Όρθρος (μέρος Ε’) – Ιωάννου Φουντούλη.

Αυτός που πρώτος χάραξε την γραμμή πορείας της ακολουθίας του όρθρου πρέπει να ήταν σοφός άνθρωπος. Διαπιστώνει πράγματι κανείς πως η διαδοχή των επί μέρους λειτουργικών στοιχείων στην ακολουθία αυτή έχει διαταχθή κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι μία απομίμησις της πορείας των φυσικών φαινομένων, που συνοδεύουν την υποχώρησι του σκότους και την εμφάνισι του φωτός. Την πάλη της νυκτός προς την ημέρα, μέχρι που να σημάνη η στιγμή της τελικής νίκης της δευτέρας. Αρχίζει μέσα στο σκότος της νυκτός με την θρηνητική ψαλμωδία του εξαψάλμου ˙ ο τόνος ανεβαίνει στην στιχολογία του Ψαλτηρίου ˙ υψώνεται περισσότερο στην ψαλμωδία των ωδών και των κανόνων και φθάνει στο αποκορύφωμά του στους αίνους και στην δοξολογία. Το τέλος της είναι το απόγαιό της. Η ψυχή του πιστού, που επαίρει τας χείρας του προς τον Θεό, ορθρίζοντας εκ νυκτός στον ναό τον άγιό Του βαθμηδόν φωτίζεται από την έλευσι του αισθητού και του νοητού φωτός, για να φθάση στην ώρα, που ο κόσμος θα καταυγασθή από τις ακτίνες του ανατέλλοντος ηλίου, για να δοξολογήση μαζί με την κτίσι όλη τον «δείξαντα το φως».
Το τελευταίο αυτό μέρος του όρθρου περιλαμβάνει το εξαποστειλάριο, που περιέχει την αίτησι για την αποστολή του φωτός, τους αίνους, που προσκαλούν την λογική και την άλογο κτίσι να δοξολογήση τον Θεό, και την δοξολογία προς τον Τριαδικό Θεό, που είπε «εκ σκότους φως λάμψαι», το φως το αισθητό και το φως το θείο, που έλαμψε στις καρδιές των πιστών 1 . Και τα τρία δηλαδή αυτά στοιχεία έχουν ουσιαστικά ένα και το αυτό θέμα, προς το οποίο οδηγούν κατά κλιμακωτό τρόπο.
Το εξαποστειλάριο κατ΄αρχάς ήταν ένα είδος προκειμένου. Συνίστατο στην τριπλή επανάληψι του στίχου «Άγιος Κύριος ο Θεός ημών», μόνου ή με την προσθήκη του «Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών και προσκυνείτε τω υποποδίω των ποδών αυτού, ότι άγιος εστιν» 2 . Με την πρώτη του μορφή απαντά και σήμερα στον όρθρο της Κυριακής των Βαΐων και του Μεγάλου Σαββάτου. Στην εκτενεστέρα του μορφή διατηρείται στον όρθρο των Κυριακών. Σύμφωνα με την γνωστή τάσι, που επανειλημμένως συναντήσαμε, για τον ψαλμικό αυτό στίχο άρχισαν βαθμηδόν να συντίθενται ειδικά τροπάρια, που πήραν και αυτά το όνομα του στίχου και ωνομάσθησαν, όπως και εκείνος, «φωταγωγικά» ή «εξαποστειλάρια». Οι όροι αυτοί σημαίνουν και οι δύο το ίδιο πράγμα: «άγειν το φως» ή «εξαποστέλλειν το φως», και στην αρχή εχρησιμοποιούντο αδιακρίτως προς δήλωσιν όλων των ομοίων τροπαρίων. Και όπως παρατηρεί ο Συμεών Θεσσαλονίκης «εξαποστειλάριον λέγεται δια το εξαπόστειλον το φως σου, ως φωταγωγικόν προ των αίνων λεγόμενον» 3 . Τα εξαποστειλάρια ή φωταγωγικά ήσαν δύο ειδών: τα «άμνημα», δηλαδή εκείνα που ανεφέροντο απλώς και μόνο στο θέμα της αποστολής του φωτός και ελέγοντο τις ημέρες που δεν εωρτάζετο καμμία εορτή ή μνήμη αγίου, και τα των εορτών. Αυτά ανεφέροντο στην ανατολή του φωτός εν συνδυασμώ προς το θέμα της εορτής. Για να αποφευχθή η σύγχυσις τελικά φωταγωγικά ωνομάσθησαν τα άμνημα και εξαποστειλάρια τα εορταστικά. Τα πρώτα είναι οκτώ, κατά τους οκτώ ήχους της Παρακλητικής, και διετηρήθησαν μόνο κατά την περίοδο της Τεσσαρακοστής. Κατά τις άλλες ημέρες ψάλλονται τα εξαποστειλάρια ή της ημέρας, αν δεν είναι εορτή, ή της εορτής. Ειδική ομάδα αποτελούν τα ένδεκα εξαποστειλάρια του όρθρου των Κυριακών, έργα του Κωνσταντίνου του Πορφυρογεννήτου, που αναφέρονται στα θέματα των ένδεκα αναστασίμων εωθινών Ευαγγελίων και ακολουθούν την εναλλαγή εκείνων. Όταν σε μεταγενεστέρα εποχή λησμονήθηκε η αρχική σημασία του όρου «εξαποστειλάριον», θέλησαν να τον συσχετίσουν προς τα ένδεκα εωθινά και παρήγαγαν τον όρο, ανακριβώς βέβαια, από το «εξαποστέλλειν τους μαθητάς».
Θα ψαλή το φωταγωγικό του πλ. α΄ήχου. Είναι δέησις προς τον φωτοδότη Κύριο να αποστείλη το φως Του και να φωτίση την καρδιά του πιστού:

