Σταυροφορίες και βυζάντιο: Τί ήταν οι σταυροφορίες; είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα; – Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου.

Με μια πρώτη εκτίμηση θα συμφωνούσες ότι οι σταυροφορίες ήταν «μείζων προσέγγισις της δύσεως προς την ανατολήν» (Κ. Krumbacher, ιστ. Βυζ. λογ. Τ. Α’, σελ. 52), αλλά αμέσως θα σου ερχόταν να συμπληρώσεις ότι η προσέγγισις αυτή υπήρξε σχεδόν πάντοτε μάλλον εχθρική ή φιλική. Εξάλλου μία αισιόδοξη περιγραφή θα σου δημιουργούσε την εντύπωση ότι «η καταπλημμύρισις της ανατολής υπό των Φράγκων κατακτητών ανήκει εις τα εξαισιώτατα αντικείμενα της παγκοσμίου Ιστορίας. Χιλιετής πάλη, δεινοί εξωτερικοί πόλεμοι και αιματηραί εσωτερικαί συγκρούσεις, καταπληκτικαί ηρωϊκαί πράξεις και ζοφεραί ενέργειαι επιδεξιωτάτης διπλωματίας, οι ευγενέστατοι και οι βδελυρώτατοι χαρακτήρες επρόκειντο εις περιγραφήν και περιεγράφησαν πολλάκις επιτυχέστατα» (Κ. Krumbacher, ιστ. Βυζ. λογ. Τ. Α’, σελ. 464).
Οι σταυροφορίες υπήρξαν αλλεπάλλληλες και διήρκεσαν για δύο αιώνες οι πρώτες οκτώ, που θεωρούνται οι αντιπροσωπευτικώτερες. Η α’ κατά τα έτη 1096 – 1099 κατέληξε στην απελευθέρωση των αγίων τόπων, η β’ κατά τα έτη 1147-1149, η γ’ κατά τα έτη 1189- 1191, η δε δ’ κατά τα έτη 1202-1204 κατέληξε στην άλωση της Κων/πόλεως, η ε’ κατά τα έτη 1217-1229, η στ’ κατά τα έτη 1228 – 1229, η ζ’ κατά τα έτη 1248 – 1254 και η η’ στα 1270 μ. Χ. Οπωσδήποτε σε τόση διάρκεια διαφοροποιήθηκε ο χαρακτήρας των Σταυροφοριών, καθόσον «Αι σταυροφορίαι αύται παρά τα κοινά των γνωρίσματα, είχαν άλλοτε άλλον χαρακτήρα. Η πρώτη σταυροφορία διατηρεί γνήσια και αυθεντικά τα στοιχεία, τα οποία συνιστούν τον ιερόν πόλεμον δια την απελευθέρωσιν του Τάφου του Σωτήρος» (Διον. Ζακυθηνού, επισκόπ. Βυζ. ιστορ. Μ.Ε.Ε. συμπλ. Τόμ. 2ος σελ. 234).
Εκείνοι που διακρίνουν κυρίως θρησκευτικό χαρακτήρα στις σταυροφορίες σου ομολογούν σκοπιμότητα εκκλησιαστικής ενώσεως ή υπεροχής για λογαριασμό της Λατινικής εκκλησίας. Ο Κ. Κrumbacher σου επισημαίνει τα εξής: «Ανίατος αντίθεσις της Λατινικής και Ελληνικής εκκλησίας, εξ ης επήγασεν η διαίρεσις της Ευρώπης εις Λατινογερμανικόν και Ελληνοσλαβικόν κόσμον (σελ. 54 τόμ. Α)… Η χριστιανική και κοινωνική ιδέα, ήτις εν αρχή υπέθαλψε την μεγάλην ταύτην των εθνών κίνησιν (σταυροφόρων) εύρε πάντοτε κωφούς τους βυζαντινούς, πόσον δε δικαιολογημένη ήτο η προς αυτήν δυσπιστία των Ελλήνων, απέδειξε βραδύτερον λίαν σαφώς δυστυχώς η αιχρά και φρικαλέα έκβασις της Δ’ σταυροφορίας» (σελ. 557, τόμ. Α’, ιστ. Βυζ. λογοτεχνίας). Και στον (Γ’ τόμ. σελ. 433): «Η Ρωμαϊκή αυλή βαρέως έφερε πάντοτε τον εκκλησιαστικόν χωρισμόν. Μία δε σκέψις ήλαυνεν αυτήν δι’ όλων των αιώνων, η ελπίς της ενώσεως».
