Θαυμαστές θεραπείες από τον Όσιο Γέροντα Πορφυρίο τον Καυσοκαλυβίτη.

Λίγα ενθυμήματα από είκοσι χρόνια Γνωριμίας με τον γέροντα Πορφύριο.

Του Λουκά Ιατρού.

ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ

Η θεραπεία του βαρειά άρρωστου γιου μου.
Άλλο ένα θαύμα του Παππούλη για μένα:
Ο μεγάλος μου γιος είχε αρρωστήσει πάρα πολύ σοβαρά. Είχε κάνει μια εγχείρηση πολύ σοβαρή, ήταν σε πολύ επικίνδυνο σημείο. Και ενώ νομίζαμε ότι πέτυχε η εγχείρηση μετά τρεις – τέσσερις μέρες παρουσίασε επιπλοκή. Είχαν μείνει ορισμένα αποστήματα μέσα στην κοιλιακή κοιλότητα, κάτω απ’ το συκώτι, που δεν είχαν μπορέσει να τα καθαρίσουν οι γιατροί διότι δεν μπόρεσαν να τα δουν.
Και άρχισε να ξανακάνει πυρετό και να είναι σαν πτώμα στην εμφάνιση, με ίκτερο κ.λ.π. Ήτανε να πεθάνει εντός ωρών.
Πάρα πολλοί φίλοι και μάλιστα πολύ καλοί επιστήμονες, καθηγηταί Πανεπιστημίου κτλ. είχαν έρθει ( η ημέρα ήταν Κυριακή) για να με πάρουν από εκεί να καθίσουν δήθεν λιγάκι αυτοί με σκοπό να με απομακρύνουν να μην δω το παιδί να πεθαίνει.
Επήραν εμένα και την γυναίκα μου για να ξεκουραστούμε και έκατσε ένας φίλος μου καθηγητής, ο κύριος Μ. για να περιποιείται το παιδί διότι περίμεναν ότι εκείνη την ώρα θα πέθαινε.
Εμείς βέβαια είχαμε ενημερώσει τον Παππούλη και είχαν ενημερωθεί και άλλοι που τους είχαν βάλει να κάνουν προσευχή.
Το βράδυ, στις τρεις η ώρα εμείς είχαμε γυρίσει στο νοσοκομείο και ο Παππούλης πήρε το σπίτι, που ήταν η πεθερά μου. Και είπε:
-Μωρέ, με δάκρυα στα μάτια παρακαλώ. Πρέπει να το σώσουμε το παιδί! Ακούς; Πρέπει να το σώσουμε.
Έκλαιγε η πεθερά μου, έκλεισε ο Παππούλης το τηλέφωνο…
Πραγματικά την άλλη μέρα ανένηψε και τώρα είναι πολύ καλά και δοξάζει το Θεό και τον Γέροντα, τον Παππούλη, που ήταν η αιτία με τις προσευχές του να σωθεί.
Κι’ αυτό για μένα σαν γιατρό θεωρείται μία πραγματική ανάσταση.
Η θεραπεία της ετοιμοθάνατης μητέρας μου.
Θα πω τώρα ένα θαύμα που συνέβηκε στην μητέρα μου, με μεταβιβαστή της χάριτος του Θεού τον Παππούλη.
Η μητέρα μου αρρώστησε βαρειά, έκανε μία εγχείρηση σοβαρή και έπαθε ανοξαιμία του εγκεφάλου από ένα ατύχημα μετεγχειρητικό. Ήταν ένα φυτό. Την πήγανε στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στον Ερυθρό Σταυρό, της ανοίξανε τον λαιμό της και της βάλανε ένα μηχάνημα μέσα και ήταν αμφίβολο αν περάσει ία – δύο μέρες ως φυτό. Όλοι περιμέναμε να πεθάνει.
Μάλιστα, είχε έρθει ο καθηγητής κ. Δ. ο οποίος είχε πει: «Τελείωσε η κυρία Ε. Να ετοιμάσετε τα πράγματά της, γιατί δεν θα ζήσει πολύ. Είναι ζήτημα ωρών».
