Ο Α’ Βαλκανικός πόλεμος: 18 Οκτωβρίου 1912. Ο τορπιλισμός του Φετίχ – Μπουλέντ – Δημητρίου Θαλασσινού.

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

Η υπεροχή της ναυτικής πολεμικής τέχνης των Ελλήνων αποδείχτηκε περίτρανα το 1912- 1913.

Αν και αντιμετώπιζαν τον τουρκικό στόλο χωρίς βοήθεια, τα ελληνικά πλοία θριάμβευσαν στη θάλασσα καταγάγοντας επιτυχίες ισάξιες των θριάμβων στην ξηρά.

Οι ναυτικές και αποβατικές επιχειρήσεις

Απελευθέρωση νησιών του Βορείου Αιγαίου (6 Οκτωβρίου – 4 Νοεμβρίου 1912)

Την εποχή του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, η Ελλάδα διέθετε 4 θωρηκτά, 10 αντιτορπιλικά, 4 ανιχνευτικά, 5 τορπιλοβόλα, 1 οπλιταγωγό, 1 τορπιλοφόρο, 3 κανονιοφόρους και 1 υποβρύχιο. Ο στόλος είχε επικεφαλής τον υποναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και είχε χωριστεί σε δύο ομάδες: τον Στόλο του Αιγαίου και τη Μοίρα του Ιονίου Πελάγους.

Ο στόλος του Αιγαίου, που θα αναλάμβανε και το σύνολο σχεδόν των επιχειρήσεων, απέπλευσε από το Φάληρο στις 5 Οκτωβρίου με προπομπό το «Γεώργιος Αβέρωφ». Πρώτος στόχος ήταν η Λήμνος που ενδιέφερε και ως βάση επιχειρήσεων. Στις 14.00 της 6ης Οκτωβρίου ο στόλος έφτασε στη Μύρινα, πρωτεύουσα του νησιού, και ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για την παράδοση του νησιού σε ελληνική διοίκηση.

Όταν έληξε το τελεσίγραφο στις 8 Οκτωβρίου, μια διλογία του 20ου Συντάγματος Πεζικού που επέβαινε στο ατμόπλοιο «Πηνειός» αποβιβάστηκε στο λιμάνι του Μούδρου και άρχισε να προχωρά προς τη Μύρινα συναντώντας μικρή αντίσταση. Η τουρκική συνοικία της πόλης αποκλείστηκε και η πόλη παραδόθηκε το επόμενο πρωί, 9 Οκτωβρίου. Έξι μέρες αργότερα, άρχισε σταδιακά η εκκαθάριση των υπόλοιπων νησιών που μετρούσαν αντίστροφα για την πολυπόθητη ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό. Ο στόλος κατατμήθηκε για να εξυπηρετήσει τα τέσσερα συνολικά αποβατικά αποσπάσματα (διλοχία 20ου Συντάγματος και ναυτικά αγήματα) που θα μεταφέρονταν με επίτακτα ατμόπλοια και πλοία εφοδιασμού του στόλου.

Δεδομένου ότι η κατοχύρωση της θαλάσσιας κυριαρχίας προϋπέθετε κατάληψη νησιών, τα ελληνικά στρατηγικά σχέδια είχαν ως πρώτη τους προτεραιότητα την απελευθέρωση των νησιών του Αιγαίου, κυρίως της Χίου, της Λέσβου και της Σάμου.

Οι επιχειρήσεις αυτές δεν συνάντησαν καμία τουρκική αντίσταση, με αποτέλεσμα να απελευθερωθούν το ένα μετά το άλλο όλα τα νησιά του Βορείου Αιγαίου: Θάσος, Άγιος Ευστράτιος (18 Οκτωβρίου), Ίμβρος (18 Οκτωβρίου), Σαμοθράκη (19 Οκτωβρίου), Ψαρά (21 Οκτωβρίου), Τένεδος (24 Οκτωβρίου), Ικαρία (4 Νοεμβρίου). Όλη η περιοχή έγινε σημείο εξόρμησης για περιπολίες και επιδρομές μέχρι την είσοδο των Στενών του Βοσπόρου. Από τα τέλη Οκτωβρίου, ένα ανιχνευτικό με τη συνοδεία δύο αντιτορπιλικών περιπολούσαν αναγκαστικά για 48 ώρες στο στόμιο του Ελλησπόντου. Η Τένεδος έγινε ασφαλές αγκυροβόλιο για τα αντιτορπιλικά, με σκοπό να ανακουφιστούν τα ελαφρότερα σκάφη από τη διαδρομή Μούδρος – Στενά, ενώ από τις 7 Νοεμβρίου έως τις 9 Δεκεμβρίου συμμετείχε στις ημερήσιες περιπολίες και το «Δελφίν», το μοναδικό «καταδυόμενον» (υποβρύχιο) του ελληνικού ναυτικού οπλοστασίου.

Με την εξαίρεση της Χίου, οι ναυτικές επιχειρήσεις δεν συνάντησαν τουρκική αντίσταση και τα περισσότερα νησιά απελευθερώθηκαν το ένα μετά το άλλο: Λήμνος, Θάσος, Άγιος Ευστράτιος, Ίμβρος, Σαμοθράκη, Ψαρά, Τένεδος και Ικαρία. Όλη η περιοχή έγινε σημείο εξόρμησης του ελληνικού στόλου.

18 Οκτωβρίου 1912. Ο τορπιλισμός του Φετίχ – Μπουλέντ

Προτού ακόμα εμπλακεί σε σοβαρή ναυμαχία, το Πολεμικό Ναυτικό είχε την πρώτη του μεγάλη επιτυχία στις 18 Οκτωβρίου με τον τορπιλισμό και την καταστροφή του τουρκικού θωρηκτού «Φετίχ – Μπουλέντ» που ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Το εκτοπίσματος 2.170 τόνων πλοίο είχε μετασκευαστεί το 1906 και αποκτήσει καινούριο οπλισμό σύγχρονο για τα δεδομένα της εποχής (4 ταχυβόλα των 150 χστ. Κι έξι των 76 χστ).