Οι ιστορικοί σου προσθέτουν ότι οι σταυροφορίες είχαν και εμπορικό – οικονομικό καθώς και κατακτητικό- επεκτατικό χαρακτήρα: «Το κατά των απίστων κήρυγμα του πάπα Ουρβανού του Β’ έπληξε τας λεπτοτάτας χορδάς της καρδίας των τότε ανθρώπων… Άλλ’ ενώ οι Ιταλοί δημοκρατικοί της Βενετίας, Γενούης και Πίσης ως γνήσιοι κολλυβισταί εγνώριζαν πώς να επωφεληθώσι την κολοσσιαίαν θρησκευτικήν κίνησιν μόνον προς εμπορικόν όφελος, η σταυροφορία υπήρξεν αισθήματος και πεποιθήσεως ζήτημα δια τους θερμοαίμους ιππότας της Γαλλίας και Φλανδρίας, διο και ορθώς αι ένδοξοι αυτών πράξεις καλούνται τα δια των Φράγκων έργα του Θεού» (Κ. Krumbacher, ιστ. Βυζ. λογ. Τόμ. Γ’, σελ. 434). Και ακόμη: «Το σταυροφορικό κίνημα εξαπέλυσαν οι Λατίνοι βαρώνοι και ο αναζωογονημένος Παπισμός, κινημένοι τόσο από τις κατακτητικές τους φιλοδοξίες όσο και την αφοσίωσή τους στο χριστιανισμό… Το θρησκευτικό ενδιαφέρον των δυτικών περιορίσθηκε στην ίδια την Ιερουσαλήμ, ενώ αντίθετα οι φιλοδοξίες τους βρήκαν διέξοδο στη Συρία και στην Παλαιστίνη, φέροντας σε αναπόφευκτη σύγκρουση τη Λατινική και Βυζαντινή πολιτική» (Παν/μίου Καίμπριτζ, ιστ. Βυζ. αυτοκ. Τ. Α’, σελ. 165 και 179).
Πολλοί δυτικοί ιστορικοί σου τονίζουν ότι οι Σταυροφορίες υπερασπίσθηκαν τη χριστιανοσύνη, και τη βυζαντινή αυτοκρατορία, όπως ο Ρενέ Γκρουσέ στο έργο του ιστορία των Σταυροφοριών (σελ. 11 κ.ε.): «Ο Γουλιέλμος της Τύρου θα δει στην καταστροφή του Ματζικέρτ (στα 1071 μ. Χ.) τον πλήρη παραμερισμό των Ελλήνων σαν πρωταγωνιστών της χριστιανοσύνης, την ιστορική δικαίωση της προβολής των Φράγκων. Ο Ουρβανός ήταν σαν οδηγός και υπερασπιστής της χριστιανοσύνης… η σταυροφορία ήταν ιδέα εν πορεία. Η σταυροφορική ιδέα της Συνόδου του Κλερμόν δεν μπορεί παρά να συγκριθεί απ’ αυτή την άποψη μονάχα με την πανελλήνια ιδέα του Συνεδρίου της Κορίνθου το 336 μ. Χ., που είχε εξαπολύσει τον Μέγαν Αλέξανδρο κι όλη την Ελλάδα για την κατάχτηση της Ασίας». Όμως ο ίδιος αφήνει να φανεί και η αντίθεση – διαφοροποίηση από τις θέσεις του ότι συγκρίνεται με το Πανελλήνιο συνέδριο της Κορίνθου η σταυροφορία, καθόσον είχε και χαρακτήρα εχθρικό προς τον Ελληνισμό. «Η σταυροφορία τόσο ενάντια στον άπιστο όσο και στον Έλληνα αιρετικό… Αυξήθηκε ο αριθμός τόσο που αναγκάσθηκαν να τους αφήσουν να οργανωθούν σε τέσσερες ξέχωρες στρατιές. Η λαϊκή σταυροφορία του Πέτρου Ερημίτου δεν ανταποκρινόταν στους σκοπούς του Ουρβανού Β’… Μέσα σε δέκα χρόνια μετά το 1090 η Κων/πολη είχε απαλλαγεί από την πίεση του Ισλάμ, η μισή Μικρά Ασία θάχει αποδοθεί στον Ελληνισμό, και η παραθαλάσσια Συρία και η Παλαιστίνη θάχουν γίνει φράγκικες αποικίες. Η καταστροφή του 1453 θα καθυστερήσει τρεις ως πέντε αιώνες… Όλα αυτά ήταν το ηθελημένο και συνειδητό έργο του Ουρβανού» (σελ. 14, ιστ. Των σταυροφοριών), για να παραδεχθεί (στη σελ. 18) πως «βγήκαν αποβράσματα στον αφρό με το κύμα των σταυροφοριών).
