Μυστράς.

Η ιστορία του.

Ο Μυστράς είναι μια στοιχειωμένη νεκρή πολιτεία, που στάθηκε από τις πλουσιώτερες και ονομαστότερες στα τελευταία βυζαντινά χρόνια˙ σήμερα προβάλλει κάτω από το γιγάντειο Ταΰγετο σα μισοσβησμένη ζωγραφιά.
Παίρνει κανείς από τη Σπάρτη το δρόμο, που ακολουθεί την κατάφυτη ακροποταμιά του Κνακίωνα, παραπόταμου του Ευρώτα, και ύστερα από μια ώρα πορεία φτάνει στο νέο Μυστρά.
Το ολόδροσο αυτό νέο χωριό είναι στα πόδια του βουνού και είναι χωμένο στα περιβόλια και τις πορτοκαλιές, φορτωμένες άλλοτε χρυσούς καρπούς και άλλοτε μυροβόλα άνθη. Αφού ξεκουραστή ο οδοιπόρος στο γεροπλάτανο της πλατείας και πιή νεράκι από τις παλιές βρύσες, διαβαίνει το λιθόχτιστο μονότοξο γεφύρι της άγριας ρεματιάς και μπαίνει στο βυζαντινό Μυστρά.
Ο Μυστράς είναι ονομαστός για τα περίφημα βυζαντινά μνημεία του, που απέκτησε στα χρόνια των Κατακουζηνών και των Παλαιολόγων, και γιατί έγινε κέντρο των γραμμάτων και των τεχνών.