Ωστόσο, αυτό το φόβητρο για τον ελληνικό στόλο ήταν ουσιαστικά παροπλισμένο, γιατί ο οπλισμός του είχε αφαιρεθεί για να χρησιμοποιηθεί στην άμυνα της Θεσσαλονίκης. Η σκέψη, η απόφαση και τελικά η πραγματοποίηση του χτυπήματος ανήκουν στον υποπλοίαρχο Νικόλαο Βότση, κυβερνήτη του τορπιλοβόλου «11» ο οποίος περιπολούσε στην περιοχή και μελετούσε ένα πλήγμα μέσα στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, που θα εξυπηρετούσε στρατηγικούς αλλά κυρίως ψυχολογικούς σκοπούς. Αφού υπέβαλε τηλεγραφική αναφορά στο υπουργείο Ναυτικών, ο Βότσης έλαβε προσωπικά την έγκριση και πραγματοποίησε την επίθεση τη νύχτα της 17ης προς 18ης Οκτωβρίου πλέοντας κοντά στις εκβολές του Αξιού, στα αβαθή νερά του Θερμαϊκού Κόλπου, εκμεταλλευόμενος το πλεονέκτημα που του έδινε το μικρό εκτόπισμα του σκάφους του.

Η καλύτερη περιγραφή των γεγονότων δίνεται από τον ίδιο τον εμπνευστή και εκτελεστή της επιχείρησης. «Απέπλευσα εκ Λιτοχωρίου πρωίαν και κατέπλευσα Σκάλα Ελευθεροχωρίου όπου παρέμεινα μέχρις 9ης εσπέρας οπότε ανεχώρησα δια την επίθεσιν. Καραμπουρνού εφώτιζε συνεχώς δια προβολέων, αλλά διήλθον απαρατήρητος μεταξύ Καραβοφάναρο και Βαρδάρι. Κατόπιν ολοταχώς έπλευσα λιμένα Θεσσαλονίκης και την 11.20 διέκρινα άνευ αμφιβολίας τουρκικόν θωρηκτόν ανάπρωρον προς τον πνέοντα Μέσην εις την δυτικήν άκραν κυματοθραύστου(…).

Εχείρησα, ήρεμα πάντοτε απαρατήρητος, ώστε κατηύθυνα την πρώραν δια μέσου τουρκικού θωρηκτού, εκσφενδόνισα πρώτον δεξιάν πρωραίαν 11.35’ από αποστάσεως 150 μέτρων. Έστρεψα ολίγον αριστερά προχωρών και εξεσφενδόνισα αριστεράν.

Ανεπόδισα ολοταχώς όπως απομακρυνθώ της εκρήξεως, της πρώρας του πλοίου στρεφούσης αριστερά. Κατόπιν εξεσφενδόνισα την του καταστρώματος, ήτις όμως εξέκλινε και εξερράγη μετά τας πρώτας ταυτόχρονους σχεδόν εκρήξεις επί του κυματοθραύστου μετά κρότου μεγάλου, ον προς στιγμήν ενομίσαμεν ως πυροβολισμόν εκ της ξηράς.

Άμα τη πρώτη εκρήξει παρετηρήθη κίνησις φώτων επί του πλοίου και συρίγματα. Τα διαμερίσματα των αξιωματικών ήσαν φωτισμένα. Η έκρηξις εγένετο ολίγων πρώραθεν της καπνοδόχου δεξιά. Καπνός εξήλθεν άφθονος της καπνοδόχου, το πλοίον καταφανώς εβυθίζετο δια της πρώρας κλίονο δεξιά. Ολοταχώς πλέων τότε άνωθεν της γραμμής των βυθισμένων τορπιλλών, στηριζόμενος εις το βύθισμα του πλοίου μου και διήλθον προ του Καραμπουρνού, το οποίον ειδοποιηθέν φαίνεται εκ Θεσσαλονίκης, ήναψε πάντας τους προβολείς.

Διήλθον και πάλιν απαρατήρητος και καθ’ ην στιγμήν ευρισκόμην απέναντι Καραμπουρνού και κατά την προηγουμένην προς τούτο υπόσχεσιν προς τους πυροβολητάς μου, διέταξα και έρριψαν επ’ αυτού βολήν δια του ταχυβόλου των 37 από αποστάσεως 2.500 μέτρων. Κυβερνήτης Τορπιλλοβόλου «11» Ν. Βότσης».

Ασχέτως της στρατιωτικής σημασίας του εγχειρήματος, τα νέα του τορπιλισμού ενός τουρκικού θωρηκτού συγκίνησε κάθε «ελληνική ψυχή, ιδιαιτέρως συγκινουμένη εις παν αφορών την θάλασσαν» ως κατόρθωμα «όπερ συνέχιζε παλαιά κλέη» και το όνομα του «νέου Κανάρη» Βότση μεταδόθηκε αστραπιαία και «ήλθεν αστραπηδόν εις όλα τα στόματα του ελευθέρου και δούλου ελληνισμού» (Τανάγρας Αγγ. Η ανατίναξις του Φετίχ – Μπουλέντ και της Κανονιοφόρου. Εν Αθήναις, Πολεμική Βιβλιοθήκη Φέξη 1914).

Από το βιβλίο του Δημητρίου Γ. Θαλασσινού: Α’ Βαλκανικός πόλεμος: 1 Οι Ναυτικές επιχειρήσεις… 2 Ηπειρος 1912-1913.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.