Άλλοι μελετητές σου διευκρινίζουν ότι οι σταυροφορίες προσλαμβάνουν διάφορο χαρακτήρα, εφόσον θεωρούνται υπό δυτικήν ή υπό ανατολικήν άποψη: «Η υπό των Σελτζούκων Τούρκων κατοχή της ιεράς πόλεως της Ιερουσαλήμ υπήρξεν η αφορμή των Σταυροφοριών, αίτινες αντί της απελευθερώσεως των Αγίων Τόπων επέφερον την εξασθένισιν και την καταστροφήν του Βυζαντινού κράτους. Θρησκευτικαί και εμπορικαί αντιζηλίαι, το ζήτημα της παπικής υπεροχής και τα υλικά συμφέροντα των δημοκρατιών της Ιταλίας εμπόδιζον την δύσιν να εννοήσει ότι ο προμαχών αυτής εκινδύνευε… Ακράτητον αίσθημα θρησκευτικού ενθουσιασμού κατέλαβε τους λαούς της δυτικής Ευρώπης… Προς απελευθέρωσιν του αγίου Τάφου εκυλίσθη σύσσωμος η δύσις προς ανατολήν… Διηυκόλυνε η έμφυτος προς τας μεταναστεύσεις ροπή των απογόνων των βαρβαρικών φυλών, αίτινες προ 5-6 εκατονταετηρίδων είχον αναστατώσει την Ευρώπην… Οι Finlay και Gibbon εκφέρουν την γνώμην ότι αι Ευρωπαϊκαί κυβερνήσεις και οι Πάπαι υπέθαλψαν τας σταυροφορίας, όπως δι’ αυτών απαλλαγώσιν των ταραχοποιών εις τας τότε κοινωνίας στοιχείων, παρέχοντες εις αυτά την διέξοδον εκείνην.
Αι σταυροφορίαι προσλαμβάνουσιν όλως διάφορον φάσιν, καθόσον θεωρούνται υπό δυτικήν ή υπό ανατολικήν έποψιν. Ως προς την δύσιν είναι ευγενές θρησκευτικού αισθήματος αποτέλεσμα και αρχή αναγεννήσεως και πολιτισμού, ευλόγως δε δύνανται οι ευγενείς της Ευρώπης την σήμερον να καυχώνται ότι οι σταυροφόροι ήσαν οι πρόγονοί των. Άλλ’ οι Χριστιανοί της ανατολής, ότε είδον τα άγρια εκείνα στίφη λυμαινόμενα τας Βυζαντινάς επαρχίας, λεηλατούντα και καταστρέφοντα, ότε είδαν τους αυτοκλήτους προμάχους της Πίστεως σφάζοντας και τους ιερείς αυτούς του Χριστού επί λόγω ότι ήσαν αιρετικοί, ελησμόνησαν ότι αι εκστρατείαι εκείναι είχαν θρησκευτικόν δήθεν σκοπόν και χριστιανικόν χαρακτήρα» (Δημ. Βικέλα, περί βυζαντινών Μελετ. Σελ. 46 και 48-49).
Ωστόσο, παρά τις αμφιλεγόμενες απόψεις, αν μελετούσες προσεκτικά τα κύρια σημεία της ιστορίας των σταυροφοριών, θα μπορούσες να πλησιάσεις περισσότερο την αλήθεια. Προϋπήρχαν των σταυροφοριών βαθείες διαφορές μεταξύ ανατολής και δύσης: «Τριπλό εμπόδιο ορθωνόταν ανάμεσα στους Έλληνες και Λατίνους, το εμπόδιο της φυλής της θρησκείας και του πολιτισμού» (Παν/μίου Καίμπριτζ, ιστορία της βυζ. αυτοκρατορίας, τόμ. Α’, σελ. 323). Ίσως το σχίσμα των Εκκλησιών του 1054 μ. Χ. να ήταν το πιο σοβαρό αίτιο των σταυροφοριών: «Μόνον όταν οι σχέσεις ανάμεσα στο βυζάντιο και στη δύση, οξύνθηκαν με τις σταυροφορίες, το επεισόδιο του 1054 μ. Χ. απέκτησε πραγματικό νόημα˙ επισφράγισε επίσημα τη ρήξη ανάμεσα στους δύο χριστιανικούς κόσμους, της ανατολής που άρχιζε να παρακμάζει και της δύσεως, που τότε αναπτυσσόταν» (εκδ. Αθηνών, ιστορ. Του Ελλην. Έθν. Τ. Η’, σελ. 151).