Τότε η γυναίκα μου έφυγε με πολλή πίστη και έτρεξε στα Καλλίσια, που ήταν ακόμη ο Παππούλης, να τον βρει να του πει ότι η μητέρα πεθαίνει.
Ο Παππούλης δεν ήταν στα Καλλίσια. Γυρνώντας στο μονοπάτι η γυναίκα μου φώναζε δυνατά και νοερά: Παππούλη πού είσαι; Δεν βλέπεις; Η μαμά πεθαίνει. Παππούλη έλα, η μαμά πεθαίνει. Σημειωτέον ότι η μητέρα μου ήταν ακόμα νέα. Πέρασαν λίγες ώρες από τη στιγμή που η γυναίκα μου γύρισε στο νοσοκομείο και το μεσημέρι απρόσκλητος ο Παππούλης εμφανίζεται στον διάδρομο που είμαστε όλοι απ’ έξω και περιμέναμε την μητέρα μου να πεθάνει.
Εμείς αρχίσαμε να του φιλάμε τα χέρια και τα λοιπά. Μας εξέπληξε πως ήρθε χωρίς να τον καλέσουμε. Είπε:
-Ανοίξτε μου λίγο την πόρτα. (Δεν επετρέπετο να μπει μέσα). Ανοίξτε μου λίγο την χαραμάδα.
Κοίταξε την μητέρα μου κρατώντας ένα ξύλινο σταυρό πολλή ώρα προσευχόμενος κι έφυγε μετά ολοταχώς.
Μόνο είπε: «Έχει ο Θεός». Και πρόσθεσε: «Το βράδυ, στις δέκα με δέκα και τέταρτο θα μαζέψετε όσο κόσμο μπορείτε, να κάνετε την ευχή για την δούλη του Θεού τάδε και έχει ο Θεός».
Πραγματικά, κινητοποιήθηκε όλος ο κόσμος, όλοι οι φίλοι, όλοι οι πνευματικοί αδελφοί και το βράδυ εκείνο κάναμε όλοι την προσευχή. Βέβαια, κατ’ εμέ, ολίγον ανώφελη, διότι δεν υπήρχε, τουλάχιστον επιστημονικά, τρόπος να κρατηθεί η μητέρα μου στην ζωή.
Και όμως, ώ του θαύματος, την άλλη μέρα, όταν μπήκε η γυναίκα μου μέσα να δει τι κάνει η μητέρα και της έπιασε το χέρι, η μητέρα μου έσφιξε το χέρι της και δυο δάκρυα κυλήσανε απ’ τα μάτια της. Την κατάλαβε, της κούνησε τα μάτια και, χωρίς να τα πολυλογώ, μετά από λίγο ανένηψε, άρχισε να αισθάνεται, σηκώθηκε, περπάτησε κι έζησε άλλα έντεκα χρόνια .Βέβαια χωρίς να μιλάει, διότι είχε πρόβλημα στον λαιμό που δεν διορθωνόταν.
Έζησε όμως πολλά χρόνια εν μετανοία πραγματική και κοιμήθηκε εν οσιότητι. Πολλές φορές μου έλεγε με νοήματα ή γράφοντάς μου σε χαρτί: «Ο Παππούλης έρχεται τα βράδυα και μου λέει: Ε. (της έλεγε το όνομά της) δεν είσαι πια στρατιώτης, πας για αξιωματικός˙ πολύ τον αγαπάω τον Παππούλη, τα βράδια με παρηγορεί. Το ξέρεις; Με παρηγορεί».
Βέβαια αυτό συνέβαινε παρόλο ότι ο Παππούλης έμενε στην Αθή΄να και η μητέρα μου σε άλλη πόλη πολύ μακριά που μόνο ατμοπλοϊκώς ή αεροπορικώς θα μπορούσε να πηγαινοέρχεται ο Γέροντας.1
Υπάρχει ανάσταση.
