων.

Κάποτε ένας προσκυνητής από τη Μυτιλήνη παρέδωσε στον βουρδουνάρη — επιστάτη των ζώων — της Νέας Μονής ένα φορτίο λάδι για το μοναστήρι. ο βουρδουνάρης φόρτωσε ένα μουλάρι και ξεκίνησε.

Οταν έφθασαν στο εκκλησάκι του αγίου Φανουρίου, σε μια κακοτοπιά, το ζώο παραπάτησε και γκρεμίστηκε στο βάραθρο μέχρι το ποτάμι. ο βουρδουνάρης, βέβαιος πως σκοτώθηκε, δεν ασχολήθηκε περισσότερο μαζί του. Διηγήθηκε όμως στους μοναχούς το θλιβερό επεισόδιο. Δεν πέρασε πολλή ώρα κι ακούστηκαν στην πύλη της μονής χτυπήματα και χλιμιντρίσματα. Τρέχει ο πορτάρης ν’ ανοίξει, και αντικρύζει το μουλάρι που είχε γκρεμιστεί. Το πιο θαυμαστό ήταν, πως είχε φορτωμένα στην πλάτη τα τουλούμια με το λάδι ακέραια. ο πορτάρης το έβαλε μέσα και το ξεφόρτωσε. Τότε όμως συνέβη το εξής παράδοξο. Το ζώο έπεσε αμέσως στη γη νεκρό. Είχε πια εκπληρώσει την αποστολή του.

Η ευλαβής δωρήτρια.

Κάποια ευλαβής χιώτισα, από το χωριό Καλιμασσιά, αφιέρωσε όλη την περιουσία της στη Νέα Μονή. Κάποτε όμως αρρώστησε και βρέθηκε σε μεγάλη οικονομική ανάγκη. Τότε οι συγγενείς της, αντί να τη βοηθήσουν, την εγκατέλειψαν και την πίκραιναν με λόγια σκληρά:
«Ας έρθει, της έλεγαν, να σε κοιτάξει η Νέα Μονή, αφού της έγραψες την περιουσία σου.
Εκείνη δεν έπαυε να προσεύχεται θερμά στην Παναγία ζητώντας τη βοήθεια της. Κι ένα βράδυ, μέσα στον πόνο και την απελπισία της, βλέπει στον ύπνο της μια γυναίκα. η γυναίκα αυτή την πλησίασε, την παρηγόρησε και μεταξύ των άλλων της είπε:
– Μη φοβάσαι. η ασθένεια σου θεραπεύτηκε. Πάρε αυτό το φλουρί και θα φροντίζω εγώ για σένα.
– Ποια είσαι; ρώτησε η άρρωστη.
– Είμαι η Νέα Μονή.
Με τα λόγια αυτά ξύπνησε η γυναίκα θεραπευμένη, κρατώντας στο δεξί της χέρι το φλουρί. Πήγε στο μοναστήρι, διηγήθηκε τ’ όνειρο της στον ηγούμενο Άνθιμο και του παρέδωσε το φλουρί, που της είχε χαρίσει η Παναγία.

Θαυμαστά γεγονότα.

Οταν το μοναστήρι μετατράπηκε σε γυναικείο, οί μοναχές έζησαν ορισμένα θαυμαστά γεγονότα:
Το 1959, τα μεσάνυχτα της 4ης Απριλίου, χτύπησαν χαρμόσυνα οί καμπάνες. Χτυπούσαν μόνες τους, ενώ συγχρόνως έβγαινε από την εκκλησία μία εκτυφλωτική λάμψη.

Αρκετές φορές κινούνται μόνα τους τα καντήλια μπροστά στη θαυματουργή εικόνα, και συχνά, ενώ οί μοναχές ψάλλουν στο αναλόγιο, ακούγονται βήματα στο ιερό, δυνατοί θόρυβοι και γλυκύτατες ψαλμωδίες. ακούγονται κυρίως όταν ψάλλεται η Θ’ ωδή, το «»Αξιον εστί» και οι χαιρετισμοί της Παναγίας.

Με τα θαυμαστά αυτά σημεία η Νεαμονίτισσα κάνει αισθητή την παρουσία της στο μοναστήρι και μεταδίδει χαρά και παρηγοριά στη μοναστική αδελφότητα.

Από το βιβλίο: Εμφανίσεις και θαύματα της ΠΑΝΑΓΙΑΣ. Έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου
Ωρωπός Αττικής

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.