Τα ιστορικά γεγονότα επίσης σου αποκαλύπτουν πολιτικό διαχωρισμό και πορεία αποξενώσεως μεταξύ ανατολής και δύσης. «Ολοένα αυξανόμενη οξεία διαίρεση της χριστιανοσύνης σε δύο ανόμοιους και τελικά εχθρικούς κόσμους, τον βυζαντινό της ανατολής και τον λατινικό της δύσης. Διαφορές γλωσσικές, πολιτιστικές και θρησκευτικές… και το στοιχείο του πολιτικού διαχωρισμού. Το 800 μ. Χ. ο Πάπας έστεψε τον Γερμανό Καρλομάγνο Ρωμαίο αυτοκράτορα προβάλλοντας έτσι μία άρνηση στις βυζαντινές απαιτήσεις». (Κ. Ι. Γιαννακόπουλου, βυζαντινή ανατολή και λατινική δύση, σελ. 19). Ο ίδιος συγγραφέας διακρίνει το «πολυσύνθετο της μακραίωνης εξελίξεως της αποξενώσεως της Ανατολής με τη δύση… ως παροξυσμό της Ελληνολατινικής αντιπάθειας… Η πορεία της αποξενώσεως ανάμεσα στην ανατολή και τη δύση φαίνεται πως ήταν συσσωρευτική και έφθασε στο αποκόρυφο της εντάσεώς της στον ΙΓ’ μ. Χ. αιώνα… Τον 9ον μ. Χ. αιώνα ο Hincmar, αρχιεπίσκοπος Ρέϊμς μπορούσε να αντικρύσει την ανατολή (Βυζάντιο) σαν κάτι ξένο στο χαρκατήρα. Ο επίσκοπος (πρεσβευτής) Λουϊτπράνδος στα 969 μ. Χ. στιγμάτιζε τους βυζαντινούς σαν ψεύτες, αδύναμους και κάθε άλλο παρά Ρωμαίους. Γύρω στα 1120 μ. Χ. ο αββάς Πέτρος του Κλυνύ έγραφε στο βυζαντινό αυτοκράτορα και στον Πατριάρχη για την αμοιβαία μας πραγματική αγάπη, αλλά εισηγήθηκε την τιμωρία των βυζαντινών μετά την αποτυχία της Β’ σταυροφορίας το 1147, για την οποία κατηγορήθηκαν οι Έλληνες» (Κ.Ι. Γιαννακόπουλου, βυζ. ανατολή και λατινική δύση, σελ. 23-24).