Ξέχασα να πω προηγουμένως, όταν ανέφερα για την μητέρα μου, ότι με τον Παππούλη, μετά που η μητέρα μου νεκραναστήθηκε, συζητούσαμε το θέμα αυτό και μου έλεγε ότι, το βράδυ εκείνο που προσευχόμαστε όλοι μαζί δέκα με δέκα και τέταρτο, έβλεπε την μητέρα μου στο κρεββάτι της, μέσα στο δωμάτιο του νοσοκομείου, στην εντατική, λουσμένη μ’ ένα φως, το οποίον ήταν ασφαλώς οι προσευχές όλων μας.
Κάποτε, μετά από πολλά χρόνια, όταν μιλάγαμε για ανάσταση, ο Παππούλης μου είπε:
-Δεν πιστεύεις Λ. στην ανάσταση; Δεν αναστήθηκε η μητέρα σου;

ΔΙΟΡΑΣΙΣ.
Ο Γέροντας βλέπει στην Αχρίδα και στη Λαπωνία.
Είχαμε πάει ταξίδι στη Σερβία και επισκεφθήκαμε μοναστήρια και προσκυνήματα, έχοντας μαζί μας την ευλογία του Παππούλη και οδηγό ένα Σέρβο ιερομόναχο και νυν Μητροπολίτη τον Ε.Μ. πνευματικό παιδί του Παππούλη κι αυτόν, όπως κι όλη η παρέα μας.
Στο τέλος του ταξιδιού μας περάσαμε από την Αχρίδα και κάναμε μέσα στην λίμνη μια μεγάλη βόλτα με μοτόρι. Αν και το βάθος ήταν μεγάλο, με έκπληξη παρατηρήσαμε πως τα φύκια ήταν τόσο ψηλά που άγγιζαν σχεδόν την επιφάνεια της λίμνης σε αρκετά σημεία.
Στο γυρισμό, περάσαμε όπως συνηθίζαμε, απ’ το Μήλεσι του Ωρωπού για να πάρουμε ευχή από το Γέροντα Πορφύριο και να παραλάβουμε τα παπαγαλάκια μας, που στις διακοπές αφήναμε κοντά στα πουλιά του Γέροντα. Ο Γέροντας άμα μας είδε, είπε:
-«Να ‘ρθήτε μια άλλη μέρα να μου τα διηγηθήτε να τα δω κι εγώ, γιατί τώρα είμαι κουρασμένος. Μωρέ, τι χόρτα ήταν εκείνα μέσα στη λίμνη! Τι μεγάλα που ήταν»!
Στη έκπληξή μας, πώς τα είδε, είπε και το εξής:
-Πριν δέκα μέρες ένας φίλος μου πήγε ταξίδι στην Λαπωνία και προ πέντε ημερών τον έβλεπα εκεί όπου πήγαινε˙ έβλεπα όμως πιο πολλά απ’ ό,τι έβλεπε αυτός. Εκτός απ’ αυτό έβλεπα και μέσα του, τον τρόπο που αυτός έβλεπε τα γύρω του. Να πάτε στην Λαπωνία να δήτε τον ήλιο του μεσονυκτίου…
Πώς τα ‘βλεπα παιδιά μου;
-Έ, Γέροντα, είπαμε, με την χάρη του Θεού, με την διόραση…
-Προσέξτε, δεν έπαιρνα την σκέψη του, συνέχισε ο Παππούλης, εγώ έβλεπα και ό,τι έβλεπε αυτός και περισσότερα ακόμη.
-Έκανε κρύο, Γέροντα; Ρώτησα.
-Δεν ξέρω, μωρέ. Φορούσε παλτό.
Βλέπει το χωριό της γυναίκας μου.
Το χωριό της γυναίκας μου ήταν μέρος μιας παλιάς κοινοπολιτείας αρχαϊκής και λένε όλοι ότι υπάρχουν κρυμμένα μέσα στο έδαφος ή θαμμένα πολλά αρχαία και θησαυροί.