«Φωτοδότα Κύριε,
εξαπόστειλον το φως σου
και φώτισον την καρδίαν μου
πρεσβείες της Θεοτόκου
και σώσον με».

Το Ζ΄εωθινό Ευαγγέλιο, περιέχει την διήγησι της μεταβάσεως του Πέτρου και του Ιωάννου στο μνημείο κατά το πρωΐ της ημέρας της αναστάσεως 4 . Αυτό το περιστατικό ποιητικά επεξεργάζεται και το Ζ΄εωθινό εξαποστειλάριο που θα ψαλή ευθύς αμέσως:

«Ότι ήραν τον Κύριον
της Μαρίας ειπούσης,
επί τον τάφον έδραμον
Σίμων Πέτρος και άλλος
μύστης Χριστού, ον ηγάπα _
έτρεχον δε οι δύο
και εύρον τα οθόνια
ένδον κείμενα μόνα
και κεφαλής
ην δε το σουδάριον χωρίς τούτων _
διο πάλιν ησύχασαν
τον Χριστόν έως είδον».

Παραδείγματα εξαποστειλαρίου μνήμης αγίου έχομε το εξαποστειλάριο του ευαγγελιστού Λουκά, του οποίου εορτάζομε την μνήμη στας 18 Οκτωβρίου. Αναφέρεται μόνο στον Ευαγγελιστή ˙ το θέμα του φωτός είχε βαθμηδόν λησμονηθή.

«Λουκά Χριστού απόστολε,
μύστα των απορρήτων
και των εθνών διδάσκαλε,
μετά Παύλου του θείου
και της αγνής Θεοτόκου,
ης την θείαν εικόνα
εκ πόθου ανιστόρησας,
εκδυσώπει, θεόπτα,
υπέρ ημών
των μακαριζόντων σε και τιμώντων
την ιεράν σου κοίμησιν,
πάνσοφε μυστολέκτα».