Η ελληνική σοφία έλαμψε εδώ σε όλη της τη δόξα και φώτισε όχι μόνο τον ελληνικό, αλλά και τον έξω κόσμο. Οι ονομαστότεροι σοφοί, ιστορικοί και λόγιοι συγκεντρώνονται στα χρόνια αυτά στην απόμερη αυτή ελληνική γη.
Αλλά επάνω από όλους διακρίνεται μια ιστορική μορφή, ο φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων, από ένα γειτονικό χωριό, την Τρύπη, ο μεγαλοφυέστερος άνδρας του 15ου αιώνα. Ήταν δάσκαλος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και ίδρυσε στον Μυστρά τη νεοπλατωνική Ακαδημία, όπου σύχναζαν οι σπουδαιότεροι δικοί μας και ξένοι άνδρες.
Η βυζαντινή πάλι τέχνη δημιούργησε περίφημα μνημεία, που έως σήμερα είναι θαυμαστά. Από τα πέρατα της γης έρχονται να τα επισκεφθούν όσοι αγαπούν την αρχαιότητα και την τέχνη. Αλλά και οι δικοί μας επισκέπται δεν είναι λιγώτεροι˙ πηγαίνουν να χαρούν και να προσκυνήσουν ένα κομμάτι γης, που δόξασε και δοξάζει την Ελλάδα.
Χτίζονται τα χρόνια αυτά οι ωραιότερες εκκλησίες από τους άρχοντες του τόπου και έρχονται καλεσμένοι από το Βυζάντιο, για να τις ζωγραφίσουν, οι καλύτεροι αγιογράφοι.
Έτσι δημιουργείται σιγά σιγά στο Μυστρά ένα καλλιτεχνικό εργαστήριο, που μαζί με την Κωνσταντινούπολη και το Άγιον Όρος απλώνει τη βυζαντινή αγιογραφική τέχνη στις άλλες ελληνικές πόλεις και στα μοναστήρια και φτάνει έως τη Σερβία, τη Βουλγαρία και τη Ρωσία ακόμη.
Δεσποτικά παλάτια και σπίτια αρχοντικά γεμίζουν τέλος το Μυστρά, όπου συχνάζει η ελληνική και ξένη αριστοκρατία των αρχόντων και των μορφωμένων.
Οι ναοί.
Τώρα πια λίγα έχουν απομείνει από τα παλιά μνημεία, για να θυμίζουν τα περασμένα μεγαλεία: Οι εκκλησίες με τους γραφικούς τρούλλους, τα μισοερειπωμένα δεσποτικά ανάκτορα και αρχοντόσπιτα, και επάνω στην κορυφή το φρούριο του φράγκου Βιλλαρδουΐνου.
Σε κάθε βήμα σου βλέπεις χαλάσματα, χαλάσματα, χαλάσματα!
Οι εκκλησίες του Μυστρά είναι τα συγκινητικώτερα μνημεία της περασμένης δόξας του. Όσες στέκουν όρθιες, με όλες τις βλάβες από το χρόνο, μαρτυρούν πόσο μεγάλη ήταν η πνευματική και καλλιτεχνική ακμή στη γωνία αυτή τις θλιβερές μέρες, που έσβηνε το Βυζάντιο.
Πόση χάρη και τέχνη έχει η εξωτερική τους όψη! Με όλο τον όγκο τους φαίνονται ελαφρές και κομψές.
Οι ναοί στο εσωτερικό δεν έχουν τώρα τον πλούσιο διάκοσμο ούτε τα πολύτιμα αφιερώματα, που τους εστόλιζαν. Μένουν μόνο όρθιοι οι ωραίοι κίονες και οι αψίδες, που στηρίζουν τον τρούλλο ή τη δεύτερη οροφή, όπου είναι ανάγκη˙ σώζονται ακόμη και οι τοιχογραφίες.
Αλλά η υγρασία και ο χρόνος έχουν φθείρει πολύ τις αγιογραφίες. Και όμως η ψυχή αισθάνεται εκεί μέσα όλο το μεγαλείο του Θεού και σκύβει ευλαβής. Αισθάνεται σα ν’ ανεβαίνη μυρωδιά λιβανωτού και συρτές βυζαντινές ψαλμωδίες και νομίζει, ότι ακούει του εσπερινού τα σήμαντρα να καλούν τους χριστιανούς σε προσευχή και προσκύνημα!
Στο ναό της Μητροπόλεως, του Αγίου Δημητρίου, στο δάπεδο, εμπρός στο ιερό, υπάρχει ένας δικέφαλος αετός σε πλάκα σκαλισμένος. Εκεί επάνω, καθώς λέγουν, πατούσε ο τελευταίος Κωνσταντίνος, όταν το 1449 τον εστεφάνωναν αυτοκράτορα. Και ο λογισμός γλυστρά στα μακρινά και περασμένα της δόξας της ελληνικής.
Τα ανάκτορα.
Σε μια προεξοχή στα βόρεια του Μυστρά στέκουν τα δεσποτικά παλάτια των Κατακουζηνών και των Παλαιολόγων, που φαίνονται, ότι κρατούνται όρθια από μια δύναμη αόρατη.
Η μεγάλη αίθουσα του θρόνου των Παλαιολόγων – το βυζαντινόν Χρυσοτρίκλινον – τριάντα τρία μέτρα μήκος, με τα αμέτρητα παράθυρα, μας καταπλήσσει με όλη την ερημία της. στον τοίχο φαίνεται ακόμη η κόγχη, όπου ήταν ο θρόνος, και από επάνω του τα σημάδια, που στήριζαν το επιστέγασμά του.
Προς τα βόρεια του ανακτόρου ξεχωρίζουν ακόμη τα κοιλώματα, απ’ όπου περνούσε, σα μέσα σε πλατείς σωλήνες, η ζέστη, όπως τα σημερινά καλοριφέρ, όταν άναβαν στη γραμμή τα τζάκια στα κάτω διαμερίσματα, για να θερμαίνεται το απέραντο ανάκτορο.
Διπλό όνειρο.
Το θέαμα από εδώ επάνω είναι όνειρο σωστό. Προς τη δύση υψώνονται χιονισμένες οι κορυφές του Ταΰγετου, ενώ τα πλάγια του είναι σκεπασμένα με βαθυπράσινα έλατα. Εμπρός και ανατολικά το όραμα το μαγικό της ολοπράσινης πεδιάδας του Ευρώτα, που το κλείνει η οροσειρά του Πάρνωνα. Δε χορταίνει το μάτι να βλέπη αμπελώνες ,πορτοκαλεώνες, ελαιώνες!
Θαμπωμένος από την τόση ομορφιά γυρίζεις στα ερημικά χαλάσματα και άθελα έρχονται στο νου σου οι χαμένες δόξες.
Προβάλλουν στη φαντασία σου αρματωμένοι εκλεκτοί βυζαντινοί στρατιώτες, που ανεμίζουν σημαίες με χρυσούς δικέφαλους από το φρούριο ψηλά έως κάτω στην ωραία πολιτεία και περιμένουν τον αυτοκράτορα.
Και τότε προβαίνει από τη θύρα των ανακτόρων επιβλητικός ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Στην ιερή κεφαλή του φορεί το βασιλικό το στέμμα και τα κόκκινα σανδάλια στα πόδια.
Ανεβαίνει το ανυπόμονο άλογό του. Η γειτονική Σπάρτη και ο Λεωνίδας με τους τριακόσιους του δείχνουν τον πλατύ το δρόμο της θυσίας για την πατρίδα!… Τον ακολουθεί με τόλμη και πίστη…

Ύστερα έρχεται το σκοτάδι. Μαύρο σύννεφο φθάνουν οι Τούρκοι˙ ανηφορίζουν καλπάζοντας έως τον Μυστρά, ενώ κεράκια τρεμοσβήνουν ακό΄μη εμπρός στις θλιμμένες εικόνες της Παναγίας, και στα Άγια Βήματα καπνίζουν τα λιβανιστήρια.
«Η Δέσποινα ταράχτηκε και δάκρυσαν οι εικόνες!».
Και τότε ακούστηκε με βαθύν καημό η ελπίδα του γένους:
«Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζης˙
πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά σας είναι».
(Διασκευή από Αθηνάς Ταρσούλη) Ν. Α. Κοντόπουλος.

Από το βιβλίο: Αναγνωστικόν της πέμπτης τάξεως του δημοτικού σχολείου. Ν. Κοντοπούλου – Δ. Κοντογιάννη, Γ. Καλαματιανού Θ. Γιαννοπούλου. Αθήναι 1952
Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.