Ο Παππούλης δεν το ήξερε αυτό και ούτε είχε πάει στο χωριό της γυναίκας μου, όμως, της περιέγραφε ακριβώς που είναι το μοναστήρι, που είναι η εκκλησία, που είναι όλα αυτά τα πράγματα, και της έλεγε υπάρχει πολύς χρυσός εκεί, υπάρχουν θησαυροί χωρίς να τα ξέρουν οι χωριάτες.
Βλέπει τα υπόγεια νερά.
Πολλές είναι και οι ιστορίες για το νερό που έβλεπε ο Παππούλης, που έτρεχε κάτω απ’ τη γη.
Κάποτε ήμουν στ’ Άγιον Όρος. Είχαμε αγοράσει ένα οικόπεδο εκεί κοντά στην Σταμάτα και ο Παππούλης, στ’ Άγιον Όρος που τον συνάντησα μου είπε: «Κοίτα, το οικόπεδο που πήρατε, έχει πολύ κοντά πάρα πολύ νερό, δεξαμενή μεγάλη νερού».
Όταν κατέβηκα στην Αθήνα μετά από μερικούς μήνες, πράγματι ανακαλύφθηκε ότι υπήρχε ένας πολύ μεγάλος υπόγειος χώρος αποθηκεύσεως νερού κι από εκεί έγινε το υδραγωγείο της περιοχής.
Βλέπει το ταξίδι.
Κάποιοι φίλοι είχαν πάει σε μακρινό ταξίδι, σε άλλη χώρα υπερπόντια και ο Παππούλης τους αγαπούσε πολύ και προσευχόταν γι’ αυτούς…
Όταν γύρισαν τους είπε να του διηγηθούν μερικά πράγματα, αλλά ο ίδιος άρχισε πριν απ’ αυτούς να τους διηγήται μόνος του όλα αυτά που είχαν περάσει εκεί πέρα.
Κάπου όμως σταμάτησε ο Παππούλης και είπε: «Ειλικρινά δεν μπορώ να πω τι έγινε παραπέρα γιατί σας χάνω». Εκεί κάποια αμαρτία κάνατε και για να μη στενοχωρηθώ ο Θεός δεν μου το αποκαλύπτει».
Η ξεχασμένη αμαρτία.
Κάποτε η γυναίκα μου πήγε να εξομολογηθεί, αλλά είχε ξεχάσει να πει μια αμαρτία της πνευματική. Ο Παππούλης δεν είπε τίποτα και ενώ εξομολογείτο ρώταγε: Τι άλλο; Τι άλλο; Δεν θυμόταν αυτή να του το πει. Και μόνος του της είπε την αμαρτία της. Και αυτό με πλάγιο τρόπο και βέβαια κατάλαβε αυτή ότι ο Παππούλης έβλεπε μέσα της και έβλεπε ότι αυτό το πράγμα δεν το είχε πει.
Απάντησε σε απορία.
Μια φορά είχα σηκωθεί πρωί – πρωί, πριν φέξει και προσευχόμουνα και διάβαζα μετά κάτι από τους πατέρες κι είχα μια απορία πνευματική πάνω σ’ αυτά που διάβαζα.
Σε λίγο χτύπησε το τηλέφωνο, ενώ ήταν πάρα πολύ πρωί, πριν τις έξι, και ήταν ο Παππούλης.
-Δεν είναι έτσι μωρέ που το σκέφτεσαι, έτσι είναι… Και μου εξήγησε λεπτομερώς την πνευματική απορία που είχα πάνω στους πατέρες.
Η αποκάλυψη μιας ανάγκης.
Κάποτε ήμουν στο Άγιον Όρος και ο Παππούλης ήταν κι αυτός εκεί στην Κερασιά. Ήταν ο τελευταίος μήνας, που θα γεννιόταν το τρίτο μου παιδί – Τρίτη καισαρική.
-Εγώ και η γυναίκα μου δεν είχαμε υπολογίσει ακριβώς τις μέρες. νομίζαμε ότι είχαμε ακόμα καιρό και ήμουν στ’ Άγιον Όρος.