Οι σταυροφορίες ήλθαν σαν φυσικό αποτέλεσμα προηγηθέντων στρατιωτικών και πολιτικών – οικονομικών γεγονότων: «Η επίθεση του Ροβέρτου Γυισκάρδου και των Νορμανδών κατά του Δυρραχίου, που οδηγούσε από την Αδριατική στην Κων/πολη… υπήρξε προανάκρουσμα των σταυροφοριών και βοηθεί να κατανοηθεί η βυζαντινή στάση έναντι των σταυροφόρων, σπουδαίο μέρος των οποίων αποτελούσαν οι Νορμανδοί… Η επίθεση αποκρούσθηκε με τη βοήθεια του Βενετικού στόλου…
…. Η τιμή που πληρώθηκε από το βυζάντιο ήταν το άνοιγμα όλων των λιμένων στη Βενετική ναυτιλία και η ελευθερία στο βενετικό εμπόριο από τους δασμούς, που αποτελούσαν σπουδαία πηγή των βυζαντινών εσόδων. Αυτή η παραχώρηση έκανε ολοφάνερο το μοιραίο λάθος της βυζαντινής εμπορικής πολιτικής» (Baynes – Moss, βυζάντιο, σελ. 74 – 75). Και οπωσδήποτε αναγνωρίζεις ότι ήταν «καθοριστικός παράγοντας στις εξελίξεις της εποχής των ΙΑ’, ΙΒ’ και ΙΓ’ αιώνων η προοδευτική ανάμειξη των Λατινικών δυνάμεων στις υποθέσεις του μεσογειακού κόσμου» (Παν/μίου Καίμπριτζ, ιστορία της βυζ. αυτοκρ. Τόμ. Α’, σελ. 183). Λέγεται και γράφεται πολλές φορές ότι οι Εβραίοι της Κάτω Ιταλίας υποκίνησαν τις Σταυροφορίες μέσω του Πάπα, θέλοντας να φθείρουν το Χριστιανικό βυζάντιο, αλλά περισσότερο αποδεδειγμένη σου παρουσιάζεται η σκόπιμη προσέγγιση των βενετών, που «έμαθαν να μιλούν αρκετά ελληνικά, ώστε να μπορούν να κάνουν τις συναλλαγές του εμπορίου, όχι να διαβάζουν τα κλασσικά έργα ή να ανταλλάσσουν ιδέες σε υψηλότερο διανοητικό επίπεδο» (Κ.Ι. Γιαννακόπουλου, βυζ. ανατολή και λατινική δύση, σελ. 40).
Μπορείς ακόμη να διακρίνεις και προσπάθεια αιώνων των Λατίνων – Δυτικών να παρουσιάσουν τις σταυροφορίες ως ανταπόκριση σε πρόσκληση των βυζαντινών, προσπάθεια που ωδήγησε σε κολοσσιαία πλαστογράφηση: «Λέγουν ότι η πρώτη σταυροφορία απεφασίσθη ένεκα της επιστολής του Αλεξίου προς Ροβέρτον κόμητα της Φλάνδρας, δι’ ης εκάλει τους ηγεμόνας της δύσεως ν’ αναλάβωσι τον ιερόν πόλεμον. «Προτιμότερον να περιέλθη η Κων/πολις εις χείρας Λατίνων παρά να καθυποβληθή εις τον νόμον του Μωάμεθ» Άλλ’ έχει τώρα εντελώς αποδειχθή ότι το έγγραφον τούτο εν τη αρχική του συντάξει περιελάμβανε μόνον την αίτησιν απσοτολής επικουριών και ουδέν άλλο, επλαστουργήθη δ’ έπειτα και διεσκευάσθη επίτηδες. Και αν δεν υπήρχον άλλαι αποδείξεις της διασκευής, μόνον η ανωτέρω παρατεθείσα φράσις θα ήρκει να καταστήσει ύποπτον την γνησιότητα της επιστολής» (Έσελιγγ, Βυζ. και βυζ. πολιτισμός, σελ. 251). Στην πραγματικότητα «μια τόσο ταπεινωτική επιστολή δεν συμβιβάζεται με τον περήφανο χαρακτήρα του Αλεξίου Α’ του Κομνηνού. Γι’ αυτό λέμε, πως είναι ένα τεχνητό κατασκεύασμα του Πάπα, για να πετύχει η επέμβαση της Ευρώπης στην ανατολή, που τόσο έξυπνα από πολλά χρόνια προετοίμαζε. Το ότι ήταν ψεύτικο το γράμμα φαίνεται και από ένα άλλο που έστειλε ο Πάπας στον Αλέξιο, όταν ξεκινούσε η πρώτη σταυροφορία, στο οποίο ούτε λέξη δεν αναφέρει πως έλαβε γράμμα απ’ αυτόν» (Κ. Παπαδημητρίου, το άγνωστο βυζάντιο, σελ. 221). Και ο Α. Vasiliev σου προσθέτει: «Ο Γάλλος ιστορικός Chalandon υποστηρίζει ότι το μεσαίο τμήμα του μηνύματος συνετέθη βάσει του πρωτοτύπου γράμματος, το Λατινικό όμως μήνυμα εσχεδιάσθη από κάποιον στη δύση με σκοπό να παρακινήσει τους σταυροφόρους πριν από την πρώτη σταυροφορία… Το 1924 ο B. Leib έγραψε ότι το γράμμα αυτό αποτελεί μια υπερβολική παραποίηση που έγινε μετά την σύνοδο του Κλερμόν» (A. Vasiliev, ιστ. Της βυζ. αυτοκρ. Σελ. 478).
