Η Κρητική Επανάσταση του 1897: Τρεις επαναστάσεις σε πέντε χρόνια – Δημητρίου Θαλασσινού.

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

Η Κρητική Επανάσταση επισπεύδει τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο.

Γιατί η Ελλάδα απέστειλε εκστρατευτικό σώμα στην εξεγερμένη Κρήτη και τελικά παρασύρθηκε η ίδια σε μια καταστροφική πολεμική αναμέτρηση;

Πώς ενεπλάκησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, τί ρόλο έπαιξε ο λαϊκός ενθουσιασμός;

Έπειτα από την ευτυχή κατάληξη της Επανάστασης του 1821 και τη δημιουργία νέου ελληνικού κράτους, η Ελλάδα δεν έπαψε, παρά τις δυσκολίες της οικονομικής ανασυγκρότησής της και την ασθενή διπλωματική της θέση διεθνώς, να επιδιώκει με κάθε τρόπο την ενσωμάτωση και άλλων υπόδουλων περιοχών στον εθνικό κορμό. Το 1864 επιτεύχθηκε η ενσωμάτωση των νησιών του Ιονίου Πελάγους και το 1881 η απελευθέρωση της Θεσσαλίας και μικρού τμήματος της Ηπείρου. Η Κρήτη, η Μακεδονία και η Θράκη ωστόσο εξακολουθούσαν να παραμένουν εκτός των ορίων της ελληνικής επικράτειας, γεγονός που έτεινε να δημιουργεί προστριβές και εξάρσεις βίας.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, η εξωτερική πολιτική των Ευρωπαίων ρυθμιζόταν από τη στάση τους έναντι του λεγόμενου «Ανατολικού Ζητήματος», που ευνοούσε την παράταση ζωής της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Καθεμιά ωστόσο από τις Μεγάλες Δυνάμεις, μερικές από τις οποίες υπήρξαν ουσιαστικά ανάδοχες του νεοσύστατου ελληνικού κράτους επιτρέποντας τη σύστασή του με τη στρατιωτική τους επέμβαση κατά των Τούρκων και των Αιγυπτίων, είχε τα δικά της ζωτικά συμφέροντα να υπερασπιστεί.
Η Βρετανία υποστήριζε την οθωμανική ακεραιότητα, για να εμποδίσει μέσω αυτής τη ρωσική επέκταση προς τις «θερμές θάλασσες» αλλά ήταν και αντίθετη με οποιαδήποτε συρρίκνωση της ελληνικής επικράτειας. Η Γαλλία και η Ρωσία υπέσκαπταν συστηματικά τη θέση της Αυστροουγγαρίας στα Βαλκάνια και αντιδρούσαν σφόδρα στα σχέδιά της για επέκταση προς Νότο έως τη Θεσσαλονίκη.
Η Ιταλία είχε επίσης δικά της συμφέροντα στην Αλβανία. Μετά την ταπείνωση των Οθωμανών με τους όρους που τους επιβλήθηκαν από το Συνέδριο του Βερολίνου (1878) ο σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ Β’ είχε στραφεί προς τη Γερμανία, τη μοναδική Μεγάλη Δύναμη που δεν είχε παράδοση συμφερόντων στην Εγγύς Ανατολή, για να λάβει την υποστήριξή της έναντι των υπολοίπων. Από το 1882 οι Τούρκοι αξιοποίησαν Γερμανούς ιδιώτες και στρατιωτικούς συμβούλους, καθώς η Γερμανία αντικατέστησε πλέον τη Βρετανία ως τη δύναμη που εμπιστευόταν πιο πολύ ο σουλτάνος και τάχθηκε αναφανδόν υπέρ της διατήρησης της εδαφικής ακεραιότητας της Τουρκίας.

Τρεις επαναστάσεις σε πέντε χρόνια.