Όταν έφτασα στον Παππούλη, στην Κερασιά, με πήρε μέσα, μου έδωσε ένα αχλάδι, θυμάμαι, στο χέρι, ένα μεγάλο αχλάδι. Με πήγε εκεί κοντά και ψάξαμε και ηύραμε ξύλινα κουτάκια, για να κάνουμε τις μπομπονιέρες της βαπτίσεως, την οποία αργότερα ετέλεσε ο ίδιος και μου λέει:
-Φύγε αμέσως.
-Κατέβα κάτω από την Αγία Άννα. Μείνε το βράδυ στην Νέα Σκήτη και το πρωί φύγε αμέσως για την Αθήνα, γιατί είναι ανάγκη.
Και πραγματικά κατέβηκα. Φτάνοντας στην πόρτα των Αβραμαίων, στη Νέα Σκήτη, άρχισε αμέσως μια δυνατή βροχή, ένας κατακλυσμός. Το πρωί έφυγα γρήγορα για την Αθήνα και την άλλη μέρα επειγόντως έπρεπε να γεννήσει η γυναίκα μου, γιατί αλλοιώς θα υπήρχε κίνδυνος και γι’ αυτήν και για το παιδί.
Για τις εικόνες μου.
Κάποτε ζωγράφισα τον Άγιο Λουκά και του τον πήγα να τον δει. Τον προσκύνησε, τον σήκωσε ψηλά και είπε:
-Εύχομαι αυτή η εικόνα να κάνει θαύματα.
Άλλη φορά ο Παππούλης μου είπε:
-Έχεις μια εικόνα της Παναγίας πάρα πολύ ωραία, πολύ ωραία εικόνα!
-Παππούλη έχω πολλές εικόνες της Παναγίας και δικές μου και άλλων.
-Όχι, είναι μία…
Άρχισα λοιπόν τότε να του απαριθμώ… Είναι αυτή που είναι εκεί, είναι αυτή που είναι εκεί…
-Όχι, όχι αλλού, αλλού…
Ψάξαμε σιγά – σιγά και τελικά καταλήξαμε σε μία εικόνα του Λέπουρα, η οποία πραγματικά είναι πολύ ωραία και είναι απ’ τις τελευταίες εικόνες του Βασίλη Λέπουρα, την οποία ο Παππούλης αγαπούσε πολύ από μακριά χωρίς να την έχει ποτέ δει.
Το άνοιγμα ενός φαρμακείου.
Κάποτε είχα οδηγήσει σ’ αυτόν ένα γνωστό μου επιστήμονα φαρμακοποιό, ο οποίος είχε προβλήματα πολλά, ήθελε ν’ ανοίξει φαρμακείο και είχε μεγάλες δυσκολίες, κυρίως οικονομικές.
Πήγε πολλές φορές στον Παππούλη κι ο Παππούλης τούχε προείπει τότε: «Σώπα, μην ανησυχείς, μωρέ. Εσύ θα κάνεις φαρμακείο σε πολύ μεγάλο δρόμο, σε πολύ κεντρικό δρόμο».
Πράγματι μετά μερικούς μήνες, ο φαρμακοποιός αυτός άνοιξε ένα μεγάλο φαρμακείο σ’ ένα πολύ κεντρικό δρόμο του Πειραιώς. Και ευχαριστεί τον Παππούλη για την υλική, αλλά κυρίως την πνευματική δωρεά του.
Η αίσθηση της ψυχής του πατέρα μου.
Κάποτε είχα κάνει εξέταση στον Γέροντα και τον βοηθούσα να σηκωθεί απ’ το κρεββάτι για να καθίσει και να μείνει καθιστός. Τον αγκάλιασα έτσι και όπως τον ανέβαζα μου είπε:
-Βρε παιδί μου! Τούτη τη στιγμή ένοιωσα την ψυχή του πατέρα σου!
Για τον π. Ελευθέριο.