Αντιθέτως προς αυτό, σε άλλα εξαποστειλάρια και μάλιστα στα παλαιότερα, το θέμα της αποστολής του φωτός και το θέμα της εορτής συμπλέκονται σε αρμονικό σύνολο. Δεν έχομε παρά να θυμηθούμε το ωραίο εξαποστειλάριο της εορτής της Μεταμορφώσεως «Φως αναλλοίωτον Λόγε, φωτός Πατρός αγεννήτου, εν τω φανέντι φωτί σου, σήμερον εν Θαβωρίω, φως είδομεν τον Πατέρα, φως και το Πνεύμα, φωταγωγούν πάσαν κτίσιν». Εκτός από την λέξι «φως» που την βρίσκομε στο τροπάριο αυτό πέντε φορές, υπάρχει και το ίδιο το ρήμα «φωταγωγείν». Ανάλογα συμβαίνουν και στο εξαποστειλάριο της Πεντηκοστής, των Χριστουγέννων, των Θεοφανείων και πολλών αγίων.
Το δεύτερο στοιχείο του τελευταίου τμήματος του όρθρου είναι οι «αίνοι», οι τρεις δηλαδή τελευταίοι ψαλμοί του Ψαλτηρίου, π 148ος «Αινείτε τον Κύριον εκ των ουρανών…», ο 149ος «Άσατε τω Κυρίω άσμα καινόν…» και ο 150ος «Αινείτε τον Θεόν εν τοις αγίοις αυτού…». Οι περισσότεροι στίχοι του πρώτου ψαλμού και όλοι οι στίχοι του τελευταίου αρχίζουν από την προτροπή «Αινείτε». Καλούν την λογική και την άλογο κτίσι να αινέση το όνομα του Θεού. Γι΄αυτό και ωνομάσθησαν «αίνοι». Οι άγγελοι, ο ήλιος, η σελήνη, τα άστρα, το φως, οι ουρανοί και τα ύδατα, η γη, το πυρ, η χάλαζα, η χιών, τα βουνά, τα δένδρα, τα θηρία, οι βασιλείς και οι λαοί της γης, νεανίσκοι και πρεσβύτεροι αποτελούν μία χορεία δοξολογίας του κοινού κτίστου. Και όλα τα μουσικά όργανα καλούνται να ηχήσουν για την ανύμνησί Του ˙ η σάλπιγξ, το ψαλτήριο, η κιθάρα, το τύμπανο, τα έγχορδα όργανα, καλούνται να ηχήσουν για την ανάμνησί Του ˙ η σάλπιγξ, το ψαλτήριο, η κιθάρα, το τύμπανο, τα έγχορδα όργανα, τα εύηχα κύμβαλα και τα κύμβαλα του αλαλαγμού. Οι τρεις αυτοί ωραίοι ψαλμοί εψάλλοντο και στον ιουδαϊκό ναό κατά την πρωϊνή προσευχή, γι΄αυτό και απαντούν σ΄όλες τις ακολουθίες του όρθρου όλων των χριστιανικών Εκκλησιών. Και είναι τόσο σύμφωνο με το προσκλητήριο των ψαλμών αυτών: Όλοι οι λαοί και όλες οι φυλές της γης μαζί με όλη την κτίσι να ψάλλουν την ιδία ώρα με τα ίδια λόγια στον δημιουργό των την πρωϊνή δοξολογία. Στην παλαιά εποχή οι αίνοι εψάλλοντο κατά στίχον με ωραία εφύμνια: «Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον», «Σοι πρέπει ύμνος, ο Θεός», «Δότε δόξαν τω Θεώ», «Αυτώ πρέπει αίνεσις», «Δόξα σοι, άγιε Πάτερ», «Φείσαι ημών, Κύριε», «Υιέ Θεού, ελέησον ημάς», «Δόξα σοι τω δείξαντι το φως». Από τα εφύμνια αυτά διετηρήθη σήμερα μόνο το «Σοι πρέπει ύμνος τω Θεώ» στους πρώτους στίχους, και το «Δόξα σοι τω δείξαντι το φως» ως πρόψαλμα της δοξολογίας, που ψάλλεται ευθύς αμέσως. Κατά το μοναχικό τρόπο της ψαλμωδίας, που επεκράτησε, ψάλλονται οι στίχοι αντιφωνικώς χωρίς εφύμνια και στους τελευταίους παρεμβάλλονται τροπάρια, τα «στιχηρά των αίνων», που εμπνέονται από το θέμα της ημέρας.
Θα ψαλούν οι δύο πρώτοι στίχοι των αίνων, μερικοί στίχοι κατ΄εκλογήν, και από την ακολουθία της Κυριακής του α΄ήχου δύο στιχηρά αναστάσιμα και δύο του αγίου, του ευαγγελιστού Λουκά:

«Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον.
Αινείτε τον Κύριον εκ των ουρανών,
αινείτε αυτόν εν τοις υψίστοις.
Σοι πρέπει ύμνος τω Θεώ.