Το ελληνικό κράτος κατέβαλε αρκετές προσπάθειες για την αποκατάσταση της φιλίας και της συνεννόησης με τα βαλκανικά κράτη, αλλά οι ελληνοτουρκικές σχέσεις παρέμειναν ψυχρές λόγω των τουρκικών θέσεων έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου, των αποφάσεων του Συνεδρίου του Βερολίνου, των γεγονότων της Ανατολικής Ρωμυλίας και του κρητικού ζητήματος.
Η ελληνοσερβική προσέγγιση προσέκρουε στην απαίτηση των Σέρβων για απόκτηση εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας σε περιοχές της τουρκοκρατούμενης Μακεδονίας, ενώ και με τους Βούλγαρους οι σχέσεις δεν ήταν θερμές λόγω της δεδηλωμένης πρόθεσής τους να αναζητήσουν έξοδο στο Αιγαίο. Η εχθρότητα που επικρατούσε μεταξύ της Ελλάδας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποτελούσε μόνιμη κατάσταση που πήγαζε από την ιστορική κληρονομιά που άφησε η τουρκική κατάσταση των ελληνικών εδαφών και οι αδιάκοποι αγώνες μεταξύ των δύο εθνών. Μέσα σε αυτό το κλίμα εχθρότητας, το κρητικό πρόβλημα ήταν ένας από τους παράγοντες που τάρασσε διαρκώς τις διμερείς σχέσεις.
Οι Κρητικοί, που υπήρξαν ανέκαθεν λαός ατίθασος και πολεμικός, ουδέποτε θεώρησαν ότι είχαν κατακτηθεί μόνιμα και βρίσκονταν διαρκώς σε εξέγερση. Παρά το γεγονός ότι η νήσος είχε συμμετάσχει στην Επανάσταση του 1821, δεν συμπεριελήφθη στα όρια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Έκτοτε οι Κρητικοί προκαλούσαν συνεχώς τη διεθνή διπλωματία να αναγκάζει τους Τούρκους να προβαίνουν σε αποδοχή των αιτημάτων τους.
Η οθωμανική κυβέρνηση είχε αναγνωρίσει στο Συνέδριο του Βερολίνου την υποχρέωσή της να εφαρμόσει στην Κρήτη τον «Οργανικό Νόμο» του 1868 με ορισμένες μεταρρυθμίσεις, όπως αυτές προβλέπονταν στη Σύμβαση της Χαλέπας (1878).
Οι διοριζόμενοι όμως από τον σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ γενικοί διοικητές της νήσου παραβίαζαν τη συμφωνία με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν στην Κρήτη επαναστάσεις κατά τα έτη 1885, 1888 και 1889 διορίστηκε διοικητής της Κρήτης ο τέως ηγεμόνας της Σάμου, Καραθεοδωρής Πασάς, ο οποίος επέδειξε μεγάλο ζήλο κατά την εφαρμογή των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, αλλά συνάντησε την αντίδραση των Τούρκων κατοίκων της μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, με αποτέλεσμα να εκραγεί νέα επανάσταση το 1896. Τουρκικές ενισχύσεις αποβιβάστηκαν στη νήσο, αλλά ταυτόχρονα ομάδες εθελοντών από την ελεύθερη Ελλάδα προσήλθαν προς ενίσχυση των επαναστατών. Ταυτόχρονα πολεμικά πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων συνέρρευσαν στα κρητικά ύδατα και η κατάσταση χειροτέρευσε.

Από το βιβίο: Η Κρητική επανάσταση του 1897, του Δημητρίου Θαλασσινού.

Ο Δημήτριος Θαλασσινός γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασσική φιλολογία και θεολογία στο πανεπιστήμιο Αθηνών και διοίκηση επιχειρήσεων στα ΚΑΤΕΕ Πάτρας. Έχει γράψει πολλά άρθρα, κυρίως για το Βυζάντιο αλλά και για την εποχή της Αναγέννησης. Συνεργάτης των περιοδικών «Εικονογραφημένη Ιστορία» και «Ιστορικά Θέματα». Είναι Πατέρας της Άννας Μαρίας.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη

(Συνεχίζεται.)

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.