Πολύ στενές σχέσεις πνευματικές είχε ο πατήρ Πορφύριος και με τον μακαριστό πατέρα Ε.Κ. ο οποίος ήταν ένας πνευματικός σε νησί πολύ γνωστός για την αγιότητά του και από τον οποίον γνώρισα εγώ και πολλοί άλλοι τον Γέροντα Πορφύριο.
Ο πατήρ Ε. κοιμήθηκε πολύ νέος, στα 57 του χρόνια, από βαρύτατο διαβήτη. Έπαθε έμφραγμα και κοιμήθηκε σε αυτή την ηλικία.
Πάρα πολλά πνευματικοπαίδια του τρέξανε στην κηδεία του.
Ένα απ’ αυτά, ο καθηγητής Πανεπιστημίου Κ.Σ. δεν μπόρεσε να έρθει για ορισμένους λόγους κι είχε πάει την ώρα αυτή στο Μήλεσι και καθότανε κοντά στον Γέροντα.
Ο Γέροντας τους περιέγραφε την κηδεία, ήταν πολύ συγκινημένος και έκλαιγε, διότι έβλεπε και παρακολουθούσε βήμα προς βήμα την κηδεία του από μακριά.
Και μετά όταν τελείωσε τους είπε: «Τώρα μπορούμε να λέμε: Άγιε Ε., πρέσβευε υπέρ ημών».
Τηλεφωνήματα από τα Καυσοκαλύβια.
Λίγο πριν κοιμηθεί ο Γέροντας, όντας στα Καυσοκαλύβια, μου τηλεφώνησε δύο φορές.
Την πρώτη φορά, στο τέλος του καλοκαιριού το 1991, τηλεφώνησε και μου μίλησε για την αρρώστειά του και μου περιέγραφε τι νιώθει. Απ’ ό,τι κατάλαβα τον ενοχλούσαν και οι νεφροί του, γιατί μου ζητούσε να του στείλει η κόρη μου, η γιατρίνα, όπως την έλεγε, μια Φυσιολογία που να εξηγεί μέσα πως δημιουργούνται οι λίθοι, πως γίνεται η νεφρολιθίασις.
Ο Παππούλης βέβαια δεν διάβαζε, πολλώ μάλλον ξένα και ιατρικά βιβλία, λόγω της τυφλότητός του, και του τα διάβαζαν άλλοι.
Γρήγορα και εγώ, επειδή ήξερα ότι ο Παππούλης ό,τι λέει πρέπει να γίνεται, βρήκα από την κόρη μου μια Φυσιολογία και την στείλαμε με κάποιον που ανέβαινε στο Άγιον Όρος. Η Φυσιολογία έχει μείνει τώρα εκεί στα Καυσοκαλύβια, μαζί με το σώμα του Παππούλη.
Και το τελευταίο του τηλεφώνημα ήταν: Εύχομαι χαρά, υγεία, αγάπη, ειρήνη.
Ήταν η τελευταία φορά που άκουγα την τίμια φωνή του.
Θα γίνεις Επίσκοπος.
Θα διηγηθώ σύντομα δυο περιπτώσεις του διορατικού και προφητικού χαρίσματος του γέροντα.
Η πρώτη συνέβη σ’ ένα ταξίδι του Γέροντα στο εξωτερικό κοντά στους Αγίους Τόπους.
Γινόταν ακολουθία, νομίζω Θεία Λειτουργία, στο Καθολικό του μεγάλου μοναστηριού. Όταν τελείωσαν και βγήκαν στο αρχονταρίκι ο Γέροντας είπε σε έναν ιερομόναχο: «Να ετοιμαστείς, θα γίνεις Δεσπότης». Ο ιερομόναχος που κάθε άλλο παρά αυτό είχε σκεφθεί ή επιδιώξει, δεν έλαβε στα σοβαρά αυτό το λόγο του Γέροντα ούτε έδωσε συνέχεια παρά το βαθύ σεβασμό που έτρεφε για τον Γέροντα με τον οποίον, όπως και τον γέροντα Παΐσιο, συχνά επικοινωνούσε.