Πάντως κορυφαίο γεγονός θα έκρινες τη σύνοδο του Clermont: «Τον Νοέμβριο του 1095 στη σύνοδο του Clermont της Γαλλίας ο Πάπας Ουρβανός Β’ παρώτρυνε το πλήθος να οπλισθεί για την απελευθέρωση του αγίου Τάφου και των χριστιανών της ανατολής. Κραυγάζοντας το πλήθος «Deus volt = ο Θεός θέλει» συνωστίζετο κοντά στον Πάπα, ο οποίος προέτεινε την καθιέρωση ως εμβλήματος των σταυροφόρων έναν κόκκινο Σταυρό, τον οποίον θα έφεραν στον δεξιόν τους ώμο (απ’ εδώ και το όνομα σταυροφόροι). Οι σταυροφόροι πήραν την υπόσχεση ότι θα τους συγχωρεθούν οι αμαρτίες, ότι θα απαλλαγούν από τα χρέη τους, ότι θα προστατευθούν οι ιδιοκτησίες τους˙ όσοι λιποτακτούσαν θα αφωρίζοντο. Από τη Γαλλία ο ενθουσιασμός στην Ιταλία, Γερμανία και Αγγλία… Την άνοιξη του 1096 μ. Χ. χάρη στο κήρυγμα του Πέτρου του Ερημίτου – από την πόλη Αmiens της Γαλλίας (κατά κάποιον θρύλο, που δεν είναι δεκτός, σ’ αυτόν αποδίδεται η όλη κίνηση των σταυροφοριών) – μαζεύθηκε στη Γαλλία ένα πλήθος πτωχών κυρίως ανθρώπων, μικρών ιπποτών και αστέγων αλητών, οι οποίοι άοπλοι σχεδόν εβάδιζαν μέσω της Γερμανίας, Ουγγαρίας και Βουλγαρίας προς την Κων/πολη… ασυνήθιστος στην τάξη όχλος… ενήργει λεηλασίες… ο Αλέξιος το πέρασε στη Μ. Ασία, όπου το κατέκοψαν οι Τούρκοι… Ο Πέτρος ο Ερημίτης γύρισε λίγο πριν από την καταστροφή» (A. Vasiliev, ιστ. Της βυζ. αυτοκρ. Σελ. 496 -498).
Κρίνοντας και τα αποτελέσματα των σταυροφοριών έρχεσαι να επισημάνεις ότι υπήρξαν εμπορικά, βιομηχανικά, πολιτικά, στρατηγικά και κοινωνικά, εφόσον ακολούθησε μεγάλη κίνηση και επιμειξία των λαών ανατολής και δύσης και όλα επιτεύχθηκαν «δια των όπλων». περισσότερο συγκεκριμένα κατά τους Βaynes – Moss (βυζάντιο, σελ. 444) τα αποτελέσματα υπήρξαν μοιραία για το βυζάντιο και καρποφόρα για τη δυτική Ευρώπη.
Κοντολογής θάλεγες ότι οι σταυροφορίες δεν ήταν ούτε ιεραποστολή, ούτε ιερός πόλεμος, ούτε αμυντικός πόλεμος, αλλά ένοπλη επεκτατική επίθεση κατά του βυζαντίου και της ανατολής γενικώτερα από τους Φράγκους και Λατίνους της δύσης. Έγιναν με κατάλληλη προετοιμασία και εκμεταλλεύθηκαν το γενικό θρησκευτικό πνεύμα των λαών που είχαν συγκινηθεί από την ταπείνωση των χριστιανών και από την ιδέα της απελευθερώσεως των αγίων Τόπων. Προσπάθησε και ο παπισμός να αυξήσει την εξουσία και επιρροή της Καθολικής εκκλησίας. Αλλά σιγά – σιγά αυτές οι ιδέες εκφυλίσθηκαν και επικράτησε ο «κοσμικός» παράγοντας με υλιστικούς στόχους, όπως αγάπη για φεουδαρχικές ηγεμονίες, αναζήτηση περιπετειών και προσδοκία κέρδους, καθόσον μάλιστα ούτε γενικό σχέδιο υπήρξε, ούτε πρωταγωνιστής αναδείχθηκε κανένας λαός.

Από το βιβλίο: Ιστορικές γραμμές, του Φιλολόγου – Ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., Ιωάννου Ν. Παπαϊωάννου.
Τόμος Β’. Λάρισα 1979

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.