Αινείτε αυτόν πάντες οι άγγελοι αυτού,
αινείτε αυτόν πάσαι αι δυνάμεις αυτού.
Σοι πρέπει ύμνος τω Θεώ.

Αινείτε αυτόν ήλιος και σελήνη,
αινείτε αυτόν πάντα τα άστρα και το φως.
Αινείτε αυτόν οι ουρανοί των ουρανών
και το ύδωρ το υπεράνω των ουρανών.
Αινεσάτωσαν το όνομα Κυρίου ˙
οτι αυτός είπε και εγενήθησαν,
αυτός ενετείλατο και εκτίσθησαν».

«Του ποιήσαι εν αυτοίς κρίμα έγγραπτον,
δόξα αύτη έσται πάσι τοις οσίοις αυτού».
«Υμνούμεν σου, Χριστέ,
το σωτήριον πάθος
και δοξάζομέν σου την ανάστασιν».

«Αινείτε τον Θεόν εν τοις αγίοις αυτού,
αινείτε αυτόν εν στερεώματι της δυνάμεως αυτού».
«Ο σταυρόν υπομείνας
και τον θάνατον καταργήσας
και αναστάς εκ των νεκρών,
ειρήνευσον ημών την ζωήν, Κύριε,
ως μόνος παντοδύναμος».

«Αινείτε αυτόν εν τυμπάνω και χορώ,
αινείται αυτόν εν χορδαίς και οργάνω».

«Τι σε ονομάσω, απόστολε;
ουρανόν, ότι την δόξαν διηγήσω του Θεού ˙
αστραπήν, ότι τον κόσμον καταυγάζεις φωτισμώ ˙
νεφέλην
επομβρούσαν θεία νάματα ˙
κρατήρα
της σοφίας ενθεώτατον,
οίνον ημίν αναβρύοντα
τον τας καρδίας ευφραίνοντα;
ικέτευε
του σωθήναι τας ψυχάς ημών».

«Αινείτε αυτόν εν κυμβάλοις ευήχοις,
αινείτε αυτόν εν κυμβάλοις αλαλαγμού.
Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον».

«Χάρις τοις χείλεσί σου, Λουκά,
πυρίνη γλώσση εξεχύθη, απόστολε,
και γλώσσα πυρός εδείχθης
λόγους εκπέμπων φωτός
τοις φωτός αξίοις τω κηρύγματι
βολίδας φλεγούσας δε
τοις το σκότος ποθήσασι,
γράφων, διδάσκων
το σεπτόν Ευαγγέλιον ˙
και οσμή ζωής
τοις ζωήν όντως θέλουσιν
ώφθης, ως Παύλος έφησεν,
ον έσχες διδάσκαλον,
οσμή θανάτου δε πάλιν
τοις μη ζωήν αγαπήσασιν.
Αλλ΄ημίν ειρήνην
και ζωήν και φως παράσχου
και μέγα έλεος».

Στο τέλος των ψαλμών, στο «Δόξα Πατρί…» που τους κατακλείει, ψάλλεται το δοξαστικό, που λέγεται έτσι όχι γιατί δοξολογεί τον Θεό – όλα τα τροπάρια έχουν δοξολογικό χαρακτήρα – , αλλά γιατί είναι στιχηρό της μικράς δοξολογίας, του «Δόξα Πατρί…». Την Κυριακή ψάλλονται τα αναστάσιμα εωθινά δοξαστικά, έργα του Λέοντος του Σοφού, για τα οποία μιλήσαμε και άλλοτε. Το Ζ΄εωθινό δοξαστικό, όπως και το εξαποστειλάριο, εμπνέεται από το Ζ΄εωθινό Ευαγγέλιο 5 . Είναι του βαρέος ήχου:

«Ιδού σκοτία και πρωΐ ˙
και τι προς το μνημείον, Μαρία, έστηκας,
πολύ σκότος έχουσα ταις φρεσίν,
υφ΄ου που τέθειται ζητείς ο Ιησούς;
Αλλ΄όρα τους συντρέχοντας μαθητάς
πως τοις οθονίοις και τω σουδαρίω
την ανάστασιν ετεκμήραντο
και ανεμνήσθησαν της περί τούτου γραφής.
Μεθ΄ων και δι΄ων και ημείς πιστεύσαντες,
ανυμνούμεν σε τον ζωοδότην Χριστόν».

Στο «Και νυν» της μικράς δοξολογίας ψάλλεται, όπως πάντοτε, θεοτόκιο ˙ την Κυριακή το πολύ γνωστό «Υπερευλογημένη υπάρχεις, Θεοτόκε παρθένε…».
Και ακολουθεί το αποκορύφωμα και το θριαμβευτικό τέλος της ακολουθίας του όρθρου, η μεγάλη δοξολογία. Έχει ως πρόψαλμα το παλαιό τελευταίο εφύμνιο των αίνων, το «Δόξα σοι τω δείξαντι το φως». Αποτελείται από στίχους κατά το πλείστον σταχυολογημένους από τους ψαλμούς, γεμάτους αίνο και δοξολογία στην μεγαλωσύνη στου Θεού Πατρός και του Κυρίου Ιησού Χριστού. Κατακλείεται με το τρισάγιο και το απολυτίκιο και τις Κυριακές με το αναστάσιμο τροπάριο «Σήμερον σωτηρία τω κόσμω γέγονεν…» ή «Αναστάς εκ του μνήματος…». Με την ψαλμωδία των πρώτων στίχων του πανηγυρικού αυτού κολοφώνος του όρθρου θα κλείσωμε και ημείς την εκπομπή αυτή, αλλά και την σειρά των εκπομπών στις οποίες είδαμε στις γενικές της γραμμές την λαμπρά ακολουθία της πρωϊνής προσευχής της Εκκλησίας μας.

«Δόξα σοι τω δείξαντι το φως.
Δόξα εν υψίστοις Θεώ
και επί γης ειρήνη,
εν ανθρώποις ευδοκία.

Υμνούμεν σε, ευλογούμεν σε,
προσκυνούμεν σε, δοξολογούμεν σε,
ευχαριστούμεν σοι δια την μεγάλην σου δόξαν.

Κύριε βασιλεύ,
επουράνιε Θεέ,
Πάτερ παντοκράτορ ˙
Κύριε Υιέ μονογενές,
Ιησού Χριστέ και άγιον Πνεύμα.

Κύριε ο Θεός,
ο αμνός του Θεού,
ο Υιός του Πατρός,
ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου ˙
ελέησον ημάς ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου.

Πρόσδεξαι την δέησιν ημών
ο καθήμενος εν δεξιά του Πατρός
και ελέησον ημάς.

Ότι συ ει μόνος άγιος,
συ ει μόνος Κύριος,
Ιησούς Χριστός,
εις δόξαν Θεού Πατρός.
Αμήν».

(17 Οκτωβρίου 1970)

Υ Π Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

1. Β΄Κορ. 4, 6.
2. Ψαλμ. 98, 5.
3. Διάλογος…, κεφ. 313.
4. Ιω. 20, 1 – 10.
5. Ιω. 20, 1 – 10.

(Από το βιβλίο “Λογική Λατρεία”, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1984).

Παράβαλε και:
Όρθρος (μέρος Α’) – Ιωάννου Φουντούλη.
Όρθρος (μέρος Β’) – Ιωάννου Φουντούλη.
Όρθρος (μέρος Γ’) – Ιωάννου Φουντούλη.
Όρθρος (μέρος Δ’) – Ιωάννου Φουντούλη.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.