Δεν πέρασε πολύς καιρός. Ο αρχιεπίσκοπος εκοιμήθη αιφνιδίως και ο ιερομόναχος ψηφίσθηκε νέος αρχιεπίσκοπος. Η συνάντηση του γέροντος Πορφυρίου και του πνευματικού τέκνου του – ήδη τοπικού αρχιεπισκόπου, μία νύχτα στα Τουρκοβούνια ήταν κάτι θύμισε ιστορίες των γεροντικών. Είχα την χαρά να βλέπω από κοντά την προϋπάντηση του Δεσπότη από τον Γέροντα έξω στο δρόμο, μπροστά στο χαμόσπιτό του… Κάτω έλαμπαν τα φώτα της Αθήνας και στη συνάντηση των δύο ανδρών έλαμπε η Χάρις του Θεού.
Το δεύτερο περιστατικό αφορά τον μητροπολίτη μιας αραβικής πρωτεύουσας που έχει μεγάλο αριθμό ορθοδόξων πιστών. Ο νέος τότε ιερομόναχος έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Αθήνα και συχνά συλλειτουργούσε με τον Γέροντα και έναν Σέρβο ιερομόναχο, τώρα Επίσκοπο, με διάκονο έναν άλλο Σέρβο και αυτόν τώρα Επίσκοπο, πνευματικά παιδιά του μακαριστού π. Ιουστίνου Πόποβιτς.
Ο Άραβας, τελειώνοντας τις σπουδές του ετοιμαζόταν να πάει στις ΗΠΑ για συνέχεια σπουδών και πριν πάει να αποχαιρετήσει τους δικούς του στης χώρα του, πέρασε να πάρει ευλογία του Γ. Πορφυρίου.
-Δεν θα πας στην Αμερική, πάτερ, του είπε μειδιώντας ο Γέροντας.
– Μα φεύγω, Γέροντα, αμέσως μετά από την επίσκεψη στους γονείς μου.
Ο Γέροντας δεν είπε τίποτε άλλο. Πράγματι, φθάνοντας στην πατρίδα του, ο ιερομόναχος παρέστη στην κηδεία του Μητροπολίτου και ο Πατριάρχης και η σύνοδος πριν καλά καλά περάσουν λίγες μέρες εξέλεξε αντικαταστάτη του αυτόν.
Τώρα οι Άραβες της περιοχής τιμούν σαν άγιο τον γέροντα Πορφύριο γιατί πολλά θαύματα τους κάνει. Χτίσανε μάλιστα και εκκλησάκι των αγίων: Αντωνίου του Μεγάλου και Πορφυρίου του Νέου!
Τα λείψανά του.
Τρία χρόνια μετά την κοίμηση του Γέροντα, τα λείψανά του παρελήφθησαν μυστικά, χωρίς δημοσιότητα από έναν υποτακτικό του και αφού τέθηκαν σε κιβώτιο, τοποθετήθηκαν, άγνωστο που στην έρημο το Άθωνα, όπως διαδίδεται, για να μην τα τιμήσουν οι άνθρωποι, έσχατο σημείο ταπείνωσης που ο ίδιος ο Γέρων Πορφύριος ηθέλησε, όπως λένε.
Ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ, που πολύ σεβόταν τον γέροντα και τον είχε συναντήσει πριν την κοίμησή του, σχολίασε με το χαρακτηριστικό του τρόπο το γεγονός όταν σε μία συνάντησή μου μαζί του, του το αποκάλυψα. Του είπα πρώτα ότι ο Γέρων Πορφύριος τον αγαπούσε πολύ και τον θεωρούσε άξιο ποιμένα.
-Τί μου λες βρε. Αυτός ήταν άγιος, εμείς δεν αξίζουμε τίποτα.

Υποσημείωση.
1. Το θαύμα διηγείται και η σύζυγος του γιατρού, αλλά παραλείψαμε τη διήγησή της προς αποφυγήν επαναλήψεων.

Από το βιβλίο: Θαυμαστά γεγονότα και συμβουλές του Γέροντος Πορφυρίου. Αθήναι, Σεπτέμβριος 2009.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.